Όταν «πεθαίνουν» οι υπεραξίες

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Όταν «πεθαίνουν» οι υπεραξίες
Value for money ο φετινός μπασκετικός Παναθηναϊκός που δεν καλείται να πληρώσει υπεραξίες αλλά μόνο τις τίμιες επιλογές που κάνει η διοικητική του ομάδα.

Ένα από τα βασικά θέματα που αναγκάστηκε από τις συνθήκες να επιλύσει ο μπασκετικός Παναθηναϊκός φέτος ήταν το ύψος του μπάτζετ. Με συνθήκες κορονοϊού, με την απόσυρση από το προσκήνιο τουλάχιστον του Δημήτρη Γιαννακόπουλου, με τα γνωστά προβλήματα του χορηγικού και τηλεοπτικού κατακερματισμού και γενικότερα μιας μη προσοδοφόρας εγχώριας διοργάνωσης, τα πράγματα μόνο ευοίωνα δεν ήταν.

Οι πρώτες αχτίδες φωτός ήταν η δραστηριοποίηση του πάντα παρόντα Φραγκίσκου Αλβέρτη και η απρόσμενη παραγοντική παρουσία του Δημήτρη Διαμαντίδη. Δεν θέλω να αδικήσω τη δουλειά του Τάκη Τριαντόπουλου ή του Νίκου Παππά αλλά και οι δυο ξέρουν ποια είναι τα πιο sexy ονόματα στην παναθηναϊκή οικογένεια.

Έπειτα είχαμε την ψήφο εμπιστοσύνης στον Γιώργο Βόβορα που για μένα τουλάχιστον ήταν μια δήλωση συνέπειας και στοχοπροσήλωσης. Είναι σπουδαίο όταν ανακαινίζεις κάτι να υπάρχουν γερά υπάρχοντα σημεία να χτίσεις κι ο Βόβορας είναι ένα από αυτά. Η καρέκλα του πράσινου προπονητή ήταν έτσι κι αλλιώς πάντα ηλεκτρική, ο Έλληνας κόουτς τουλάχιστον ξέρει που είναι τα επικίνδυνα καλώδια.

Τα επόμενα αισιόδοξα μηνύματα ήρθαν από τη στελέχωση του ρόστερ. Παπαπέτρου, Παπαγιάννης, Μήτογλου, Μπέντιλ ήταν οι συνδετικοί κρίκοι και ειδικά οι τρεις Έλληνες διεθνείς τα υπεραπαραίτητα υλικά. Σημαντικές οι επιστροφές Μποχωρίδη, Όγκουστ και τελικά Καλαϊτζάκη γιατί και βήματα προόδου έκαναν όσο έλειψαν και ξέρουν που ακριβώς επιστρέφουν. Ακόμα κι ο Κασελάκης ξέρει πολύ καλά που «επιστρέφει».

Η ανεύρεση ποιοτικών ξένων είναι για κάθε ρόστερ το μεγάλο στοίχημα. Το ποιος είναι «ποιοτικός» και ποιος φρούδα ελπίδα, μόνο το γήπεδο το δείχνει αλλά σε κάθε περίπτωση κάθε επαγγελματίας αθλητής έχει μια ονομαστική αξία. Άσχετα λοιπόν με το πως θα εξελιχθούν τα αποτελέσματα στο γήπεδο, το κόστος της στελέχωσης του πράσινου ρόστερ με Νέντοβιτς, Φόστερ, Σαντ Ρος, Ουάιτ και μάλλον Τζάκσον είναι αυτό που λέμε η επιτομή του ονομαστικού value for money. Ονομαστικού έτσι; Γιατί όλοι μας με τα λόγια έχουμε χτίσει ανώγια και κατώγια.

Έχετε διαβάσει φαντάζομαι πόσο κόστισε η κάθε προσθήκη. Φανταστείτε λοιπόν τώρα να ήταν παρών o Δημήτρης Γιαννακόπουλος. Δεν το λέω προφανώς για να κατηγορήσω την παρουσία του κάθε επιφανούς επιχειρηματία στον αθλητισμό αλλά όπως και να ‘χει άλλο να αισθάνονται οι μάνατζερ και οι ανταγωνιστικές ομάδες ότι υπάρχει στη διοίκηση ένας Γιαννακόπουλος κι άλλο μια επιτροπεία. Ο ίδιος ακριβώς παίκτης που θα κόστιζε 300 χιλιάδες ευρώ θα αποκτούσε άλλη υπεραξία, έναν «αέρα» σαν επαγγελματικό ακίνητο. Νόμος της αγοράς ή ελληνικό φαινόμενο;

Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Οι ελληνικές ομάδες ανέκαθεν είχαν ένα προβληματάκι στις value for money καταστάσεις, ίσως από έλλειψη τεχνογνωσίας, ίσως από την πίεση του «αεροδρομίου». Κι όταν η αγορά οσφραίνεται ότι για κάποιο μυστήριο λόγο είσαι διατεθειμένος να πληρώνεις παραπάνω, ε τότε θα σε χρεώσει παραπάνω και θα το διαιωνίζει εις το διηνεκές. Αθλητικό management λέγεται κι αλλιώς το κατέχουν ο Μιζράχι και ο Κερεχέτα κι αλλιώς στη χώρα μας.

Ένας μπασκετικός φίλος μού έγραψε, «ο Παναθηναϊκός με έχει εντυπωσιάσει φέτος, χτίζει ρόστερ με 14 «κανονικούς» παίκτες, όχι για F4 αλλά όχι κι ασκέρι». Συμφωνώ απόλυτα μαζί του, δυστυχώς αν οι συνθήκες δεν επιτρέψουν γεμάτο ΟΑΚΑ το συγκεκριμένο «τίμιο» ρόστερ δε θα έχει το πιο πολύτιμο καύσιμο, την ισχύ της έδρας.

Ας ξεκινήσουν πάντως όταν καταφέρουν να ξεκινήσουν το Πρωτάθλημα και η Euroleague και τότε θα έχει πολύ ενδιαφέρον και η νέα ομάδα αλλά και η σύγκριση ξένων με τους περσινούς αντίστοιχους. Ίσως μια λελογισμένη εφαρμογή του Moneyball αποδειχτεί ευεργετική για το Τριφύλλι. Αρκεί να καταλάβουμε όλοι ότι κάτι χτίζεται και δεν είναι μια ακόμα χρονιά για να συζητάμε περί F4 κι άλλα όνειρα θερινής νυκτός. Σκεφτείτε ότι ακόμα και το πιο τρομακτικό παναθηναϊκό ρόστερ του 2009, θα μπορούσε να μην έχει μείνει στις μνήμες μας ως super επιτυχημένο για δυο άστοχα σουτ!

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.