Aρλάουκας: «Οι οπαδοί με αγαπούσαν επειδή έριχνα 30άρες σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό»

Aρλάουκας: «Οι οπαδοί με αγαπούσαν επειδή έριχνα 30άρες σε Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό»
Ο θρύλος της Ρεάλ, της ΑΕΚ και του Αρη, Τζο Αρλάουκας, μιλά αποκλειστικά στο gazzetta.gr για την καριέρα του, τους «αιώνιους» και την πιθανότητα πρόκρισης τους στο final four, τον Τσάβι Πασκουάλ, ενώ θυμάται και τη νίκη επί του Ολυμπιακού στον τελικό του 1995.

O γεννημένος στις ΗΠΑ στις 20 Ιουλίου 1965 Τζο Αρλάουκας από Λιθουανούς γονείς, πρόλαβε να νιώσει τη γεύση του ΝΒΑ πριν περάσει τον Ατλάντικο για να παίξει το 1988 στην Καζέρτα και μετά για 10 χρόνια στην Ισπανία, με τη φανέλα της Ουνικάχα Μάλαγα, της Ταουγκρές και της Ρεάλ Μαδρίτης. Με τους Μαδριλένους είχε πέντε εξαιρετικά χρόνια από το 1993 ως το 1998 και με συμπαίκτη τον γίγαντα Αρβιντας Σαμπόνις, αποτελούσαν φόβο και τρόμο για τους αντιπάλους. Ο ύψους 2.06 Αρλάουκας είχε κορυφαία στιγμή την κατάκτηση του τίτλου της πρωταθλήτριας Ευρώπης με τη Ρεάλ το 1995, με αντίπαλο τότε στο φάιναλ φορ της Σαραγόσα, τον Ολυμπιακό! Με 16 πόντους δικούς του και 23 του Σαμπόνις, η Ρεάλ με προπονητή τον Ομπράντοβιτς επικράτησε 73 - 61 του Ολυμπιακού.

Στη συνέχεια ο Αρλάουκας ήρθε στην Ελλάδα, όπου αγαπήθηκε όσο λίγοι ξένοι παίκτες και αγωνίστηκε την σεζόν 1998-99 με την ΑΕΚ και τον επόμενο χρόνο με τον Αρη, όταν και σταμάτησε το μπάσκετ. Από τότε έπρεπε να περάσουν 17 χρόνια για να αφήσει την Ισπανία όπου κατοικεί και να επιστρέψει στην Ελλάδα, με αφορμή το εξαιρετικό τουρνουά γκολφ Messina Pro-Am που έγινε για πρώτη φορά στα γήπεδα της Costa Navarino, στη Μεσσηνία.

Το gazzetta.gr τον συνάντησε σε μία ανάπαυλα των αγώνων του γκολφ και είχε μαζί του μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που θα απολαύσετε και εσείς. Ο 51χρονος πλέον Αρλάουκας, απλός, καλοσυνάτος και ιδιαίτερα φιλικός μίλησε για όλους και για όλα.

Για Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό ενόψει φάιναλ φορ, για τον Τσάβι Πασκουάλ, την ΑΕΚ και τον Αρη, τον Αρβιντας Σαμπόνις, τον Ολυμπιακό του 1995 και τον Παναγιώτη Φασούλα που τον έκοβε! Κυρίες και κύριοι ο πραγματικά σπουδαίος τύπος, Τζο Αρλάουκας...

Τζο, χάρηκες που επέστρεψες έστω και μετά από τόσα χρόνια στην Ελλάδα;

«Αγαπάω την Ελλάδα. Είναι ένα πολύ όμορφο μέρος κι όταν λείπεις για πολύ καιρό όπως εγώ από τότε που έφυγα από τη Θεσσαλονίκη, ξεχνάς πόσο όμορφα είναι εδώ, πόσο φιλικοί είναι οι άνθρωποι, πόσο ωραίο είναι το φαγητό. Οταν δεν είσαι εδώ κάθε μέρα, δεν τρως σουβλάκι με πίτα (γελάει) και για μένα είναι σπουδαία εμπειρία τώρα που ξαναγύρισα!»

Τι αναμνήσεις σου έχει αφήσει το πέρασμα από τη χώρα μας;

«Εχω ξαναπεί ότι για μένα ήταν τότε δύσκολη εποχή που ήρθα για να παίξω μπάσκετ. Πήγαινα προς το τέλος της καριέρας μου και για μένα, ήταν μία δύσκολη αλλαγή μετά από 10 χρόνια στην Ισπανία. Διαφορετική νοοτροπία, διαφορετικό μπάσκετ και για να είμαι ειλικρινής δεν χάρηκα τόσο πολύ την πρώτη χρονιά στην Αθήνα. Οι άνθρωποι μπορεί να λένε ότι δεν μου άρεσε η Ελλάδα, αλλά δεν είναι αυτό. Εάν είχα περάσει 10 χρόνια στην Ελλάδα και μετά πήγαινα στην Ισπανία, θα ήταν ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα λόγω γλώσσας. Πάντα αυτή η αλλαγή είναι διαφορετική και σε επηρεάζει. Πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει, οι παίκτες παίζουν ένα χρόνο στην Ελλάδα, ένα στην Τουρκία, ένα στην Ισπανία και όλοι μιλούν αγγλικά, άρα δεν είναι τόσο δύσκολο να αλλάζεις περιβάλλον. Οταν παίζαμε εμείς, πριν από 20 χρόνια, οι αλλαγές ήταν δύσκολες...»

Πάντως μπορεί να μην έμεινες πολύ στην Ελλάδα, αλλά είσαι ιδιαίτερα αγαπητός σε όλους τους Ελληνες φιλάθλους και όχι μόνο σε αυτούς της ΑΕΚ και του Αρη. Που πιστεύεις ότι οφείλεται αυτό;

«Ο δυναμικός τρόπος παιχνιδιού μου ήταν κλειδί για την καριέρα μου, σε όσες ομάδες έπαιξα. Για τους οπαδούς των ομάδων μου στην Ισπανία, που με έβλεπαν συνέχεια, η εκτίμηση θα έλεγα ότι ήταν αναμενόμενη, αλλά για τους οπαδούς των ελληνικών ομάδων που με έβλεπαν 2-3 φορές το χρόνο,το να έχουν την ίδια αντιμετώπιση στο πρόσωπο μου, αποδεικνύει ότι ήμουν αφοσιωμένος στο παιχνίδι και το επάγγελμα μου. Πάντα έτσι ένιωθα, αφοσιωμένος σε ότι έκανα και το πιο σημαντικό πράγμα για μένα ήταν να νικάω συνέχεια και να παίζω καλά, ώστε να είμαι ο καλύτερος παίκτης στο γήπεδο. Οταν αγωνιζόμουν στη Ρεάλ δεν είχαμε 12.000 – 13.000 φιλάθλους σε κάθε παιχνίδι, ενώ όταν ερχόμουν εδώ κι έβλεπα τις κερκίδες γεμάτες, αποκτούσα κίνητρο για να παίξω καλύτερο μπάσκετ. Η ατμόσφαιρα ήταν πάντα καταπληκτική και οι Ελληνες φίλαθλοι με έχουν δει στα καλύτερα μου. Νίκησα αρκετές φορές τον Ολυμπιακό αλλά και τον Παναθηναϊκό και οι οπαδοί τους, μου έλεγαν συνέχεια: “Σε αγαπάμε επειδή νίκησες τον Ολυμπιακό” και οι άλλοι: “Σε γουστάρουμε επειδή έριξες 30 πόντους στον Παναθηναϊκό”. Ετσι ήμουν λίγο – πολύ κοντά με όλους και πάντα μου ζητούσαν να ρίχνω τριαντάρες στον αιώνιο τους αντίπαλο!»

Τον Ολυμπιακό τον αντιμετώπισες και στον τελικό της Σαραγόσα το 1995, όταν και τον νίκησες. Θυμάσαι εκείνον τον αγώνα;

«Για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι κομμάτι με κομμάτι εκείνο τον αγώνα. Βλέπω πλέον βίντεο και φωτογραφίες και θυμάμαι αρκετά, αλλά στη διάρκεια του τελικού ήμουν τόσο συγκεντρωμένος στο παρκέ που δεν είχα χρόνο να παρατηρώ τα πάντα. Στο τέλος βέβαια θυμάσαι ότι νίκησες στον αγώνα αλλά το πιο παράξενο για μένα τότε, ήταν όταν μετά τον αγώνα, ένιωσα ένα... κενό. Ελεγα “κατακτήσαμε το πρωτάθλημα, αλλά τώρα τι κάνουμε;” Πάντα, όμως, ο τελικός της Σαραγόσα αποτελεί ιδιαίτερη ανάμνηση για μένα. Μακάρι να είχα κερδίσει 3-4 ακόμα...»

Σε είχαν δυσκολέψει οι παίκτες του Ολυμπιακού;

«Τους θυμάμαι όλους. Θυμάμαι τον Βολκώφ που ήταν ένας από τους δυνατότερους και καλύτερους παίκτες που έχω αντιμετωπίσει, τον Φασούλα, τον Σιγάλα, αλλά και τον Εντι Τζόνσον. Θυμάμαι και τον πόιντ γκαρντ, τον Τόμιτς ο οποίος τώρα είναι βοηθός προπονητής στον Ολυμπιακό. Είχε πολύ καλή ομάδα τότε ο Ολυμπιακός, αλλά και για μας ήταν πολύ καλή χρονιά. Μάλιστα ο Παναθηναϊκός είχε νικήσει τη Μπαρτσελόνα και απαλλαχτήκαμε νωρίς από αυτήν και όλα πήγαν καλά!»

Στην κορυφή της Ευρώπης έφτασες με προπονητή τον Ομπράντοβιτς. Πως θα τον χαρακτήριζες;

«Είναι τελειομανής και πιστεύω ότι αυτό αποδεικνύεται από τη σπουδαία καριέρα του. Ηθελε οι παίκτες να τον ακούνε σε όλα και δεν δίσταζε να βάζει τις φωνές εάν κάτι δεν του άρεσε ή δεν γινόταν με τον τρόπο που το είχε ζητήσει. Ολοι όμως οι παίκτες τον σέβονταν και αναγνώριζαν από τότε την αξία του. Αναμφίβολα από τους καλύτερους προπονητές που έχω δουλέψει...»

Ποιος ήταν ο πιο δύσκολος αντίπαλος στην καριέρα σου;

«Πάντα έλεγα ότι ο Ντάριλ Μίντλετον ήταν ο πιο δύσκολος αντίπαλος που είχα. Ηταν παίκτης για αρκετά χρόνια στη Μπαρτσελόνα και τώρα είναι βοηθός προπονητής στην ΤΣΣΚΑ. Ηταν πολύ δύσκολος, γιατί ενώ δεν ήταν στο ύψος και το μέγεθος μου, έπαιζε χαμηλά και δυνατά και πάντα οι πιο κοντοί μπασκετμπολίστες ήταν δύσκολοι για μένα, γιατί ήταν γρήγοροι και ευέλικτοι. Και φυσικά ως παίκτης της Μπαρτσελόνα, είχαμε βρεθεί αντίπαλοι πολλές φορές. Επίσης και ο Φασούλας ήταν δύσκολο, λόγω ύψους και επειδή είχε μακριά χέρια. Πριν από τον τελικό, τον είχα αντιμετωπίσει αρκετές φορές και συνήθως ήταν αυτός που είχε το μαρκάρισμα μου. Εμένα μου άρεσε να φεύγω γρήγορα στην επίθεση και να σηκώνομαι για σουτ, αλλά ο Φασούλας με... ενοχλούσε και με είχε κόψει αρκετές φορές. Στο πρώτο ημίχρονο του τελικού με εμπόδισε σε μεγάλο βαθμό, αλλά ευτυχώς ήμουν καλύτερος στο δεύτερο μέρος...»

Ολοι σου μιλούν για τον Σαμπόνις, λόγω της κοινής θητείας σας στη Ρεάλ. Ηταν ο καλύτερος συμπαίκτης που είχες;

«Ολοι περιμένουν να πω τον Σαμπόνις, επειδή το βλέπουν από την εύκολη πλευρά, δηλαδή τι κάναμε ως δίδυμο, τα στατιστικά μας, τους πόντους που πετυχαίναμε και τα ριμπάουντ που παίρναμε. Ειλικρινά, όμως, ο καλύτερος με τον οποίο ήμουν συμπαίκτης ήταν ο Ισμαέλ Σάντος, που εξουδετέρωσε τον Μάικλ Γιανγκ στον ημιτελικό με τη Λιμόζ, ενώ είχε αναλάβει και τον Εντι Τζόνσον του Ολυμπιακού. Ο Σάντος ήταν παίκτης που έβαζε 30 πόντους σε κάθε παιχνίδι, αλλά όταν ήρθε στη Ρεάλ και είδε εμένα και τον Σαμπόνις, είπε ότι για να παίζω πρέπει να αλλάξω τον τρόπο παιχνιδιού μου. Είναι ο τύπος που σέβομαι πολύ για όσα έκανε ως ομαδικός παίκτης. Εάν ερχόταν ο προπονητής μου και μου έλεγε να σταματήσω να βάζω πόντους και να παίξω άμυνα, θα του έλεγα f... you (γελάει). O Ισμαελ αντιθέτως ήταν αφοσιωμένος στο καλό της ομάδας και είχε πολύ μεγάλο μερίδιο στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού το 1995.»

Ξέρουμε ότι παρακολουθείς μπάσκετ τακτικά. Ποια είναι τα προγνωστικά σου για το φάιναλ φορ της Κωνσταντινούπολης;

«Οι τέσσερις πρώτες ομάδες αυτή τη στιγμή στη βαθμολογία δείχνουν πολύ δυνατές. Αν δεις τις νίκες που έχουν πάντως, όλα δείχνουν ανοικτά και αν χάσουν 2-3 παιχνίδια, θα βρεθούν εκτός. Είναι δύσκολο να πω ποια ομάδα θα κατακτήσει το τρόπαιο, γιατί η Ρεάλ είναι η πιο σταθερή ομάδα αυτή την εποχή, η ΤΣΣΚΑ είναι η καλύτερη στο σύνολο της χρονιάς, αλλά ποτέ δεν ξέρεις με αυτούς καθώς κερδίζουν πολλές φορές τα δύσκολα, αλλά χάνουν τα εύκολα. Η Φενέρμπαχτσέ δεν δείχνει τόσο σταθερή όσο περίμενα στην αρχή της χρονιάς αν και τώρα με τις επιστροφές των τραυματιών δείχνει πιο δυνατή. Ποτέ, όμως, δεν μπορείς να ξέρεις. Δείτε για παράδειγμα τον Ερυθρό Αστέρα που έχει κάνει τον τελευταίο καιρό σερί νίκες, εάν ήταν τώρα το φάιναλ φορ, μπορεί και να το κέρδιζε!»

Τι έχεις να πεις για Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό. Μπορούν να προκριθούν στο φάιναλ φορ;

«Ο Ολυμπιακός δείχνει σε καλύτερη κατάσταση αν και απογοητεύτηκα κάπως στην ήττα με τη Φενέρμπαχτσέ, λόγω του τρόπου που τελείωσαν το παιχνίδι. Ακόμα δεν κατάλαβα γιατί δεν κυνήγησαν τον αγώνα και τη νίκη και έμειναν στη διαφορά των πόντων. Κάποιες φορές ένας αγώνας μπορεί να σου αλλάξει τη ψυχολογία όλης της σεζόν και ο Ολυμπιακός μπορεί να έχασε αλλά δεν άξιζε να χάσει. Οταν παίζεις με τη Φενέρ στην Τουρκία ξέρεις ότι το πιο πιθανό είναι να χάσεις, αλλά επειδή ο αγώνας είχε αυτή την εξέλιξη, τότε είναι λάθος σου που δεν το πάλεψες στο τέλος. Ο Παναθηναϊκός με τον Τσάβι Πασκουάλ παίζει καλύτερα, αλλά εάν ο Ολυμπιακός πάει στο φάιναλ φορ, μπορεί και να το κατακτήσει καθώς έχει τη νοοτροπία του νικητή.»

Ξέρεις καλά τον Τσάβι Πασκουάλ από την Ισπανία. Πιστεύεις ότι μπορεί να επαναφέρει τον Παναθηναϊκό στην κορυφή της Ευρώπης;

«Είναι καλός κόουτς και το έχει αποδείξει στη Μπαρτσελόνα. Το θέμα, όμως, με κάθε προπονητή που πάει στον Παναθηναϊκό, είναι να μείνει αρκετά στην ομάδα και να παράξει έργο. Πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν να το ακούν αυτό, ίσως ούτε και οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, αλλά είναι η αλήθεια. Εάν κοιτάξεις τη Ρεάλ ή την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, αποδεικνύουν ότι οι καλύτερες ομάδες είναι αυτές που έχουν τον ίδιο προπονητή για χρόνια και μπορεί να αναπτύξει έναν τρόπο παιχνιδιού, να εμφυσήσει νοοτροπία νικητή, να περάσει την ιδεολογία του στην ομάδα. Εάν ο προπονητής αλλάζει συνεχώς, τότε είναι δύσκολο να δημιουργηθεί μία ομάδα που θα νικάει. Μπορεί να συνεχίσει να είναι καλή ομάδα, αλλά θα είναι δύσκολο να νικά συνεχώς. Εάν πάντως ο Παναθηναϊκός κρατήσει τον Τσάβι Πασκουάλ, τότε μπορούμε να περιμένουμε καλά πράγματα.»

Και τώρα γκολφ. Πως και επέλεξες το συγκεκριμένο άθλημα και τι σου προσφέρει;

«Ξεκίνησα το γκολφ αρκετά πιο μικρός. Οταν ήμουν στη Μαδρίτη έπαιζα περισσότερο, είχα το χρόνο να εξασκηθώ και το καλοκαίρι έπαιζα τα Σαββατοκύριακα. Είναι χαλαρωτικό σπορ αλλά και απογοητευτικό εάν παίζεις όπως έπαιξα εγώ στο τουρνουά Messinia ProAm. Βέβαια το είχα σταματήσει για καιρό κι έπαιξα μόνο τέσσερις φορές μέσα σε επτά χρόνια, ενώ τα τρία τελευταία χρόνια το είχα παρατήσει. Πήγα να πάρω τα μπαστούνια μου και είχαν βγάλει αράχνες! Οταν προσπαθώ πάντα να δίνω τον καλύτερο μου εαυτό, ομολογώ ότι τώρα απογοητεύτηκα και πρέπει να αρχίσω εξάσκηση. Ωστόσο αγαπώ το γκολφ, είναι διασκεδαστικό και αποτελεί ένα όμορφο τρόπο να κάνεις κάτι το διαφορετικό!»

To gazzetta ευχαριστεί την Costa Navarino και το Messinia Pro - Am για τη φιλοξενία της συνέντευξης!