Η πρώτη φορά που πέταξα χαρταετό!

Gazzetta team
Η πρώτη φορά που πέταξα χαρταετό!

bet365

Πέντε δημοσιογράφοι του Gazzetta θυμούνται στο Weekend την πρώτη τους Καθαρά Δευτέρα που πήγαν όλα καλά με τα ζύγια.

Λαγάνα, χαλβάς, ούζο, καλούμπα, ελιές, χταπόδι, ταραμοσαλάτα, καλαμαράκια, …Το λεξικό της Καθαράς Δευτέρας είναι πλούσιο και ως επί το πλείστον λαχταριστό. Με αφορμή την φετινή Καθαρά Δευτέρα και με τη σκέψη μας στο τραπέζι ή έστω το πικ νικ που την συνοδεύει, πέντε δημοσιογράφοι του Gazzetta θυμούνται την πρώτη φορά που πέταξαν χαρταετό και τις λιχουδιές που έφαγαν για να έχουν δυνάμεις να κρατήσουν την καλούμπα.

Συμβουλή: Η ανάγνωση των παρακάτω κειμένων συνοδεύεται εξαιρετικά με κατανάλωση θαλασσινών και Ούζου Πλωμαρίου.

Στου Φιλοπάππου μετά από κάμποσες αποτυχημένες προσπάθειες ο Γιώργος

Δεν μετράω τις Καθαρές Δευτέρες με τους γονείς. Σε αυτές, πάντα τη δύσκολη δουλειά του πετάγματος του χαρταετού την έκανε ο πατέρας μου ή κάποιος θείος. Η πρώτη, λοιπόν, αγνή χαρά πετάγματος χαρταετού χωρίς γονείς ήταν στα τέλη των ‘90s με τους συμμαθητές μου από το λύκειο στου Φιλοπάππου.

Τα είχαμε μοιράσει. Άλλος θα έφερνε ταραμά και λαγάνα. Άλλος καλαμαράκια κονσέρβα και χταπόδι. Άλλος χαρταετό και καλούμπα κι άλλος ένας μπουκάλι Ούζο Πλωμάρι. Ανηφορίσαμε με τα πόδια από το Σύνταγμα που είχαμε κατέβει με τρόλεϊ (δεν υπήρχε μετρό τότε) και στήσαμε σ’ ένα ξέφωτο στου Φιλοπάππου. Όταν λέω «στήσαμε» εννοώ ότι απλώσαμε ένα τραπεζομάντηλο και τοποθετήσαμε πάνω του όλα όσα είχαμε προμηθευτεί από τα σπίτια μας και πλάι του ένα στερεοφωνικό που έπαιζε τα σουξέ της εποχής. Όλα καλά ως εδώ. Τα δύσκολα άρχισαν από την στιγμή που πήγαμε να φτιάξουμε τα ζύγια και να δέσουμε την καλούμπα.

Προφανώς, κανείς μας δεν είχε ιδέα, αλλά όλοι προσπαθούσαμε να επιβάλουμε την άποψή μας με μεγάλη αυτοπεποίθηση. Αφού βγάλαμε μια άκρη με τα ζύγια αρχίσαμε να προσπαθούμε να πετάξουμε τον χαρταετό, αλλάζοντας συνεχώς ρόλους ανάμεσα στο ποιος κρατούσε τον χαρταετό και ποιος την καλούμπα. Μετά από δυο τρεις αποτυχημένες προσπάθειες, καταλάβαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Κανείς, όμως, δεν έπαιρνε την ευθύνη για τα στραβά ζύγια του χαρταετού που τον είχαν κάνει να χτυπήσει σε κάθε πιθανό κορμό δέντρου και θάμνο που βρισκόταν σε ακτίνα δέκα μέτρων από εμάς.

Μετά από προσπάθειες που κράτησαν τουλάχιστον μια ώρα, ένας κύριος (από αυτούς που στα τραπέζια των εορτών θα καθόταν με τη νεολαία) μας λυπήθηκε και αποφάσισε να μας βοηθήσει. Ο εγωισμός μας είχε καταρρακωθεί και δεν μπορούσαμε πλέον να προβάλουμε καμιά αντίσταση. Τον αφήσαμε να λύσει και να φτιάξει τα ζύγια από την αρχή και λίγα λεπτά αργότερα ο χαρταετός μας πετούσε στον αττικό ουρανό. Οκ μπορεί να μας βοήθησε κάποιος στα ζύγια, αλλά έστω το πέταγμα το κάναμε μόνοι μας.

Στο Σούνιο η Αιμιλία

Προσωπικά δεν έχω καταφέρει ποτέ να πετάξω χαρταετό. Ποτέ. Γιατί όταν κάποιος άλλος από την παρέα κάνει όλη τη δουλειά και εσύ απλώς κοιτάς τον χαρταετό να ανεβαίνει στον ουρανό δεν πιάνεται. Θυμάμαι όμως την πρώτη (και τελευταία ελπίζω) φορά που κατάφερα να χάσω αετό.

Ήταν την Καθαρά Δευτέρα του 2016. Είχαμε καταφέρει να μαζευτούμε μεγάλη παρέα και αποφασίσαμε να πάμε στη θάλασσα, έτσι γι' αλλαγή. Ξεκινήσαμε από νωρίς «για να μην βρούμε κίνηση» όπως έλεγαν όλοι. Εννοείται πως είχαμε αγοράσει μέρες πριν τον χαρταετό, αφού οι περισσότεροι ανυπομονούσαν να δείξουν τις δεξιότητές τους στο... άθλημα. Παράλληλα, είχαμε φροντίσει να προμηθευτούμε με κάθε λογής σαρακοστιανά εδέσματα -λαγάνα, ταραμοσαλάτα, καλαμαράκια, χταποδάκι, λαχανοντολμάδες, χαλβά- και φυσικά άφθονο Ούζο Πλωμάρι, επιβάλλεται τη συγκεκριμένη μέρα.

Μόλις φτάσαμε, χωριστήκαμε σε δύο ομάδες: Οι μισοί ασχολούνταν με τον χαρταετό και οι υπόλοιποι (μαζί τους και εγώ) αρχίσαμε να στρώνουμε τραπεζομάντιλα στην άμμο για να ξεκινήσουμε από νωρίς το φαγητό. Είχε πολύ αέρα εκείνη τη μέρα και ο χαρταετός μέσα σε 10 λεπτά ήταν στον ουρανό -καμία πρόκληση, μέχρι και εγώ θα τα είχα καταφέρει-. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι ο αέρας, μαζί με τους χαρταετούς, σήκωνε και τα τραπεζομάντιλα, η μόνη λύση ήταν να τα σταθεροποιήσουμε με πέτρες. Σε αυτό το σημείο πρέπει να σας πω μια σημαντική λεπτομέρεια: Όταν ο χαρταετός μας ανέβηκε στον ουρανό, η παρέα αποφάσισε να τον δέσει πάνω σε μια πέτρα για να μην χρειάζεται να τον κρατάει διαρκώς κάποιος.

Ναι, καλά καταλάβατε. Άρπαξα την πέτρα που είχαν χρησιμοποιήσει οι υπόλοιποι για να δέσουν τον σπάγκο του χαρταετού και την έβαλα πάνω στο τραπεζομάντιλο. Φυσικά ο σπάγκος λύθηκε, ο χαρταετός χάθηκε στον ουρανό και εγώ είχα μόλις χαλάσει την Καθαρά Δευτέρα όλων. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζα. Γιατί ευτυχώς, όταν υπάρχει καλό φαγητό και άφθονο ούζο, ο κόσμος συγχωρεί λίγο πιο εύκολα!

Στα πέριξ της Αθήνας η Κατερίνα Κ.

Η Καθαρά Δευτέρα γενικώς μου αρέσει. Περνάω καλά. Φοράω τα ανοιξιάτικα ρούχα μου για πρώτη φορά, ετοιμάζομαι να φάω τις γυαλιστερές, τη σαλάτα με τα μαυρομάτικα και τη λαγάνα και να ξαπλώσω στον ήλιο –χωρίς συγκεκριμένο λόγο πιστεύω ότι αυτή αργία φέρνει πάντα ήλιο. Και ούζο. Είναι άλλωστε η μέρα που μαζευόμαστε στο τραπέζι όλη η οικογένεια και τσιμπάμε ασταμάτητα μεζέδες απολαμβάνοντας γουλιά γουλιά το Ούζο Πλωμάρι. Υπάρχει καλύτερο σενάριο από αυτό;

Στο κομμάτι του χαρταετού, βέβαια, υστερώ. Ήθελα πολύ να πετάξω κι εγώ μια φορά (τη μία και μοναδική που προσπάθησα), αλλά μου φάνηκαν όλα τα στάδια δύσκολα.

Και εξηγούμαι.

Η επιλογή του κατάλληλου χαρταετού:

Τις περισσότερες φορές δεν θα έλεγες ότι ο σχεδιαστής του έχει κοινά στοιχεία με την Άννα Γουίντουρ και όταν δοκιμάσαμε να βρούμε τελευταία στιγμή έναν στον δρόμο, καταλήξαμε να πετάμε κάποιον που φιλοξενούσε στην επιφάνειά του τον δαφνοστεφανομένο έφηβο (δεν έχω κάτι με τις ομάδες, αλλά ένεκα της ημέρας και της ανοιξιάτικης αμφίεσης που λέγαμε πιο πάνω θα προτιμούσα κάτι σε πιο... Vogue αισθητική).

Ο κατάλληλος χώρος:

Πρέπει το μέρος που θα βρεις να είναι ευάερο, ευήλιο, διαμπερές, να μην έχει καλώδια της ΔΕΗ σε απόσταση 1χλμ. και να μην έχει προλάβει ο γείτονας να το πιάσει. Ίσως κάποια άλλη χρονιά, λοιπόν, που θα έχουμε φύγει από την Αθήνα και θα έχουμε χρόνο για ρεπεράζ να τo προσπαθήσουμε ξανά.

Το... πέταγμα:

Αμόλα καλούμπα και όλα τα σχετικά, τρέχα πάνω κάτω με σταθερή ταχύτητα και συγκεκριμένο διασκελισμό, τράβα το σχοινί, βρες τον κατάλληλο αέρα. Αυτό δεν είναι διασκέδαση – είναι τα παιχνίδια χωρίς σύνορα. Και το τραπέζι με το ουζάκι και τους μεζέδες με περιμένει. Sorry/not sorry.

Στο Γύθειο ο Βαγγέλης

Ήταν μια Καθαρά Δευτέρα πριν καμιά 30αριά χρόνια καθότι και μεγάλοι άνθρωποι πια. Σάββατο τσακωνόμασταν με τον πατέρα μου γιατί εκείνος ήταν (και είναι ακόμα ο άνθρωπος) Παναθηναϊκός και εγώ ήμουν (και είμαι ακόμα) Ολυμπιακός. Οπότε είχε γίνει μια μικρή μάχη μπροστά σε μια βιτρίνα καταστήματος στην Σπάρτη. Η μάνα μου ως άλλος βασιλιάς Σολομών έδωσε τη λύση: μας αγόρασε έναν της ΑΕΚ. Παραδόξως μετά από αυτό κανείς μας δεν έγινε ΑΕΚ.

Παίρνουμε λοιπόν τον χαρτΑΕΚό (είδατε τι έκανα εκεί), μια λαγάνα και φασόλια αλάδωτα και με κατεβασμένα μούτρα πηγαίνουμε στο εξωτικό Γύθειο για να τον πετάξουμε. Φτάνουμε στην παραλία που ήταν γεμάτη από κόσμο και με τρομερό αέρα ό,τι πρέπει όπως μας πληροφόρησε ο κύριος με την ταβέρνα πάνω στο κύμα. Ο πατέρας μου δεν είχε πετάξει ποτέ, εγώ 8 χρονών ήμουν τι να είχα κάνει. Οπότε ξεκινάμε να φτιάξουμε την ουρά αν θυμάμαι καλά, να κρεμάμε κάτι που έπρεπε για να μπορεί να πετάξει, έτσι μας είχαν πει. Και αρχίζουμε να προσπαθούμε να πετάξουμε τον χαρταετό έτσι ώστε να τηρήσουμε το έθιμο.

Καμιά ώρα μετά, εγώ ήμουν ξαπλωμένος στην άμμο κλαίγοντας που ο χαρταετός της ΑΕΚ δεν πέταξε ποτέ πάνω από 1,5 μέτρο, η μάνα μου έκοβε λαγάνα και ο πατέρας μου στην ταβέρνα έπινε ούζα.

Αφού έφαγα μισή λαγάνα και μου άνοιξε η όρεξη για τα καλά, με πήρε η μάνα μου και πήγαμε όλοι στην ταβέρνα, φάγαμε, ήπιανε, και γυρίσαμε πίσω στη Σπάρτη μετά από μερικές ώρες με τον χαρταετό επιτέλους να είχε καταφέρει να πετάξει.

Στα σκουπίδια από τη μάνα μου.

Στην Μυτιλήνη η Κατερίνα Π.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που πέταξα χαρταετό. Ήταν όμως η πρώτη φορά που αξίζει να θυμάμαι. Τότε που περάσαμε για πρώτη φορά τις Απόκριες στη Μυτιλήνη, τη γενέτειρα του πατέρα μου.

Το πρωί ξεκινήσαμε με τραγούδια πηγαίνοντας προς το βουνό. Ήταν μαζί γονείς, παππούδες, θείοι, ξαδέρφια, δεν έλειπε κανείς. Παρά το - όχι και τόσο ενθαρρυντικό - ανεπαίσθητο αεράκι, με το που φτάσαμε πιαστήκαμε με τον χαρταετό με περίσσια αυτοπεποίθηση. Τα ξαδέρφια μου κι εγώ προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε τον παππού, χωρίς να έχουμε ιδέα. Εκείνος προσπαθούσε μάταια να κάνει τον χαρταετό να πετάξει, με τον καιρό να μην του κάνει τη χάρη. Αυτό συνεχίστηκε για πάνω από μία ώρα, μέχρι που όλοι σχεδόν κουράστηκαν και άρχισαν τις ετοιμασίες του πικνίκ. Έβλεπα τη γιαγιά μου να βγάζει ένα-ένα τα τάπερ με τα φαγητά που ετοίμαζε την προηγούμενη ημέρα. Λίγα λεπτά μετά το «τραπέζι» μας ήταν γεμάτο: λαγάνα, χαλβάς, καλαμαράκια, χταπόδι, κολοκυθοκεφτέδες και στην άκρη μερικά μπουκάλια Ούζο Πλωμάρι, που τόσο λάτρευαν οι «μεγάλοι» (και που χρόνια μετά κατάλαβα γιατί δεν έλειψε ποτέ από το τραπέζι μας). Όλοι κάθισαν να φάνε, εκτός από τον παππού μου, που δεν έλεγε να τα παρατήσει. Μετά από άπειρες προσπάθειες, φύσηξε ο πολυπόθητος αέρας και είδαμε επιτέλους τον πολύχρωμο χαρταετό μας να πετάει στον ουρανό. Βέβαια αυτό δεν κράτησε για πολύ, καθώς μετά από λίγα λεπτά επανήλθε η νηνεμία. Τα λεπτά αυτά όμως ήταν αρκετά για να βγούμε μερικές οικογενειακές φωτογραφίες. Σε μία από αυτές είμαι εγώ, που κρατάω τον χαρταετό στον αέρα με τη βοήθεια του παππού μου.

Είκοσι χρόνια μετά, η φωτογραφία αυτή εξακολουθεί να μου θυμίζει αυτό που μου έμαθε εκείνη την ημέρα: να μην το βάζω κάτω, ακόμα κι όταν οι συνθήκες είναι αποθαρρυντικές. Και σήμερα που δεν είναι εδώ, η ανάμνηση αυτή έχει ανεκτίμητη αξία.

 

Τελευταία Νέα