Τώρα ο Πρίφτης είναι «καλός» και ο Μπαρτζώκας «κακός» προπονητής;

Τώρα ο Πρίφτης είναι «καλός» και ο Μπαρτζώκας «κακός» προπονητής;
O Αντώνης Καλκαβούρας είδε το πιο συναρπαστικό «αιώνιο» ντέρμπι των τελευταίων ετών, γράφει για το πνευματικό πλεονέκτημα του Παναθηναϊκού και το αντίστοιχα ψυχολογικό πρόβλημα του Ολυμπιακού στα συγκεκριμένα παιχνίδια και θεωρεί ότι το αποτέλεσμα του αναγκάζει πολλούς να αναθεωρήσουν τα μέχρι τώρα συμπεράσματα για τις δύο ομάδες.

Οι τριάντα τρεις μήνες αναμονής για το ντέρμπι των αιωνίων» στις εγχώριες διοργανώσεις ήταν πάρα πολλοί και νομίζω ότι η εξέλιξη του αγώνα στο Φάληρο αποζημίωσε τους απανταχού μπασκετόφιλους. Ανεξάρτητα με το αν εκτόξευσε την αδρεναλίνη των «πληγωμένων», το τελευταίο διάστημα, φίλων του Παναθηναϊκού και στενοχώρησε σφόδρα τους μέχρι τώρα απόλυτα ικανοποιημένους (από την πορεία της ομάδας) φιλάθλους των Πειραιωτών.

Αλλά ο τρόπος με τον οποίο εξελίχθηκε το παιχνίδι στο Στάδιο «Ειρήνης Φιλίας», αποτελεί την επιτομή της ιδιαιτερότητας και της αυτονομίας αυτών των αγώνων. Η 26χρονη εμπειρία μου στην κάλυψη αυτών των αγώνων, δεν με άφηνε σε καμία περίπτωση να ξεγράψω τους πρωταθλητές. Ειδικότερα μία ομάδα που στην άκρη του πάγκου έχει έναν προπονητή, ο οποίος - ανεξάρτητα αν μία μερίδα οπαδών του «τριφυλλιού» είχε φτάσει ήδη στο σημείο να τον απαξιώσει - έχει αποδείξει ότι έχει φιλοσοφία, πλάνο και στρατηγική και πέρα από τα όποια λάθη κάνει (υπάρχει άραγε αλάνθαστος;), έχει μάθει να παλεύει για το κάθε παιχνίδι ξεχωριστά.

Ο άλλος παράγοντας για τον οποίο δεν μπορούσα με τίποτε να προεξοφλήσω ότι ο ποιοτικά καλύτερος (βάσει ρόστερ, βάθους, απόδοσης αλλά και αποτελεσμάτων), Ολυμπιακός θα είχε προβάδισμα, είχε να κάνει με το ότι έως τώρα δεν με είχε πείσει ότι ξέρει να επιβάλλει την κυριαρχία του, όταν αντιμετωπίζει τον μεγάλο του αντίπαλο. Και ειδικότερα στο γήπεδο, όπου παίζει πάντα με μία επιπλέον πίεση ως φαβορί. Γι' αυτό και κρατούσα μικρό καλάθι περιμένοντας την πρώτη «αιώνια» συνάντηση.

Τελικώς, όλα τα παραπάνω αποδείχτηκαν περίτρανα υπό την έννοια ότι όλοι όσοι είδαν το παιχνίδι δια ζώσης ή από την τηλεόραση, βρέθηκαν στο ίδιο έργο θεατές, σε σχέση με το τελευταίο ευρωπαϊκό παιχνίδι των δύο ομάδων, τον περασμένο Ιανουάριο. Με μία μικρή διαφορά. Που έχει να κάνει ότι οι «ερυθρόλευκοι», που ξέφυγαν με +14 στο 29' (59-45) και με +12 στο 34' (67-55) και έδειχναν "αφεντικά" του παιχνιδιού στο πιο κρίσιμο σημείο, έδωσαν την εντύπωση ότι «φοβήθηκαν» να νικήσουν.

Δεν μπορεί αλλιώς να εξηγηθεί το 0/9 τρίποντα της 4ης περιόδου (τουλάχιστον τα μισά ελεύθερα) αλλά και το ότι οι 4 από τις 6 συνολικά βολές (τις τρεις ο συνήθως πολύ εύστοχος Βεζένκοβ) που έχασαν σε όλο το ματς, καταγράφηκαν στο τελευταίο 10λεπτο.

Και ακριβώς σε εκείνο το σημείο, σχεδόν πεταμένος στα σχοινιά, ο «εξάστερος» απάντησε με 7/10 τρίποντα, σκοράροντας συνολικά 33 πόντους στην 4η περίοδο, που είναι οι περισσότεροι που έχει πετύχει φέτος στα τελευταία δέκα λεπτά.

Κοινώς, ο Ολυμπιακός «ανέστησε» με την ολιγωρία του έναν Παναθηναϊκό, ο οποίος προσπαθούσε να αναπνεύσει και να αρπάξει ένα «σωσίβιο» κι έκανε ένα μεγάλο βήμα πίσω όσον αφορά την εφετινή του αγωνιστική αξιοπιστία (κακά τα ψέματα οι μάχες με τον «αιώνιο» αντίπαλο μετρούν περισσότερο και το πρωτάθλημα είναι ο βασικός στόχος). Από την άλλη πλευρά, οι «πράσινοι» κέρδισαν χρόνο και εμπιστοσύνη από τους πολύ απαιτητικούς οπαδούς τους και φυσικά απελευθερώθηκαν ψυχολογικά ενόψει της συνέχειας.

Ένα άλλο μεγάλο κέρδος είναι φυσικά ο Νεμάνια Νέντοβιτς. Ο Σέρβος guard που έχει αμφισβητηθεί όσο κανείς άλλος παίκτης του Παναθηναϊκού φέτος (και ίσως όχι αδίκως), έβγαλε στο παρκέ τον τεράστιο εγωισμό του και έδειξε πόσο μπάσκετ έχει μέσα του. Αν αυτό το ματς θα τον βοηθήσει να αποκτήσει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση αλλά και σταθερότητα, θα φανεί από τον αγώνα της Πέμπτης (25/11, 21.00) με την Ζενίτ κι εντεύθεν.

Αν ήμουν Μάνος Παπαδόπουλος, μπορεί να είχα χαρεί για τη νίκη της αγαπημένης μου ομάδας στο ντέρμπι, σίγουρα όμως, δεν θα αισθανόμουν καλά ενόψει του επερχόμενου αγώνα της ρωσικής ομάδας στο ΟΑΚΑ.

Για την επιδραστικότητα του Σαντ-Ρος (για μία ακόμη φορά απέδειξε ότι δεν είναι μόνο αμυντικό εργαλείο) και το παράδειγμα του Κασελάκη, που ήρθε πέρυσι σαν συμπληρωματικός και πλέον έχει πείσει και τον πλέον δύσπιστο για το πόσο απαραίτητος είναι, νομίζω ότι δεν χρειάζονται να ειπωθούν περισσότερα.

Ο μεγάλος χαμένος της 8ης αγωνιστικής, νομίζω ότι δεν θα πρέπει να σταθεί πολύ στο αποψινό ματς. Γιατί όσο περισσότερο μείνει, τόσο περισσότερο θα πληγώνεται και θα επηρεάζεται. Όταν χάνεις ένα δικό σου ματς (με +7 ριμπάουντ και 61% στα δίποντα και με προβάδισμα +12 στο 34'), παρ' ότι έχεις έναν παίκτη (Μουσταφά Φαλ) που έχει «καταπιεί» μπροστά και πίσω τους αντιπάλους του (το πιο εντυπωσιακό απ' όλα είναι η δημιουργία του), τότε πρέπει να προβληματιστείς για το τι δεν πάει καλά.

Θα μου πείτε ότι κάποτε πρέπει να μάθει να κερδίζει και αυτά τα ματς. Οι ευκαιρίες που θα έχει φέτος, πάντως, είναι πολύ περισσότερες και η αποψινή χαμένη, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ως το τέλος του κόσμου.

Το σίγουρο πάντως, είναι ότι απόψε δεν έγινε «προπονητάρα» ο Πρίφτης των πέντε συνεχόμενων ηττών στην Euroleague και «άχρηστος» ο Μπαρτζώκας, που έχει μεταμορφώσει τους Πειραιώτες σε πρωταγωνιστές στην Ευρώπη.

Απλά στην Ελλάδα, έτσι μας αρέσει να προσεγγίζουμε τα ντέρμπι. Με απαξίωση στον χαμένο και αποθέωση στον νικητή. Έστω κι αν λίγες ώρες νωρίτερα, ο ένας βρισκόταν στην θέση του άλλου. Απόψε, θα κοροϊδέψουμε και θα κοροϊδευτούμε στα social media. Αύριο θα το συνεχίσουμε στο σχολείο ή στην δουλειά μας και από μεθαύριο όλα θα αρχίσουν επανέρχονται στην κανονική τους ροή. Γιατί στον αθλητισμό πάντα κάποιος χάνει και κάποιος κερδίζει και το ταξίδι συνεχίζεται. Γι' αυτό και είναι τόσο όμορφο...

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Αντώνης Καλκαβούρας
Αντώνης Καλκαβούρας

Στην συγκεκριμένη στήλη θα βρείτε αντικειμενικά καταγεγραμμένη άποψη γύρω από τα μπασκετικά δρώμενα και μπόλικη ανάλυση, ενίοτε σε συνδυασμό και με ρεπορτάζ. Το Gazzetta, άλλωστε, μπορεί να μπήκε στην καθημερινότητα μου στη μέση της έως τώρα δημοσιογραφικής διαδρομής (2008), ωστόσο, εδώ και 13 χρόνια αποτελεί την πιο σύγχρονη και ταχύτερη πλατφόρμα ενημέρωσης και ένα μέσο στο οποίο απολαμβάνω από την πρώτη μέρα να δουλεύω. Και σίγουρα το μόνο από τα πολυάριθμα στα οποία έχω εργαστεί και εργάζομαι (τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδα, περιοδικό), το οποίο εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο, σε τέτοιο βαθμό ώστε να γίνεται ευχάριστη εμμονή για τους αναγνώστες αλλά και για όλους εμάς τους συντελεστές. Να χαιρόμαστε λοιπόν τη νέα του έκδοσή του και να το εξελίσσουμε συνεχώς!