ΠΑΟΚ-Μπενφίκα: «Ελλάς, Πορτο-γαλία, συμμαχία»!

ΠΑΟΚ-Μπενφίκα: «Ελλάς, Πορτο-γαλία, συμμαχία»!

bet365

Ο ΠΑΟΚ ετοιμάζεται για ένα ακόμη ραντεβού με την Μπενφίκα και το G-Weekend ταξιδεύει στην (ποδοσφαιρική) Πορτογαλία και θυμίζει τι έχουν πετύχει εκεί οι «Πορτογάλοι» του «Δικεφάλου».

Όταν στις αρχές της μεταπολίτευσης, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Βαλερί Ζισκάν Ντ' Εστέν συνομολόγησαν το «Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία», δεν περίμεναν ότι ένα από τα πιο οικεία για την ελληνική κοινωνία συνθήματα, θα μπορούσε να παραφραστεί ελαφρώς σε αθλητικό επίπεδο, αποκλειστικά και μόνο χάρην της σχέσης που αποκτήσαμε από το 2004 και μετά με το ποδόσφαιρο της Πορτογαλίας.

Η σχέση του ΠΑΟΚ με ένα από τα παλαιότερα έθνη της Ευρώπης με οχτώ αιώνες ιστορίας και ένα πετυχημένο αμάλγαμα λαών, πολιτισμών και παραδόσεων, ξεκίνησε ένα χρόνο νωρίτερα, το 2003 όταν για πρώτη φορά περπάτησε στα στενά της Τούμπας, ένας ψιλόλιγνος πιτσιρικάς, ονόματι Ντάνι Φερνάντες, ο οποίος υπερασπίστηκε την εστία του «Δικεφάλου» σε 100 παιχνίδια.

Οι «ασπρόμαυροι» δεν μπορούσαν να φανταστούν το τι θα ακολουθούσε τα επόμενα χρόνια (μ' έναν πρώην Λουζιτανό, τον Άντρια Ζίβκοβιτς, να έρχεται στη Θεσσαλονίκη με το στυλό στο χέρι), ούτε περίμεναν ποτέ ότι θα άνοιγαν τέτοιο αλισβερίσι με τη δυτική πόρτα της Ευρώπης, τη χώρα της γενικότερης ατλαντικής μελαγχολίας και των θλιβερών τραγουδιών της, των περίφημων φάδος, που αρέσουν τόσο πολύ στον Φερνάντο Σάντος.

Ο Θόδωρος Ζαγοράκης όταν ένα βράδυ έμαθε πως απολύθηκε από την Μπενφίκα, πήρε το πρώτο αεροπλάνο, ταξίδεψε μέχρι το Μόναχο, τέτοιες μέρες πριν από δεκατρία χρόνια, για να κλείσει έναν από τους πιο πετυχημένους ξένους προπονητές, που κάθισαν στον «ασπρόμαυρο» πάγκο.

Ο «μίστερ» δημιούργησε γρήγορα την πορτογαλική παροικία στη Θεσσαλονίκη, πάνω απ’ όλα άφησε έντονο το στίγμα του στον «ασπρόμαυρο» σύλλογο. Όλοι συμφωνούν πως στα χέρια του ο ΠΑΟΚ (του Ζαγοράκη) την τριετία 2007-2010 μεγάλωσε ποδοσφαιρικά, άλλαξε κατεύθυνση, ποδοσφαιρική λογική. Ήταν μια από τις καλύτερες φουρνιές παικτών, που ακόμα και σήμερα παραμένουν αγαπητοί στο κοινό της ομάδας, έστω κι αν δεν κουβάλησαν κανένα τρόπαιο.

Ο «Δικέφαλος», που και σήμερα έχει Πορτογάλο προπονητή, τον Αμπέλ Φερέιρα, στον πάγκο του, είναι ο σύλλογος με τη φανέλα του οποίου ο Σέρτζιο Κονσεϊσάο, μετά από 47 παιχνίδια και 6 γκολ, κρέμασε τα ποδοσφαιρικά παπούτσια και έκανε στροφή στην καριέρα του αναλαμβάνοντας τεχνικός διευθυντής. Ο Σάντος έφερε από την Πόρτο τον Ντορβαλίνο Άλβες ή σκέτο Λίνο, ένα από τα καλύτερα αριστερά μπακ που πέρασαν ποτέ από την Τούμπα μετρώντας 226 συμμετοχές και 16 γκολ σε 6,5 χρόνια με τα «ασπρόμαυρα».

Φυσικά ήταν εκείνος που εισηγήθηκε στον Ζαγοράκη την απόκτηση του Αντρέ Βιεϊρίνια από την Πόρτο το καλοκαίρι του 2008 για να ξεκινήσει ο Πορτογάλος (μισός Έλληνας) ποδοσφαιριστής να γράφει την ιστορία του, να χτίζει το μύθο του με την «ασπρόμαυρη» φανέλα. Ενα πρωτάθλημα, δύο κύπελλα στο παλμαρέ του, σε 218 συμμετοχές με 48 γκολ και 39 ασίστ!

Μετά τους Κονσεϊσάο και Βιεϊρίνια, ακολούθησαν το δρομολόγιο «Πορτογαλία – Ελλάδα» άλλοι τέσσερις Πορτογάλοι, Εντίνιο (16 συμ., 1 γκολ), Μιγκέλ Βίτορ (116 συμ., 10 γκολ), Ρικάρντο Κόστα (37 συμ., 1 γκολ), Σέρτζιο Ολιβέιρα (15 συμ., 3 γκολ).

Οι «Πορτογάλοι» του ΠΑΟΚ

Αν ρίξει κάποιος μια προσεκτική ματιά στο φετινό ρόστερ του «Δικεφάλου» θα διαπιστώσει ότι υπάρχουν πέντε ποδοσφαιριστές που έχουν παίξει ποδόσφαιρο στην Πορτογαλία. Άλλοι, όπως ο Φερνάντο Βαρέλα κι ο Αντέρσον Εσίτι, μεγάλωσαν ποδοσφαιρικά εκεί, άλλοι, όπως ο Ροντρίγκο Σοάρες, πήραν τις ευκαιρίες τους, ενώ ένα ένας χρόνος στη Λισαβόνα ήταν αρκετό για να αλλάξει ποδοσφαιρικά τον Δημήτρη Πέλκα.

Ο «κάπτεν» του ΠΑΟΚ στα 22 του βρέθηκε δανεικός στην Πορτογαλία. Ζούσε στα προάστια της Λισαβόνας, στο Σετούμπαλ, έκανε παρέα και έβγαινε για φαγητό με τον Ανδρέα Σάμαρη, ο οποίος είχε αρχίσει να γίνεται βασικός και αναντικατάστατος στην Μπενφίκα του Ζόρζε Ζεσούς, «Όπως μου λέει ο Ανδρέας, ο Ζόρζε Ζεσούς είναι μετρ της τακτικής, είναι απίστευτος σ' αυτό το κομμάτι και μπορεί η ομάδα του και παίρνει αποτελέσματα ακόμη κι αν δεν παίζει καλά», είχε πει σε μια συνέντευξή του, εκείνο το διάστημα, στον καλό φίλο και συνάδερφο, Αντώνη Τσακαλέα, άρα ξέρει πολύ καλά τι να περιμένει να δει από τους Λουζιτανούς σε λίγες μέρες στη μονομαχία με φόντο τ’ αστέρια του Champions League.

Αλλωστε, έχει παίξει κόντρα στους «Αετούς» και ως παίκτης της Βιτόρια Σετούμπαλ, τον Φεβρουάριο του 2015, ενώ ήταν «παρών» και ως παίκτης του ΠΑΟΚ στα δύο παιχνίδια για τα playoffs του Champions League τον Αύγουστο του 2018.

Στη Liga NOS ο Πέλκας πήρε ευκαιρίες να ξεδιπλώσει το ταλέντο του (έπαιξε σε 29 αγώνες τελειώνοντας την σεζόν 2014-15 με 4 γκολ και 2 ασίστ) και γύρισε πιο δυνατός κι έτοιμος προκειμένου να παλέψει για την καθιέρωσή του στο «Δικέφαλο», αφού νωρίτερα δεν προχώρησε η περίπτωση απόκτησής του από την Σπόρτινγκ Λισαβόνας. «Δεν το συζητάω ότι θα έμενα, ειδικά σε μία από τις τρεις μεγάλες», είχε παραδεχθεί λίγο πριν περάσει την πόρτα του γραφείου του Φρανκ Άρνεσεν και υπογράψει νέο συμβόλαιο, που τον κράτησε μέχρι και σήμερα στην Τούμπα.

Στο διάστημα της παραμονής του στην Πορτογαλία ο 27χρονος μεσοεπιθετικός έσκυψε το κεφάλι, δούλεψε σκληρά, προσθέτοντας νέα στοιχεία στο παιχνίδι του, όπως η έκρηξη και η ταχυδύναμη, εκεί χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην καριέρα του σαν εξτρέμ. Βασικά αντιλήφθηκε τις διαφορές που υπάρχουν με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, έστω κι αν είχε περάσει μόλις μια δεκαετία από το ελληνικό έπος στο Euro 2004. «Ναι το επίπεδο του ποδοσφαίρου στην Πορτογαλία είναι καλύτερο από την Ελλάδα. Το ποδόσφαιρο τους έχει βοηθήσει πολύ, όλα κινούνται στους ρυθμούς του. Το βλέπεις παντού, στις διαφημίσεις στην τηλεόραση, στην πόλη, παντού», ήταν άλλη μια ατάκα που δεν σήκωνε πολύ κουβέντα.

Ο Φερνάντο Βαρέλα γεννήθηκε στο Κασκαίς της Πορτογαλίας και παρότι κατάγεται απ’ το Κάπο Βέρντε, μεγάλωσε στη μητροπολιτική περιφέρεια της Λισαβόνας, έπαιξε ποδόσφαιρο εκεί κι αν ο δρόμος δεν τον έβγαζε μαζί με την οικογένεια του στη Θεσσαλονίκη και τον ΠΑΟΚ ίσως να είχαν επιστρέψει για πάντα εκεί. Τώρα είναι πιο κοντά στο να γίνει δημότης Θέρμης από το να επιστρέψει πίσω...

Πριν φύγει για να αγωνιστεί στη Ρουμανία ήταν ένας άγνωστος ποδοσφαιριστής, για τον οποίο ελάχιστα πράγματα θα μάθαινες ψάχνοντας στην Πορτογαλία. Η ποδοσφαιρική ιστορία του ξεκίνησε στην Εστορίλ, συνεχίστηκε στην Ρίο Μαϊόρ, ακολούθως στην Τροφένσε και μετά στην Φεϊρένσε, με την οποία κατόρθωσε να αγωνιστεί στην πρώτη κατηγορία.

«Στην Πορτογαλία ήμουν ασήμαντος, κανείς δεν με ήξερε», είχε παραδεχθεί σε μια διαφορετική συνέντευξη στο PAOK TV το διάστημα της καραντίνας. Η πρώτη του δουλειά ήταν σε μια πορτογαλική πιτσαρία. Όταν ένας πιτσιρικάς στην Πορτογαλία θέλει να δουλέψει πηγαίνει στην πιτσαρία ή στα Mac Donald’s. Εκεί λοιπόν πήγε να δουλέψει ο Φερνάντο μαζί με τη γυναίκα του, Αντρέια, έχοντας ήδη αποκτήσει το πρώτο από τα τρία παιδιά τους.

Ξαφνικά το 2012 πήρε μια απόφαση που θα του άλλαζε την καριέρα και τη ζωή του. Αποδέχθηκε την πρόταση της άσημης Βασλούι και βρέθηκε να παίζει ποδόσφαιρο στη Ρουμανία. Η οικογένεια αποφάσισε ότι ήταν προτιμότερο και ασφαλέστερο να μείνει πίσω στη Λισαβόνα, το skype πήρε… φωτιά και τα πιτσιρίκια, ο Γκουτσάβο, ο Τόμας κι ο Λορέντσο, το δρόμο προς τις ακαδημίες της Σπόρτινγκ. Κι όμως, μετά από τέσσερα γεμάτα χρόνια στον ΠΑΟΚ, ο Βαρέλα και η οικογένεια του νιώθουν Έλληνες και αποφάσισαν να συνεχίσουν το υπόλοιπο της ζωής του στη Θεσσαλονίκη! Στην Πορτογαλία προς το παρόν επιστρέφουν μόνο για να επισκέπτονται τους συγγενείς που έχουν αφήσει πίσω.

Στην Πορτογαλία μεγάλωσε ποδοσφαιρικά ο Άντερσον Εσίτι. Γεννημένος στο Γουαρί της Νιγηρίας ήρθε στην Ευρώπη το 2012 για λογαριασμό της Λεϊσόες και ο Μάριο Μπράνκο (ακόμη ένας Πορτογάλος που πέρασε από τον ΠΑΟΚ) ήταν εκείνος που ως τεχνικός διευθυντής τον πήγε στην Εστορίλ.

Ο Εσίτι παρέμεινε για 3 χρόνια εκεί, γράφοντας 50 συμμετοχές, με 5 επιπλέον αγώνες για την φάση των ομίλων του Europa League, πριν πάρει τον… ανήφορο για το Βέλγιο και τη Γάνδη απ’ όπου ο «Δικέφαλος» τον απέκτησε το περασμένο καλοκαίρι.

Το ίδιο διάστημα ερχόταν στα μέρη μας και ο Ροντρίγκο Σοάρες. Ο Βραζιλιάνος μπακ-χαφ είδε την καριέρα του να αλλάζει προς το καλύτερο όταν πήρε την απόφαση να δοκιμάσει την τύχη του, όπως δεκάδες άλλοι συμπατριώτες του, στην Πορτογαλία.

Πέρασε από την Πόρτο, παίζοντας κατά κύριο λόγο στη δεύτερη ομάδα, με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα την σεζόν 2015-16, αλλά με τη φανέλα της Αβες έκανε πρόπερσι την καλύτερη χρονιά της καριέρας του, έχοντας συνολικά 41 συμμετοχές, 4 γκολ και 9 ασίστ σε όλες τις διοργανώσεις.

Δε θέλει να ακούει για Ζεσούς!

Υπάρχει και ο Γιόσιπ Μίσιτς. Ο Κροάτης μέσος που κι αυτός δείχνει να έχει αγαπήσει πολύ περισσότερο τη Θεσσαλονίκη από τη Λισαβόνα, άλλωστε εδώ επέλεξε να ξεπεράσει το σοβαρό πρόβλημα υγείας του και πρώτα ο Θεός να παίξει ξανά ποδόσφαιρο. Η Σπόρτινγκ πριν από δυόμιση χρόνια έβγαλε από το ταμείο της 2,3 εκατομμύρια ευρώ για να τον πάρει στο «Ζοζέ Αλβαλάδε», όπου δεν κατάφερε, υπό τις οδηγίες μάλιστα του Ζόρζε Ζεσούς, να καθιερωθεί γι’ αυτό και έχει συμφωνήσει να συνεχίσει τη ζωή και την ποδοσφαιρική καριέρα του στην Ελλάδα και τον ΠΑΟΚ.

Στη Λισαβόνα πέρασε δύσκολες στιγμές, μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου μέτρησε όλα κι όλα 178 λεπτά στο χορτάρι στις ελάχιστες ευκαιρίες που πήρε από τον Πορτογάλο προπονητή. Οι φωνές του Ζεζούς πρέπει να συνεχίζουν να ηχούν στα αυτιά του. «Είναι ένας σκληρός άνθρωπος. Στην προπόνηση βάζει τις φωνές σε κάθε λάθος με την μπάλα», είχε παραδεχθεί πριν τρεις μήνες σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του. Ο Γιόσιπ είναι ένα παιδί χαμηλών τόνων, στο διάστημα της παρουσίας του στην Τούμπα έχει κερδίσει την απεριόριστη εκτίμηση και τον σεβασμό ολόκληρου του τιμ, αλλά και ένα νέο συμβόλαιο από τον Ιβάν Σαββίδη. Γι' αυτό και πίεσε προκειμένου Σπόρτινγκ και ΠΑΟΚ να φτάσουν σε μια συμφωνία η οποία θα ενεργοποιηθεί μόλις ξεπεράσει οριστικά το πρόβλημα υγείας.

Στη Θεσσαλονίκη ζει μια ήρεμη ζωή μαζί με τη γυναίκα του και τα δύο πιτσιρίκια της οικογένειας, αντίθετα στη Λισαβόνα πέρασε δύσκολες στιγμές, όπως αυτή το Μάιο του 2018 όταν περίπου 50 οπαδοί διέκοψαν την προπόνηση της Σπόρτινγκ στο προπονητικό κέντρο της ομάδας και επιτέθηκαν σε παίκτες και προπονητές. Τα… σκάγια πήραν και τον Μίσιτς, που ασφαλώς και δεν ήταν υπεύθυνος για την τραγική πορεία της ομάδας, ωστόσο «πλήρωσε τη νύφη» την ώρα που οι κουκουλοφόροι αναζητούσαν τους Ακούνια και Μπατάλια.

 

Τελευταία Νέα