Οι νυχτερίδες! (pic)

Οι νυχτερίδες! (pic)

bet365

Ο Αλέξανδρος Στεργιόπουλος γράφει στο G-Weekend ένα διήγημα για τις μέρες του κορονοϊού, του "Μένουμε Σπίτι", του εγκλεισμού. Μια φανταστική ιστορία με αληθινή πηγή έμπνευσης.

Ο Άρης έβλεπε τα άπλυτα στο καλάθι. Σχεδόν ξεχείλιζαν. Έπρεπε να βάλει πλυντήριο! Πλέον ήταν παιχνιδάκι γι’ αυτόν. Να ναι καλά η μάνα του που του έκανε ταχύρυθμο μάθημα από το τηλέφωνο. Φοιτητής ήταν, στο πρώτο έτος, και δεν είχε χρειαστεί να πλύνει. Η γκαρσονιέρα του είχε όλα τα κομφόρ: Κουζίνα, τηλεόραση, κλιματιστικό, στερεοφωνικό και φυσικά πλυντήριο. Στο Μεταξουργείο είχε νοικιάσει. Δεν ήθελε να μείνει άλλο με τους δικούς του. Αντιδράσανε, αλλά στο τέλος υποχώρησαν για το καμάρι τους. Εξάλλου, στην ίδια πόλη θα τον έβλεπαν συχνότερα (έτσι νόμιζαν).

Όποτε, λοιπόν, μαζεύονταν τα λερωμένα, τα άπλυτα, τα παραπεταμένα, τα πήγαινε στη μάνα του. “Γεια σου μάνα! Επειδή δεν θέλω να κάθεσαι σου έφερα δουλειά” της έλεγε όλο χαμόγελο. Τώρα όμως έπρεπε να μείνει σπίτι. Εντολή γιατρού, εντολή πρωθυπουργού, εντολή… κορονοϊού!

Από τη στιγμή που είχε μάθει τα προγράμματα του πλυντηρίου, τις δοσολογίες στο απορρυπαντικό, τα λευκά ξεχωριστά από τα χρωματιστά, τους βαθμούς που πλένονται τα εσώρουχα, τα βαμβακερά, τα λινά, τα συνθετικά -όλα τέλος πάντων τα ρούχα- του ήταν πανεύκολο. Μάλιστα, όταν ξεκινούσε το πλύσιμο ένιωθε μια ανεξήγητη ευφορία. Το ίδιο θα γινόταν και τώρα, όμως την ώρα που έπιασε το αγαπημένο του φούτερ η ματιά του έπεσε στην ετικέτα. “Made in China” έγραφε και τον έκανε να νιώσει αμήχανα για λίγο. Αυτή η πασίγνωστη επιγραφή τον έκανε να χαμογελάσει και να σκεφτεί πώς ξεκίνησαν όλα για όλους.

Αρχές Νοεμβρίου, βράδυ, παρακολουθούσε ντοκιμαντέρ για την επίδραση της τηλεόρασης στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Δεν εντυπωσιάστηκε, αλλά υπήρξε ένα σημείο που του έμεινε. Ο δημοσιογράφος είναι στον δρόμο και ρωτάει τους περαστικούς: “Εάν σας δώσω 100 ευρώ θα τρώγατε μπροστά στην κάμερα κρέας νυχτερίδας;” Από τους δέκα οι μισοί είπαν ναι. Αυτό που τον έκανε και απορούσε ήταν η προθυμία τους για εύκολο χρήμα και έκθεση στο γυαλί. Δεν σκεφτόταν καθόλου τον διατροφικό κίνδυνο. Αηδίαζε, αλλά δεν μπορούσε να γνωρίζει…

Προς το τέλος του μήνα διάβαζε για “κορονοϊό”, “Covid-19”, “Κίνα”, “Χουμπέι”, “αγορά ωμών προϊόντων”. Ε, βέβαια, μ’ αυτά που τρώνε σκέφτηκε. Τις επόμενες μέρες δεν ασχολήθηκε άλλο. Διάβασμα, μαθήματα, συναναστροφές, ρουτίνα.

Ο νέος χρόνος μπήκε αδιάφορα, τίποτα ιδιαίτερο. Εντάξει, το παραδοσιακό οικογενειακό τραπέζι είχε τις συγκινήσεις του. Και πότε θα μας γνωρίσεις κάποια κοπέλα βρε αγόρι μου του έλεγε η μάνα του. Καλά βρε, έτσι είπαμε; Από τότε που ξεκίνησες τη φοιτητική ζωή, μόνο για τα άπλυτα μας θυμάσαι και κανά φαί του έλεγε ο πατέρας του. Ο Άρης έδινε απαντήσεις σαν εκπρόσωπος τηλεφωνικής εταιρίας. Τα ίδια και τα ίδια δηλαδή.

Κάποια στιγμή του ήρθε στο μυαλό η ερώτηση στο ντοκιμαντέρ; “Εάν σας δώσω 100 ευρώ θα τρώγατε μπροστά στην κάμερα κρέας νυχτερίδας;”. Τον κοίταξαν με απορία, αλλά η μάνα του απάντησε. “Τι λες μωρέ; Σαν αυτά που τρώνε οι κινέζοι και κολλάνε την κορόνα;”. Ξαφνιάστηκε, αν και ήξερε ότι οι γονείς του παρακολουθούσαν ανελλιπώς τα δελτία ειδήσεων. Ξαφνιάστηκε γιατί τώρα μάθαινε τον διατροφικό κίνδυνο και τον μάθαινε από τη μητέρα του.

Τον Ιανουάριο το κρύο, οι βροχές και τα χιόνια τον είχαν κλείσει μέσα. Ελάχιστα πήγε στη σχολή του. Όταν δεν διάβαζε άκουγε μουσική, επικοινωνούσε με τους φίλους του μέσα από το messenger στο facebook, με μερικούς στο τηλέφωνο… Στα πεταχτά έβλεπε την κατάσταση στην Κίνα να γίνεται όλο και χειρότερη με τον κορονοϊό. Τον Φεβρουάριο, το τελευταίο δεκαήμερο, έμαθε για τον πρώτο νεκρό στην Ιταλία. Η είδηση έπαιζε παντού.

Τηλεόραση, ραδιόφωνο, εφημερίδες, σάιτ, παντού. Λίγες μέρες μετά άκουγε τον υπουργό Υγείας να λέει πως η Ελλάδα είναι θωρακισμένη. Άρχισε να προσέχει, να τηρεί τους κανόνες υγιεινής ενώ απέφευγε το πλαστικό, ανθυγιεινό φαγητό. Το αντισηπτικό είχε γίνει είδος πρώτης ανάγκης. Το χρησιμοποιούσε τόσο πολύ, που το δέρμα του είχε ανοίξει. Κλείστηκε μέσα. Μετρούσε τη θερμοκρασία του πρωί-βράδυ, δεν έχανε την ενημέρωση του υπουργείου Υγείας κάθε απόγευμα στις έξι, διάβαζε κάθε ρεπορτάζ, κάθε ανάλυση, κάθε θεωρία, σοβαρή και μη. Ώσπου μια μέρα, ένιωσε ένα ρίγος να τον διαπερνά. Έτρεμε και το μέτωπο του ήταν ζεστό. Έβαλε θερμόμετρο και είδε πως είχε πυρετό, 38,5. Πανικοβλήθηκε.

Πήρε τον γιατρό του και πήρε τις οδηγίες που έπρεπε: Αυστηρή καραντίνα, ακόμη πιο σχολαστικό πλύσιμο χεριών, απολύμανση στα ρούχα, στα σκεύη που χρησιμοποιούσε, στις επιφάνειες που άγγιζε. Η μάνα του του άφηνε φαγητό έξω από την πόρτα. Το άγχος τον είχε κυριεύσει. Η κατάσταση του βελτιωνόταν και σε μια εβδομάδα δεν είχε τίποτα. Ο φόβος όμως είχε φωλιάσει μέσα του. Την τελευταία μέρα πριν λήξει η καραντίνα κοιμήθηκε χωρίς να πλύνει τα χέρια του.

Το δωμάτιο μεγάλωσε, νερά έσταζαν από το ταβάνι, υγρασία μύριζε παντού και το πάτωμα είχε μαλακώσει, σαν νωπό χώμα. Κρύωνε, απόκοσμοι θόρυβοι ακούγονταν. Άλλαζε πλευρό συνέχεια, είχε ιδρώσει. Κάποια στιγμή ένιωσε κάτι ογκώδες να μετακινείται, πλέον το σκοτάδι είχε γίνει πηχτό, αδιαπέραστο.

Ένιωσε να ασφυκτιά, το κορμί του τραντάχτηκε, ξύπνησε, πάτησε τον διακόπτη και όταν άναψε το φως, χιλιάδες νυχτερίδες ξεχύθηκαν και από το μισάνοιχτο παράθυρο έφυγαν. Το επόμενο πρωί ήταν καλά. Πήρε και τη μητέρα του να τη ρωτήσει πώς βάζουν πλυντήριο…

 

Τελευταία Νέα