Κυκλοφορεί ελεύθερος ο δολοφόνος της Ρόδου: Ο μυστηριώδης κοντοκουρεμένος άντρας με τη σακούλα (vids)
- «Εγώ έστειλα το μήνυμα…»
- Τι είδε ο αθέατος μάρτυρας…
- Ο γιος: Γιατί να σκοτώσω εγώ τον πατέρα μου;
- «Ο γιος του χτυπιόταν όταν τον βρήκε δεμένο…»
- Η σύζυγος: Μου είπε ο γιος μου «μάνα τον φάγανε»…
- Η κόρη: Τον βασάνισαν και τον σκότωσαν…
- «Φοβόμαστε ότι έχουμε τον δολοφόνο δίπλα μας…»
Ανεξιχνίαστη μένει η στυγερή δολοφονία στη Μεσαιωνική συνοικία της Ρόδου του 75χρονου Γιώργου Καρυώτη, με τους κατοίκους να δηλώνουν έντρομοι από τη στιγμή που ο δολοφόνος κυκλοφορεί ανάμεσά τους ελεύθερος.
Όπως μετέδωσε το «Φως στο Τούνελ» και αναφέρει το anikolouli.gr, ένας αθέατος μάρτυρας είδε μες στη νύχτα τον παράξενο επισκέπτη στο σπίτι που ο Γιώργος Καρυώτης 75 χρόνων, βρέθηκε στραγγαλισμένος. Ο φιλήσυχος συνταξιούχος λιμενεργάτης και πατέρας τεσσάρων παιδιών, που στο παρελθόν είχε ένα καφενεδάκι στο λιμάνι του νησιού, βρέθηκε δολοφονημένος μέσα στο σπίτι του το μεσημέρι της Τρίτης 14 Ιουνίου.
Το πτώμα του εντοπίστηκε από τον μικρότερο γιο του, Βαγγέλη. Βρέθηκε με τα χέρια πισθάγκωνα δεμένα με κορδόνια από τα άρβυλά του. Ο θάνατός του οφείλεται σε στραγγαλισμό, αφού έφερε θηλιά στο λαιμό μ’ ένα χοντρό σχοινί. Λίγο πριν, του είχαν κλείσει με μια πετσέτα τις αεροφόρους οδούς, για να μην φωνάξει και τον ακούσουν.
Ο ιατροδικαστής τοποθετεί τον χρόνο θανάτου έως ένα 24ωρο νωρίτερα. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να τον δολοφόνησαν και μεσημεριανές ή απογευματινές ώρες και όχι απαραίτητα κατά τη διάρκεια της νύχτας, ενώ το θύμα φέρεται να άνοιξε την πόρτα στον ίδιο του τον δολοφόνο.
Το ενδεχόμενο της ληστείας δείχνει να έχει αποκλειστεί, καθώς τα χρήματά του βρέθηκαν σ’ ένα πουγκί μέσα στο σπίτι του. Η αστυνομία εξετάζει υλικό από πολύ μεγάλο αριθμό καμερών ασφαλείας της περιοχής.
Από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών έχουν ήδη πάει στην Ασφάλεια Ρόδου κάποιες πρώτες απαντήσεις. Αρκετά από τα γενετικά υλικά που έχουν εντοπιστεί στην οικία του θύματος και έχουν αναλυθεί, είναι «ορφανά», ενώ κάποια άλλα που έχουν ταυτοποιηθεί, ανήκουν σε άτομα του συγγενικού περιβάλλοντος, που δικαιολογούνται να υφίστανται εκεί.
«Εγώ έστειλα το μήνυμα…»
Στο στούντιο της εκπομπής βρέθηκε ο μικρότερος γιος του, Βαγγέλης, που βίωσε το σοκ της ανεύρεσής του. Ο ίδιος πιστεύει ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε γύρω στις 3-4 τα ξημερώματα, που ένας μάρτυρας είδε έναν άγνωστο άνδρα να βγαίνει από την αυλή του σπιτιού του. Αποκάλυψε μάλιστα πως αυτός ήταν ο αποστολέας ενός μηνύματος προς τον μάρτυρα, που του ζητούσε να βρεθούν για να του πει τι είδε τη νύχτα στον τόπο της δολοφονίας.
Τι είδε ο αθέατος μάρτυρας…
Το «Τούνελ» εντόπισε και μίλησε με σημαντικούς μάρτυρες στη Μεσαιωνική πόλη, σε μία προσπάθεια να ξετυλίξει το μπερδεμένο κουβάρι αυτού του ειδεχθούς εγκλήματος.
«Εγώ μένω σχετικά κοντά με το θύμα. Το συγκεκριμένο βράδυ έλειπα, την επόμενη μέρα όμως και αφού είχε μαθευτεί το σκηνικό στη γειτονιά, ένας φίλος μου μου περιέγραψε τον άνθρωπο που είδε στις τρεις τα ξημερώματα στο σημείο. Ήταν κοντοκουρεμένος και έφυγε από την ανοιχτή πόρτα της αυλής, κρατώντας μία τσάντα», τόνισε ο μάρτυρας. Όταν ρωτήθηκε για το εάν υπάρχουν κάμερες στο χώρο, απάντησε:
«Δυστυχώς, δεν υπάρχουν κάμερες στο συγκεκριμένο σημείο, αλλά αλλού. Στις Πύλες της Παλιάς πόλης, οι κάμερες καταγράφουν ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Πιστεύω πως κάτι θα έχουν καταγράψει…»
Η ομάδα ερευνών της εκπομπής, εντόπισε και μίλησε με τον μάρτυρα – «κλειδί», που πιθανόν να είδε τον δολοφόνο του αδικοχαμένου συνταξιούχου.
«Ήταν γύρω στις τρεις με τέσσερις παρά το ξημέρωμα. Δε θυμάμαι αν έμπαινε ή αν έβγαινε αυτός ο άνδρας εκείνη τη στιγμή. Φορούσε εργατικά ρούχα και κρατούσε μία νάιλον σακούλα του σουπερμάρκετ. Ήταν γύρω στο 1.70 και είχε πολύ κοντό μαλλί. Δεν ερχόταν από το μίνι μάρκετ αλλά καθέτως, από τα πλάγια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αυτό που προκαλεί όμως αίσθηση είναι ένα μήνυμα που έλαβε ο ίδιος στο κινητό του, λίγο μετά την κατάθεση που έδωσε στις Αρχές.
«Δέχτηκα ένα μήνυμα από έναν άγνωστο αριθμό. Ο άνδρας αυτός ήθελε να βρεθούμε από κοντά να μιλήσουμε γι’ αυτά που είδα, χωρίς να το μάθει κάποιος. Δεν έδωσα παραπάνω βάση, ούτε απάντησα. Δε μου είπε το όνομά του. Το μήνυμα το έλαβα περίπου τρεις ημέρες μετά απ’ όταν έδωσα κατάθεση στην αστυνομία», κατέληξε ο μάρτυρας.
Ο γιος: Γιατί να σκοτώσω εγώ τον πατέρα μου;
Ο μικρότερος γιος της οικογένειας, που βρήκε δεμένο και δολοφονημένο τον πατέρα του μέσα στο ίδιο του το σπίτι, μίλησε σοκαρισμένος από τον τόπο του εγκλήματος.
«Η ψυχολογία μου είναι πάρα πολύ χάλια. Τελευταία φορά τον είδα μία ημέρα πριν τη δολοφονία για δεκαπέντε λεπτά. Δεν μου ανέφερε, ούτε είδα κάτι παράξενο, που να μου έκανε εντύπωση. Δε συνήθιζε να αφήνει ορθάνοιχτη την αυλόπορτα και αυτό με παραξένεψε. Μπήκα μέσα, τον φώναζα και δεν έπαιρνα καμία απάντηση. Τότε συνειδητοποίησα ότι κάτι έχει συμβεί. Είδα ανοιχτή και την πόρτα του σπιτιού. Αυτός που μπήκε μέσα για να κάνει κακό στον πατέρα μου, την κλώτσησε και μετακινήθηκε ο καταψύκτης», ανέφερε συγκινημένος.
Περιέγραψε από το σημείο τις φρικτές εικόνες που αντίκρυσε.
«Τον είχαν ρίξει στο πάτωμα με δεμένα τα χέρια πίσω και μία κουβέρτα πάνω του. Είχε στο κούτελό του μία μαύρη γραμμή και στο πρόσωπό του πολλά χτυπήματα. Ξυλοκοπήθηκε… Είχε ένα σχοινί περασμένο τρεις φορές στο λαιμό του. Πετάω την κουβέρτα από πάνω του και αρχίζω να φωνάζω για βοήθεια.»
Οι Αρχές τον κάλεσαν να δώσει κατάθεση και όπως ο ίδιος θεωρεί, τον στοχοποίησαν άδικα.
«Με πήγαν στο Τμήμα για να καταθέσω. Ήταν μία… απλή κουβεντούλα, η οποία διήρκησε δεκαέξι ώρες. Τους έχω εξηγήσει τα πάντα, για ποιο λόγο να κάτσω να σκοτώσω τον πατέρα μου; Δεν το έχω κάνει εγώ! Δεν είχαμε καμία διαφορά, ούτε για τα περιουσιακά, ούτε για τίποτα. Τους είπα ποιους υποψιάζομαι και δεν έδωσαν καθόλου βάση στα λεγόμενά μου. Το μόνο που προσπαθούσαν ήταν να με «τυλίξουν» σε μία κόλλα χαρτί και να με στείλουν στη φυλακή, χωρίς να έχω κάνει τίποτα εγώ. Ελπίζουμε να βρεθεί ο ένοχος και να πληρώσει, για να καθαρίσει και το όνομά μας, που μας κατηγορούσαν», κατέληξε.
«Ο γιος του χτυπιόταν όταν τον βρήκε δεμένο…»
Από τη γραφική γειτονιά όπου διαπράχθηκε το φονικό, γείτονες μίλησαν στην κάμερα της εκπομπής.
«Εάν ήταν νύχτα που να ακούσουμε που ήταν όλα κλειστά. Όποιος ήταν πάντως, δεν ήταν μόνος του», ανέφερε χαρακτηριστικά μία γειτόνισσα, ενώ ένας άνδρας που μένει στο διπλανό σπίτι, είπε:
«Ήμουν σπίτι μου εκείνο το βράδυ. Δεν άκουσα τίποτα και αυτό παραξένεψε κι εμένα.»
Ο φίλος του θύματος και επί χρόνια γείτονάς του, αντίκρυσε το αποτρόπαιο θέαμα όταν μπήκε στο σπίτι.
«Το παιδί του, ο Βαγγέλης που τον βρήκε, χτυπιόταν… Με φωνάζει, μπαίνω μέσα και βλέπω τον πατέρα του δεμένο στο πάτωμα, σκεπασμένο. Ο άνθρωπος δεν πείραζε κουνούπι, βοηθούσε όποιον είχε ανάγκη, ήταν γενικά φιλήσυχος.»
Αναφέρθηκε και στην ξεκλείδωτη πόρτα του σπιτιού, αλλά και στο πορτοφόλι του θύματος που βρήκε ένας φίλος του.
«Η πόρτα του σπιτιού του ήταν ξεκλείδωτη και στο δικό μου σπίτι κοιμόμαστε με ανοιχτές τις πόρτες, δεν έχουμε τέτοιο φόβο. Το πορτοφόλι του βρέθηκε πεταμένο πολύ πιο μακριά από το σπίτι. Το βρήκε ένας φίλος.»
Η κάμερα της εκπομπής ακολούθησε την πιθανή διαδρομή που μπορεί να διένυσε ο δράστης και βρέθηκε στο σημείο όπου εντοπίστηκε το πορτοφόλι με τις κάρτες του σχεδόν πέντε ημέρες μετά το φονικό.
Η σύζυγος: Μου είπε ο γιος μου «μάνα τον φάγανε»…
Στο «Τούνελ» μίλησαν η σύζυγος και ο μεγαλύτερος γιος του άτυχου άνδρα, που αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας.
«Τον βασάνισαν άσχημα τον άνδρα μου, ήταν αποτρόπαιο αυτό που του έκαναν. Εγώ εκείνη την ώρα ήμουν στη δουλειά και με πήρε ο γιος μου ο Βαγγέλης τηλέφωνο και μου είπε “τον μπαμπά τον φάγανε”. Δεν είχα καρδιά να αντικρίσω αυτό το θέαμα, δεν ήρθα καν στο σπίτι. Εγώ ακόμα δεν το πιστεύω, περιμένω πως θα ανοίξει η πόρτα και θα έρθει να με βρει», ανέφερε η σύζυγος τους θύματος εμφανώς συγκινημένη.
Η ίδια μίλησε για τη γνωριμία τους, αλλά και για τη σχέση τους όλα αυτά τα χρόνια.
«Όταν τον γνώρισα ήμουν 16 χρόνων και εκείνος 27. Ήρθα από την Κάλυμνο και κλεφτήκαμε. Ήταν πάρα πολύ καλός με τα παιδιά μας και πολύ δουλευταράς. Από την αστυνομία με ρωτούσαν συνέχεια για τον γιο μου τον Βαγγέλη, επειδή τον βρήκε νεκρό. Παρακαλώ πολύ όποιον ξέρει κάτι, να καλέσει στην εκπομπή σας για να λυθεί το μυστήριο και να ησυχάσει η ψυχούλα του.»
Μη θέλοντας να αποκαλύψει το πρόσωπό του, στην κάμερα της εκπομπής μίλησε και ο γιος.
«Αυτός που το έκανε ήταν δαίμονας, δεν ήταν άνθρωπος, δεν είχε ψυχή. Αν ήμουνα στο σπίτι, θα τους αποκεφάλιζα χωρίς δεύτερη σκέψη. Με τον πατέρα μου είχαμε μία σχέση αγάπης και μίσους. Τελευταία φορά τον είδα λίγες ημέρες πριν τον σκοτώσουν. Ήθελα να έρθω να μείνω μαζί του, αλλά εκείνος δεν ήθελε. Να βρεθούν οι δολοφόνοι και να πληρώσουν γι’ αυτό που έκαναν», είπε συναισθηματικά φορτισμένος.
Η κόρη: Τον βασάνισαν και τον σκότωσαν…
Η κόρη του δολοφονημένου συνταξιούχου μίλησε στον δημοσιογράφο του «Τούνελ» έξω από το σπίτι του στη Μεσαιωνική πόλη. Η ίδια τον περιγράφει ως έναν στοργικό πατέρα που δεν τους χαλούσε ποτέ το χατίρι.
«Βασανίστηκε ο πατέρας μου. Τον σκοτώσανε με το χειρότερο τρόπο. Ήταν ο καλύτερος μπαμπάς, δεν μας έλειψε ποτέ τίποτα. Εκείνη την ημέρα, με πήρε η μητέρα μου τηλέφωνο και μου είπε “Κατερίνα, ο μπαμπάς πέθανε”. Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου, δεν ξέρω ούτε εγώ η ίδια πως έφτασα με το μηχανάκι έως το σπίτι του. Είδα να έχει μαζευτεί κόσμος απ’ έξω και τον αδελφό μου να κλαίει. Δεν με άφησε να μπω μέσα. Είναι απερίγραπτο αυτό που έζησα», ανέφερε ταραγμένη.
«Δούλευε χρόνια στο λιμάνι και ασχολούνταν και με το ψάρεμα. Τις ελεύθερες ώρες του πήγαινε και σε μία καφετέρια. Μία ημέρα μετά τη δολοφονία του, ο χώρος αυτός έκλεισε. Μπορεί και να φοβούνται, δεν ξέρω τι να υποθέσω. Όταν του τελείωναν τα χρήματα, έπαιρνε κάποιους γνωστούς του από εκεί και του έκαναν ανάληψη. Τους είχε δώσει και το PIN. Τον έβαλα να αλλάξει κωδικό και να τον ξέρει μόνο αυτός. Εγώ και ο σύζυγός μου ήμασταν τα μοναδικά άτομα που μας είχε πολλή εμπιστοσύνη», πρόσθεσε.
Στην κάμερα της εκπομπής μίλησε και ο ιδιοκτήτης της καφετέριας στην οποία σύχναζε ο άτυχος οικογενειάρχης.
«Τον γνώριζα τον κύριο, ήταν ένας καλός άνθρωπος. Δεν είχε γίνει ποτέ κάποιος καβγάς εδώ στο καφενείο. Με τη δολοφονία μείναμε όλοι έκπληκτοι. Ο μόνος που ήξερα ότι δεν τα πήγαιναν καλά ήταν ο ****», κατέληξε.
«Φοβόμαστε ότι έχουμε τον δολοφόνο δίπλα μας…»
Ο δημοσιογράφος του «Τούνελ» μίλησε με κατοίκους και καταστηματάρχες της περιοχής για το μοιραίο βράδυ.
Αρκετοί από αυτούς δεν είδαν, ούτε άκουσαν κάτι. Ένας μάρτυρας όμως, ο οποίος διαμένει μία ανάσα από το σπίτι του φονικού, άκουσε κάτι περίεργο εκείνη τη νύχτα.
«Άκουσα κάποιους να τρέχουν και άνοιξα το παράθυρο να δω τι γίνεται. Δεν έδωσα σημασία, αλλά την επόμενη ημέρα έμαθα για το συμβάν. Πάνω στις συζητήσεις, κάποιοι είπαν πως είδαν δύο άτομα να φεύγουν, οι οποίοι πέταξαν κάτι στην πλατεία πάνω. Τόσο καιρό ήταν μόνο σιωπή και εμείς αναρωτιόμαστε τι έχει συμβεί. Αυτό που θέλουμε είναι να μάθουμε, γιατί φοβόμαστε ότι μπορεί να έχουμε τον δολοφόνο ανάμεσά μας…», ανέφερε χαρακτηριστικά ο μάρτυρας.
Η κόρη του θύματος αναφέρθηκε και σ’ ένα άλλο γεγονός.
«Την ημέρα που βρέθηκε νεκρός ο πατέρας μου, είχαμε έρθει εδώ με τον σύζυγό μου και μου έδειξε ένα ζευγάρι κλειδιά πάνω στον πυροσβεστικό κρουνό. Ήταν τα κλειδιά του πατέρα μου. Ενημερώσαμε την αστυνομία και ήρθαν και τα πήραν. Ο δράστης πιθανόν να τα πέταξε και κάποιος που τα βρήκε, να θεώρησε ότι έπεσαν από περαστικό και να τα άφησε εκεί για να τα βρει», είπε στην κάμερα του «Τούνελ» η κυρία Κατερίνα.
Όπως αποδείχθηκε από την έρευνα της εκπομπής, τα κλειδιά αυτά δεν ανήκαν στο θύμα.