Η άλλη πλευρά του Μπάρκουλη: Το μπλέξιμο με την αστυνομία για ναρκωτικά από μία ιερόδουλη και η φυλακή (vid)
Διάσημη, πασίγνωστη και πολυφορεμένη φράση. Ο Ανδρέας Μπάρκουλης, ο οποίος ήρθε σαν σήμερα στη ζωή το 1936 στον Πειραιά, ήταν ο γόης της εποχής. Αυτόν για τον οποίο σχημάτιζαν ουρές τα κορίτσια για να τον δουν, μη διστάζοντας να παρατήσουν ακόμα και το βήμα στην παρέλαση για να τρέξουν να τον δουν.
Πως βγήκε η περιβόητη φράση
Έτσι βγήκε και η φράση, «κορίτσια ο Μπάρκουλης». Σε παρέλαση. Την αποκάλυψη είχε κάνει ο Κώστας Βουτσάς: «Ξεκίνησε από μια παρέλαση. Όταν μια κοπέλα αντιλήφθηκε την παρουσία του, φώναξε στις υπόλοιπες “κορίτσια ο Μπάρκουλης” και αμέσως οι περισσότερες άφησαν το βήμα και έτρεξαν προς το μέρος του».
Η φράση αυτή έγινε «θρύλος» από στόμα σε στόμα και μάλιστα θρυλείται ότι ο ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού Μίμης Στεφανάκης, την φώναζε όταν ετοιμαζόταν να σουτάρει.
Η υπόθεση ναρκωτικών
Ο Ανδρέας Μπάρκουλης είχε γοητεύσει πολλές γυναίκες και δεν είχε ντραπεί να ομολογήσει ότι ο ίδιος είχε χαθεί «στις ματάρες της Τζένης» Καρέζη. Είχε πέσει όμως και «θύμα» της πρώην ιερόδουλου Ελένης Καραγιαννίδου -Ντρέβις, η οποία τον είχε εμπλέξει σε υπόθεση ναρκωτικών. «Ομολόγησε εμπόριο ναρκωτικών και τούς οδήγησε σε εμένα» είχε γράψει στο βιβλίο του: «Η αστυνομία ήρθε στο θέατρο την ώρα που έμπαινα στο αυτοκίνητό μου, με συνέλαβαν. Βρήκαν πάνω μου δυο τσιγαριλίκια κι ένα μικρό κομμάτι χασίς στο καμαρίνι μου. Παρόλο που μετέπειτα (η Καραγιαννίδου -Ντρέβις) είπε πως εν αγνοία μου άφησε τα ναρκωτικά, δεν μέτρησε. Όσο άφησε η τύπισσα, τόσο παρέδωσα στους αστυνομικούς, οπότε καμία απόδειξη χρήσης.
Ήμουν όμως ο Μπάρκουλης ήταν επιτυχία να με βάλουν στο εδώλιο. Ο επίλογος αυτής της ιστορίας ήταν πώς προφυλακίστηκα στα κρατητήρια της Αίγινας, βγήκα με εγγύηση 50.000 δραχμών και στις 16-041974 έφυγα στο εξωτερικό»!
Όταν έβγαλε την περούκα στην Αμερική
Πήγε στην Αμερική όπου ασχολήθηκε με το τραγούδι: «Εκεί μόνο αισθάνθηκα άντρας. Έμπαινα στη ντισκοτέκ με μαύρους και δεν γύριζε κανένας να δει τον ‘Κορίτσια ο Μπάρκουλης’. Γύριζαν να δουν αυτόν που ήμουνα, και είχα, δόξα τω Θεώ, πολύ νταλαβέρι εκεί. Όταν ζούσα στην Αμερική έκανα παρέα σχεδόν αποκλειστικά με μαύρους. Τότε φορούσα ακόμα περούκα και όλοι με αποκαλούσαν “silver man”. Ένα βράδυ, λοιπόν, που έπινα σε ένα μαγαζί, βλέπω ένα υπέροχο θηλυκό με ξυρισμένο κεφάλι να με παίζει. Δεν τολμούσα να πλησιάσω μη βρεθώ ξαφνικά με κανένα μαχαίρι καρφωμένο στην πλάτη μου. Στο τέλος μου κάνει νόημα και πάμε στην τουαλέτα.
Της είπα πως ήταν κούκλα και πως θέλω να της κάνω έκπληξη. Τράβηξα την περούκα και τα έχασε. Την έβαλα στην τσέπη και από τότε δεν την ξαναφόρεσα ποτέ. Άρχισα να βρίσκω κάτι βαθύτερο μέσα μου, μάλλον έναν εαυτό που μόλις μου συστηνόταν. Γειά σου μάγκα μου. Είσαι πιο πολλά από όσα νόμιζες».
Το αλκοόλ
Ο Μπάρκουλης πέρασε μια δύσκολη περίοδο πίνοντας αλκοόλ. «Το αλκοόλ και οι ουσίες συμπλήρωναν την αγάπη που μου έλειπε», έχει σχολιάσει. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του γνώρισε τη Μαρία τη γυναίκα της ζωής του, όπως την αποκαλούσε, η αγάπη της οποίας τον έκανε να εγκαταλείψει τις κακές συνήθειες.
Στο οπισθόφυλλο της αυτοβιογραφίας του γράφτηκε ο επίλογος: «Ο Αντρέας Μπάρκουλης, αυτό το δοξαστικό ρεμάλι, έπαιξε και έχασε ό,τι ήταν να χαθεί στην ίδια του την παρτίδα. Κάθισε σε θρόνο με την ίδια άνεση όπως άλλοι κάθονται σε καρέκλες. Ήπιε ό,τι πινόταν, γ..σε ό,τι απαγορευόταν να περάσει από δίπλα του, κατρακύλησε στους δρόμους που επέλεξε με τα μούτρα σπασμένα. Ταλαντούχος, γυναικάς, αλητοπρίγκηπας, σαρκαστικός και καταστροφικός όσο δεν έπαιρνε άλλο. Ένας σταρ που πληρώθηκε αδρά και ξόφλησε ξοδεύοντας την πάρτη του. Στα μεθύσια του, στην μοναξιά του και στον όλεθρο αχόρταγος. (…) Ο Αντρέας έδωσε της ζωής από όλες τις μεριές της λύσσας και κατάλαβε…»!