Στο «Gala» του Καρυωτάκη!

Στο «Gala» του Καρυωτάκη!
Η πανδημία και η παραλλαγή «Ο» βρίσκουν την ποιητική ηχώ τους και όλοι μαζί μπαίνουμε στη δεξίωση του Κ.Κ!

Η πραγματικότητα μοιάζει με παραμύθι που μόνο τα παιδιά μπορούν να αντιμετωπίσουν. Κλείσε τα μάτια και μέτρα ως το εκατό, σαν να παίζεις κρυφτό. Ξέρεις, 5… 10… 15… 20… 100, φτου και βγαίνω. Βγες και ψάξε τον κακό λύκο, που κράταγε το «Δ» και ξέρναγε το «Ο». Μην τολμήσεις να ρωτήσεις τίποτα, βρες την πιο λεπτή, ανθεκτική, βελόνα και κάρφωσε την στον μπράτσο. Τότε, η χαλασμένη αλφαβήτα θα αρχίζει να παίρνει το αρχέγονο σχήμα της και το πανδημικό οικουμενικό βαλς θα γίνει ενδημική θλιμμένη προσευχή. Θα βγούμε να γιορτάσουμε με μαύρα ντόμινο και την ειρωνεία στις τσέπες μας. Οι ροζ κορώνες, μικρές, θα γίνουν ο χαρτοπόλεμος της γιορτής και το υπέρλαμπρο «Gala» θα αναβοσβήνει σαν ψεύτικος ήλιος. Κάπως έτσι κυλά η ζωή με τον κορονοϊό και τη διαρκή ελπίδα απαλλαγής αυτού. Και η ελπίδα αυτή γίνεται πικρή διάψευση και ψάχνουμε επιστήμονες και «επιστήμονες» για τη μεγάλη λυτρωτική αλήθεια… Το ψέμα και η αληθοφάνεια κυριαρχούν και σου αρκεί πια ένα λαμπερό στολίδι για να ηρεμήσεις και να επιβιώσεις. Το αύριο δεν έρχεται όταν το θες εσύ, αλλά όταν αυτό θέλει και σε πάει σε δεξίωση -Gala- που μόνο ο Κώστας Καρυωτάκης μπορεί να περιγράψει-εξηγήσει. Ναι, το «καρυωτακικό» πνεύμα είναι διάχυτο στην Covid-19 εποχή.

Από το «χθες» στο «σήμερα»


Πριν την είσοδο στη σάλα της άφθαρτης πανδημίας, το καλλιτεχνικό, υπαρξιακό υπόβαθρο που ενώνει τον ποιητή με το «χθες» και το «σήμερα». Από τον «Σαν πρόλογος» στα «Νηπενθή» διαβάζουμε [οι εμφάσεις δικές μας]:

[…] Από τότε κρατάει αυτό που μπορεί, άλλοίμονο! να ειπωθεί πληγή μου και πεπρωμένο μου. Πίσω από τις σκηνοθεσίες της απέραντου υπάρξεως, στο μελανότερο της αβύσσου, βλέπω καθαρά κόσμους παράξενους, και, θύμα εκστατικό της οξυδέρκειας μου, σέρνω φίδια που μου δαγκάνουν τα πόδια. Κι από εκείνο τον καιρό αγαπώ τόσο τρυφερά, καθώς οι προφήτες, την έρημο και τη θάλασσα, γελώ στα πένθη και κλαίω στις γιορτές, βρίσκω μια γεύση γλυκειά στο πιο πικρό κρασί, νομίζω πολλές φορές για ψέματα τις αλήθειες, και, με τα μάτια στον ουρανό, πέφτω σε γκρεμούς. Αλλά η Φωνή με παρηγορεί και λέει «Κράτησε τα όνειρα σου. Οι συνετοί δεν έχουν έτσι ωραία σαν τους τρελούς!»

Πώς να μην είναι μέρος της πανδημικής μαυρίλας ο Κ.Κ; Η αλήθεια με το ψέμα έχουν χάσει τη θέση τους και δεν ξέρουμε πότε να γελάσουμε και πότε να γιορτάσουμε. Το όνειρο όμως μας σώζει, μας κρατά όρθιους και μας προετοιμάζει για τη μεγάλη επιστροφή. Και αφού είδαμε την αίθουσα αναμονής, ας περάσουμε στη δεξίωση, στο «Gala» του Καρυωτάκη.

Η ζωή μας μια χαρμολύπη


Το ποίημα «Gala» ανήκει στη συλλογή «Ο πόνος του ανθρώπου και των πραμάτων» (1919). Ο τίτλος φυσικά και είναι ειρωνικός, όπως και η κρυφή μας προσδοκία. Όλα θα πάνε καλά, θα γιορτάσουμε ξανά, θα βρεθούμε με αγκαλιές και φιλιά… Πολύ θα θέλαμε να βρεθούμε σε μια αληθινή δεξίωση, όμως η παραλλαγή «Ο» δεν αφήνει περιθώρια. Η ζωή μας όλη ισορροπεί αυτή τη στιγμή σε μια χαρμολύπη, όπως και το ποίημα του Καρυωτάκη. Και εκεί η εικόνα του θανάτου ιδωμένου ως χαρά μένει ανεξίτηλη στην τέταρτη στροφή. Ο υπότιτλος του ποιήματος -θα γλεντήσω κ’ εγώ μια νύχτα- συμπυκνώνει τη σημερινή -παντοτινή- μας επιθυμία.
Ιδού οι στιχουργικές αποδείξεις- ταυτίσεις του Καρυωτάκη με την εποχή μας, με τη ζοφερή πανδημία:

Μαυροντυμένοι απόψε, φίλοι ωχροί,
ελάτε στο δικό μου περιβόλι,
μ’ έναν παλμό το βράδυ το βαρύ
για ναν το ζήσουμ’ όλοι.

Από τα σπίτια που είναι σα βουβά,
κι ας μίλησαν τη γλώσσα του θανάτου,
με φρίκη το φεγγάρι αποτραβά
τ’ ασημοδάχτυλά του.

Είναι το βράδυ απόψε θλιβερό
κ’ εμείς θαν το γλεντήσουμε το βράδυ,
όσοι έχουμε το μάτι μας ογρό
και μέσα μας τον άδη.

Ο Καρυωτάκης συμφιλιώνεται με τον θάνατο, αλλά και με τη συντροφιά, το γλέντι, ακόμη και μες τον άδη. Ο λυρισμός και ο μοντερνισμός του ακουμπά στον πόνο των ανθρώπων και των πραμάτων. Και σήμερα είναι ο πόνος του ανθρώπου που «συνομιλεί» με το «καρυωτακικό» πνεύμα. Γι’ αυτό ας ετοιμαστούμε για το «Gala» του Κ.Κ.

Πηγή
-«Κ.Γ. Καρυωτάκης. Ποιήματα και πεζά» [Εκδόσεις Πατάκη]