Παβλίσεβιτς στο Gazzetta: «Η ταυτότητα ενός αθλητή, όταν σταματήσει, δεν "σβήνει" εύκολα»

Παβλίσεβιτς στο Gazzetta: «Η ταυτότητα ενός αθλητή, όταν σταματήσει, δεν "σβήνει" εύκολα»

bet365

Γιατί το στρες κατατρώει την ψυχή των αθλητών; Ο Μίλος Παβλίσεβιτς, παλαίμαχος μπασκετμπολίστας σε Α1 και Α2 και νυν αθλητικός ψυχολόγος, εξηγεί στο Gazzetta γιατί η ψυχική υγεία είναι η πιο σημαντική και κλονίζεται τόσο εύκολα.

Σαν μπει η αμφιβολία στο μυαλό, εισβάλλει στη ζωή. Παντού! Η ανάσα βαραίνει. Και το στρες πλημμυρίζει το μυαλό.

Η σύγχρονη εποχή δεν απαιτεί σκληρούς αθλητές. Τους επιτρέπεται να κλαίνε. Να πονάνε. Και να δηλώνουν πως πάσχουν από ασθένειες του πνεύματος. Να μιλούν ανοικτά για την... ατέλειά τους. Και το κοινό να τους αποδέχεται όπως είναι.

Ο Μίλος Παβλίσεβιτς πάτησε τα παρκέ όλων των κατηγοριών στο ελληνικό μπάσκετ. Από τον Σπόρτινγκ, στον Ηλυσιακό και στο Ηράκλειο. Και στον Ίκαρο Σερρών. Γαλουχήθηκε στη... σκληρή εποχή. Τότε που ο αθλητής έπρεπε να είναι «βράχος». Και ας έχει στο μυαλό του όλα τα προβλήματα του κόσμου.

Όταν το μπάσκετ σταμάτησε, έμοιαζε σαν το τέλος του κόσμου (του). Και μπορεί να ήταν. Εκεί γεννήθηκε η ιδέα της βοήθειας. Στον ίδιο. Και σε άλλους, σταδιακά.

Ο Παβλίσεβιτς θέλησε να εκμεταλλευτεί την εμπειρία του στον αθλητισμό (όπου παραμένει ως προπονητής στην Ακαδημία Ανάπτυξης Αθλητών), αλλά και το πτυχίο από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο στην Αθλητική Επιστήμη.

Η θέση ενός αθλητικού ψυχολόγου στις ομάδες δεν είναι μόδα. Είναι ανάγκη. Αρκεί να θυμηθούμε τις περιπτώσεις των αθλητών που παλεύουν με ένα ανίκητο... θηρίο: Κέβιν Λοβ, Ναόμι Οζάκα, Μπεν Γκόρντον.

Κάποιοι μίλησαν. Και σώθηκαν. Άλλοι δεν κατάφεραν να... ανασάνουν. Και χάθηκαν στη λήθη. Αφαίρεσαν τη ζωή τους, σε μία προσπάθεια να συναντήσουν τη λύτρωση.

Ο Μίλος Παβλίσεβιτς έχει αναλάβει έναν δύσκολο ρόλο με τη δημιουργία του... παιδιού του, της Athlete Legacy. Τη σωτηρία της ψυχής. Και για να γίνει αυτό, χρειάζονται δύο. Αυτός που βοηθάει. Και εκείνος που ζητάει τη βοήθεια.

Όπως εξηγεί στο Gazzetta, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνο στους αθλητές που ζουν το όνειρό τους. Αλλά κυρίως σε εκείνους που καλούνται, μετά από χρόνια, να αναζητήσουν την ταυτότητά του, όταν αποφασίσουν πως το τέλος του αθλητή έφτασε. Και τώρα τι;

Όπως είχε γράψει και ο Παβλίσεβιτς την ημέρα που ανακοίνωσε το φινάλε στην καριέρα του: «Σταματάω με ένα χαμόγελο και κλείνοντας το μάτι στον καθρέφτη, ξέροντας πως όλα πήγαν καλά όσο έτρεχα σε αυτόν τον δρόμο…»

Πώς ήταν όταν σταμάτησες την καριέρα σου;

«Πέρασα από διάφορους κυματισμούς. Δεν ήμουν έτοιμος τότε, το κατάλαβα τώρα. Είχα συνηθίσει να κάνω την προπόνησή μου, να παίζω στους αγώνες και να ασχολούμαι μόνο με αυτό.

Σταμάτησα οριστικά το 2017 και πέρασα 2-3 χρόνια στον... αέρα. Δεν ήξερα τι ήμουν. Έχω μείνει στο χώρο προπονητικά, αλλά...

Η ταυτότητα δεν σβήνει με τη μία. Μου το είπαν και άλλοι. Κάποιοι έφτασαν και στα πρόθυρα αυτοκτονίας.

Από παλιά, όταν έπαιζα ακόμη, μου άρεσε η ψυχολογία και η κοινωνιολογία. Και ήθελα να βοηθήσω. Και να υποστηρίξω όσους το έχουν ανάγκη».

Πού βρίσκεται η μεγαλύτερη αμφιβολία: Στην ανθρώπινη ή στην αθλητική ζωή;

«Πρώτα στην ανθρώπινη υπόσταση. Το επαγγελματικό κομμάτι το κουμαντάρεις, βρίσκεις κάτι για να ασχοληθείς. Ως άνθρωπος, τα πάντα αλλάζουν: η διατροφή σου, οι ώρες. Εκεί τι σκέφτεσαι; Θα τα διαλύσω όλα; Δεν θα πάω ξανά γυμναστήριο;

Πρώτα πρέπει να βρεις την ισορροπία ως άνθρωπος και τα υπόλοιπα ακολουθούν. Είναι δεδομένο ότι ο αθλητής δεν θα βρει ξανά το ίδιο πάθος, κάτι που θα γουστάρει να κάνει. Είναι δύσκολο να το αντικαταστήσεις».

Και τι μπορεί να κάνει ο κάθε αθλητής;

«Πρέπει να γίνει εκπαίδευση στις υπάρχουσες επιλογές. Μία προσέγγιση, περισσότερο ψυχολογική. Τι ήσουν, τι είσαι, τι δυνατότητες έχεις και τι έχεις να αποκτήσεις. Και φυσικά πως θα χρησιμοποιήσεις όλα αυτά.

Και μετά να βρει κάτι άλλο. Ένας άνθρωπος πρέπει να είναι καλά, να μην έχει μετανιώσει για την απόφασή του. Όχι μόνο να καταλάβει ότι δεν θα παίξει ξανά, αλλά να το αποδεχτεί κιόλας».

Τα παλιότερα χρόνια τι έκαναν οι αθλητές; Πώς αντιμετώπιζαν διάφορα ψυχικά ζητήματα;

«Ένας αθλητής καλείται να ξεπεράσει το «δεν έχω πρόβλημα». Να ζητήσει βοήθεια. Επειδή κάποιος έχει βρεθεί στη θέση μου, μπορώ να του πω 1-2 πράγματα. Χρειάζεται να κάνεις ένα... κλικ και τότε δεν θα έχεις πρόβλημα. Οι παλιοί ήταν... παλιοί. Δεν το έλεγαν. Επειδή υπήρχε έλλειψη βοήθειας, το... κατάπιναν και συνέχιζαν. Αυτό υπήρχε, παλιότερα, και στις αντιδράσεις των γιατρών. Μας έλεγαν, δεν είναι τίποτα, πάρε αυτό το χαπάκι, και μετά από λίγο κλατάραμε».

Παίζει ρόλο η φήμη ενός αθλητή στο να ξεπεράσει ένα πρόβλημα;

«Οι αθλητές που αγωνίζονται σε Ολυμπιακό επίπεδο το περνάνε πιο δύσκολα. Ξέρεις, όλοι σταματάνε. Όλα σταματάνε. Αλλά αυτοί που έπαιζαν στα τοπικά, τι είχαν, τι έχασαν. Νομίζω ότι το παράδειγμα του Μάικλ Φελπς είναι το πιο τρανό. Ή αν θέλεις ένα άλλο παράδειγμα, με τα σημερινά δεδομένα, τα social media και όλα αυτά, ο Ντράζεν Πέτροβιτς που ήταν ένας ήρεμος τύπος, θα μπορούσε να είχε τρελαθεί».

«Ο αθλητής δεν πρέπει να έχει ελαττώματα»

Τι είναι αυτό που δυσκολεύει έναν αθλητή να αποδεχτεί το πρόβλημά του;

«Η ταυτότητά του. Ξαφνικά καλείται να διαγράψει αυτό που ήταν. Και να βρει τι υπάρχει πιο πέρα. Συν την αβεβαιότητα. Εκεί πρέπει να ρωτήσει τον εαυτό του, σε τι μπορεί να είναι χρήσιμος. Ειδικά αυτοί που δεν έχουν σπουδάσει κάτι. Ακόμη και όσοι έχουν αρκετά χρήματα, πρέπει να κάτι να κάνουν. Μια επένδυση, μία επιχείρηση».

Γιατί οι αθλητές διαλέγουν να μην μιλούν για τα προβλήματά τους;

«Γιατί δεν το συνηθίζουν. Είναι σε ένα χώρο που πρέπει να φαίνονται δυνατοί, χωρίς ελαττώματα. Αυτό μπαίνει στο πετσί τους, συνήθως λένε ότι κάτι θα γίνει, και όλα θα πάνε καλά. Αυτό που ίσως μπορούν να κάνουν στο άθλημά τους, πιστεύουν ότι έχει εφαρμογή παντού. Παραπάνω προπόνηση, για παράδειγμα, και θα μου περάσει. Πολλές φορές ακόμη και όταν φτάνουν στα άκρα αρνούνται να ζητήσουν βοήθεια».

Ναι, αλλά μήπως αυτό είναι ανθρώπινο φαινόμενο;

«Ο αθλητής σκέφτεται διαφορετικά. Αυτό κάνει. Είναι στον άνθρωπο, σύμφωνοι, αλλά ο αθλητής μαθαίνει με τα χρόνια να σκέφτεται διαφορετικά. Κάποιος μπορεί να το πει, άλλος να το... πνίξει. Είναι δύσκολο, πάντως, να υπάρχει το πρόβλημα για καιρό και μη φανεί προς τα έξω».

Ο Μίλος Παβλίσεβιτς με τη φανέλα του Ηλυσιακού.

Γιατί εμφανίζονται τόσα πολλά περιστατικά;

«Πλέον, είναι πιο ελεύθεροι να μιλήσουν, δεν έχουν να χάσουν τίποτα, και είναι το τελευταίο που τους απασχολεί. Τώρα υπάρχει κατανόηση. Ο κόσμος καταλαβαίνει τι συμβαίνει, το υποστηρίζει. Δεν είναι μόδα, αλλά το λένε. Ένας να κάνει την αρχή, υπάρχει ένα κύμα. Για παράδειγμα, η Ναόμι Οσάκα αντιμετωπίζει εξωαγωνιστικούς παράγοντες, την πίεση του Νο1 στον κόσμο. Αυτό κουβαλάει υποχρεώσεις. Προς όλους! Δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι με ένα μαγικό ραβδάκι, ειδικά αν δεν το θέλει ο ίδιος ο αθλητής. Αν η Οζάκα και η κάθε Οζάκα, καταλάβει το παιχνίδι που είναι στημένο γύρω της και γιατί το κάνει, ουσιαστικά μπορεί να κάνει ένα... θέατρο. Να μπει σε ένα ρόλο».

Τα social media είναι μέρος του προβλήματος της αυξανόμενης πίεσης;

«Δεν είναι το πρόβλημα, είναι μέρος του προβλήματος. Κάνεις ό,τι κάνεις και βλέπεις τα σχόλια. Το ξέρεις ότι γίνεται. Μπορεί κάποιος φίλος να στα στέλνει, σαν ενημέρωση. Είναι μία έξτρα πίεση. Μετά μπαίνεις στη διαδικασία της απάντησης. Εκτός αν δεν έχεις κινητό ή ίντερνετ! Αλλιώς, δεν μπορείς να το αποφύγεις.

Το μόνο που κάνεις να καταλάβεις την αξία. Είσαι αυτός που είσαι. Δεν μπορείς να έχεις ευχαριστημένους τους πάντες. Πρέπει να πας ικανοποιημένος στο σπίτι σου και να μπορείς να κοιμηθείς ήρεμος».

«Οι γνωστές περιπτώσεις, έχουν φτάσει στο όριο»

Όταν έπαιζες, συζητούσατε τέτοια θέματα στο επίπεδο των συμπαικτών;

«Δεν συζητήσαμε ποτέ τέτοια θέματα. Ίσως στα αποδυτήρια να μιλήσεις για σχέσεις και μέχρι εκεί. Και μετά πως θα πάρουμε τα λεφτά μας. Τα αποδυτήρια είναι για καθαρά ομαδικούς λόγους. Και όχι με όλους, ίσως με 1-2 συμπαίκτες. Όταν ήμασταν χαλασμένοι λόγω πληρωμών, τα πράγματα ήταν ξεκάθαρα. Δεν έδινες σημασία τότε.

Κοιτώντας πίσω, καταλαβαίνω ότι έπρεπε να αλλάξω τη συμπεριφορά μου, για να βοηθήσω τους συμπαίκτες μου. Ίσως έκανα ασυνείδητα όσο προσπαθώ να κάνω επαγγελματικά τώρα. Ήμουν ο... κλόουν, τους έκαναν να γελάσουν, να ξεχαστούν, για να αλλάξει το κλίμα».

Αν τα παλιότερα χρόνια είχατε έναν ειδικό, θα του μιλούσατε; Τι έχει αλλάξει;

«Νομίζω δύσκολα. Δεν θα ανοιχτεί εύκολα κάποιος σε έναν αθλητικό ψυχολόγο. Αυτά που ακούγονται είναι επειδή έχουν φτάσει στο απροχώρητο. Στο όριο. Πάντα υπήρχαν τέτοια ζητήματα, όχι μόνο στην Ελλάδα. Ποτέ δεν είχα υπάρξει σε μία ομάδα, η οποία έστω να δίνει τη δυνατότητα να πας σε έναν αθλητικό ψυχολόγο».

Τώρα υπάρχουν;

«Έχω μάθει για μία συνάδελφο, συμμαθήτριά μου, είχε πάει σε μία ομάδα και μετά από ένα μήνα της είπανε, ευχαριστούμε πολύ. Και δεν ήταν με αμοιβή».

«Κάποιος θέλει να μου... φάει τη θέση»

Ποιος είναι ο κυριότερος λόγος που σε προσεγγίζουν αθλητές;

«Περισσότερο είναι το στρες. Ειδικά μέσα στην πανδημία. Αναζητούσαν απαντήσεις στο ερώτημα: «Πώς θα γίνω καλύτερος, παρά το γεγονός ότι δεν κάνω κανονική προπόνηση;». Οι συζητήσεις γίνονται μέσω Skype, συζητάμε να βρούμε την αιτία του προβλήματος, να καταλάβει ο άλλος ότι όντως μπορεί να το παλέψει, ότι είναι εξωγενές και ότι μέσα του μπορεί να βρει τη λύση. Οι τεχνικές είναι πρακτικές. Μπορεί να δοκιμάσει τον διαλογισμό ή να ενημερωθεί για διάφορες μεθόδους».

Το πιο δύσκολο είναι η αποδοχή. Η προσέγγιση που σου κάνει ο αθλητής, σημαίνει αυτόματα και αναγνώριση;

«Όχι. Συνήθως δεν το έχουν πιάσει. Έχουν καταλάβει ότι κάτι πάει στραβά, αλλά δεν ξέρουν τι είναι. Πρέπει να το βρούμε. Με προσεγγίζουν γιατί θέλουν να γίνει κάτι παραπάνω. Συνεργάζομαι με έναν ποδοσφαιριστή που μου λέει ότι κάνω τις προπονήσεις μου σωστά, αλλά μπαίνω στο ματς αγχωμένος. Τι γίνεται; Κάποιος θα μου φάει τη θέση, ο προπονητής δεν με βάλει να παίξω».

Υπάρχουν δύσκολες και εύκολες περιπτώσεις;

«Δύσκολο θα γίνει όταν δεν το αντιμετωπίσεις όταν είναι εύκολο. Αν το αφήσεις. Απ' τη στιγμή που θα δώσω σε κάποιον συμβουλές, αυτός επιλέγει τι θα κάνει. Μπορεί να του ζητήσω να κάνει 10 λεπτά διαλογισμό την ημέρα ή να κάνει ανατροφοδότηση, πώς έφτασε σε αυτό το σημείο; Την επόμενη φορά, θα τον ρωτήσω τι έγινε.

Οι περισσότεροι προσπαθούν, αλλά τους φαίνεται περίεργο μέχρι να ενεργοποιηθούν. Δεν υπάρχει μαγικό ραβδί. Τις περισσότερες πιθανότητες να το διαχειριστούν σωστά τις έχουν οι πιο ανοικτόμυαλοι».

Πoιοι είναι πιο δύσκολοι, οι εν ενεργεία ή αυτοί που έχουν σταματήσει;

«Αυτοί που έχουν σταματήσει. Έχουν συνηθίσει σε έναν τρόπο, λειτουργούσαν για 20-30 χρόνια με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Είτε θα πρέπει να το γκρεμίσουν και να δουν τι έχουν κάνει, είτε να συμφιλιωθούν μαζί του και να πουν «τελείωσε». Οι περισσότεροι νομίζουν ότι "γκρεμίστηκαν" όλα. Ότι όλα τελείωσαν και είναι στο... μηδέν. Δεν μπορούν να καταλάβουν πως μπορούν να χρησιμοποιήσουν όσα έχουν κάνει μέχρι εκείνο το σημείο. Οι μικροί ακούνε, έχουνε μάθει έτσι.

Αυτοί που έβαλαν τέλος στην καριέρα τους, κατανοούν ότι δεν είναι παροδικό, δυσκολεύονται όμως να αποδεχτούν ότι πρέπει να κάνουν κάτι άλλο. Υπάρχουν λύσεις, μπορούν να μείνουν στον χώρο, αλλά δεν είναι το ίδιο. Άλλοι δεν θέλουν ούτε να το βλέπουν, ούτε καν στην τηλεόραση.

Προσπαθούμε να βρούμε τι κάνει... κλικ. Να πατήσει επάνω στο προσωπικό του μπραντ και να συνεχίσει στον αθλητισμό ή κάτι εντελώς άλλο. Δυσκολεύονται να μπουν ιδέα του υπαλλήλου. Δεν μπορούν τα σαφή όρια. Η προπόνηση δεν είναι όριο. Στη δουλειά σκέφτονται πάντα ποιος είναι ο στόχος, όπως στο μπάσκετ για παράδειγμα. Παίζουμε για τη νίκη».

Μίλος Παβλίσεβιτς

Ένας απλός ψυχολόγος μπορεί να κάνει την ίδια δουλειά ή το αθλητικό background μετράει;

«Ναι, μπορεί. Αλλά κάποιος που έχει παίξει, μπορεί να σε καταλάβει καλύτερα, όταν συνειδητοποιήσει ότι υπάρχει κοινό υπόβαθρό. Του δείχνω να καταλάβει ότι η προσέγγιση μου στο πρόβλημα μου, μπορεί να αφορά κάτι παρόμοιο που έχω περάσει παλιότερα.

Είχα κάνει μία έρευνα μέσα στην πανδημία: Ένας αθλητής ποιον θα επέλεγα για να μιλήσει. Οι ειδικοί ήταν τελευταίοι. Πρώτα θα μιλούσαν σε έναν συναθλητή, μετά στην οικογένεια και τους φίλους, έπονταν ο προπονητής και μετά οι ειδικοί».

Ποιος θεωρείς ότι είναι ο παράγοντας που προκαλεί μεγαλύτερο στρες; Παίζουν ρόλο τα social media και η αντίδραση της κερκίδας;

«Το αποτέλεσμα, η πίεση για να αποδόσεις. Τα social και η κερκίδα είναι παρόμοια. Και με την κερκίδα οι περισσότεροι αθλητές είναι πια συνηθισμένοι. Είναι καλό να μην ακούς τίποτα. Δεν μου το έχει αναφέρει κάποιος ως πρόβλημα. Το βασικότερο είναι η θέληση του αθλητή να κάνει κάτι και να νομίζει ότι δεν το καταφέρνει.

Κάποιος που θέλει να γίνει καλύτερος θα εξετάζει κάθε φάση. Και θα λέει «γιατί δεν το έκανα διαφορετικά» και θα... μαστιγώνει τον εαυτό του. Όταν μπει η αμφιβολία στο μυαλό, είναι πιο δύσκολο. Εκεί πρέπει να σκεφτείς ότι τα έχεις δώσει όλα. Να δεις τα λάθη σου και πως θα τα διορθώσεις, αλλά ο αθλητής δεν πρέπει να... αυτομαστιγώνεται».

@Photo credits: INTIME
 

Τελευταία Νέα