Η τέχνη της τηλεόρασης κι' άλλες αηδίες…

Μιχάλης Τσόχος Μιχάλης Τσόχος
Η τέχνη της τηλεόρασης κι' άλλες αηδίες…
Ο Μιχάλης Τσόχος είπε να κάνει ένα διάλειμμα από τον «πόλεμο του ποδοσφαίρου», σαν αυτό που έκανε χθες το βράδυ, γυρίζοντας σπίτι του…

Η τηλεόραση ήταν ένα μέσο που δεν μου άρεσε ποτέ. Από όταν ξεκίνησα αυτή την δουλειά πριν 23 χρόνια, το μόνο πράγμα που έλεγα, ήταν «εμένα δεν με ψήνει καθόλου η τηλεόραση, εγώ θέλω να γράφω, εγώ θέλω εφημερίδα…». Μετά γνώρισα, σύντομα σχετικά, το ραδιόφωνο και το λάτρεψα και εξακολουθώ να το λατρεύω. Η τηλεόραση μου φαινόταν ξένη, σαν να μην έχεις την παραμικρή επικοινωνία με το κοινό, σαν να μην υπάρχει καμία επαφή, καμία επικοινωνία.

Πολλά χρόνια μετά, περίπου δεκαπέντε από τότε που ξεκίνησα αυτή την δουλειά, ο δρόμος της με έβγαλε και στην τηλεόραση. Πριν μπει στη ζωή μου, άκουγα πολλές φορές για την τέχνη της τηλεόρασης και ένιωθα κάπως. Να κοιτάς μία κάμερα και να μιλάς μου φαίνονταν ένα εντελώς παγωμένο πράγμα. Δεν την διέκρινα την τέχνη, δεν την ένιωθα την ζεστασιά, την επικοινωνία…

Πριν περίπου οκτώ χρόνια ξεκίνησα για πρώτη φορά μία επαγγελματική συνεργασία με την τηλεόραση και την Cosmote TV. Εκεί, ήταν που άρχισα να καταλαβαίνω την τηλεόραση και να την βλέπω διαφορετικά. Εκεί άρχισα να βλέπω και διαφορετικά τηλεόραση, διότι σύντομα κατέληξα ότι η τέχνη της, είναι τόσο απλή και τόσο δύσκολη.

Η τηλεόραση δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τους ανθρώπους της. Δεν υπάρχει τέχνη που να διδαχθείς, δεν υπάρχουν κανόνες που πρέπει να τηρήσεις, δεν υπάρχουν πράγματα που πρέπει να λες και πράγματα που πρέπει να κάνεις. Η τηλεόραση, καταγράφει τα πάντα, σε σκανάρει και σε παρουσιάζει ολόκληρο όπως είσαι, δεν κρύβει τίποτα από εσένα, ούτε εξωτερικά, ούτε εσωτερικά. Το ραδιόφωνο μπορεί να «κρύψει» πράγματα αφού δεν σε βλέπουν παρά μόνο σε ακούν, όπως μπορεί να «κρύψει» ένα κείμενο που το διαβάζεις, το… χτενίζεις, το ζυγίζεις. Η τηλεόραση δεν κρύβει τίποτα, η γλώσσα του σώματος, το πώς θα κινηθείς, το πώς θα γελάσεις, το τι θα πεις, το τι θα σκεφτείς, τα πάντα, είναι φόρα παρτίδα μπροστά στα μάτια όλων.

Χθες το βράδυ, γύρισα στο σπίτι μετά από ακόμη μία μέρα που στη δουλειά έπρεπε να ασχολούμαι για αρκετές ώρες με ένα τοξικό και βαθιά άρρωστο ποδόσφαιρο. Διάθεση υπό το μηδέν, κόρες που είχαν ήδη κοιμηθεί, άρα καμία πιθανότητα να αλλάξει κάτι. Ενας ακόμη καφές, ζεστός για να ξεγελάω τον εαυτό μου ότι είναι διαφορετικός και μια πρώτη σκέψη για να δω Λίβερπουλ. Στο ζάπινγκ για να φτάσω στη Λίβερπουλ περνάω από το Master Chef και κολλάω ούτε θυμάμαι γιατί.

Τρεις τύποι που κάθονται σε σκαμπό και έχουν απέναντί τους ανθρώπους που μαγειρεύουν. Τίποτα σπουδαίο ως concept, τίποτα διαφορετικό από ότι έκαναν και πέρυσι και πρόπερσι και πριν από τρία χρόνια. Κάπου είχε πάρει το μάτι μου, ότι και φέτος σαρώνουν με το καλημέρα σε τηλεθέαση, το είχα καταλάβει και από πρώτο χέρι στο σπίτι, από την φράση «Αρχισε το Master Chef και δίνω μάχη για να βάλω τις μικρές για ύπνο…». Το είχα διαπιστώσει και από τη μαμά μου στο τηλέφωνο που στην κλασική ερώτηση «Τι κάνεις ρε μάνα;» έχει πλέον αρχίσει να απαντά «Καλά αγόρι μου, βλέπω Master Chef»…

Οι τηλεκριτικοί το αποκαλούν, το γράφουν, «φαινόμενο». Κανένα φαινόμενο λέω εγώ. Τρεις άνθρωποι είναι. Κανονικοί, υπέροχοι, καθημερινοί άνθρωποι, οι οποίοι δεν γοητεύουν επειδή ξέρουν να μαγειρεύουν, ή επειδή είναι ωραίοι γκόμενοι (για αυτό δεν παίρνω και όρκο…), αλλά επειδή είναι αυτοί που είναι. Δεν κάνουν τηλεόραση, ζουν μέσα σε αυτήν όπως ζουν και έξω από αυτήν.

Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι ο Σωτήρης, ο Πάνος και ο Λεωνίδας είναι μακριά από την κάμερα, ακριβώς όπως είναι και μπροστά από αυτήν. Δεν υπάρχει κανένας ρόλος, δεν υπάρχει τίποτα δήθεν, δεν υπάρχει τίποτα φτιαχτό γιατί πουλάει, δεν υπάρχει καμία τέχνη, δεν υπάρχει κάτι άλλο, εκτός από τον εαυτό τους. Και αυτός ο εαυτός τους, επειδή σέβεται αυτόν που έχει απέναντί του, που παλεύει με τις κατσαρόλες και τα τηγάνια του να ζήσει το όνειρό του, σπάει τα μηχανάκια της τηλεθέασης. Και σεβασμός σημαίνει και τρολάρισμα, αλλά με αγάπη και χιούμορ, σημαίνει και παρατήρηση και αυστηρότητα όταν ενοχλούνται, σημαίνει και μπράβο όταν ικανοποιούνται.

Κάπως έτσι η κοπέλα που έχει παντρευτεί κοπέλα και είναι βίγκαν, το αγόρι που σχεδόν έχει χάσει την όρασή του, ο πατέρας που έχει χάσει τον γιο του σε τροχαίο, ο μετανάστης που βιώνει την άσχημη πλευρά της ελληνικής κοινωνίας, ή ο μετανάστης που βιώνει την όμορφη πλευρά της, στέκονται μπροστά τους και με όλη την αλήθεια τους μαγειρεύουν. Διότι ξέρουν ότι εκεί απέναντι δεν υπάρχουν παρουσιαστές της τηλεόρασης, δεν υπάρχουν κριτές, δεν υπάρχουν μάγειρες, υπάρχουν άνθρωποι που σέβονται κάθε έναν, όποιος κι’ αν είναι, όπως κι’ αν έχει επιλέξει να ζει, ότι κι’ αν του έχει συμβεί, από όποια χώρα κι’ αν προέρχεται, ότι χρώμα και να έχει το δέρμα του, όποια ηλικία κι΄ αν έχει. Εκεί, ανάμεσα στις μυρωδιές, πίσω από τους πάγκους, πάνω στα σκαμπό, υπάρχουν άνθρωποι.

Και η τηλεόραση δεν είναι τίποτα άλλο από τους ανθρώπους της…

Κι από μένα λοιπόν ένα μεγάλο «ναι». Ναι, αυτό είναι τηλεόραση…

Υ.Γ. Ελα αφηνιάστε τώρα στα σχόλια από κάτω και στα social, ότι έγραψα για το Master Chef για να αποφύγω να γράψω για αποφάσεις, δικαστήρια, δίκες, για να «κρυφτώ». Και που να δείτε αύριο ρε σατανάδες τι κοκοκο σκοπεύω να κάνω, γράφοντας για Λίβερπουλ…

Μιχάλης Τσόχος
Μιχάλης Τσόχος

Ο Μιχάλης Τσόχος γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε πιστεύοντας ότι θα γίνει ψυχολόγος. Τελικά η ψυχολογία… γλίτωσε, όχι όμως και η δημοσιογραφία με την οποία ασχολείται επαγγελματικά για 25 χρόνια. Ξεκίνησε από τις εφημερίδες, τις οποίες θεωρεί ακόμη και σήμερα το μοναδικό πραγματικό σχολείο της δημοσιογραφίας και το ραδιόφωνο, το οποίο παραμένει η μεγάλη αγάπη του. Εργάστηκε στο «ΦΩΣ», στο «Βήμα», ενώ υπήρξε αρχισυντάκτης του Sportime και διευθυντής της SportDay. Η πρώτη του δουλειά ήταν ο Bwin ΣΠΟΡ FM, ενώ στο διαδίκτυο παραμένει πιστός στο gazzetta για πάνω από μία δεκαετία. Πέραν όλων των άλλων, τον… αντέχει και η τηλεόραση για πάνω από 10 χρόνια (Cosmote TV) και ο ίδιος αντέχει την ίδια γυναίκα που παντρεύτηκε πριν από 20 χρόνια (ήρωας είμαι!!!). Όλα τα παραπάνω τα… αντέχουν υπομονετικά οι δύο κόρες του.