Η Superleague στήριξε τους προπονητές της
Μελετώντας μια πρόσφατη έρευνα σχετικά με την συμπεριφορά των διοικήσεων των ομάδων που μετέχουν στα 5 κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, βρέθηκα μπροστά στην διαπίστωση ότι αυξήθηκαν κατά περίπου 26% οι αλλαγές προπονητών στη σεζόν 2022-’23 συγκριτικά με την αμέσως προηγούμενη σεζόν. Κατά μέσο όρο εργάστηκαν περίπου 2 προπονητές (1.73) ανά ομάδα. Σύμφωνα με το Football Benchmark, που έκανε την μελέτη, οι 170 προπονητές της σεζόν 2022-’23 είναι ρεκόρ πενταετίας (2018-’19: 147, 2019-’20: 137, 2020-’21: 135, 2021-’22: 135).
Όταν ακούς ότι η Premier League άλλαξε περισσότερους προπονητές από την Superleague βρίσκεις έναν λόγο να νιώσεις καλά για τη σεζόν που αφήνει πίσω του το ελληνικό πρωτάθλημα. Δεν είναι μικρό πράγμα για το ελληνικό ποδόσφαιρο να μην αλλάζουν τον προπονητή τους τρεις εκ των κορυφαίων ελληνικών ομάδων. Δεν είναι λίγο να υπάρχουν δύο προπονητές, ο Ραζβάν Λουτσέσκου και ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς, που έχουν συμπληρώσει 2ετία σε μεγάλο πάγκο και συνεχίζουν για τρίτη σερί σεζόν. Ούτε είναι “λίγο” πράγμα το γεγονός ότι οι 9 από τις 14 ομάδες της Superelague κάνουν προετοιμασία με τον προπονητή που ολοκλήρωσε την προηγούμενη σεζόν.
Όλα τα παραπάνω δημιουργούν μια αίσθηση “συνέχειας”. Και στη δουλειά των προπονητών η “συνέχεια” είναι απαραίτητη για να υπάρξει βελτίωση και ωρίμανση του μοντέλου παιχνιδιού τους. Στα πρώτα φιλικά των ομάδων που έχουν τον ίδιο προπονητή βλέπεις στιγμές παιχνιδιού που σου δείχνουν ότι βάζουν νέα στοιχεία πατώντας στην βάση που έχουν δημιουργήσει από πριν. Άρα μπορείς να περιμένεις από αυτές να παίξουν, με όρους τακτικής, καλύτερα.
Το γεγονός ότι η ΑΕΚ, ο Παναθηναϊκός και ο ΠΑΟΚ συνεχίζουν με τον ίδιο προπονητή είναι λόγος για να στηρίξει κανείς πάνω του την ελπίδα να δούμε αυτές τις ομάδες να πετύχουν τους ευρωπαϊκούς στόχους. Η εμπιστοσύνη που δείχνουν στη δεδομένη στιγμή οι διοικήσεις στους προπονητές είναι λόγος για να αισιοδοξεί κανείς. Κι αν για την νταμπλούχο ΑΕΚ αυτό είναι αυτονόητο, δεν μπορεί κανείς να πει το ίδιο για τον Παναθηναϊκό και τον ΠΑΟΚ. Κι ας έδειξαν πολύ καλή δουλειά οι προπονητές τους στην διάρκεια της προηγούμενης σεζόν.
Στο ελληνικό ποδόσφαιρο δεν είναι απολύτως τίποτα αυτονόητο. Και αυτό μας το υπενθύμισε η Superleague 2, ή πιο σωστά οι δύο ομάδες που εξασφάλισαν την άνοδο στην Superleague. Θεωρητικά τόσο ο Γιώργος Πετράκης με την Κηφισιά όσο και ο Παύλος Δερμιτζάκης με τον Πανσερραϊκό έκαναν πολύ καλή δουλειά και, αντικειμενικά, πέτυχαν τον στόχο που τους τέθηκε: κέρδισαν την άνοδο. Και έχασαν, και οι δύο, τη δουλειά τους. Δεν χρειάζεται μεγάλη τεκμηρίωση το συμπέρασμα ότι για ακόμη μια φορά δύο ελληνικές ποδοσφαιρικές ιστορίες στέλνουν το λάθος μήνυμα. Όποιος και αν είναι ο λόγος, αποχώρησαν δύο προπονητές που πέτυχαν τον στόχο. Κάπου εδώ χάνεται ο ορισμός της έννοιας “επίτευξη στόχου” και δημιουργείται μια μεγάλη σύγχυση σχετικά με το τι είναι επιτυχία και πότε “κερδίζει” ένας προπονητής το προνόμιο να συνεχίσει το έργο του.
Εδώ και δεκαετίες το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν ευνοεί τη δουλειά των προπονητών. Γι’ αυτό και, όπως “γκρινιάζουμε” συχνά σχετικά με την ελληνική νοοτροπία των διοικήσεων κατά την αξιολόγηση των προπονητών, σήμερα πρέπει να υπογραμμίσουμε την αξία της στήριξης και της αναγνώρισης του έργου προπονητών που εξασφάλισαν την παραμονή τους παρόλο που δεν πέτυχαν όλους τους αθλητικούς στόχους. Το ξαναγράφω, δεν είναι μικρό πράγμα να “διώχνει” η Superleague λιγότερους από την Premier League, όσο και αν έχει αλλοιωθεί η ταυτότητα και η νοοτροπία της Premier League.
ΥΓ. Δεν έχω δει τις αποδόσεις, αλλά αν η τιμή της απόδοσης είχε στοιχηματική αξία τότε θα πόνταρα στο στοίχημα ότι δεν θα ολοκληρώσουν τη σεζόν όλοι οι προπονητές των μεγάλων ομάδων.
Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.