Ας φτιάξουμε επιτέλους κι άλλους Λαρεντζάκηδες

Ας φτιάξουμε επιτέλους κι άλλους Λαρεντζάκηδες

Ας φτιάξουμε επιτέλους κι άλλους Λαρεντζάκηδες
Μια ημέρα μετά τον δίκαιο αποκλεισμό στο Ευρωμπάσκετ ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης γράφει για την ωμή αλήθεια -που πρέπει να δούμε κατάματα- για το πραγματικό επίπεδο της εθνική μας ομάδας, για την τρύπια δεξαμενή στην παραγωγική διαδικασία και το χαμένο μπασκετικό μας DNA.

Επειδή αρκετοί διαβάζετε μόνο έναν τίτλο, ειδικά στα social, να πω εξ αρχής πως ο συγκεκριμένος στο... “παρόν” πόνημα δεν έχει στόχο να μειώσει την προσφορά των πρωτοκλασάτων παικτών της εθνικής μας ομάδας. Πάμε παρακάτω τώρα...


Το μπάσκετ είναι και άθλημα ουσίας, όσο και αν από τη μορφή του δείχνει να είναι περισσότερο θεαματικό απ' ότι άλλα ομαδικά. Μπορεί να εστιάζουμε πολύ σε (αλήθεια) υπέροχες προσπάθειες στην επίθεση, με ατομικό ταλέντο, έμπνευση, ευστροφία και αθλητικές ικανότητες, γιατί αυτό θέλει (και λογικά) ο μέσος θεατής. Αλλά τις περισσότερες φορές αυτό είναι το παντεσπάνι μας. Το ψωμί τους όλες οι ομάδες το τρώνε με τη σκληρή δουλειά στην αμυντική προσέγγιση του αγώνα. Και εδώ είναι που κολλάει ο τίτλος και οι “Λαρεντζάκηδες”. Και με την ευκαιρία να σημειώσω (προς αποφυγή και πάλι παρεξηγήσεων) πως αυτός ο χαρακτηρισμός είναι τιμητικός και διόλου υποτιμητικός. Αφορά βέβαια καθαρά υποκειμενική κρίση.


Βγαίνοντας λίγο έξω από το πλαίσιο της εθνικής ομάδας και ανοίγοντας το “πλάνο”, αν δούμε όλο το τοπίο του ελληνικού μπάσκετ, δύσκολα θα βρούμε τον επόμενο Γιάννη (λογικό γιατί είναι παγκόσμιο φαινόμενο), πολύ δύσκολα τον επόμενο Σπανούλη και Διαμαντίδη (με όλο το σεβασμό στην αξία και τις επιτυχίες τους, Σλούκας και Καλάθης δεν μπαίνουν στα παπούτσια των παραπάνω, χωρίς αυτό να τους υποτιμά), το μεγάλο πρόβλημα όμως στα μάτια μου είναι ότι πολύ δύσκολα θα βρεις στο ελληνικό μπάσκετ “Λαρεντζάκηδες”. Εργάτες και στην άμυνα και στην επίθεση, με μπασκετική υποδομή, ευφυϊα αλλά και προσήλωση στο πλάνο και πάθος να κυνηγήσουν ότι πρέπει να αναλογεί στην ομάδα τους, μέσα στον αγώνα. Σε αυτή την κατηγορία βάζω και τον αρχηγό Κώστα Παπανικολάου, όπως ασφαλώς (με σφραγίδα στην παρουσία του σε αυτό το τουρνουά) τον Γιάννη, αλλά ο Γιαννούλης δεν λογίζεται στους “σταρ” της ομάδας και κλήθηκε να δώσει λύσεις, σε περιορισμένο χρόνο και υπό ειδικές συνθήκες. Χωρίς να έχει χρόνο συμμετοχής στο παρκέ και με τη μπάλα στα χέρια για να βρει ρυθμό, έδωσε το 120% του εαυτού του. Πιστεύω ότι κάθε προπονητής να νιώθει πλήρης αν έχει 3-4 τέτοιους παίκτες στην ομάδα του, πέρα από τα πρώτα “βιολιά”. Τα οποία βέβαια δεν μπορούν στο σύγχρονο μπάσκετ να είναι σε άλλη λογική και να δημιουργούν “τρύπα” στην άμυνα σου.


Και αυτό το Ευρωμπάσκετ δείχνει ότι όσο και να θαυμάζουμε τους μεγάλους σταρ, αν μιλάμε για μονάδες που δεν έχουν συμπολεμιστές δίπλα τους, ο δρόμος κάπου έχει πρόωρο τέλος. Το έπαθε ο Γιόκιτς, το έπαθε ο Γιάννης, δεν είναι απίθανο να το πάθει και ο Ντόνσιτς. Αν η ομάδα φτάσει να τα περιμένει όλα απο έναν, όχι στην τελευταία επίθεση, αλλά σε ένα ολόκληρο ημίχρονο τότε απλά δεν είναι η ομάδα που πρέπει, τουλάχιστον για το συγκεκριμένο παιχνίδι. Όσο περισσότερους εργάτες λοιπόν έχεις στην ομάδα σου, όσο πιο πολύ κυνηγήσεις τις πιθανότητές σου, όσο συνεχίσεις να κατανοείς την κρισιμότητα των στιγμών, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχεις να πετύχεις. Ας μην σταθούμε παρακαλώ σε ειδικές περιπτώσεις όπως η Dream Team(s) ή η κυριαρχική Ισπανία, αν και ακόμα και αυτές (για τα δικά τους δεδομένα) είχαν και εργάτες πολυτελείας σε κάποιες versions τους.


Ειδικά για τον αγώνα με τη Γερμανία αν μιλήσεις με κάποιον που βλέπει το μπάσκετ στα τεχνικά του στοιχεία πιο εξειδικευμένα από τον απλό γνώστη θα καταλάβεις ποσά πολλά πράγματα έγιναν λάθος. Το άρθρο του Κωνσταντίνου Μελάγιες είναι εξαιρετικό προς αυτή την κατεύθυνση. Το γιατί δεν έγιναν (ή δεν έγιναν σωστά) αυτά που επισημαίνονται, δείχνει να είναι θέμα ημέρας, συγκέντρωσης και ενέργειας και όχι σχεδιασμού. Ότι και να είναι όμως αφορά την καταγραφή του απολογισμού της προσπάθειας προκειμένου το τεχνικό επιτελείο της εθνικής να πάει στην επόμενη ημέρα. Αφού πρώτα μάθουμε ποιο (θα) είναι το τεχνικό επιτελείο σε αυτή την επόμενη μέρα, που αφορά την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Και αυτό είναι απλά ένα από το θέματα που καλείται να διευθετήσει η ΕΟΚ. Γιατί πίσω από τις λαμπερές εμφανίσεις, τον ηγέτη Γιάννη, ακόμα και την πίκρα στο τέλος της προσπάθειας, υπάρχει μια τεράστια τρύπα που χάσκει και για να κλείσει χρειάζεται υπομονή και σχεδιασμό. Μιλάμε για την παραγωγική διαδικασία, που θα φέρει σωστά δομημένους παίκτες (εντέλει) στην εθνική ομάδα των ανδρών, αφού περάσουν όλα τα προηγούμενα στάδια ως μέλη ομάδας και όχι ως μονάδες. Γιατί τα τελευταία χρόνια διολισθαίνουμε (ως χώρα) σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, ενώ στα γήπεδα όλης της Ελλάδα εκατοντάδες παίκτες είναι πεισμένοι ότι ετοιμάζονται, στην καλύτερη περίπτωση για τα draft του ΝΒΑ και στη χειρότερη για την Α1. Βαρύ αλλά όχι ψευδές!


Όλοι αυτοί όμως δεν είναι “Λαρεντζάκηδες”. Δεν είναι άτομα (πρώτα απ' όλα και μετά παίκτες) που αγαπάνε πρώτα το άθλημα και θα “ματώσουν” γι αυτό. Που δεν θα αποδεχθούν την ήττα ακόμα και στην κακή τους μέρα, μέχρι την κόρνα της λήξης. Και αυτό δεν θα γίνει με τη...φουστανέλα και το γιαταγάνι, αλλά έχοντας μάθει σωστά το μπάσκετ και την αξία της ομάδας και του συμπαίκτη.


Οι διεθνείς μας μέχρι εκεί που έφτασαν στο Ευρωμπάσκετ, μέχρι εκεί που έφτασαν μας χάρισαν μεγαλύτερη ελπίδα για το μέλλον, σε σχέση με άλλες διοργανώσεις. Έκαναν την καρδούλα μας να... πεταρίσει ξανά. Τους αξίζει ένα μεγάλο “ευχαριστώ” για αυτό. Αυτοί και οι προπονητές, πρώτα απ' όλους δεν κοιμήθηκαν το βράδυ μετά την ήττα. Στο επικοινωνιακό κομμάτι όμως, το “μπαμ” (μη γελιόμαστε) έχει να κάνει κυρίως με την επιδραστικότητα του Γιάννη κυρίως στη νέα γενιά. Απόδειξη ότι επειδή πορεία στη διοργάνωση συνέπεσε με το άνοιγμα της δραστηριότητας των ακαδημιών μπάσκετ, η προσέλευση σε αυτές ήταν μεγαλύτερη. Αυτό είναι που πρέπει να κρατήσει και να διαχειριστεί η ΕΟΚ στη συνέχεια, για να χτίσει. Ακόμα και αν δεν έχουμε (ή όσο έχουμε) από εδώ και πέρα τον ίδιο τον Γιάννη στην ομάδα, πρέπει να είναι σημείο αναφοράς για το ελληνικό μπάσκετ. Όχι κυρίως για την επιτυχία του, αλλά για την απίστευτη δουλειά του μέχρι να φτάσει σε αυτή. Ευελπιστώ ότι ως σύγχρονος επιχειρηματίας ο πρόεδρος της ΕΟΚ γνωρίζει άριστα την αξία του μάρκετινγκ. Όσο για τη διαθεσιμότητα του Γιάννη στις επόμενες μεγάλες διοργανώσεις (για να το διευκρινίσω) δεν αμφισβητώ την επιθυμία του. Αυτή την είδαμε και με το παραπάνω σε Μιλάνο και Βερολίνο. Τα χρόνια που θα προστίθενται όμως στα πόδια του, σε συνδυασμό με τις μεγάλες απαιτήσεις και επιβαρύνσεις στον βασικό του στόχο, που είναι το ΝΒΑ, μεγαλώνουν τα ερωτηματικά.

Οι... τελειωμένοι Ισπανοί και η ωμή αλήθεια


Θα γράψω ξανά ότι στα μάτια μου η εθνική ομάδα των ανδρών δεν πρέπει να είναι η βιτρίνα του ελληνικού μπάσκετ. Ως αρκετά...γραφικοί, στην αρχή του τουρνουά με την Ισπανία να ζορίζεται με ομάδες που άλλες φορές δεν έβλεπε αρκετοί έλεγαν: “Μα που είναι οι πιτσιρικάδες που έφεραν τα μετάλλια για τις μικρές ομάδες της φέτος; Δεν χωρούσε κανένας στη μεγάλη εθνική;”. Το ότι αυτή η -στα μάτια μας “λειψή” Ισπανία είναι στην τετράδα με τον Ρούντι να βάζει τα μεγάλα σουτ όταν έκαιγε η μπάλα, δείχνει ότι ο χαρακτήρας που έχτισε η δυναστεία των Ισπανών δημιουργεί την υποχρέωση στους διαδόχους, όλων των ηλικιών, να δώσουν τη συνέχεια. Το σημαντικότερο όμως είναι πως αυτή η συνέχεια, χτίζεται με συγκεκριμένο σχέδιο εδώ και χρόνια. Γιατί η βιτρίνα του “κανονικού” μπάσκετ οφείλει να έχει περισσότερα του ενός επιτεύγματα.


Θα έλεγα λοιπόν πως πρέπει να αντικρούσουμε την αλήθεια. Αυτή λέει ότι χωρίς τον Γιάννη και με βάση το υλικό που έρχεται από πίσω η εθνική ανδρών είναι ομάδα επιπέδου Βελγίου. Το οποίο εδώ που τα λέμε κακή ομάδα δεν είναι. Απλά δεν είναι στο πάνω ράφι. Οπότε ναι, δεν είμαστε στο πάνω ράφι με βάση το τι υπάρχει στη δεξαμενή του ελληνικού μπάσκετ. Όπως και δεν είμαστε φαβορί μπαίνοντας στο γήπεδο για να αντιμετωπίσουμε τη Γερμανία. Αν δεν έχει δει κάποιος το Ευρωμπάσκετ από την αρχή μπορεί να λέει ότι θέλει. Δεν έμοιαζαν ανυπέρβλητο εμπόδιο οι οικοδεσπότες, αλλά είναι σε πολύ καλό φεγγάρι αγωνιστικά και πνευματικά.


Και κάτι ακόμα. Όσοι μιλούν για “ιστορική ευκαιρία” κόντρα στη Γερμανία και συνολικά σε αυτό το Ευρωμπάσκετ καταλαβαίνουν τι ακριβώς λένε; Κάνουν αυτή την αναφορά γιατί (λέει) ήταν βατός ο δρόμος με βάση το πως προέκυψαν οι διασταυρώσεις. Αν όμως αυτό το χαρακτηρίζεις “ιστορική” ευκαιρία, τότε αυτομάτως μειώνεις το επίπεδο της ομάδας του, γιατί είναι σα να λες ότι μόνο λόγω συγκυριών έχει την ελπίδα να φτάσει στα μετάλλια. Κάτι που -τελικά- μπορεί και να μην είναι εντελώς ψέμα.


Εμείς όμως ας φτιάξουμε μπασκετικούς μαχητές, ας ακούσουμε πάλι το μπασκετικό μας DNA, γιατί αυτός είναι ο πραγματικός μας εαυτός και ας αποδεχτούμε ακόμα και ένα κενό κάποιων ετών αν είναι να δουλέψουμε σωστά. Κάτι που αφορά ΕΟΚ, ενώσεις και συλλόγους. Η μεγάλη μάζα των φιλάθλων θα εξακολουθεί να ενθουσιάζεται ή να μουρμουράει και να σιχτιρίζει στις νίκες ή τις ήττες αντίστοιχα. Αλλά αυτό δεν αφορά αυτούς που ανέλαβαν να πάνε στο άθλημα μπροστά και έχουν την καυτή μπάλα στα χέρια. Δεν ξέρω βέβαια αν αυτό μπορεί να γίνει με ξένους στην Α2 και κοινοτικούς στις εθνικής κατηγορίες αλλά αυτοί θα κριθούν για τις αποφάσεις τους. Πιθανολογώ και πιο σκληρά από τους προκατόχους τους.

@Photo credits: INTIME

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Δημήτρης Κωνσταντινίδης
Δημήτρης Κωνσταντινίδης

Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης βρίσκεται στην αθλητική δημοσιογραφία από το 1984, επί σειρά ετών συντάκτης, αρχισυντάκτης και διευθυντής σύνταξης σε αθλητικές και πολιτικές εφημερίδες, ραδιοφωνικός παραγωγός (εντός και εκτός αθλητικών) από το 1989 και...υπήρετης του digital και των αθλητικών sites από τις αρχές των... '00s στα πρώτα τους βήματα. Αρθρογράφος και podcaster πλέον του κορυφαίου αθλητικού μέσου της χώρας που τον φιλοξενεί (και τον...ανέχεται) από το 2020.