Σερέλης: «Το αν είμαι καλός προπονητής, δεν μπορεί να φανεί στο Λαύριο!»

Σερέλης: «Το αν είμαι καλός προπονητής, δεν μπορεί να φανεί στο Λαύριο!»

Σερέλης: «Το αν είμαι καλός προπονητής, δεν μπορεί να φανεί στο Λαύριο!»

bet365

O 47χρονος προπονητής του Λαυρίου ανοίγει την καρδιά του στο Gazzetta, ξεδιπλώνει το φιλμ της 17χρονης θητείας του στην προπονητική και αποδεικνύει ότι η αυτογνωσία είναι από τα σημαντικότερα πλεονεκτήματά του.

Δεν είναι λίγες οι φορές που στον αθλητισμό η ιστορία γράφεται... κατά λάθος ή από σπόντα! Στην περίπτωση του Χρήστου Σερέλη, ίσχυσε η δεύτερη επιλογή υπό την έννοια ότι η έναρξη της καριέρας του σαν head coach προέκυψε από την αποχώρηση του Ανδρέα Πολέμη από τον πάγκο του Λαυρίου, την άνοιξη του 2004!

Ο νυν τεχνικός των δευτεραθλητών Ελλάδας και κατά την ταπεινή μου άποψη προπονητής της χρονιάς στην Basket League, ήταν τότε assistant-coach και η διοίκηση του έδωσε την ευκαιρία να κοουτσάρει την ομάδα για τις 4 τελευταίες αγωνιστικές. Το 4/4 που ακολούθησε αλλά και η εξαιρετική «χημεία» με τους παίκτες, επέκτειναν αρχικά τη συνεργασία του για άλλον έναν χρόνο και τα υπόλοιπα αποτελούν απλά τις λεπτομέρειες της πιο μακρόχρονης προπονητικής θητείας στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ!

Το βασικό ερώτημα που πλανάται μετά την εκπληκτική εφετινή πορεία του Λαυρίου είναι εύλογο: Μετά από τέσσερις νίκες επί του Προμηθέα, τρεις επί της ΑΕΚ, δύο επί του Παναθηναϊκού και του Περιστερίου και κατ' επέκταση την 2η θέση στο πρωτάθλημα και την πρόκριση στα ημιτελικά του Κυπέλλου, πόσο καλός προπονητής είναι τελικά ο Χρήστος Σερέλης;

Η απάντηση βρίσκεται στο κείμενο αλλά και στο video που ακολουθούν!

Η σχέση του Χρήστου Σερέλη με το μπάσκετ πως άρχισε; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είσαι παιδί του '87;

«100%! Έναν χρόνο πριν το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, έκανα το πρώτο μου δελτίο σε ηλικία 12 ετών στο Λαύριο και από τότε δεν θυμάμαι ούτε μία μέρα τον εαυτό μου χωρίς την μπάλα στα χέρια!»

Δηλαδή είσαι από την ομάδα από 12 ετών;

«Ακριβώς! Από το εφηβικό γιατί στην αρχή δεν υπήρχε παιδικό, εν συνεχεία στο ανδρικό από 15-16 ετών και αργότερα στο τεχνικό τιμ. Γενικά όλη αυτή η διαδρομή με έκανε να αγαπήσω πάρα πολύ το άθλημα και προοδευτικά να αποφασίσω ότι θα είναι συνέχεια στην ζωή μου!»

Σαν έφηβος έβλεπες αρχικά τον εαυτό σου σαν μπασκετμπολίστα και στη συνέχεια σαν προπονητή; Και πως προέκυψαν οι σπουδές σου σαν πολιτικός μηχανικός;

«Ήθελα πολύ να γίνω μπασκετμπολίστας, αλλά επειδή ήμουν καλός μαθητής, οι γονείς με έσπρωχαν προς το πανεπιστήμιο. Αν μπορούσα να πάρω μόνος μου την επιλογή, θα στρεφόμουν ολοκληρωτικά στο μπάσκετ. Αλλά δεν ήμουν ψηλός και απ' ό,τι φάνηκε όχι και τόσο καλός για να τα καταφέρω σαν παίκτης, οπότε προσπάθησα να τα συνδυάσω.»

Το μπασκετικό ίνδαλμα εκείνη την εποχή ποιο ήταν; Σε ποιον παίκτη θα ήθελες να μοιάσεις;

«Θέλει και ερώτημα, ο Νίκος Γκάλης!»

Πότε πήρες τα πρώτα σου χρήματα από το μπάσκετ;

«Την σεζόν 2004-2005, όταν και ανέλαβα από την αρχή της σεζόν την ομάδα, αλλά και τότε δεν θεωρούσα ότι αμείβομαι, ότι ήμουν επαγγελματίας προπονητής. Απλά εκλάμβανα την ενασχόλησή μου με την προπονητική σαν χόμπι και εισέπραττα ένα χαρτζιλίκι. Πως ήμουν στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο, που στον ελεύθερό μου χρόνο έπαιζα μπάσκετ; Κάπως έτσι ήταν και για μένα η προπονητική. Πήγαινα το πρωί στην δουλειά μου και το απόγευμα έκανα την πλάκα μου.»

Ένας αστικός μύθος αναφέρει μία ιστορία, σύμφωνα με την οποία, πριν από 17 χρόνια, «συνωμότησε το σύμπαν» στο να μην φύγεις ποτέ από το Λαύριο και σε βοήθησε να γίνεις επαγγελματίας προπονητής... Θέλεις να μας την διηγηθείς;

«Τη σεζόν 2003-2004, ήμουν βοηθός του Ανδρέα Πολέμη, ο οποίος όμως, 4 αγωνιστικές πριν από το τέλος παραιτήθηκε. Η ομάδα εκείνη την χρονιά είχε σαν στόχο την άνοδο, αλλά βρισκόταν στα μέσα της βαθμολογίας και ο τότε πρόεδρος, ο Γιάννης ο Παρασκευής, μου ζήτησε να αναλάβω την τεχνική ηγεσία μέχρι το τέλος, γιατί ήταν δύσκολο να έρθει προπονητής μόλις για τέσσερις αγώνες. Κάπως έτσι έγινα head-coach και από την στιγμή που τελειώσαμε με 4/4, έμεινα μέχρι τώρα (σ.σ.: γέλια)!»

«Όλοι στο Λαύριο ξέρουν ότι και λάθος να κάνω, δεν έχω δόλο!»

Να υποθέσω ότι κάθε χρόνο υποβάλεις τον εαυτό σου σε μία ενδοσκόπηση, σε έναν ετήσιο απολογισμό της σεζόν που πέρασε. Όταν συζητάς με τους φίλους ή όταν σκέφτεσαι τις παραμέτρους που συνέβαλαν στην μακροχρόνια και άκρως επιτυχημένη συνεργασία σου με το Λαύριο, που καταλήγεις;

«Το πρώτο πράγμα είναι η εντοπιότητα. Όλοι ξέρουν ότι είμαι γέννημα θρέμμα του Λαυρίου, ότι πονάω αυτόν τον σύλλογο, όπως πονάω την οικογένειά μου και ακόμη και λάθη να κάνω, δεν μου καταλογίζει κανείς δόλο. Το δεύτερο είναι ότι από τότε που έχω αναλάβει, έχουμε μία σταθερά ανοδική πορεία και δεν είμαστε μία ομάδα-”ασανσέρ”. Δεν έχουμε υποβιβαστεί ποτέ σε μία κατηγορία, ίσα-ίσα που όλα αυτά τα χρόνια κάνουμε αισθητή την παρουσία μας και παρουσιάζουμε μία θετική εικόνα.»

Όσοι γνωρίζουν καλά, πράγματα και καταστάσεις, μου έχουν πει ότι η διαδρομή προς τα σαλόνια του ελληνικού μπάσκετ, στα οποία αγωνίζεστε ανελλιπώς από το 2015, άρχισε έναν χρόνο αργότερα από ένα εκπληκτικό φινάλε στο πρωτάθλημα...

«Παίζαμε στην έδρα μας με το Ψυχικό που διεκδικούσε άνοδο κι εμείς θέλαμε τη νίκη για να παραμείνουμε στην Α2. Χάναμε ένα καλάθι και ο Γιάννης ο Κακιούζης ευστόχησε σε μία από τις δύο βολές. Ακολούθησε μία διακοπή σχεδόν 10 λεπτών λόγω τεχνικού προβλήματος στο χρονόμετρο και όταν το παιχνίδι ξανάρχισε, ο Πέτρουλας έκανε λάθος επαναφορά και με τρίποντο του Ψωμαδέρη πίσω από την σέντρα στην εκπνοή, κερδίσαμε το παιχνίδι. Κάπως έτσι εξασφαλίσαμε την σωτηρία μας και την επόμενη περίοδο, ανεβήκαμε στην Α1 Κατηγορία.»

Πλέον το Λαύριο συμπλήρωσε 6 χρόνια στην Α1, έφτασε στους τελικούς του πρωταθλήματος και τους ημιτελικούς του Κυπέλλου, νίκησε δύο φορές τον Παναθηναϊκό και τρεις την ΑΕΚ. Για να φτάσετε στο επίπεδο της εφετινής χρονιάς, όμως, έπρεπε να περάσετε από διάφορά στάδια και να πετυχαίνετε κάθε χρόνο μικρούς στόχους. Ποιο ήταν το πλάνο ευθύς εξ' αρχής;

«Στην αρχή είμαστε πάρα πολύ άπειροι σε όλα τα επίπεδα κι έπρεπε να μπούμε σε παπούτσια που ήταν πολύ μεγάλα για μας! Αν εξαιρέσουμε τον Νίκο τον Μπάρλο, που μας βοήθησε πάρα πολύ και τους τέσσερις Αμερικανούς που φέραμε, ξεκινήσαμε με στόχο την παραμονή. Την πρώτη χρονιά τα αποτελέσματα ήταν απρόσμενα καλά και εξασφαλίσαμε με το σπαθί μας την σωτηρία. Την δεύτερη χρονιά θέλαμε να σταθεροποιηθούμε στο ίδιο επίπεδο, αλλά κάναμε ένα βήμα παραπάνω και την 3η ήρθε το άλμα, με την είσοδο στην 6άδα και τις 14 νίκες με τις οποίες ολοκληρώσαμε την κανονική περίοδο.»

«Η μελέτη των ξένων ήταν κάποτε χόμπι, τώρα δεν έχω περιθώριο λάθους!»

Πότε άρχισες να ασχολείσαι περισσότερο και να μελετάς την αγορά του κολεγιακού μπάσκετ και γενικότερα των ξένων παικτών, που είναι ένας τομέας στον οποίο έχεις κάνει ένα πολύ καλό όνομα; Από τότε που η ομάδα απέκτησε δικαίωμα μετεγγραφής αλλοδαπών;

«Σ' αυτό έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι από μικρός ήμουν λάτρης του αθλήματος, παρακολουθούσα πολύ μπάσκετ και πολλά παιχνίδια και είχα μία ευρεία γνώση των παικτών που κυκλοφορούσαν. Όταν το καλοκαίρι του 2015 ανεβήκαμε στην Α1 και αυτό που τόσα χρόνια έκανα σαν χόμπι, ήμουν υποχρεωμένος να το κάνω για την δουλειά και μάλιστα με ελάχιστα περιθώρια λάθους, άρχισα πλέον να του δίνω τεράστια βαρύτητα, κοιτώντας rookies από τα κολέγια ή παίκτες με μικρή εμπειρία στην Ευρώπη, πολύ απλά γιατί μόνο αυτούς μπορούσαμε να προσελκύσουμε οικονομικά.»

Σύμπτωση επαναλαμβανόμενη πάντως, παύει να θεωρείται σύμπτωση. Με τόσο μεγάλο ποσοστό επιτυχίας στις επιλογές νεαρών και άσημων Αμερικανών παικτών, νομίζω ότι πλέον αρχίζεις και φτιάχνεις σχολή...

«Αυτό ανήκει στα όρια της υπερβολής! Απλά επειδή έχουμε εδραιωθεί σαν ομάδα, πλέον πληρούμε τις προϋποθέσεις που χρειάζεται ένας καλός νέος ξένος παίκτης, ο οποίος κάνει τα πρώτα του βήματα, έτσι ώστε να ανέβει το πρώτο σκαλοπάτι της καριέρας του. Όσες φορές είχαμε πολύ μικρό budget, προσέχαμε πολύ τις κινήσεις μας και δεν ξεφεύγαμε από τα όρια που είχαμε θέσει, είχαμε πολύ καλά αποτελέσματα. Να φανταστείτε ότι φέτος που τερματίσαμε στην 2η θέση, είχαμε λίγο μικρότερο budget από πέρυσι, που τελειώσαμε 5οι. Πιστεύω ότι η πολύ νοικοκυρεμένη διαχείριση και το πολύ αγαπησιάρικο κλίμα που έχουμε σαν ομάδα, είναι το μεγάλο μυστικό!»

Πως καταφέρνεις και έχεις τόσο υψηλό ποσοστό επιτυχίας στις επιλογές των ξένων;

«Αν έχεις μία ξεκάθαρη φιλοσοφία για το τι στυλ μπάσκετ θέλεις να παίξεις, δεν είναι τόσο δύσκολο. Και αυτό δεν το λέω για να το παίξω έξυπνος. Στο παρελθόν μου έχουν προταθεί πολύ ποιοτικοί παίκτες που έκαναν εξαιρετική καριέρα σε υψηλό επίπεδο, οι οποίοι όμως δεν υποστήριζαν τον τρόπο παιχνιδιού που μου άρεσε και γι' αυτόν τον λόγο δεν τους πήρα. Το πιο σημαντικό κομμάτι για έναν προπονητή που θέλει χτίσει μία ομάδα, είναι να ασχολείται μόνο με παίκτες που ταιριάζουν με την φιλοσοφία του. Όλα αυτά τα χρόνια, για παράδειγμα, δεν μπορούσα να υποστηρίξω και να βοηθήσω τα πολύ ψηλά παιδιά που έπαιζαν ένα μπάσκετ πιο αργό και πιο στοχευμένο μέσα στο “ζωγραφιστό” ή είχαν μία αμυντική προσέγγιση πιο παθητική. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που δεν παίζω ποτέ ζώνη. Στο μυαλό μου, λοιπόν, υπάρχουν τρία πράγματα ξεκάθαρα για τους παίκτες που θέλω. Να είναι πολύ καλός στον αιφνιδιασμό, να είναι αρκετά έως πολύ καλός στο σουτ και στο ένας εναντίον ενός. Αν μπορεί να τα κάνει αυτά και ως ψηλός, στην άμυνα μπορεί να ανταποκριθεί στις αλλαγές ή στην επιθετική αντιμετώπιση, τότε πληροί τις προϋποθέσεις για να αρχίσω να τον βλέπω.»

«Με αναζωογονεί να φτιάχνω κάθε καλοκαίρι την ομάδα από την αρχή!»

Όλη αυτή η διαδικασία, βέβαια, σας βάζει αναγκαστικά στην διαδικασία να φτιάχνετε ομάδες για έναν χρόνο και κάθε καλοκαίρι να μπαίνετε σε διαδικασία αναδόμησης. Αυτό δεν είναι λίγο κουραστικό;

«Ίσα-ίσα που αυτό είναι το ευχάριστο της υπόθεσης. Αυτό που διώχνει την φθορά, ανανεώνει το κίνητρο της δημιουργίας και της αποδοχής από τον μπασκετικό κόσμο και που φυσικά μας κρατάει στην ομάδα τόσα χρόνια. Αυτή η διαδικασία μας δίνει ζωή και χάρη σ' αυτήν διατηρούμαστε στο επίπεδο που έχουμε φτάσει. Τη μοναδική χρονιά που παίξαμε στην Ευρώπη με το υψηλότερο budget στην ιστορία μας, παρ' ολίγο να πέσουμε κατηγορία. Επομένως στο Λαύριο σίγουρα τα χρήματα δεν φέρνουν την ευτυχία και την επιτυχία.»

Μετά την μεγάλη επιτυχία της εφετινής χρονιάς, πόσοι θα μείνουν στην ομάδα; Και ρωτάω γιατί διαβάζουμε ότι ο Κάρτερ πάει στον Ολυμπιακό, ο Ντιαλό στον Παναθηναϊκό, ο Μουράτος έχει προτάσεις από μεγάλες ομάδες...

«Κατ' αρχήν να σας πω ότι αισθάνομαι τεράστια ικανοποίηση και χαρά, μόνο και μόνο που ακούω ότι κάποια από τα δικά μας παιδιά, βρίσκονται στα υπ' όψιν ομάδων της Euroleague ή που ενδεχόμενα θα αυξήσουν το κασέ τους. Όπως είπα και πριν, όλη αυτή η διαδικασία είναι ένας από τους λόγους που η ομάδα μας διατηρείται στο επίπεδο αυτό. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, έχουμε μόλις έναν παίκτη με συμβόλαιο (σ.σ.: Βουλγαρόπουλος), χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι όλοι οι υπόλοιποι θα φύγουν. Και αναφέρομαι κυρίως στους περισσότερους Έλληνες. Για μένα αποτελεί κατόρθωμα το ότι όσοι φύγουν, θα το κάνουν επειδή θα έχουν πολύ συμφέρουσες οικονομικά προτάσεις. Αυτή είναι η μοίρα, όμως αλλά και η δουλειά μας. Και χαιρόμαστε γι' αυτό!»

Ποια είναι η πιο έντονη όμορφη στιγμή που έζησες σε όλη αυτή την διαδρομή;

«Καμιά φορά ο κόσμος μπορεί να πιστεύει ότι χαιρόμαστε περισσότερο με μία νίκη ή με μία κατάκτηση. Εγώ όμως δεν λειτουργώ έτσι. Στις μικρότερες κατηγορίες υπήρχαν παιχνίδια που μας είχαν ξεγραμμένους απέναντι στο πρώτο φαβορί για την άνοδο και στα οποία πήγαμε να παίξουμε αυθημερόν με πούλμαν. Αυτές οι νίκες και η στιγμιαία χαρά που σου προσφέρουν, το παρεϊστικο κλίμα στην ταβέρνα που θα σταματήσεις για να φας με όλη την ομάδα, αποτελούν τον οδηγό για την συνέχεια. Αυτές οι μικρές στιγμές που δένουν τις ομάδες και σου δίνουν κίνητρο για να συνεχίσεις, είναι για μένα είναι πιο σημαντικές από ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Προφανώς, λοιπόν, υπάρχουν πολλές τέτοιες στιγμές και δεν θέλω να ξεχωρίσω κάποια... Αν πρέπει σώνει και καλά να επιλέξω μία, θα πω την εμφάνιση που κάναμε στο ΟΑΚΑ στην 3η μας χρονιά στην Α1, οπότε και φέραμε τον Παναθηναϊκό στα όριά του, χάνοντας στην 2η παράταση. Τώρα που το ξαναθυμάμαι, σε εκείνο το ματς είχαμε δύο Αμερικανούς τραυματίες που κανονικά δεν έπρεπε να παίξουν. Τους βάλαμε όμως, γιατί όλοι στην ομάδα - αλλά και οι ίδιοι - ήταν πεπεισμένοι ότι μπορούμε να νικήσουμε...»

Η πιο δυσάρεστη;

«Ξεκάθαρα η άρνηση του Παναθηναϊκού να “κατέβει” στο ματς με την Κύμη και η ήττα του στα χαρτιά, εξέλιξη που ουσιαστικά προκάλεσε τον παρ' ολίγον υποβιβασμό μας. Αυτό το “άδειασμα” και το “κενό” που δημιουργήθηκε μέσα μου, δεν πιστεύω να το ξανανιώσω..

«Ο Πάντερ και ο Κάρτερ φαινόντουσαν από την αρχή!»

Ποιον παίκτη θα ξεχώριζες από την μακρά λίστα των Αμερικανών που έφερες στο Λαύριο και εν συνεχεία άλλαξαν επίπεδο;

«Από πλευράς χαρακτήρα δεν μπορώ να θυμηθώ κάποιο παιδί που μας δημιούργησε πρόβλημα. Θα ξεχώριζα όμως, τον Στίβεν Γκρέι που φέτος έπαιξε και στο Περιστέρι και τον Τόνι Μέιγιερ, που μετά το Λαύριο πήγε στον Προμηθέα.»

Ποιος ήταν αυτός που, πιο γρήγορα από οποιονδήποτε άλλον, σε έκανε να αντιληφθείς ότι δεν θα μείνει για πολύ μαζί σας;

«Ο Πάντερ και ο Κάρτερ. Για τον πρώτο το είχα πει πριν αρχίσει το πρωτάθλημα στα αποδυτήρια και μάλιστα του είχα μιλήσει και ιδιαιτέρως, γιατί τότε ήταν rookie και οι πιο βετεράνοι τον έβλεπαν ανταγωνιστικά και τον κόντραραν πολύ στην αρχή, επειδή καταλάβαιναν ότι πολύ γρήγορα “θα τους πάρει το ψωμί”! Για τον δεύτερο θα σου πω ότι από την προετοιμασία και τα φιλικά παιχνίδια, φαινόταν ότι η εκτόξευσή του ήταν θέμα χρόνου. Αν δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα με τον κορωνοϊό, θα είχε δείξει πολύ νωρίτερα την αξία του. Νομίζω ότι ο Κάρτερ είναι ήδη έτοιμος για το επίπεδο της Euroleague και θα παίξει πιο γρήγορα από τον Πάντερ

Η έξοδος στην Ευρώπη και η συμμετοχή στους ομίλους του BCL, αναμφίβολα αποτελεί τεράστια επιτυχία για την ομάδα σας. Το ότι από τη νέα σεζόν θα μπείτε – για όσο διάστημα συμβεί αυτό – στην διαδικασια των δύο παιχνιδιών την εβδομάδα και μοιραία θα προπονείστε λιγότερο, δεν σε φοβίζει λιγάκι;

«Αυτό έχει αποδειχθεί στο παρελθόν και με ακόμη πιο έμπειρες ομάδες από μας. Γνωρίζουμε ότι θα αντιμετωπίσουμε μεγαλύτερες δυσκολίες στο πρωτάθλημα και ότι θα χρειαστεί να αποκτήσουμε μεγαλύτερο βάθος και εμπειρία στο ρόστερ μας. Ωστόσο, η φιλοσοφία μας συμβαδίζει με την ευρωπαϊκή συμμετοχή από την στιγμή που την κερδίσαμε με το σπαθί μας και δεν θα προκύψει επειδή ξαφνικά μπήκαν κάποια έξτρα χρήματα στο ταμείο μας. Δεν θα αλλάξουμε, σε καμία περίπτωση, όμως, τα πιστεύω μας. Θα συνεχίσουμε να αναδεικνύουμε παίκτες, αλλά θα προσπαθήσουμε να αξιοποιήσουμε την καλή φήμη που έχουμε αποκτήσει και ενδεχομένως να αναβαθμίσουμε λίγο την ποιότητα αυτών στους οποίους θα στοχεύσουμε φέτος. Θεωρώ ότι αποτελούμε έναν καλό προορισμό για τους νέους Έλληνες παίκτες που θέλουν να χτυπήσουν την πόρτα της Εθνικής ανδρών και μέσα από την σκληρή δουλειά, την αθλητικότητα και τον νεανικό ενθουσιασμό που πιστεύω ότι θα μας διακρίνει και του χρόνου, να είμαστε ανταγωνιστικοί σε όλες τις διοργανώσεις.»

«Δεν φοβάμαι να απολυθώ, αλλά φαντάζομαι τον εαυτό μου σε άλλη ομάδα!»

Ο Χρήστος Σερέλης κοιμάται ποτέ με τον φόβο ότι μπορεί να ξυπνήσει και να απολυθεί; Σκέφτεσαι ποτέ ότι μπορείς να πας για ύπνο ως προπονητής του Λαυρίου και το επόμενο βράδυ να έχεις συμφωνήσεις με κάποια άλλη ομάδα;

«Αυτά είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Για να μην κρύβομαι πίσω από το δάχτυλό μου, το πρώτο δεν το φοβάμαι καθόλου και αυτός είναι και ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους της επιτυχίας μας. Όπου κι αν δουλεύεις, αν δεν τυγχάνεις της εμπιστοσύνης του εργοδότη σου και ανησυχείς για το μέλλον σου, προφανώς εργάζεσαι υπό πίεση και μπορεί να υποπέσεις σε σοβαρά λάθη. Πολλώ δε μάλλον, για να είμαι και δίκαιος, όταν κάποιοι συνάδελφοι έχουν απολυθεί παρ' ότι έχουν πάρει τις σωστές αποφάσεις. Το καλό με την κατάσταση στο Λαύριο, είναι ότι δεν φοβάμαι να κάνω λάθος! Ως προς το δεύτερο, το έχω σκεφτεί και το σκέφτομαι περισσότερο όσο περνάει ο καιρός, στην λογική ενός επόμενου βήματος που μπορεί κάποια στιγμή να έρθει. Χωρίς, ωστόσο, να με αγχώνει καθόλου ή να το κυνηγάω...»

Τελικά ποιος τομέας είναι το φόρτε σου; Θέλω να πω αισθάνεσαι καλύτερος coach, προπονητής, διαχειριστής προσωπικοτήτων ή general manager; Γιατί στο Λαύριο είσαι απ' όλα...

«Όσο μπάσκετ και να ξέρεις, όσο και να σου κόβει στην διάρκεια του ματς, αν δεν είσαι καλός στην διαχείριση προσωπικοτήτων δεν μπορείς να είσαι επιτυχημένος προπονητής. Εν έτει 2021 αυτό είναι νόμος στο μπάσκετ. Όσο για το αν είμαι καλός προπονητής ή καλός coach, αυτό δεν μπορεί να κριθεί στην ομάδα μου, γιατί πολύ απλά το Λαύριο είναι το σπίτι μου! Και ο καθένας στο σπίτι του, κάνει όλες τις δουλειές. Δηλαδή, θα πρέπει να πάω σε μία άλλη ομάδα και να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου. Εκεί θα δούμε τι ψάρια μπορώ να πιάσω...»

Αν σου ζητούσα να ονομάσεις τρεις ανθρώπους στους οποίους έχεις υποχρέωση, ποιους θα επέλεγες;

«Ο πρώτος είναι ο Γιάννης Παρασκευής. Ο πρόεδρος που μέσα σε μία νύχτα, με έχρισε προπονητή στην ομάδα. Αν δεν ήταν αυτός, δεν θα είχα ακολουθήσει αυτή την διαδρομή και ούτε η ομάδα θα είχε δίπλα της έναν άνθρωπο με το όραμα της συμμετοχής στις εθνικές κατηγορίες. Ο δεύτερος δικαιωματικά είναι ο Γιάννης Ψαρράκης. Χωρίς αυτόν το Λαύριο δεν θα έπαιζε στην Α1 Κατηγορία και τώρα δεν θα κάναμε αυτή την συνέντευξη. Ο τρίτος είναι ο Βαγγέλης Βόδινας, που είναι πρόεδρος στον Ερασιτέχνη και πρώην αντιπρόεδρος στην ΚΑΕ. Θεωρώ ότι είχε τεράστια διοικητική συνεισφορά στο κομμάτι της σταθεροποίησης της ομάδας στην Basket League.»

Video credit: Παύλος Σφενδυλάκης, Βασίλης Τσίγκας

 

BASKET LEAGUE Τελευταία Νέα