Το απόλυτο ρεκόρ της Γ’ Εθνικής απέχει μια σεζόν και μια πανδημία!

Το απόλυτο ρεκόρ της Γ’ Εθνικής απέχει μια σεζόν και μια πανδημία!

bet365

Ο Δημήτρης Βέρμπης κυνηγά μετ’ εμποδίων το ρεκόρ του αρχισκόρερ στην ιστορία της Γ’ Εθνικής και δηλώνει έτοιμος στο Gazzetta Weekend Journal να τα βάλει με την πανδημία και τον χρόνο προκειμένου να το πετύχει.

Το να σκοράρει γκολ είναι το χάρισμα και η δουλειά του εδώ και 16 χρόνια. Το να πρέπει να σκοράρει 20 τέρματα την ώρα που μετρά αντίστροφα τις σεζόν που του απομένουν στο ερασιτεχνικό στερέωμα είναι η νέα πρόκληση στην καριέρα του.

Ο Δημήτρης Βέρμπης, ο οποίος αγωνίζεται στην ομάδα της Κηφισιάς, έμαθε πριν από δύο χρόνια ότι βρίσκεται τρίτος στην λίστα των all-time γκολτζήδων της Γ’ Εθνικής και τρέχει να προφτάσει την κορυφή πριν κρεμάσει τα παπούτσια με τις τάπες του.

Ήδη από πέρυσι, ξεπέρασε τον Μιχάλη Κλοκίδη (117) και φέτος σημείωσε 10 γκολ σε 23 αγωνιστικές, προτού η κρίση της πανδημίας προκαλέσει την οριστική διακοπή του πρωταθλήματος τρεις «στροφές» πριν από το φινάλε. Αυτή τη στιγμή, ο 35χρονος πολύπειρος σκόρερ έχει σημειώσει 128 γκολ και κυνηγάει τον ρέκορντμαν κι άλλοτε φορ των ΑΕΛ, Ξάνθης και Άρη στην α’ κατηγορία, Θωμά Κυπαρίσση, ο οποίος σταμάτησε στα 147.

Για όσους παρακολουθούν ελληνικό ποδόσφαιρο στις χαμηλότερες κατηγορίες οι συστάσεις με τον Δημήτρη Βέρμπη περιττεύουν. Για όσους πάλι όχι, τα 29 γκολ που πέτυχε στον όμιλο της ΑΕΚ στη Γ' Εθνική (2013/14) αποτελούν κατάλληλο τεκμήριο της αξίας του. Γεννημένος στην Θεσπρωτία, μεγάλωσε από τα 8 του χρόνια στη Γερμανία, ακολουθώντας τους γονείς του που μετανάστευσαν στο Μόναχο.

Το μικρόβιο της μπάλας τον είχε προσβάλλει από τις Ηπειρώτικες αλάνες κι έτσι κατά την παραμονή του στη Βαυαρία εντάχθηκε στα τμήματα υποδομής της ιστορικής Μόναχο 1860, όπου και έμεινε για έξι χρόνια. Αμέσως μετά, μεταπήδησε στις ακαδημίες της τοπικής Unterhaching, η οποία στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας έκανε την παρθενική της εμφάνιση στην Bundesliga.

Μαζί της έπαιξε στην Λίγκα των Nέων, κατάφερε να σκοράρει κόντρα στην Μπάγερν που τότε έβγαζε από τα σπλάχνα της τους Φίλιπ Λαμ, Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ και Παόλο Γκερέρο και ως έφηβος προωθήθηκε και στην δεύτερη ομάδα που έπαιζε στην Regionaliga (Δ΄ κατηγορία). Από τα 19 του χρόνια παίζει σταθερά στην Ελλάδα, με θητεία σχεδόν σε διψήφιο αριθμό σωματείων.

Άρης, Απόλλων Αθηνών, ΠΑΣ Γιάννινα Β’, Ολυμπιακός Βόλου, Πιερικός, ξανά στον Απόλλωνα ως… Σμύρνης, Πανθηραϊκός κι έπειτα διπλή θητεία στην Κηφισιά κι ενδιάμεσος σταθμός το Αιγάλεω, συνθέτουν το πλούσιο βιογραφικό του. Κόντρα στα εμπόδια, χρονικά και υγειονομικά, βάζει πλώρη πλέον για το πιο χειροπιαστό «γαλόνι», στο τελευταίο του κεφάλαιο, χάρη στο οποίο θα τυποποιήσει με τη σφραγίδα του τον τίτλο του αρχισκόρερ στην παραδοσιακά τρίτη τη τάξει κατηγορία του ελληνικού ποδοσφαίρου.

- Πρόσω ολοταχώς για το ρεκόρ λοιπόν. Πώς αντέδρασες όταν έμαθες ότι βρίσκεσαι κοντά σε κάτι τέτοιο;

«Είχε βγάλει ένα άρθρο η ΕΡΤ πριν από δύο χρόνια και το είχα διαβάσει. Δεν το περίμενα να πω την αλήθεια, δεν ξέρω γιατί δεν είχα δώσει βάση. Δεν πίστευα ότι μπορεί να είμαι τόσο ψηλά και να είμαι κοντά στην ίδια λίστα με ονόματα όπως ο Μιχάλης ο Κλοκίδης, που ήταν ένας φοβερός ποδοσφαιριστής και ο Κυπαρίσσης φυσικά. Δεν υπήρχε ως στόχος πάντως ποτέ, απλά όταν το έμαθα λειτούργησε σαν ένα έξτρα κίνητρο που θα με κάνει για παράδειγμα να παίξω άλλους έξι μήνες αν έχω υγεία για να το πετύχω».

- Πιστεύεις θα προλάβεις να το καταφέρεις στην επόμενη σεζόν, μετά και τις φετινές επιπλοκές;

«Δεν ξέρω αν θα φτάσει, μπορεί και να χρειαστεί άλλη μία έτσι όπως έγιναν τα πράγματα. Εύχομαι να μην χρειαστεί παραπάνω, είμαι 35 χρονών άλλωστε. Το θέμα είναι να είσαι στο γήπεδο και να μη νιώθεις μειονεκτικά απέναντι στους άλλους, να μην κάνεις κάτι με το ζόρι. Το επίπεδο δεν το θεωρώ δύσκολο, ειδικά της φετινής Γ’ Εθνικής, άποψη μου. Νομίζω μπορώ να ανταπεξέλθω και του χρόνου και ίσως και για ακόμη μια χρονιά. Δεν το έχω στο μυαλό μου ότι θα πρέπει να παίξω μόνο και μόνο για το ρεκόρ. Και να υπήρχε ήδη δηλαδή, θα έπαιζα σίγουρα για ακόμη έναν χρόνο. Εγώ θα επιδιώξω να παίξω στη Γ’ Εθνική, του χρόνου με την Κηφισιά και μετά βλέπουμε. Ελπίζω η ομάδα να αντέξει, διότι ο στόχος της ήταν να πρωταγωνιστήσει, να γίνει πολύ καλύτερη, συνεπώς αν δεν αλλάξουν τα πράγματα λόγω της κατάστασης που περνάμε, θα είναι πολύ σημαντικό και για το ρεκόρ πιστεύω, για όσο συνεχίσω. Μακάρι να τα καταφέρω, να έχω κάτι τέτοιο ως παρακαταθήκη από το ποδόσφαιρο».

- Φέτος θα μπορούσες να παίζεις στην Football League. Τι ήταν αυτό που έφερε το τέλος στη συνεργασία σου με το Αιγάλεω;

«Ήρθαν πέρυσι έτσι τα πράγματα και μπερδευτήκαμε. Δεν είχε να κάνει ούτε για επεισόδιο οπαδών και παικτών που είχε ακουστεί. Εγώ με τους οπαδούς δεν είχα κανένα πρόβλημα, όλους τους οπαδούς του Αιγάλεω τους συμπάθησα και τους εκτίμησα, εκτός φυσικά από 1-2 περιπτώσεις, λογικό είναι. Την απόφαση για τη συνεργασία μας την πήρε το Αιγάλεω, εγώ συνέχισα, έκανα την επιλογή μου, διάλεξα την Κηφισιά που την ήξερα από παλιά και της είχα εμπιστοσύνη».

- Σκέφτηκες μήπως και ως ρίσκο το αυξημένο επίπεδο σε μια υψηλότερη κατηγορία;

«Λόγω ηλικίας είχα έναν προβληματισμό για την Football League, αλλά αν το θέλουν και οι δύο πλευρές υπάρχουν φόρμουλες. Για παράδειγμα ίσως θα μπορούσα να χρησιμοποιηθώ σε κάποια εντός έδρας εύκολα ματς, ή μετά το 60’ όταν χρειάζεσαι το γκολ. Θα μου άρεσε να βρίσκομαι στην ομάδα σε έναν τέτοιο ρόλο, χωρίς να είμαι το βασικό φορ, καθαρά για αθλητικούς λόγους και λόγους ηλικίας. Νιώθω και ξέρω ότι δεν είμαι στο τοπ επίπεδο, αν και επειδή είδα μερικά ματς στην Football League, το επίπεδο δεν ήταν τρομερό, είχε ναι μεν τρεξίματα αλλά κατά τα άλλα… έτσι κι έτσι».

- Χωρίς φυσικά να μπορείς να προβλέψεις ότι θα προκύψει η κρίση της πανδημίας, θεώρησες εγγυημένη επιλογή να επιστρέψεις στην Κηφισιά;

«Ναι, η επιλογή είχε να κάνει με την εμπιστοσύνη, είχα παίξει 4,5 χρόνια εκεί, ξέρω τη διοίκηση, τους ανθρώπους, έχουμε μια πολύ καλή σχέση».

- Σε τι φάση βρίσκεστε μετά την οριστική διακοπή; Έχετε λάβει κάποια επίσημη ενημέρωση για τη συνέχεια;

«Η ενημέρωση είναι ότι τελείωσε το πρωτάθλημα. Τώρα είναι άγνωστο τι θα γίνει, επαγγελματικά συμβόλαια έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν σε αυτή την κατηγορία για να σε δεσμεύει κάτι. Εγώ έχω συμφωνία για ακόμη έναν χρόνο και θα την τιμήσω».

- Οικονομικά μιλώντας, ποιο είναι το status των παικτών εν μέσω πανδημίας; Λαμβάνετε κάποιο εισόδημα από το κράτος ή η ενίσχυση έρχεται μόνο από την ομάδα;

«Εμείς δεν παίρνουμε κάτι από το κράτος, δεν υπάρχουν συμβόλαια όπως στη Football League. Γενικά είμαστε στον αέρα, από κει και πέρα η κάθε ομάδα ξεχωριστά πράττει ανάλογα. Σε εμάς η διοίκηση συμπεριφέρεται σωστά μέχρι στιγμής, αλλά ακόμα είναι νωρίς. Εφόσον δεν είμαστε κάπου δεμένοι, η κάθε διοίκηση κάνει ό,τι θέλει στην ουσία. Βέβαια, όταν τελειώσει όλο αυτό θα υποστεί και τις συνέπειες. Αν συμπεριφερθείς καλά αυτό θα ακουστεί στον ποδοσφαιρικό κόσμο. Κάποιοι παίκτες θα διαλέξουν πιο εύκολα μια ομάδα και άλλοι θα δυσκολευτούν να βρουν, όλα παίζουν ρόλο».

- Με την επιστροφή σας στις προπονήσεις να είναι αόριστη, πώς κρατιέσαι σε φόρμα αυτή την περίοδο;

«Εγώ έχω στο μυαλό μου ότι από τέλη Ιουλίου θα μπούμε ξανά σε ρυθμούς προετοιμασίας. Οπότε 2-3 φορές την εβδομάδα είτε κάνω τρέξιμο, είτε γυμνάζομαι, είτε πηγαίνω για μπάσκετ μιας και τα γήπεδα είναι άδεια και είμαι και μπασκετικός. Έχει δίχτυ κι αυτό (γέλια)».

- Έφτασες ποτέ κοντά στο να φύγεις ξανά για το εξωτερικό; Είχες πρόταση είτε από Γερμανία είτε από άλλη χώρα;

«Όχι, από τη Γερμανία μόνο μου είχαν προτείνει από την Ουντερχάχινγκ επαγγελματικό συμβόλαιο την χρονιά που έφυγα, όταν δηλαδή προερχόταν από Bundesliga, με ένα συγκεκριμένο μισθό. Εγώ διάλεξα να φύγω για σπουδές, δεν τις ακολούθησα βέβαια διότι το πανεπιστήμιο ήταν στη Θεσσαλονίκη και υπέγραψα στον Απόλλωνα Αθηνών στη Β’ Εθνική, 18 χρονών. Από κει και πέρα μου είχε γίνει πρόταση από τον Λεβαδειακό επί Α’ Εθνικής, αλλά δεν πήγα, δεν ξέρω γιατί, μην με ρωτάς (γέλια)».

- Μετανιώνεις για αυτό, ή για κάποια άλλη στιγμή στην πορεία της καριέρας σου;

«Δεν σκέφτομαι το ‘’αν’’ η αλήθεια είναι, δεν θα μπορούσα και να ξέρω τι διαφορετικό θα έχει συμβεί, για αυτό και δεν έχω μετανιώσει για κάτι. Ό,τι και να έχει γίνει στην καριέρα μου, είμαι ευχαριστημένος με όσα έχω πετύχει. Κάνω κάτι που μου αρέσει για πάρα πολλά χρόνια, είτε είναι επικερδές είτε όχι. Τα χρήματα έρχονται σε δεύτερη μοίρα, όταν πρόκειται για κάτι που αγαπάς. Δεν είμαι αχάριστος. Τώρα κάποιες συγκυρίες θα μπορούσα να τις έχω αποφύγει, αλλά από την άλλη μπορεί και να μην κατάφερνα όσα ήδη έχω καταφέρει. Πάνω κάτω, όμως, στο ποδόσφαιρο ό,τι αξίζεις θα το πάρεις αν επιμένεις».

- Πόσο σημαντικό ήταν για την εξέλιξη και την φιλοσοφία σου ότι έκανες τα πρώτα σου βήματα στο περιβάλλον της Γερμανίας;

«Μαθαίνεις αλλιώς το ποδόσφαιρο, μεγάλη διαφορά στα γήπεδα, είναι άλλος κόσμος. Αγαπούσα το παιχνίδι και στο χωριό μου στην Θεσπρωτία, πριν πάω δηλαδή στη Γερμανία, αλλά σίγουρα όσα είδα στην Bundesliga Νέων με βοήθησαν πολύ. Εκεί σε αναγκάζουν όταν είσαι μικρός να κάνεις 15 σουτ με το δεξί πόδι και 15 με το αριστερό. Θα το μάθεις, δεν γίνεται, είτε το κάνεις καλά είτε όχι στην αρχή. Κι αυτό φαίνεται, στη Γερμανία τα στόπερ, τα χαφ, τα μπακ, όλοι ξέρουν τα βασικά του ποδοσφαίρου. Αυτό μαθαίνεις ουσιαστικά στη Γερμανία, η τακτική έρχεται πολύ πιο μετά, σε αντίθεση με εμάς που βιαζόμαστε περισσότερο. Αυτά τα στοιχεία προσπαθώ να περνάω και στα παιδιά που προπονώ στην Κηφισιά».

- Έχεις κρατήσει επαφές με παίκτες ή προπονητές που συνεργάστηκες στην ομάδα;

«Έχω επαφή με τον Κλάους Σρομ, προπονητή μου από την U-19 στην Ουντερχάχινγκ, ο οποίος τώρα προπονεί την πρώτη ομάδα στην 3η κατηγορία κι από ότι ξέρω υπάρχουν βλέψεις για να ανέβει στη Β’ (σ.σ. 3η στη βαθμολογία). Είχε πέσει κατηγορίες γιατί είναι ένα μικρό χωριό έξω από το Μόναχο. Έχω παίξει και με Μόναχο 1860 και με την δεύτερη ομάδα της Μπάγερν, είχα σκοράρει κιόλας, γενικά έχω ωραίες αναμνήσεις από τη Γερμανία».

- Από όλα τα ματς της καριέρας σου στην Ελλάδα, ξεχωρίζεις κάποιο που να σου έχει μείνει χαραγμένο στη μνήμη;

«Από άποψη γκολ είναι πολλά. Το μπαράζ ανόδου με το Αιγάλεω, από την ΕΠΣ στη Γ’ Εθνική, κόντρα στον Χαραυγιακό το 2017 ήταν ένα πολύ ωραίο ματς, διότι είχαμε πολύ κόσμο στη Ριζούπολη. Ο τελικός του Κυπέλλου ΕΠΣ Κηφισιά-Αιγάλεω που είχαμε κερδίσει στα πέναλτι ήταν επίσης πολύ όμορφη εμπειρία. Γενικά οι αγώνες που είναι νοκ-άουτ, που παίζεις με μεγάλο κοινό δίνουν το κάτι παραπάνω. Με την ΑΕΚ επίσης ήταν ξεχωριστό το ματς στο ΟΑΚΑ, όταν έπαιζα στην Κηφισιά και ήμασταν στη Γ’ Εθνική, είχαμε γυρίσει από 1-0 σε 1-2 το ματς, χάσαμε τελικά 4-2 αλλά ήταν πολύ ιδιαίτερο παιχνίδι. Τότε είχα βγει και πρώτος σκόρερ με 29 γκολ στον όμιλο της ΑΕΚ, με το Κύπελλο έφτασαν 31 ή 32, δεν θυμάμαι ακριβώς».

- Αντίστροφα, ποια θεωρείς την πιο ορθή απόφαση που πήρες όλα αυτά τα χρόνια;

«Η πιο ιδανική απόφαση που πήρα ποτέ μου ήταν να φύγω από τον Πιερικό στη Β’ Εθνική για τον Απόλλωνα που έπαιζε στη Δ’. Ξεκαθάρισαν πολλά πράγματα στο μυαλό μου. Κάποιοι το είχαν δει αρνητικά, αλλά τα δικά μου κριτήρια από τότε έγιναν συγκεκριμένα, εκείνη τη στιγμή αποφάσισα ότι δεν έβλεπα τον εαυτό μου να μπορεί να ανταπεξέλθει στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο».

- Αυτό αφορούσε εσένα και τη νοοτροπία σου ή πήγαζε από όσα έβλεπες να συμβαίνουν;

«Και τα δύο μαζί. Είδα κάποια πράγματα και στο οικονομικό και ορισμένες καταστάσεις που δεν μου άρεσαν στη Football League και αποφάσισα να επιστρέψω τότε στον Απόλλωνα με κριτήριο τις καλές διοικήσεις, το μακροπρόθεσμο πλάνο, την ομάδα-οικογένεια. Τότε είχε αναλάβει την ομάδα ο κος Βελλής, εξαιρετικός άνθρωπος, κύριος στις υποχρεώσεις του κι ανεβήκαμε στη Γ’. Το έθεσα ως ‘’θα κάνω αυτό που θέλω εγώ’’. Θα πάω στην κατηγορία που θέλω εγώ, θα πάρω τα λεφτά που θέλω εγώ, ώστε να είναι όλα πιο εύκολα και στο πότε θα παίζεις και στο πότε θα πληρώνεσαι. Προσωπικά βίωσα καλύτερες συνθήκες στις χαμηλές κατηγορίες. Και νομίζω ότι αυτό ισχύει εν μέρει και σήμερα. Διότι θεωρώ πως όλοι ξέρουμε πια ποιες διοικήσεις είναι σωστές στις μεγάλες κατηγορίες και ποιες όχι. Έτσι λοιπόν είχα τη δυνατότητα τότε να επιλέγω που θέλω να πάω και ήταν εύκολο για μένα να κάνω τη δουλειά μου σωστά».

- Σε ποια από τις ομάδες που έχεις αγωνιστεί εντός συνόρων βρήκες τις καλύτερες συνθήκες για να αφοσιωθείς στο ποδόσφαιρο;

«Καλύτερες συνθήκες βρήκα ξεκάθαρα στο Αιγάλεω, όπως και στον Απόλλωνα αλλά εκεί υπήρχε θέμα με το γηπεδικό, τρέχαμε λίγο παραπάνω. Στο Αιγάλεω κάναμε κανονικά τις προπονήσεις μας, είχε το γυμναστήριό του, τον κόσμο του, τη διοίκηση, τα πάντα. Κι όπως ξέρουμε όλοι, έχει και τα φόντα για πιο ψηλά. Καταπληκτικό κοινό και διοίκηση είχε και ο Απόλλωνας. Ας πούμε στην Κηφισιά το μόνο θέμα είναι το γήπεδο, το πλαστικό για μένα είναι φθορά. Κατά τα άλλα τα πράγματα είναι πολύ καλά, όπως ήταν και στον Πανθηραϊκό που οι άνθρωποι του μου συμπεριφέρθηκαν άψογα και τους ευχαριστώ».

- Το… μετά το ρεκόρ και μετά το ποδόσφαιρο, το χεις σκεφτεί;

«Είναι δύσκολο κομμάτι, διότι ακόμη και σήμερα το ποδόσφαιρο είναι αυτό από το οποίο ζω. Αλλά δεν το φοβάμαι. Έχω 2-3 πράγματα στο μυαλό μου. Είτε μέσω της ομάδας να μπω σε κάποια εργασία, είμαι και στις Ακαδημίες ως προπονητής στην Κ-8. Πάρα πολύ ωραίο τμήμα, περνάω καλά, τα παιδιά ακούν και ξέρουν ποδόσφαιρο, είναι ενδιαφέρον να μαθαίνεις πράγματα κι εσύ ο ίδιος. Το χω σκεφτεί για προπονητής, όχι επαγγελματικά βέβαια, διότι για να το κάνεις πρέπει να αφήνεις την οικογένειά σου συχνά. Εγώ έτρεχα όλα αυτά τα χρόνια, είχα πάει μέχρι και στη Σαντορίνη στον Πανθηραϊκό, σε επαρχία. Για να γίνεις επαγγελματίας προπονητής, όμως, πρέπει να το κάνεις πάλι από την αρχή. Μπορεί να σε φωνάξουν από τη Μυτιλήνη, από την Κρήτη, να είσαι μακριά από τους δικούς σου και δεν θέλω να το έχω αυτό. Για Γ’ Εθνική ή τοπικό θα ήθελα να το κυνηγήσω, γιατί πιστεύω πως μπορώ να βοηθήσω και έχω νομίζω πράγματα να δώσω στο ποδόσφαιρο και σαν προπονητής».

 

Τελευταία Νέα