Χριστοφιλέας στο Gazzetta: «Δεν με πήγε κανείς στη Super League 2, όνειρό μου η Premier League»
Πριν μερικά χρόνια ένα παιδί από ένα χωριό της Μάνης έβλεπε τον Βαζέχα να σκοράρει κόντρα στον Άγιαξ. Να τον ξεσηκώνει. Να πανηγυρίζει μέσα στη νύχτα, κάνοντας τον πατέρα του έξαλλο. Αφού, λοιπόν, αυτό το άθλημα έχει τη δύναμη να ξεσηκώσει ένα παιδί, τότε αυτό ήταν κι εκείνο που ήθελε να τον ακολουθήσει σ' όλη του τη ζωή.
Ο Παναγιώτης Χριστοφιλέας, ο προπονητής που έγραψε ιστορία με την Ελλάδας Σύρου αποκαλύπτεται στο Gazzetta! Πώς στα 11 του είπε «φεύγω από το σπίτι», ο έρωτας για την Καλαμάτα, το ντεμπούτο στο 7-3 και στον υποβιβασμό του Απόλλωνα Σμύρνης, το ποδόσφαιρο σε υψηλό επίπεδο που κατάλαβε στα 21 του ότι δεν θα παίξει, ο σοβαρός τραυματισμός κι ο θάνατος που σημάδεψε την πορεία του στους πάγκους.
Η... ταλαιπωρία κι όλα τα σκαλοπάτια που έπρεπε να ανέβει ως τη δικαίωση. Με στόχο; Την Premier League! Ο ίδιος δηλώνει εγωιστής, δουλευταράς και απόλυτα πιστός στην τακτική του: Να παίζουν οι ομάδες του μπάλες.
Συνέντευξη στους: Γιώργο Ντυμένο, Παναγιώτη Δαλαταριώφ
Φωτογραφίες, camera: Μυρτώ Κυρίτση
Επιμέλεια: Βασίλης Μπαλατσός
Photo Credits: Χρήστος Ζωίδης
«Στο γκολ του Βαζέχα στον Άγιαξ, κατάλαβα ότι θέλω να γίνω ποδοσφαιριστής»
Πώς ήταν τα παιδικά σου χρόνια;
«Μάνη... Τέσσερα αδέρφια, μπαμπάς αγρότης, μαμά στο σπίτι. Τα αδέρφια της μάνας μου Παναθηναϊκοί, οπότε γίναμε όλοι μας Παναθηναϊκοί εκτός από την αδερφή μας που υποστηρίζει τον Ολυμπιακό. Θυμάμαι στην Καστάνια, σ' αυτό το ορεινό χωριό της Μάνης όπου μεγάλωσα ότι ξεκίνησα να παίζω στην εκκλησία του χωριού που είχε μια πλατεία. Υπήρχε ένας τοίχος στα 5-6 μέτρα, τσιμέντο κάτω και μαζευόντουσαν τα παιδιά του χωριού για να κάνουν σουτ. Στην ερώτηση "ποιος θα κάτσει τέρμα;", τους είπα: "Εγώ θα κάτσω που δεν τρώω και γκολ". Κι' αυτό σε ηλικία 6-8 ετών. Ετσι ξεκίνησα, στο τσιμέντου, στην πλατεία του χωριού να υπερασπίζομαι την εστία.
Αν στην Αθήνα η εποχή ήταν 1991, στο χωριό ήταν 1453 (γέλια). Δεν είχαμε μέσα, δεν είχαμε πολλά - πολλά αυτοκίνητα και δεν πιάναμε και τίποτα άλλο στην τηλεόραση εκτός από ΕΡΤ. Είναι πολλά πράγματα στα οποία ήμασταν πίσω. Ο μπαμπάς μου ασχολούνταν με τις ελιές, με αγελάδες... με τα ζα, που λέμε και στο χωριό.
Ο Παναθηναϊκός το 1996 έπαιζε με τον Άγιαξ και στο χωριό, μια 6μελής οικογένεια, αργά το βράδυ όπου όλη η οικογένεια κοιμόταν, εγώ έβλεπα Μega με χιόνια, ίσα που έπιανε. Δώνης τη σέντρα, Βαζέχα το γκολ, ο μικρός Παναγιώτης όρθιος να ουρλιάζει. Τότε βγήκε ο Αλεκάρας (ο μπαμπάς του) με τη ζώνη και που σε πονεί και που σε σφάζει. Γιατί; Γιατί τους ξύπνησα... Εκείνη την ώρα είχα συνειδητοποιήσει τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής.
Αν μπορούσε αυτό το άθλημα να ξεσηκώνει ένα παιδί σ' ένα χωριό και να μην το ενδιαφέρουν οι συνέπειες, πίστευα ότι είναι κάτι πολύ δυνατό και ότι αυτό θα ήθελα να κάνω στη ζωή μου».
Και πότε άρχισε αυτό να... μεγαλώνει;
«Στα 11 μου μετακόμισα στην Καλαμάτα, μαζί με τ' αδέρφια μου και τη μητέρα μου. Ο πατέρας μου έμεινε στο χωριό».
Αυτό έγινε για να παίξεις μπάλα;
«Ήταν οικογενειακοί οι λόγοι. Δεν χώρισαν οι γονείς μου, αλλά θα έπρεπε να πάμε στο Γυμνάσιο κι εγώ στην ουσία πήγα στην Καλαμάτα για τη μπάλα. Αναγκαστικά έπρεπε να πάμε σε μια πόλη, για το δικό μας το μέλλον. Ετσι κι αλλιώς τους είχα ανακοινώσει στα 11 μου ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής και στην ουσία έφυγα και με ακολούθησαν».
Κίνηση που θυμίζει παλαιότερες καταστάσεις όπου τα παιδιά έφευγαν... παιδιά από το σπίτι.
«Ναι, όντως! Ετσι, ξεκίνησε στον Ηρακλή Καλαμάτας όπου παράγοντας ήταν ο θείος μου Παναγιώτης Κομπότης, που είναι και μέχρι σήμερα στην ομάδα... Η μητέρα μου λέγεται Κομπότη. Στα 14 μου, με το που μου επιτράπηκε έπαιξα στο αντρικό. Το Σάββατο έπαιζα στο παιδικό, την Κυριακή στο αντρικό και μάλιστα έκαναν ένσταση γιατί έλεγαν ότι είμαι μεγάλος».
«Στα 11 μου έφυγα από το σπίτι κι η οικογένειά μου ακολούθησε»
«Στην Καλαμάτα, έκανα ντεμπούτο στο 7-3 με τον Απόλλωνα Σμύρνης»
Πάντα τέρμα;
«Ναι, πάντα τερματοφύλακας. Εν τω μεταξύ εκείνη την περίοδο έβλεπα και την Καλαμάτα που ήταν μεταξύ Α' και Β' κατηγορίας... Ομάδα με Λυμπερόπουλους, Χάγκαν, Γεωργέα, Οφορίκουε, Μπαχράμη, Δρούγα... Θυμάμαι ένα ματς, σε ηλικία 16 ετών, όπου πήγα στο γήπεδο και έπαιζε τέρμα ο Σωτήρης Λυμπερόπουλος στο γήπεδο του Μεσσηνιακού. Είμαι στο πέταλο, φωνές, "Μαύρη Θύελλα", έρωτας με την ομάδα της Καλαμάτας και ονειρεύομαι ότι μπορεί να καταφέρω να παίξω κι εγώ σ' αυτήν την ομάδα. Για έναν περίεργο τρόπο ό,τι ονειρεύομαι εκπληρώνεται! Πράγματι, το 2001 με κάλεσαν σε κάτι δοκιμαστικά στην Καλαμάτα».
Προπονητής;
«Ο Κούλης Ιωσηφίδης, ο οποίος με ρωτούσε συνέχεια, αν ήταν αυτή η πραγματική μου ηλικία. Ήμουν ένα αρκετά ψηλό παιδί για την ηλικία μου και ταχυδυναμικός. Ήμουν αρκετά γυμνασμένος. Μπήκα σε μια άλλη διαδικασία... Επειδή παίζαμε σε ξερό και ήταν η χαρά μου να πέφτω, καταλαβαίνετε πώς μου φάνηκε το χόρτο. Με πήραν στην Καλαμάτα. Εκεί γνώρισα πολλούς προπονητές κι αργότερα έγινε μεταβίβαση μετοχών στον Γρηγορόπουλο. Επεσε η ομάδα από την Α' στη Β'. Υπέγραψα εκεί. Στη συνέχεια πέρασαν αρκετοί προπονητές όπως οι Τσιώλης, Βουτσακέλης».
Θυμάσαι το ντεμπούτο σου;
«Το θυμάμαι... Δυστυχώς. Και ευτυχώς. Παίζαμε με τον Απόλλωνα Αθηνών που ήθελε για να σωθεί μόνο νίκη μέσα στην Καλαμάτα. Ξεκίνησε το ματς με εμένα στο τέρμα κι ο Δάρλας έκανε το 0-1. Εβρεχε, έπιασε ένα σουτ, μου γλίστρησε η μπάλα μέσα από τα χέρια και έγινε το γκολ. Σηκώθηκε ένα γήπεδο - εγώ ήμουν 18-19 ετών - κι άρχισε να με γιουχάρει. Κι όχι μόνο εμένα αλλά και τον πρόεδρο. Στο ημίχρονο ήμουν βουρκωμένος. Ήρθε ο Τσιώλης και με ρώτησε αν θέλω να βγω. Εκείνη τη στιγμή μέσα μου, ναι, ήθελα να βγω αλλά ο εγωισμός μου δεν μου το επέτρεπε. Ξεκίνησε το β' μέρος και χάναμε 0-2. Μειώσαμε σε 1-2 με τον Σεντεμέντε. Εν τω μεταξύ είχε σηκωθεί κι ο Ζαφείρης, ο άλλος κίπερ για ζέσταμα, μη τυχόν και γίνει κάτι. Απ' αυτό αγχώθηκα και πείσμωσα. Ο Τσιώλης κάνει και αλλαγές: Βγάζει αμυντικούς και παίζει φουλ επίθεση. Εβαλε τον Πουλάκο, τον Καλαντζή... Και έγινε ένα ματς πάνω-κάτω. Επιασα και δύο τετ α τετ, κάτι εξ επαφής κεφαλιές. Και μάλιστα θυμάμαι χαρακτηριστικά τον Τσιώλη να λέει στον Ζαφείρη: "Ελα, κάτσε κάτω". Ήταν ένα ματς που έληξε 7-3, έπεσε ο Απόλλων. Ήταν κάπως επεισοδιακό το ντεμπούτο μου.
Νομίζω ότι στην Καλαμάτα, περισσότερο με δική μου ευθύνη, δεν μου δόθηκαν οι ευκαιρίες τις οποίες θα μπορούσα να πάρω, οπότε επέλεξα να φύγω από την πόλη».

Τι εννοείς «δική μου ευθύνη».
«Δεν είχα κάποιον ατζέντη, δεν είχα την καθοδήγηση, δεν είχα ένα ποδοσφαιρικό υπόβαθρο. Ο πατέρας μου ήταν αγρότης και δεν είχε ασχοληθεί ξανά με το ποδόσφαιρο κι εγώ έπεφτα σε παγίδες. Δεν ήξερα πως είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο και δεν ήξερα τι συμβαίνει. Δεν είχα κάποιον να μου δώσει τις ευκαιρίες. Θυμάμαι ότι όταν είχα πάει στην Καλαμάτα ήταν ο Ντίμι Κωνσταντόπουλος, ο οποίος έφυγε 'κυνηγημένος' από την Ελλάδα για το εξωτερικό και έπειτα στην Αγγλία όπου έκανε και μια σπουδαία καριέρα. Θυμάμαι ότι είχε γυρίσει το καλοκαίρι και διαβάζαμε ότι είχε να δεχτεί γκολ σε 23 σερί ματς... Κάτι τέτοιο!
Σε μία κουβέντα που κάναμε, μου είπε: "Πρέπει να φύγεις έξω. Εκεί δεν τους ενδιαφέρει το πώς την πιάνεις (τη μπάλα). Θα σε μάθουν να την πιάνεις. Θα δουν το σωματότυπο, την αλτικότητα, θα δουλέψουν σ' εσένα και θα σου δώσουν το χρόνο''.
Πριν πάμε στην Κρήτη, τι σου άφησε η Καλαμάτα φεύγοντας;
«Η Καλαμάτα μού έδωσε πολλά μαθήματα: Στο πώς είναι το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Γνώρισα πάρα πολλούς φίλους, παιδιά που έπαιξαν σε υψηλό επίπεδο όπως ο Γαλανόπουλος, ο Γουνδουλάκης, ο Σωτήρης Λυμπερόπουλος, με τον οποίο είμαστε κολλητοί. Δηλαδή, ο άνθρωπος που τον έβλεπα ως είδωλο, αυτή τη στιγμή είμαστε πολύ φίλοι. Μου έδωσε όραμα και το βήμα στο να μπορέσω να παίξω.
Ετσι, μου άνοιξαν οι πόρτες για να παίξω μπάλα στην Ελλάδα. Μετά πήγα στον ΟΦ Ιεράπετρας, όπου έκανε μια πολύ καλή χρονιά. Μια πολύ ωραία εμπειρία από την Κρήτη και μια συνεργασία που διακόπηκε χωρίς να το θέλω τότε, γιατί ήταν μια διαδικασία που εγώ έλεγα ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής υψηλού επιπέδου κι ότι θα πάω στο εξωτερικό. Ωστόσο, η μανούλα μου είχε άλλα σχέδια και είχε κάνει τα χαρτιά μου για να μπω στην πυροσβεστική. Αναγκαστικά, ήρθα στην Αθήνα και μπήκα στη σχολή όπου έπρεπε να μείνω όσο θα κρατούσαν τα μαθήματα κι αυτή η διαδικασία».
«Ο Ντίμι Κωνσταντόπουλος μού είχε πει "πρέπει να φύγεις έξω"»
«Στα 20-21 μου είχα καταλάβει ότι δεν θα παίξω σε υψηλό επίπεδο»
Εσύ είσαι στην πυροσβεστική, ο αδερφός σου καπετάνιος...
«Εγώ είμαι στην πυροσβεστική, ο αδερφός μου καπετάνιος, η αδερφή μου αντισυνταγματάρχης στο στρατό κι ο μικρός αδερφός μου μάγειρας».
Το ποδόσφαιρο στην Κρήτη πόσο διαφορετικό ήταν από την Καλαμάτα;
«Ήθελα να φύγω, οπότε αυτό με βοήθησε στο να ενταχθώ γρήγορα και να γίνω ένα με τους ανθρώπους εκεί. Πέρασα πάρα πολύ ωραία. Παρόλο που ο ΟΦΙ είναι πιο μικρή ομάδα από την Καλαμάτα, είναι αυτό που λέμε "μια πόλη μια ομάδα". Μια ομάδα πολύ κοντά στο κλίμα της Καλαμάτας».
Στην Αθήνα που ήσουν για την Πυροσβεστική, το ποδόσφαιρο τι θέση είχε στη ζωή σου;
«Είχα πάει στον ΠΑΟ Ρουφ στη Δ' Εθνική, πήραμε την άνοδο στη Γ'. Την επόμενη σεζόν πήγα στον Αχαρναϊκό με τον οποίο διεκδικήσαμε το πρωτάθλημα μέχρι τέλους. Εκεί τραυματίστηκα σοβαρά: Επαθα ρήξη χιαστού, μηνίσκου και ζημιά στο χόνδρο. Εκανα εγχείρηση, καθάρισα το μηνίσκο. Όμως, δεν έγινε ποτέ εγχείρηση στον οπίσθιο χιαστό - κάτι για το οποίο δεν είχα ενημερωθεί ποτέ. Αυτός ο τραυματισμός με ακολουθεί και μέχρι σήμερα - ειδικά ο χόνδρος.
Στη συνέχεια έκανα επανένταξη, μπήκα στην επόμενη χρονιά και αποφασίζω ότι και δεν έφτασα εκεί που ήθελα κι ότι είχα μια πτωτική πορεία συν ότι είχα και έναν τραυματισμός πλέον. Στον Αχαρναϊκό δεν πληρώθηκα ποτέ, πλήρωσα για την εγχείρηση από την τσέπη μου. Παρόλα αυτά πέρασα πολύ καλά στον Αχαρναϊκό, είχε μεγάλη δυναμική αυτή η ομάδα.
Το 2010, λοιπόν, στα 25 αποφάσισα να κάνω στροφή στην καριέρα μου».
Πόσο δύσκολο είναι για κάποιον στα 25 του να μπαίνει στη διαδικασία να καταλαβαίνει ότι δεν θα παίξει μπάλα, τουλάχιστον στο επίπεδο που είχε στο νου του;
«Επειδή είμαι πολύ απαιτητικός από τον εαυτό μου, γύρω στα 20-21 είπα ότι αφού δεν είμαι στην Α' Εθνική και δεν παίζω σε μια καλή ομάδα Α' Εθνικής, δεν πρόκειται να παίξω σε υψηλό επίπεδο. Ήταν λανθασμένη η εντύπωση ότι ήμουν μεγάλος. Στα 20 του ένας τερματοφύλακας δεν είναι μεγάλος, θα μπορούσε να έχει μια πορεία μετά.
Όμως, είναι αυτό που λέω: "Εξαιτίας μου έγινε ό,τι έγινε". Δεν είχα κάποιον να με κατευθύνει. Πίστευα ότι από τη στιγμή που δεν είμαι στην Ξάνθη ή στον Πανιώνιο, δεν θα κάνω καριέρα. Μπήκα από πολύ νωρίς σ' αυτό το τριπάκι».
Το αποδέχτηκες αυτό;
«Όχι, δεν το αποδέχτηκα, αλλά είμαι κι άνθρωπος που θέλω να βρω το επόμενο. Τι ήθελα να κάνω; Ποδόσφαιρο! Άρα από τη στιγμή που προπονητική μου άρεσε πολύ, έπρεπε να κάνω αυτό. Πάντα μου άρεσε. Κι ως τερματοφύλακας ήμουν πολύ επιδραστικός στο παιχνίδι της ομάδας. Κατεύθυνα την ομάδα, μιλούσα πολύ και είχα όλα αυτά που κάνει ένας προπονητής.
Ετσι για πρώτη φορά μετά τον Ηρακλή Καλαμάτας, επέστρεψα στο τοπικό για τον Παλληνιακό. Πήγα εκεί για να παίξω κι... Θεός βοηθός. Ταυτόχρονα ήμουν και προπονητής σε μια Ακαδημία που είχε 30-40 παιδιά. Παίκτης στην αντρική ομάδα και προπονητής στην Ακαδημία. Την επόμενη σεζόν συνέχισε, ανέλαβα παραπάνω τμήματα και στη συνέχεια έγινα τεχνικός διευθυντής στην Ακαδημία ενώ έπαιζα.
Κάποια στιγμή έγινε το εξής περιστατικό: Ο Σωκράτης Κιούρκος, ο προπονητής που είχαμε τότε μου είπε: "Εχεις καταλάβεις ότι δεν είσαι ποδοσφαιριστής; Παίζουμε Κυριακή, τελειώνεις 14.00 τα ματς με τα μικρά, παίζουμε 15.00, έρχεσαι 14.40, μπαίνεις να παίξεις... Καταλαβαίνεις ότι το έχεις πάει σε δεύτερη μοίρα". Εκείνη την ώρα συνειδητοποίησα ότι έχει δίκιο.
Ετσι ξεκίνησε η πορεία μου στην προπονητική. Πώς ξεκινάει; Από τα πιο χαμηλά επίπεδα, τα junior με παιδιά ηλικίας 7-8 ετών. Ετσι, το 2015, είμαι τερματοφύλακας στην ομάδα, προπονητής στην Ακαδημία, βοηθάω τον κόουτς στην όλη διαδικασία, μου έδωσε και το χώρο ενώ παίζω... Ενα βράδυ είμαι στην Πυροσβεστική στην υπηρεσία και μου λένε: "Παναγιώτη, ο Σωκράτης έφυγε". Νομίζω ήταν 47 ετών. Όντως, ξεκίνησε μια πολύ δύσκολη στιγμή. Με εκείνον τον προπονητή είχαμε μία σχέση μίσους και αγάπης, "σκοτωνόμασταν" αλλά μ' αγαπούσε πάρα πολύ γιατί ήμασταν ειλικρινείς ο ένας με τον άλλον. Και θυμάμαι πως ό,τι κι αν γινόταν στην ομάδα, γυρνούσε και τα έχωνε σ' εμένα. Δεχόμουν πέναλτι και μου έλεγε "πρέπει να το πιάσεις". Όταν τον ρώτησα "γιατί", μου είπε: "Με εσένα ένιωθα σιγουριά, πιο άνετα". Ετσι, λοιπόν, με φώναξε η διοίκηση, μου εξήγησε ότι οικονομικά ήμασταν δύσκολα, μίλησα με 1-2 ανθρώπους, ήμουν ο αρχηγός της ομάδας και γενικά είχα έντονη σύνδεση με τον Χρήστο Αναστασίου τον πρόεδρο. Προπονητή δεν βρήκαμε να έρθει κι έτσι μου πρότειναν να αναλάβω εγώ.
Τους εξήγησα ότι αυτή η διαδικασία δεν ήταν εύκολη. Μαζευτήκαμε με τους συμπαίκτες μου και τους ρώτησα: "Μάγκες, πάμε να σώσουμε την παρτίδα;". Τα παιδιά μου είπαν: "Η καλύτερη λύση είναι να αναλάβεις εσύ". Ετσι, ξεκινήσαμε με τον δικό μου τρόπο, μια διαδικασία να σώσουμε τη χρονιά και να την αφιερώσουμε στον Σωκράτη. Όντως έγινε αυτό κι η ομάδα στο τέλος έκανε μόνο νίκες».
Συνέχισες να παίζεις;
«Ναι, τερματοφύλακας - προπονητής. Τι έκανε όμως; Εβγαλα τον εαυτό μου εκτός κι έβαλα τον δεύτερο τερματοφύλακα να παίξει. Εκανα 1-2 ματς παίζοντας, αλλά είδα ότι δεν γίνεται».

«Όταν πέθανε ο προπονητής μας στον Παλληνιακό, ανέλαβα την ομάδα ως τερματοφύλακας-προπονητής»
«Στον Ολυμπιακό Αγίου Στεφάνου σκέφτηκα να παρατήσω και την προπονητική»
Πόσο διαφορετικό είναι να είσαι προπονητής και να παίζεις από το να είσαι στον πάγκο;
«Νομίζω ότι ο τερματοφύλακας είναι πολύ κοντά, αλλά είναι διαφορετικό. Όταν είσαι παίκτης, είσαι παίκτης. Κατάλαβα ότι δεν γίνεται, το αντιλήφθηκα και βγήκα εκτός. Κατάλαβα ότι μπορώ να τα καταλάβω όταν στην πρώτη εβδομάδα οι συμπαίκτες μου ήρθαν και με φώναζαν coach. Η ομάδα σώθηκε και όταν είπαν ότι η ομάδα πρέπει να πάρει προπονητή, εγώ τους εξήγησα ότι θα ήθελα να μείνω.
Την επόμενη χρονιά, μπήκε στη διοίκηση ένας επιχειρηματίας, ο Βαγγέλης Αλμπάνης, ο οποίος είναι τώρα και κουμπάρος μου. Εβαλε κάποια χρήματα, ξεπληρώθηκαν κάποια χρέη και προς την οικογένεια του Κιούρκου και προς τους παίκτες. Κι έτσι ξεκίνησε μια σεζόν με στόχο η ομάδα να μην κινδυνεύσει και τελικά φτάσαμε να διεκδικούμε το πρωτάθλημα μέχρι τις τελευταίες αγωνιστικές με τη Θύελλα Ραφήνας. Ήταν η ίδια ομάδα, με τις προσθήκες 2-3 έμπειρων παικτών. Εκεί άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι κάνω κάτι καλά.
Τέλος πάντων, κάνω κάποιες καλές χρονιές στον Παλληνιακό κι αλλάζει η διοίκηση. Ήρθαν κάποιοι άλλοι άνθρωποι που ήθελαν να ανεβάσουν την ομάδα. Εφυγα εγώ, όπως γίνεται γενικά στο χώρο αυτό. Πήγα στον ΠΑΟ Καλυβίων, κάνοντας πολύ καλή χρονιά, μετά στον Ολυμπιακό Αγίου Στεφάνου όπου και διεκδικήσαμε το πρωτάθλημα μέχρι που έγιναν κάποια επεισόδια και διακόπηκε εντελώς η λειτουργία της ομάδας. Αυτή είναι η χειρότερη στιγμή της καριέρας μου, γιατί είναι δύσκολο να ξέρεις ότι έχεις φτιάξει την καλύτερη ομάδα, παίζεις το καλύτερο ποδόσφαιρο και ξαφνικά μη αγωνιστικά διακόπτεται η λειτουργία της ομάδας.
Εκεί είμαι σε τόσο κακή ψυχολογική κατάσταση που σκέφτηκα να σταματήσω ακόμα και την προπονητική. Στη συνέχεια, βρέθηκε η ομάδα της Καλαμάτας για να αναλάβω στη Γ' Εθνική. Ταυτόχρονα έχω μπει και στην ομάδα Εθνικής Ενόπλων. Εκεί γνώρισα τον Βασίλη Βούζα με τον οποίο ήρθαμε πολύ κοντά και έχουμε μια πολύ καλή σχέση. Η ομάδα ανέβηκε στη Football League, έρχεται και ο Βασίλης Βούζας ως προπονητής και ήμουν εντάξει μ' αυτό.
Έτσι, μπήκαμε μαζί στην Καλαμάτα, όπου ξεκινήσαμε πολύ καλά στο πρωτάθλημα. Εγώ έπρεπε να φύγω με την Εθνική Ενόπλων για τη Γιουχάν στην Κίνα λίγους μήνες πριν τον κορονοϊό. Γύρισα και ενώ είχαμε αφήσει μια ομάδα πρωταθλητισμού, είδα ένα πολύ διαφορετικό πράγμα. Μια πολύ άσχημη κατάσταση, όπου όποιον προπονητή και να φέρεις, ό,τι και να αλλάξεις, η ομάδα δεν μπορούσε να νικήσει. Σαν να υπήρχε κατάρα».
Στην Κίνα πρόλαβες τον κορονοϊό;
«Είχαμε φύγει λίγο πριν ξεσπάσει ο κορονοϊός. Υπήρχε, όμως τότε δεν το γνωρίζαμε ούτε εμείς ούτε οι Κινέζοι. Μετά, όταν ο ιός εμφανίστηκε, νιώσαμε λίγο άρρωστοι, αλλά αρχικά νομίζαμε πως ήταν απλώς jet lag. Ήμασταν σε ένα μεσοολυμπιακό χωριό με 25.000 αθλητές. μια τεράστια διοργάνωση. Τότε δεν καταλάβαινα την πραγματική σοβαρότητα της κατάσταση».
Τι έμαθες από την εμπειρία σου με τον Βούζα;
«Έμαθα πάρα πολλά. Μέσα στο γήπεδο είναι πραγματικός προπονητής. Οι γνώσεις του είναι πολύ υψηλού επιπέδου και οι διαδικασίες που χρησιμοποιεί. Πήρα πολλά πράγματα. Μου έδειξε πώς η φυσική κατάσταση μπορεί να "παντρευτεί" με την τακτική και ότι είναι ένα κι όχι δύο διαφορετικά πράγματα. Πρέπει να προπονείσαι όπως παίζεις. Το σημαντικότερο όμως που πήρα ήταν να καταλάβω τι δεν πρέπει να κάνω. Είχα την τύχη σε μικρή ηλικία να έχω ένα δάσκαλο, ώστε να μάθω τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνω. Αυτό με βοήθησε στην πορεία μου και στην εξέλιξη μου ως προπονητής. Ο Βούζας εάν είχε αντιληφθεί από μικρή ηλικία τι πρέπει να κάνει τώρα θα μιλούσαμε για έναν από τους καλύτερους Έλληνες προπονητές, σε κορυφαίο επίπεδο. Ξέρω πολύ καλά τι λέω αυτή τη στιγμή. Νομίζω ότι στο τέλος του έκανε κακό η Καλαμάτα.
Το θέμα δεν ήταν ο Βούζας. Μετά με τον Θεοδοσιάδη και τον Αναστόπουλο συνέχισε στο ίδιο μοτίβο. Η ομάδα δεν μπορούσε να πάρει νίκη και σώθηκε λόγω της αναδιάρθρωσης παρά την τεράστια επένδυση που έκανε ο Γιώργος Πρασσάς και άρχισε να μεγαλώνει. Προ Πρασσά η Καλαμάτα ήταν στα τοπικά και στη Γ' Εθνική έχανε από 'μικρότερες' ομάδες. Τώρα βλέπουμε πως με τον Πρασσά διεκδικεί την άνοδό της στη Super League.
Εγώ είμαι επαγγελματίας προπονητής και αν κληθώ να αντιμετωπίσω την Καλαμάτα θα κάνω τα πάντα για να την νικήσω αλλά είμαι Καλαμάτα. Είναι η ομάδα μου. Πρώτα είμαι Καλαμάτα και μετά οτιδήποτε άλλο. Θυμάμαι στην πρώτη προπόνηση είχαν μαζευτεί φίλαθλοι, φώναζαν συνθήματα και τον ύμνο της Καλαμάτα. Είχα βουρκώσει, ένιωθα περηφάνια και έλεγα μέσα μου "ρε τα κατάφερες, είσαι ξανά στην ομάδα που αγαπάς". Δεν έφυγα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, δεν πετύχαμε αυτά που πίστευα πως μπορούσαμε να κερδίσουμε, όμως ήταν μια χρονιά που κανείς δεν πέτυχε στην Καλαμάτα.
Πήγα μετά στον Παλληνιακό, στη Γ' Εθνική, προσπαθήσαμε να σώσουμε την ομάδα που βρισκόταν στις τελευταίες θέσεις. Καταφέραμε να πετύχουμε σημαντικές νίκες που μας έφεραν πολύ κοντά στη σωτηρία. Παίζαμε ένα παιχνίδι με τη Νέα Αρτάκη, πριν κλείσει το πρωτάθλημα για τον κορονοϊό, για το ποια από τις δύο θα σωθεί, ήμασταν στο 1-1 και στο 93' κερδίσαμε πέναλτι, όμως είχαμε δοκάρι και η ομάδα έπεσε για ένα πόντο! Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. H ομάδα σε επτά παιχνίδια ήθελε 20 βαθμούς για να σωθεί και πήρε 19! Η ομάδα έκανε τεράστια προσπάθεια.
Είχα προτάσεις, είχαμε μιλήσει με τον Εθνικό στη Γ' Εθνική κι άλλες ομάδες, όμως πείσμωσα. Είμαι πεισματάρης ως προπονητής και άνθρωπος, οπότε αποφάσισα να μείνω στον Παλληνιακό. Την πρώτη χρονιά διεκδικούμε το πρωτάθλημα, είμαστε πρώτοι, κάνουμε "διπλό" στον Αχαρναϊκό και κλείνει ξανά το πρωτάθλημα για lockdown. Tη δεύτερη χρονιά ξανά τα ίδια, όπως μου αρέσει στηρίχθηκα σε νέους ποδοσφαιριστές και πήραμε το πρωτάθλημα. Στο παιχνίδια για το ποια θα βγει στα μπαράζ της Γ' Εθνικής χάσαμε από τη Μαρκό. Κάναμε όλη τη χρονιά μια ήττα και ήταν αυτή. Εκεί αποφάσισα πως έκλεισε ο κύκλος μου στoν Παλληνιακό».

«Πρώτα είμαι Καλαμάτα και μετά οτιδήποτε άλλο»
«Δεν υπάρχει κάποιος να με βοηθήσει, δημιουργώ μόνος μου»
Πώς διαχειρίζεσαι όλο αυτό το πάνω - κάτω ψυχολογικά;
«Δεν έχει βρεθεί κάποιος να με βάλει κάπου. Προσπαθώ ότι κάνω να το δημιουργήσω και διεκδικήσω εγώ. Δεν υπάρχει κάποιος να με βοηθήσει. Ούτε όταν ήμουν ποδοσφαιριστής, ούτε ως προπονητής. Ευλογία είναι αυτό. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία πλάθεσαι, δυναμώνεις, μαζεύεις εμπειρίες και γνώσεις. Το μόνο σίγουρο είναι πως θα φτάσεις εκεί που θέλεις αρκεί στο τέλος να μην τα παρατήσεις».
Όλη αυτή η πορεία μέχρι σήμερα πόσο σ' έχει αλλάξει και σε έχει εξελίξει;
«Έχω φτάσει εδώ με πολύ προσπάθεια, πολύ αγώνα και με αναζήτηση για γνώση. Έκανα πολύ δουλειά στον χαρακτήρα μου για το πως θα επικοινωνήσω αυτά που θέλω στους παίκτες μου. Οι παίκτες θέλουν να ξέρουν ότι ο προπονητής τους γνωρίζει τι κάνει και είναι σίγουρος γι’ αυτά.Εγώ μπορεί να λέω χαζομάρες αλλά αν πείσω τους ποδοσφαιριστές πως είναι η αλήθεια. Τότε είσαι πετυχημένος.
Το δεύτερο είναι να είσαι δίκαιος ως προπονητής. Ο ποδοσφαιριστής που νιώθει αδικημένος ξέρει αν ο προπονητής του είναι δίκαιος. Όποιος ποδοσφαιριστής κι αν είναι αυτός. Συνεπώς, η γνώση σε συνδυασμό με τη δικαιοσύνη είναι το κλειδί για την κοινή αποδοχή. Αν το έχεις αυτό στην ομάδα σου δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα».
Τα λάθη που έκανες στην Καλαμάτα σου έχουν βγει σε καλό;
«Κάνω αυτό που θέλω. Θεωρώ πως έχω ένα πολύ μεγάλο προσόν. Αντιλαμβάνομαι. Λέμε για την εμπειρία, αν κάποιος κάνει 30 χρόνια κάτι είναι έμπειρος αλλά αν το κάνει 30 χρόνια λάθος είναι κακή εμπειρία. Αν το κάνεις πέντε χρόνια, αντιλαμβάνεσαι το λάθος σου, το κάνεις κτήμα σου, το κερδίζεις και μετά το κάνεις σωστά. Αυτή είναι η εμπειρία. Αντιλαμβάνομαι και βελτιώνω τα λάθη μου. Κάνω πολλά λάθη. Ακόμα και στα 50 και στα 60 πρέπει να αλλάζουμε τον χαρακτήρα μας και τον τρόπο που δουλεύουμε. Τα λάθη μου και οι ήττες μου έδωσαν την ευκαιρία να μάθω από αυτά, να γίνω καλύτερος και να εξελιχθώ. Έχω πολλά να βελτιώσω και δε θα σταματήσω ποτέ γιατί ακόμα θα κάνω λάθη. Ο τρόπος που αντιμετώπισα καταστάσεις στο παρελθόν με φέρνουν τώρα σε θέση να τις αντιμετωπίσω καλύτερα».

Ποδοσφαιριστής ή προπονητής;
«Προπονητής. Το να είσαι προπονητής είναι πολύ πιο δύσκολο, αλλά και πολύ πιο δημιουργικό και όμορφο. Ως παίκτης, το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι ο εαυτός σου. Πως να γίνεσαι συνεχώς καλύτερος. Aν σας δείξω φωτογραφίες όταν έπαιζα δεν θα το πιστεύετε. Ήμουν 80 κιλά με 5% λίπος. Είχα δέκα χρόνια να φάω πατάτες τηγανητές και δεν είχα πιει ποτέ Coca Cola. Για να είμαι πιο αλτικός, πιο γρήγορος, πιο δυνατός και πιο έτοιμος να υπερασπιστώ την εστία μου. Ήμουν πολύ focus σε αυτό που έκανα. Ως ποδοσφαιριστής όλη η διαδικασία είναι για εσένα. Ο εαυτός του προπονητή εξαρτάται από όλη την ομάδα και τους παίκτες του. Ο προπονητής πρέπει να κοιτάει όλους τους παίκτες. Είναι πολύ δύσκολη διαδικασία».
Πόσο εύκολο είναι να διαχειριστείς τους ποδοσφαιριστές, ενώ είναι κοντά σου σε ηλικία;
«Αν ρωτάς εμένα είναι πάρα πολύ εύκολο.Η μεγαλύτερη μου δύναμη είναι ότι είμαι οπλισμένος με γνώση για να προσεγγίσω τους παίκτες μου. Αυτή τη στιγμή, στο μυαλό το δικό μου, μπορώ να κάνω προπόνηση και στον... Γιαμάλ! Ο λόγος είναι ότι είμαι οπλισμένος με γνώση. Είχα διαβάσει πως ο Μουρίνιο είχε πει για τη διαχείριση των μεγάλων ονομάτων: "Είμαι οπλισμένος με γνώση.Ήξερα τι κάνω και γιατί το κάνω." Αυτή την απάντηση δίνω κι εγώ. Ακόμα και όταν ήμουν βοηθός του Βούζα σε Καλαμάτα και Ολυμπιακό Βόλου είχα να διαχειριστώ παίκτες υψηλού επιπέδου. Ο επαγγελματίας προσαρμόζεται πολύ γρήγορα όταν καταλαβαίνει πως ο προπονητής ή ο βοηθός του έχουν μια κατεύθυνση».
Υπήρξαν ποδοσφαιριστές που ήταν δύσκολο να τους διαχειριστείς και έπρεπε να αλλάξεις τη στρατηγική σου;
«Υπήρξαν. Και στην ομάδα που είμαι υπήρξε τέτοιος παίκτης. Εγώ έχω μια λογική που λέει πως καθόμαστε σε μία ευθεία γραμμή. Όλη η διαδικασία της προπονητικής μου σκέψης είναι πάνω σε αυτήν την ευθεία. Αν φύγεις πολύ δεξιά ή πολύ δεξιά είναι σαν το... σεισμό. Πρέπει να ακολουθείς την κατεύθυνση σου. Μπορεί να κάνεις μικρές παρακάμψεις για κάποιους παίκτες που χρειάζεται, αλλά αν κάνεις μεγάλες θα έχουν "κερδίσει" οι παίκτες. Θα κάνουν ότι θέλουν. Οι παίκτες δεν λένε από μόνοι τους "κάνε καμιά αλλαγή". Οι προπονητές δίνουν αυτό το δικαίωμα. Εγώ θέλω τους παίκτες μου... προπονητές. Να σκέφτονται και να γίνονται το μυαλό μου στο γήπεδο. Δεν είναι μόνο να το λες αλλά να το δείχνεις στην πράξη. Όταν εκπαιδεύεις τον ποδοσφαιριστή και του δείχνεις ποιος είναι από πάνω, ποιος είναι ο προπονητής και του λες την αλήθεια είναι δύσκολο επειδή σε κανέναν δεν αρέσουν οι συγκρούσεις. Όταν κάνεις τον ποδοσφαιριστή να καταλάβει πως του λες την αλήθεια και ασχολείσαι μαζί του τότε εσύ έχεις "κερδίσει"».
«Το να είσαι προπονητής είναι πολύ πιο δύσκολο»
«Το παιχνίδι θα το καθορίσει η δική μου ομάδα κι όχι ο αντίπαλος»
Στα αποδυτήρια έχεις κάποιον κώδικα που θέλεις να ακολουθούν οι ποδοσφαιριστές;
«Όχι. Τα αποδυτήρια είναι των ποδοσφαιριστών. Ο μόνος κώδικας είναι ότι όταν μπω εγώ στα αποδυτήρια, σταματάνε οι ομιλίες, κάθονται ευπρεπώς και επικοινωνούμε. Τους έχω κάνει δώρο και ηχείο, τους αφήνω να παίζουν μουσική, να φοράνε σκουλαρίκια, να βάφουν τα μαλλιά τους. O καθένας μπορεί να εκφράζεται όπως θέλει. Δεν με ενδιαφέρει αν ο ποδοσφαιριστής φοράει σκουλαρίκια ή έχει τατουάζ. Αυτό δεν έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο αλλά με την προσωπικότητα του. Αν ο εσωτερικός του κόσμος θέλει να εκφραστεί έτσι, ποιός είμαι εγώ που θα του πω πως εκφράζεται; Αν στο γήπεδο είναι ο χαρακτήρας και ο ποδοσφαιριστής που θέλω να είναι, τότε τι με πειράζει; Το μόνο που δεν επιτρέπω είναι να φορούν σκουλαρίκια στην προπόνηση, όχι επειδή με ‘χαλάει’ αλλά για λόγους ασφάλειας. Δεν θέλω να χτυπήσει κάποιος. Δεν ασχολούμαι με αυτά. Έχω πιο σοβαρά πράγματα. Να τους περάσω τη φιλοσοφία μου και την τακτική για να αντιληφθούν τι θέλω να κάνω μέσα στο γήπεδο. Αν χάνω χρόνο με το πως είναι ο καθένας δεν θα τους περάσω ποτέ την τακτική συμπεριφορά και αντίληψη που θέλω».
Ποια είναι η βασική φιλοσοφία σου στο ποδόσφαιρο;
«Βασίζεται στο ποδόσφαιρο κυριαρχίας. Θέλω να έχω την μπάλα. Ακόμα και όταν ήμουν τερματοφύλακας ήμουν υπερβολικός. Ζητούσα να μου επιστρέφουν τη μπάλα για να ελέγχω το παιχνίδι. Θέλω να έχω την μπάλα και πρέπει να φτιάχνω τις συνθήκες για το πως θα έχω την μπάλα. Πως θα είναι η τοποθέτηση των ποδοσφαιριστών στο γήπεδο για να μπορούμε να αλλάξουμε την μπάλα πολλές φορές για να μη χαθεί. Όταν χάνουμε την μπάλα, πρέπει να κινητοποιηθεί όλη η ομάδα για να την ξαναπάρουμε αμέσως. Δεν θέλω να αμύνομαι και να είμαι παθητικός. Είμαι πολύ επιθετικός προπονητής. Μου αρέσει πολύ το επιθετικό ποδόσφαιρο και θέλω όλη να παίζει ψηλά. Έφαγα πολύ ώρα και πολλές προπονήσεις για να κάνω τους αμυντικούς μου να πατάνε την περιοχή του αντιπάλου και τι κάνουμε αν χαθεί εκεί η μπάλα. Πως θα πιέσουμε, πως θα χτίσουμε το pressing. Ειδικά η μετάβαση, επιθετική ή αμυντική, είναι η αγαπημένη».
Είσαι υπέρ του «όσα φάμε κι όσα βάλουμε»;
«Όχι δεν μπορώ να πω κάτι τέτοιο. Δεν είναι στη φιλοσοφία μου. Στη φιλοσοφία μου είναι πως το παιχνίδι θα το καθορίσει η δική μου ομάδα και όχι ο αντίπαλος Όταν χάνουμε είναι από δικό μας λάθος κι όχι επειδή ο αντίπαλος ήταν καλύτερος. Η ομάδα ήταν και τις 30 αγωνιστικές καλύτερη από τον αντίπαλο».
Αυτό δεν είναι εγωιστικό...
«Όταν ρώτησα τους παίκτες μου ποιο είναι το μεγαλύτερο μου μειονέκτημα, μου είπαν ότι είμαι απόλυτος και εγωιστής. Τότε αντιλήφθηκα πως έπρεπε να το διορθώσω. Σίγουρα δεν είμαι απόλυτος και εγωιστής, αλλά θέλω να είμαι ο καλύτερος. Η νοοτροπία δεν αλλάζει σε ότι κατηγορία και να είσαι. Για να φτάσεις στη Super League 1, πρέπει να δουλεύεις ήδη σαν να είσαι εκεί. Εκεί θα αλλάξουν τα μέσα, το επίπεδο των ποδοσφαιριστών, ότι χρειάζεται για να δουλέψω πιο ποιοτικά.. Το ποδόσφαιρο είναι το ίδιο. Αλλάζουν η ταχύτητα και η ποιότητα».
Πώς πήγες στην Ελλάς Σύρου;
«Από τον Ολυμπιακό Βόλου έφυγα όταν διακόπηκε το πρωτάθλημα λόγω κορονοϊού, όπου ήμουν πρώτος με τον Παλληνιακό. Επέστρεψα, έκλεισα το κομμάτι του Παλληνιακού, δεν πήγα πουθενά το καλοκαίρι, ήρθε το Δεκέμβρη η πρόταση από τον Αχαρναϊκό, όπου δεν ήμουν ζεστός για να πάω, αλλά η πίεση και το ‘θέλω‘ του προέδρου με έπεισε. Έκατσα λίγο, κάναμε μόνο νίκες και έφυγα επειδή είχαμε διαφορετική φιλοσοφία. Εγώ θέλω να ελέγχω τι κάνω και όχι να με ελέγχουν. Είχα μια πρόταση από τη Χαλκίδα, προσπάθησα να βοηθήσω, όμως ήταν μη αναστρέψιμη η κατάσταση με βάση το υλικό και τη διαδικασία που είχαν ακολουθήσει. Ήρθε ένας κοινός γνωστός και με ρώτησε αν ήθελα να πάω προπονητής στην Ελλάς Σύρου. Εγώ ήρθα στα μπαράζ από Α' τοπικό για Γ' Εθνική, η ομάδα είχε κάνει τρεις ήττες και ήθελε τέσσερις νίκες για να ανέβει κατηγορία. Είπα στην αρχή "άσε με ρε φίλε, εμάς βρήκε;". Μου είπε πως μου έκλεισε εισιτήρια για να πάω Σύρο και είπα να κατέβω γι' αυτόν. Τελικά κάναμε τις τέσσερις νίκες και αφού έγινε μια αναδιάρθρωση ανεβήκαμε ως 4οι επειδή είχαμε την καλύτερη επίθεση σε όλα τα μπαράζ. Ετσι ανεβήκαμε κατηγορία. Μου είχαν πει πως αν ανεβάσω την ομάδα στη Γ' Εθνική όλο το νησί θα μιλάει για εμένα. Ανεβήκαμε, ρώτησα τον πρόεδρο τι κάνουμε και μου λέει "έλα ντε;". Όταν ομάδα από τη Σύρο ανέβαινε στη Δ' ή τη Γ' Εθνική έπεφτε από τον Οκτώβρη. Συμφωνήσαμε το μισθό, είπα ότι δεν ήθελα πριμ σωτηρίας για την επόμενη σεζόν. Του ζήτησα πριμ οκτάδας και μου είπε: "Όσα θες!". Ξεκίνησα όλο το στήσιμο της ομάδας, έφυγαν όλοι οι παίκτες και έμειναν μόνο 2-3 παιδιά. Τα "όχι" που έφαγα και το "ποια Ελλάς Σύρου" δεν μπορείτε να τα φανταστείτε!
Όταν μιλάτε με έναν παίκτη για να έρθει στην Ελλάς Σύρου, πρέπει να μείνει στο νησί ή μπορεί να είναι στον Πειραιά και να πηγαινοέρχεται;
«Όχι εγώ θέλω να είναι εδώ. Μένουν εδώ, κοιμούνται εδώ, προπονούνται εδώ, τρώνε εδώ και χτίζουμε ομάδα! Όλοι στη Σύρο. Έχω ακούσει τόσα πολλά ‘’όχι’’ και "ποια Σύρος; Πρώτο φαβορί να πέσει. Ποιο νησί; κλπ". Άλλαξα ρότα και πήρα παίκτες με εμπειρία από το τοπικό πρωτάθλημα της Αθήνας που τους ήξερα. Δικά μου παιδιά, όπως ο Πρεβεζάνος που την επόμενη χρονιά πήρε μεταγραφή στα Χανιά. Πήραμε παίκτες που έδωσαν εμπειρία, ποιότητα και χαρακτήρα στην ομάδα. Ξεκινήσαμε τη χρονιά για να περάσουμε τη φιλοσοφία μας. Ήρθαν τα παιδιά και μου είπαν: "Κόουτς θα είμαστε η πρώτη ομάδα που θα πέσει". Τους είπα ότι όχι μόνο δεν θα πέσουμε αλλά θα παίξουμε επιθετικό ποδόσφαιρο, το καλύτερο ποδόσφαιρο στην κατηγορία και θα τους νικήσουμε όλους! Ήρθα σε σύγκρουση για να το φτιάξω όλο αυτό. Όταν ένας παίκτης έχει μάθει όταν πιέζεται να διώχνει την μπάλα από τα πόδια του αυτομάτως για να το αλλάξεις αυτό χρειάζεται σύγκρουση. Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου δεν ήθελε να με δει ποδοσφαιριστής από την πίεση και τις φωνές.
Κερδίζουμε την πρώτη αγωνιστική και χάσαμε τις επόμενες τέσσερις, ενώ η ομάδα έπαιζε ποδόσφαιρο, είχε πλάνο αλλά κάναμε λάθη και πληρώναμε την απειρία.
Ο αντιπρόεδρος με πήρε τηλέφωνο και μου είπε περιπαικτικά: "Ήθελες και πριμ οκτάδας. Θα πέσουμε αλλά εμείς με εσένα θα πέσουμε". Τους είπα αν θέλουν να φύγω αλλά μου έδειξαν τρελή εμπιστοσύνη. Μου είπε o πρόεδρος: "Έχω μάτια, και βλέπω. Η ομάδα παίζει, είναι καλύτερη σε όλα τα παιχνίδια".
Ήμασταν στη ζώνη και είπα να διπλασιάζουν το πριμ για να μπούμε πεντάδα, ενώ ήμασταν κάτω από τη ζώνη του υποβιβασμού. Μου είπαν ‘’ναι’’ και το Φλεβάρη με ρώτησαν αν κάνουμε... εκπτώσεις στο πριμ! (σ.σ. γέλια).
Πράγματι κάναμε μια πολύ καλή σεζόν, βάλαμε πάνω από 70 γκολ, παίξαμε ποιοτικό ποδόσφαιρο, βγάλαμε πολλά νέα παιδιά και την επόμενη χρονιά είπα "τώρα ήρθε η ώρα για να πάρουμε το πρωτάθλημα».

«Στην Ελλάς Σύρου μού έλεγαν "θα είμαστε οι πρώτοι που θα πέσουμε" κι εγώ ήθελα πριμ 8άδας"»
«Ενας πιο έμπειρος συνάδελφός μου, μου είπε ότι τα πρωταθλήματα δεν κερδίζονται παίζοντας καλό ποδόσφαιρο αλλά απαιτείται μόνο η ουσία και να κερδίζεις έστω με... μισό-μηδέν»
Τι άλλαξε τελικά στην ομάδα;
«Την προηγούμενη χρονιά πήρα τον Ευριπίδη Γιάκο και μου είπε "κόουτς συγγνώμη, δε θέλω να σε προσβάλω αλλά εγώ είμαι παίκτης Super League - Super League 2. Πώς να έρθω στη Σύρο που είναι να πέσει από τη Γ΄Εθνική;". Εγώ επέμεινα και από τον Μάιο, τον έπαιρνα τηλέφωνο για να τον φέρω. Ήμουν ο πρώτος που τον πήρε, τότε είχε πέσει με την Κοζάνη. Τότε είχε ακουστεί ότι η ομάδα είναι επαγγελματική, δουλεύει καλά, έχει προπονητή που... κάτι κάνει, η διοίκηση πληρώνει και οι παροχές είναι αυτές που πρέπει, οπότε όχι απλά άρχισαν να έρχονται αλλά το ζητούσαν κιόλας! Άλλαξε το brand name της ομάδας.
Ήρθε ο Γιάκος, ο Νάτσος που έπαιζε στον Ατρόμητο και δεν είναι για Γ' Εθνική. Ο Σπύρος είναι στη Γ' Εθνική από λάθος του συστήματος. Κράτησα τους παίκτες που ήθελα, ήρθαν κάποια νέα παιδιά και κάποιοι έμπειροι ποδοσφαιριστές, έφυγαν αυτοί που δεν μπορούσαν να βοηθήσουν και φτιάξαμε μια νέα ομάδα από την αρχή.
Βοήθησαν οι παλιοί τους νέους, λέγοντας τους "μην του δίνετε σημασία, έτσι φωνάζει και στο τέλος θα είμαστε μια χαρά". Είχαμε έτοιμη φιλοσοφία, βάλαμε κάποια πράγματα στις προπονήσεις, είχαμε καλή παρουσία στα φιλικά και την 1η αγωνιστική κάναμε ήττα στη Νέα Αρτάκη με 2-1, έχοντας όμως καλή παρουσία, χωρίς να είμαστε 100% έτοιμοι. Μπήκα στα αποδυτήρια στους ποδοσφαιριστές και τους είπα: ‘’Μάγκες πριν ήμουν 90% σίγουρος και τώρα είμαι 100%. Θα πάρουμε το πρωτάθλημα!’’. Από την πρώτη αγωνιστική και με ήττα. Δεύτερη αγωνιστική κάναμε νίκη μέσα στην Κόρινθο, από την 4η αγωνιστική ανεβήκαμε πρώτοι και δεν πέσαμε ξανά!».

Πόσο εύκολο είναι να περάσεις τη νοοτροπία σου από τις προπονήσεις στους αγώνες;
«Χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά και ανάλυση. Δεν είμαι μόνος μου, έχω συνεργάτες, όπως τον Βασίλη Κοτζαπαναγιώτη τον άμεσο συνεργάτη μου, τον Νίκο Πρέκα που είναι προπονητής τερματοφυλάκων και έχουν μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία. Οπως και όλο το staff. Για παράδειγμα τον Γιάννη Κυριζόπουλο, ο οποίος είναι αναλυτής της ομάδας. Τον παίρνω 2:30 το βράδυ και του λέω ‘’Γιάννη δεν πιστεύω να κοιμάσαι…’’ και δουλεύει 24 ώρες το 24ωρο για την ομάδα. Κάνουμε ανάλυση τον αντίπαλο και βγάζουμε video 8 λεπτών με τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία του, με φάσεις. Μετά το πρώτο παιχνίδι που χάσαμε είδαμε τα λάθη μας και είχαμε φάει και τα δυο γκολ στο αμυντικό transition. Όλη την εβδομάδα, συν όλα τα άλλα είχε δουλειά σε αυτόν τον τομέα και δεν δεχτήκαμε ξανά γκολ στο αμυντικό transition. Φτάσαμε σε σημείο να παίζουμε με ομάδες που είχαν 11 παίκτες στη μεγάλη περιοχή και δουλέψαμε στο πώς θα διασπάσουμε αυτές τις άμυνες.
Το video βοηθάει πολύ. Ποιος είναι αυτός που όταν παίζουν απέναντι του κλείνονται στην περιοχή; Ο Γκουαρδιόλα. Είδαμε video από την Μπαρτσελόνα, την Τσέλσι, την Μπάγερν, 30 παιχνίδια και κόβουμε τα video στα σημεία που ταιριάζουν με εμάς και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Δείχνεις τη λύση και μετά την κάνεις μέσα στο γήπεδο. Δεν γίνεται να μη βγει, ειδικά αν έχεις λίγο καλούς ποδοσφαιριστές και μάλιστα θα τους κάνεις καλύτερους.
Πολλοί ποδοσφαιριστές φοβούνται να έχουν την μπάλα στα πόδια για να μην τη χάσουν. Εγώ δημιουργούσα στην προπόνηση συνθήκες ώστε να χαθεί η μπάλα. Ενώ στην προπόνηση δημιουργούμε καλές συνθήκες στους επιθετικούς, εγώ δημιουργώ τις χειρότερες από όσες μπορεί να βρουν στο παιχνίδι, για να χαθεί η μπάλα και να τρέξουν να την ξανακερδίσουν.
Η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν οι ποδοσφαιριστές μου ήταν η εφαλτήριος δύναμη για να κάνουμε όλο αυτό. Εμείς θα γίνουμε η αντίστοιχη Μπαρτσελόνα για αυτήν την κατηγορία, με αυτούς τους αντιπάλους που θα παίξουμε. Όλα γίνονται, ο καθένας στο επίπεδο του. Το ποδόσφαιρο παίζεται με μπάλα, αν δεν έχουμε την μπάλα παίζουμε κάτι άλλο. Εμένα αυτό το παιχνίδι μου αρέσει.
Δεν κατακρίνω, υπάρχουν κι άλλες φιλοσοφίες. Ένας πιο έμπειρος συνάδελφος μου είπε πως το πράγμα δεν πάει έτσι και πως τα πρωταθλήματα δεν κερδίζονται παίζοντας καλό ποδόσφαιρο αλλά απαιτείται μόνο η ουσία και να κερδίζεις έστω με... μισό-μηδέν. Εγώ είπα πως θα το πάρουμε παίζοντας ποδόσφαιρο και όντως είναι δύσκολο στη Γ' Εθνική να βρεις ομάδα που παίζει ποδόσφαιρο και όχι απλά να θέλει να μη χάνει την μπάλα».
H απίστευτη ιστορία ... ταλαιπωρίας στο Ευπάλιο:
🙏 Ο Παναγιώτης Χριστοφιλέας μιλάει στο Gazzetta για την απίστευτη περιπέτεια που έζησε στο Ευπάλιο pic.twitter.com/t4P4ipFPOt
— gazzetta.gr (@gazzetta_gr) May 27, 2025
Ο Ερίκ Χάμζα έχει καταφέρει, με την επιστροφή του στη Σύρο να ξεδιπλώσει όλο το ατόφιο ταλέντο με το οποίο είναι προικισμένος! Ο 17χρονος πρωταγωνιστεί και είναι από τους βασικούς λόγους που η Ελλάδας Σύρου είναι στην πρώτη θέση του 3ου Ομίλου της Γ' Εθνικής! Μάλιστα, έχει κλείσει στον Ολυμπιακό με τους ερυθρόλευκους να επενδύουν πάνω του για το μέλλον.
Κόουτς, ποια είναι η γνώμη σου για τον Χάμζα;
«Ετσι πήραμε τον Χάμζα στην Ελλάς Σύρου από την Βαλένθια»
«Στα επόμενα χρόνια βλέπω να είμαι πολύ ψηλά και να έχω καθιερωθεί σ' αυτό το επίπεδο»
Στη Super League 2 είναι πιο εύκολο να παίξεις ποδόσφαιρο;
«Όσο ανεβαίνεις είναι πιο εύκολο. Έχει πιο καλούς ποδοσφαιριστές και πιο καλά γήπεδα. Αν περάσεις εκεί τη νοοτροπία και έχεις την εμπιστοσύνη δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα».
Οι γεωγραφικές συνθήκες πόσο δύσκολες είναι;
«Πολύ δύσκολες. Εγώ το καλοκαίρι ήθελα να παίξουμε επτά φιλικά. Κάναμε δυο με τη Μύκονο, ένα εκεί και ένα εδώ και μετά από πίεση στη διοίκηση πήγαμε στην Αθήνα και παίξαμε με τον Αστέρα Β' AKTOR στην Τρίπολη για να παίξουμε με ομάδα ανώτερης κατηγορίας, σε γήπεδο όπως είναι της Τρίπολης, για να καταλάβουν οι παίκτες πως είμαστε για ανώτερη κατηγορία. Δώσαμε και ένα φιλικό με τον Εθνικό Πειραιώς. Δύσκολη συνθήκη. Για αυτό δεν ήμασταν 100% έτοιμοι στην αρχή της σεζόν».
Πως έχεις στο μυαλό σου να το διορθώσεις αυτό;
«Τώρα θα πάμε προετοιμασία. Δεν μπορούμε να μείνουμε στο νησί. Η ομάδα ανέβηκε επίπεδο, οπότε πρέπει όλοι να ανέβουμε επίπεδο. Η διοίκηση, η ομάδα, οι ποδοσφαιριστές και οι προπονητές. Όλοι πρέπει να βελτιωθούμε, και πρέπει να γίνουμε καλύτεροι.
Ποιος είναι ο ρόλος των φιλάθλων σε αυτήν την πορεία;
«Ο κόσμος είναι δίπλα στην ομάδα. Αγάπησαν την ομάδα και την αγκάλιασαν και παρά το γεγονός ότι παίζαμε δύσκολες ώρες, όπως στις 11 ή 12 το πρωί, στα μεγάλα παιχνίδια ήταν γεμάτο το γήπεδο. Όλο το νησί ήταν πάνω στην ομάδα και μιλούσε γι' αυτή. Μας χαιρετούσαν στο δρόμο κλπ. Ήταν κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί.
Ο κόσμος δε μου δημιουργεί κάποια πίεση, γιατί έχω βάλει κάποια όρια. Τόσο εγώ όσο και οι ποδοσφαιριστές περνάμε πολλές ώρες στο γήπεδο. Δεν είναι η κλασική ομάδα. Πάω στο γήπεδο στις 12:00 και φεύγω στις 17:00. Έχουμε φτιάξει γυμναστήριο, οι παίκτες κάθονται στο γήπεδο να συζητήσουν, είναι εκεί οι φυσιοθεραπευτές, οι μασέρ, ο αναλυτής και μιλάει με τον καθένα, είναι εκεί ο γυμναστής για να κάνει κάτι έξτρα. Εκεί βλέπουμε το video, ετοιμαζόμαστε για την προπόνηση. Εκεί γίνεται η ζύμωση της ομάδας. Στο νησί είναι εύκολο να γίνει αυτή η διαδικασία, όμως όχι στην Αθήνα. Άλλο να θέλεις μια ώρα να φτάσεις στο γήπεδο κι άλλο πέντε λεπτά».

Θα είσαι ο προπονητής που θα οδηγήσει τη Σύρο στη Super League 2;
«Υπάρχει μια πολύ θετική προσέγγιση και μια πολύ καλή αύρα για συνεργασία. Και εγώ θέλω να μείνω σε κάτι που δημιουργήσαμε με τους συνεργάτες μου αλλά πρέπει να αναλάβει η διοίκηση, να κάνει sprint για να είναι έτοιμη να διεκδικήσει με αξιώσεις την παραμονή της στην κατηγορία. Μιλάμε για μια ομάδα που δεν μπορεί να έχει μεγάλο μπάτζετ. Καταλαβαίνετε ότι είναι κάτι πρωτόγνωρο για το νησί και τις Κυκλάδες. Νομίζω πως πρέπει να τρέξουν οι διαδικασίες για το γήπεδο. Ήδη ο Περιφερειάρχης κι ο Αντιπεριφερειάρχης κάνουν τις απαραίτητες κινήσεις ώστε το γήπεδο να είναι έτοιμο να φιλοξενήσει ματς Super League 2 και η διοίκηση πρέπει να κάνει τις κινήσεις για ενίσχυση ώστε να έχουμε μια κανονική ομάδα».
Σε δέκα χρόνια που βλέπεις τον εαυτό σου; Ποιο είναι το όνειρο σου;
«Σε αυτή τη συζήτηση ακούγομαι πολύ εγωιστής, όμως δεν είμαι τόσο. Γενικότερα στη ζωή μου είμαι πιο χαμηλών τόνων. Για παράδειγμα κάναμε φιέστα, αλλά εμένα δεν μου αρέσει να πανηγυρίζω. Απλά κάναμε τη δουλειά μας. Δε μου αρέσουν τόσο πολύ οι πανηγυρισμοί και η προβολή. Με συνεπαίρνει επειδή μιλάμε για ποδόσφαιρο. Δεν μου αρέσει η προβολή αλλά καταλαβαίνω ότι είναι αναγκαία. Δέκα χρόνια είναι πολύ μακριά. Στα επόμενα χρόνια θέλω να είμαι πολύ ψηλά και να έχω καθιερωθεί σε αυτό το επίπεδο. Ακόμη δεν έχω κάνει τίποτα. Μιλάμε για τη Γ' Εθνική της Ελλάδας αυτή τη στιγμή. Στο μυαλό μου είναι πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα προπονήσω στην Premier League. Δεν ξέρω αν θα γίνει ποτέ. Οι πιθανότητες είναι πολύ λίγες, αλλά γιατί να το βγάλω από το μυαλό μου; Μπορεί να μου αφαιρέσει κάποιος αυτό το δικαίωμα; Κατά 99,9% δε θα γίνει αλλά υπάρχει και το 0.1% που θα ελπίζω. Το πρωτάθλημα της Γ' Εθνικής κάποιος θα το έπαιρνε και τελικά ήμασταν εμείς. Το θέμα είναι ο τρόπος που το καταφέραμε. Κατακτήσαμε το πρωτάθλημα μέσα στο γήπεδο με κοινή παραδοχή ότι η ομάδα έπαιξε το καλύτερο ποδόσφαιρο. Είναι χαρά μου που το λέω επειδή μου αρέσει το ποδόσφαιρο.
Τώρα το επόμενο βήμα. Αν μου δοθεί η ευκαιρία πρέπει να αποδείξω πως μπορώ να είμαι προπονητής στη Super League 2. Τώρα απέδειξα ότι μπορώ να είμαι στη Γ' Εθνική. Αν με ρωτάς μέσα μου είμαι, όμως αν σου πω πως είμαι προπονητάρα θα μου πεις "κάτσε ρε φίλε, βοηθός ήσουν". Δεν με φύτεψε κανείς στη Super League 2. Πήγα Junior, Pro Junior, Α' τοπικό, Γ' Εθνική και τώρα πάω Β' Εθνική, δημιουργώντας το, με πολύ κόπο και αγώνα. Για αυτό είμαι περήφανος, αισιόδοξος και πιστεύω πως θα φτάσουμε ψηλά».