Νταρακλίτσας στο Gazzetta: «Εγινα Νταρακλίτσης σε μία νύχτα από... τσίπουρα»

Νταρακλίτσας στο Gazzetta: «Εγινα Νταρακλίτσης σε μία νύχτα από... τσίπουρα»

Είναι από τους παίκτες που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Μόλις 18 ετών από τους Αγίους Θεοδώρους της Καρδίτσας βρέθηκε να φοράει το 10 στον Άρη. Η εμπιστοσύνη που του έδειξε ο Αλκέτας Παναγούλιας ήταν κομβική για τον ίδιο ώστε να ξεδιπλώσει όλο το ταλέντο του.

Δεν θα ξεχάσει ποτέ το ματς που μάρκαρε τον Ντέταρι και φυσικά το man to man στον Χατζηπαναγή - ματς στο οποίο είχε κάνει δύο εμετούς από το άγχος.

Ο δρόμος στη συνέχεια τον φέρνει στη μεγάλη ομάδα του Ιωνικού, με ηγέτη τον Νίκο Κανελλάκη. Χρόνια που πέρασε απίστευτες στιγμές με πλάκες, μπουζούκια, ουίσκι και πολλή αγάπη! Μια ομάδα-οικογένεια που έκανε τα πάντα μαζί! Μπάλα, φαγητό, διασκέδαση. Ο Ιωνικός εκείνης της εποχής ήταν μια ομάδα στην οποία ήθελαν όλοι να παίζουν.

Ο Γιώργος Νταρακλίτσας, ξεδιπλώνει μέσω του Gazzetta το νήμα της ζωής του. Πώς έγινε σε μία νύχτα Νταρακλίτσης; Τα δυναμιτάκια στον Γκμοχ, τα νυχτοπερπατήματα, ο Κανελλάκης που δεν τον άφησε να πάει στην ΑΕΚ κι η σοβαρή επέμβαση στα 30 του με τον ίδιο να λέει στο γιατρό: «Κάνε με να παίξω μπάλα, αλλιώς θα αυτοκτονήσω!».

image

«Πήγα σε Τρίκαλα και Λάρισα να δοκιμαστώ. Εβαζα τρία γκολ, έφευγα και μου έλεγαν: "Θα σε ειδοποιήσουμε"»

Να ξεκινήσουμε από τα βασικά... Νταρακλίτσας ή Νταρικλίτσης;

«Νταρακλίτσης χωρίς να το ξέρω... Όλοι στην οικογένεια είμαστε «Νταρακλίτσας» και αυτό ήταν μέχρι και το γάμο μου. Όταν παντρεύτηκα, στο χωριό, στην επαρχία, ο γραμματέας του χωριού έπρεπε να φτιάξει τα χαρτιά. Ενα ορθογραφικό λάθος μάς άλλαξε το επίθετο και μετά μπήκε το όνομα στη φανέλα. Αυτό γινόταν βάσει του ονόματος της ταυτότητας. Όταν είδαν την ταυτότητά μου μού είπαν: "Εσύ είσαι 'τσης' όχι 'τσας'". Εγώ στην εφορία, στα δελτία, στα πάντα ήμουν "τσας". Αναγκαστικά, μετά στη φανέλα έπρεπε να ήμουν όπως στην ταυτότητα. Σε μία νύχτα μάς άλλαξαν το επίθετο. Δεν έχει ξαναγίνει αυτό. Ο άνθρωπος θα είχε πιει 1-2 τσίπουρα παραπάνω και μπερδεύτηκε. Και αναγκάστηκε κι ο πατέρας μου πριν 5-6 χρόνια να το αλλάξει κι εκείνος, γιατί δεν θα μπορούσε να φτιάξει τα κληρονομικά. Είναι από τα τραγελαφικά...».

Είναι και σοβαρό όμως...

«Κατ' αρχάς για να το αλλάξεις θέλει και δικαστικό αγώνα. Παιδιά που έπαιζαν στην Α' κατηγορία ήθελαν να αλλάξουν το επίθετό τους και δεν μπορούσαν. Εμένα το άλλαξαν χωρίς να τους το πω».

Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στο χωριό;

«Γεννήθηκα με μία μπάλα. Τίποτα άλλο! Τότε, τα ινδάλματά μας ήταν ο Δομάζος, ο Παπαϊωάννου, ο Κούδας... Μετά ο Χατζηπαναγής, που τον πρόλαβα. Είχαμε την τρέλα και τη φτώχεια. Δεν είναι όπως τώρα που τα παιδιά έχουν ποδήλατο των 1.000 ευρώ. Εμείς πηγαίναμε στο γήπεδο με μία φέτα ψωμί και λίγη ζάχαρη από πάνω. Όποιος είχε και λίγο λαδάκι ήταν προνομιούχος. Ήταν πολυτέλεια, έτρωγαν ωραία. Κάναμε 8 χιλιόμετρα με τα ποδήλατα. Ως μικροί που ήμασταν, ονειρευόμασταν. Τότε για να κάνεις μεταγραφή ήταν δύσκολο, δεν υπήρχαν σκάουτς. Επρεπε να ήσουν και τυχερός. Εγώ ήμουν τυχερός, γιατί ο Άρης παρακολουθούσε τον Νίκο Κεχαγιά, που τότε ήταν στα Φάρσαλα. Εμείς, σ' εκείνο το ματς ήμασταν αντίπαλοι στην Καρδίτσα...».

Πριν πάμε σ' αυτό, οι γονείς σας τι έκαναν;

«Αγροτικές εργασίες... Βαμβάκι, μοσχάρια, πρόβατα... Το σπίτι μας ήταν γεμάτο, ήταν μια μονάδα ζώων».

Αδέρφια;

«Είχα έναν αδελφό, που έχασα πριν από δύο χρόνια... Μελανό σημείο. Απρόσμενο και δύσκολο».

Η οικογένειά σας αγαπούσε τη μπάλα;

«Ο πατέρας μου δεν είχε σχέση με το ποδόσφαιρο. Τότε όλοι παίζαμε μπάλα. Στα χωριά υπήρχαν 20-30 παιδιά και παίζαμε μπάλα - το ποιος θα ξεχώριζε... Το ποδόσφαιρο το αγαπούσαμε. Εγώ έβγαινα πρώτος σκόρερ στην Δ' Εθνική. Επαιρνα το λεωφορείο, δοκιμαζόμουν στα Τρίκαλα στη Β' Εθνική, έβαζα 3 γκολ και επέστρεφα. "Θα σε ειδοποιήσουμε", μου έλεγαν. Πήγαινα στη Λάρισα, το ίδιο... Απελπίστηκα».

Πόσο χρονών ήσασταν;

«Ε, ήμουν 16-17 ετών».

Πώς είναι για ένα παιδί σ' αυτήν την ηλικία να μην απογοητεύεται;

«Τότε, ήμασταν όλοι καλοί παίκτες. Το '88 που έφυγα από τη Δ' Εθνική έπαιξα κατευθείαν στην Α' Εθνική και στον Αρη. Εγώ, ο Καραπιάλης, ο Κεχαγιάς... Γύρω στους 8-9 παίκτες από την Δ' Εθνική παίξαμε όλοι μας στην Α'. Υπάρχει περίπτωση σήμερα να συμβεί αυτό; Ποτέ! Τότε, ήταν σκληραγωγημένα παιδιά, χωρίς ακαδημίες... τίποτα! Εντελώς μόνοι μας ήμασταν. Κανένας δεν έμαθε την τεχνική και το οφσάιντ. Μάθαμε στις αλάνες και στον τοίχο.

Αυτό ήταν τότε το ποδόσφαιρο. Μετά, πήγαινες στα χωράφια, στο άρμεγμα στα μοσχάρια. Δεν γινόταν να μη συμμετέχεις τότε στις δουλειές του σπιτιού. Βέβαια, για εμένα ήταν ο εφιάλτης μου, αλλά αυτό αποτέλεσε και τη δύναμή μου για να φύγω απ' αυτές τις δουλειές, να φύγω από το χωριό. Πολλοί ήθελαν, αλλά δεν το πετυχαίνουν κι όλοι. Αυτήν τη στιγμή η Καρδίτσα έχει 130.000 πληθυσμό, έναν παίκτη έχει στην Α' Εθνική, τον Καραχάλιο. Τότε, στην εποχή μου είχε πάνω από 10 χρόνια και χωρίς Ακαδημίες. Αυτοδημιούργητοι ήμασταν όλοι μας.

Δεν είχαμε ούτε βιταμίνες ούτε διατροφές... Αυτό είναι καμπανάκι για πολλά πράγματα. Σκέψου τι παίκτες έβγαιναν τότε. Τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο ομάδα να μην έχει στην 11άδα της ούτε έναν Ελληνα. Τώρα στην πόλη μας ψάχνουμε να βρούμε έναν παίκτη να προχωράει καλά στο γήπεδο - όχι να παίζει καλά. Το έχουμε βγάλει αυτό. Τότε, όλες οι ομάδες είχαν καλούς παίκτες, αλλά υπήρχε φτώχεια και κάποιοι την έβλεπαν ως επιβίωση. Εγώ θα μπορούσα να είχα κόψει τη μπάλα, γιατί είχα περάσει στην αστυνομία.

Ήμουν στον Ιωνικό, θα έπρεπε να στείλει ο συγχωρεμένος ο Νίκος Κανελλάκης ένα χαρτί, αλλά μου έλεγε: "Ρε πες τους να πάνε να γ@μHthouΝe". Τότε ο μισθός στην Αστυνομία ήταν 160.000 δραχμές και εμείς φτάναμε να παίρνουμε 500.000 δραχμές. Ήμουν 21 ετών! Παραιτήθηκα από την Αστυνομία κι όλοι με μούτζωναν, γιατί έβαζαν όλοι μέσο για να μπουν κι εγώ τους αρνήθηκα. "Ενα χαρτί φέρε μου ρε αγόρι μου και δεν θέλω να σε βλέπω", μου είχε πει ο διοικητής. Εγώ τότε είχα το μυαλό μου να πάω στην ΑΕΚ. Πού να βρω μυαλό για να πάω στην Αστυνομία».

«Ήμουν στην Αστυνομία αλλά ο Κανελλάκης μού είπε: "Ρε, πες τους να πάνε να γ@@@@νε»

image

«Πήγαινα με οτοστόπ από την Καβάλα στην Καρδίτσα για να παίξω μπάλα»

Πάμε στο κεφάλαιο «Άρης». Πώς ξεκίνησε;

«Παίζαμε όπως σας είπα πιο πριν με τον Κεχαγιά. Εκανα ένα φανταστικό ματς, έβαλα 2 γκολ και ήταν εκεί ο Καρακασίδης από τον Άρη. Μου είπε: "μπράβο αγόρι μου, δώσε μου τα στοιχεία σου". Από τότε με είδε σ' άλλους 8 αγώνες. Η ομάδα μου βγήκε 2η και δεν ανεβήκαμε στη Γ' Εθνική. Τότε, ήμουν φαντάρος στη Λήμνο και κάθε Σαββατοκύριακο ερχόμουν με οτοστόπ από την Καβάλα στην Καρδίτσα. Τότε, τα φορτηγά σε έπαιρναν, δεν είναι όπως τώρα που σηκώνεις το χέρι και σε πατάνε. Εφτανα Καρδίτσα στις 11.00 το πρωί. Άλλαζα και ξανά άλλαζα νταλίκες.... Ευτυχώς όμως ήταν άγιος άνθρωπος ο διοικητής και με άφηνε να παίρνω άδεια. Ετσι, πήγα στον Άρη και πήγα δοκιμαστικά για μία εβδομάδα στον Άρη με τον Γκερντ Πρόκοπ. Με ήξεραν αλλά εκείνος ήθελε να πάρει μια ιδέα, αν και ήξερε ότι θα φύγει, γιατί ήρθε ο Αλκέτας Παναγούλιας από την Αμερική».

Πόσα πήρατε για να πάτε στον Άρη τότε;

«Ήμουν μια από τις ακριβότερες μεταγραφές για ερασιτέχνη ποδοσφαιριστή. Ήταν η εποχή Κοσκωτά. Τότε, στοίχησα 11,5 εκατ. δραχμές με την ομάδα να παίρνει 10.000.000 δραχμές. Πάρα πολλά λεφτά. Υπήρχαν κι άλλες ομάδες που με ήθελαν όπως η ΑΕΚ, η Λάρισα κι ο Ηρακλής, αλλά επέλεξα τον Άρη. Η ΑΕΚ τότε είχε πρόεδρο τον Γιδόπουλο και διάβαζα στον Δικέφαλο ότι ο συγχωρεμένος ο Αλέφαντος τσακωνόταν με όλους. Ως παιδί από το χωριό, τα σκεφτόμουν διαφορετικά κι ο Άρης είχε νεανικό στιλ και μου ταίριαζε. Εμπλεξα όμως με τον μετέπειτα πρόεδρο και έφυγα».

Άρης λοιπόν. Τι κάνατε τα πρώτα λεφτά που πήρατε;

«Εγώ πήρα ως πριμ 1.000.000 δραχμές συν το μισθό μου. Το σπίτι μου κόστιζε 25.000 δραχμές και δεν μου το πλήρωναν, ενώ ο μισθός μας ήταν 180.000 δραχμές. Ίσα ίσα για να ζήσουμε. Στα 18 μου δεν είχα λεφτά για να ζω άνετα. Ήταν νεαροί όλοι τότε κι ο Ντίνος Κούης ως μεγάλη προσωπικότητα. Ο Δημητριάδης ήταν νεαρός, όπως κι οι Σαμόλης, Μουστακίδης, Κατσιαούνης κι άλλοι... Παιδιά που ήταν πολλά χρόνια μαζί και μισθολογικά δεν ήταν ψηλά. Όμως, έπαιρνες πριμ!».

Καμιά τρέλα κάνατε;

«Όχι! Μετά τσακώθηκα με τον Δήμο Δασυγένη, είχε πολλή τρέλα... Ο Οικονομίδης ήταν βασικός στην Εθνική Ελπίδων αλλά ο Παναγούλιας έβαζε εμένα. Μόλις ήρθε εκείνος όμως άλλαξε αυτό και είχαμε κόντρα μ' αυτόν. Με τιμώρησαν ανήμερα του ματς με τον Ολυμπιακό, ήμουν man to man στον Ντέταρι. Τους είχα πει ότι μετά το ματς με τον Ηρακλή δεν θα πήγαινα την Δευτέρα στο μασάζ γιατί ήμουν στο στρατό, αλλά εγώ πήγα στην Καρδίτσα. Αυτό το έμαθαν από τον Άρη και με φώναξαν για απολογία. Μου έβαλαν πρόστιμο 200.000 δραχμές και διακοπή συμβολαίου για 6 μήνες.

Από τότε σταμάτησα να παίζω και έδωσαν εντολή στον Παναγούλια να μην παίζω. Ε, μετά ήρθε ο Κανελλάκης, ο οποίος μου έκλεισε ραντεβού. Μου είπε: "Θα πάω να μιλήσω με τον Αριστείδη Καρασσαβίδη του ΠΑΟΚ και μετά θα έρθω σε 'σένα". Ήρθε σ' εμένα με μια βαλίτσα Delsey, άνοιξε την τσάντα και πετούσαν τα λεφτά από μέσα. Σπαρταρούσαν! Λέω από μέσα μου: "Ωχ μ@λ@κι@" έκανα". Ο Κανελλάκης ήταν στην πρώτη του επαφή με το ποδόσφαιρο και ήμουν στις πρώτες του μεταγραφές. Είχε δώσει 9.000.000 δραχμές στον Αρη. Εγώ είχα τη δίψα να παίξω μπάλα. Στον 1,5 χρόνο μου στον Αρη είχα 25-26 ματς και όταν έφευγα έβαλα κάποια γκολ. Ο Παναγούλιας μού είχε πει: "Θα σε βάλω να παίζεις και θα φύγουμε μαζί».

«Ο Κανελλάκης ήρθε να με πάρει με μία τσάντα λεφτά, πετάγονταν μέσα απ' αυτήν...»

image

«Στο πρώτο μου ματς, έπεφτα συνέχεια κάτω. "Σκατά έχεις και πέφτεις όλο κάτω;", μου είπε ο Παναγούλιας»

Τι άνθρωπος ήταν ο Παναγούλιας;

«Μεγάλη μορφή! Θα μπορούσε στο ζέσταμα να ανάψει ξύλα για να ζεσταθούμε. Δεν το είχε αυτό! Όμως ήταν τίμιος και μας έδινε ψυχολογία και ώθηση. Αυτό που πίστευε όσο χρονών κι αν ήσουν. Όταν μιλούσε, ήταν ρήτορας. Μπορούσε να σε κάνει να μπεις να παίξεις σαν... θηρίο. Το προπονητικό δεν το είχε όμως, αλλά έκανε δουλειά και μ' αυτό. Ερχόταν στην πρωινή προπόνηση μ' ένα πούρο και γελούσε όλη την ώρα. Εμένα με βοήθησε πάρα πολύ. Πρώτο ματς με έβαλε να παίξω μέσα στη Δράμα, δίνοντάς μου τη φανέλα με το 10».

Και μέσα σε μια δύσκολη έδρα τότε.

«Το να φύγεις από το χωριό και να πας να παίξεις στον Αρη με το 10 στην πλάτη είναι δύσκολο».

Βαρύ.

«Μόνο βαρύ; Όποιος φορούσε τη φανέλα με το 10, σήμαινε πολλά κι ο κόσμος περίμενε πολλά. Εμένα στον Αρη τότε δεν μου είχαν δώσει ούτε παπούτσια. Παρήγγειλα από την Καρδίτσα και μου τα έστειλαν με το λεωφορείο το Σάββατο το πρωί και πήγαμε να παίξουμε στην Δράμα. Εκεί, μέσα στο κατακαλόκαιρο είχαν ποτίσει το γήπεδο... λες και παίζαμε στον Ατλαντικό ήταν. Με έκανε αλλαγή ο Παναγούλιας στο 43' γιατί γλιστρούσα με τα πολύταπα και έπεφτα συνέχεια κάτω. "Σκατά έχεις και πέφτεις όλο κάτω;", με ρώτησε ο κόουτς.

Την επόμενη μέρα με φώναξε στο γραφείο του και μου είπε: "Ρε, εγώ σε πιστεύω και εσύ πας και πέφτεις συνέχεια κάτω. Τι παθαίνεις;". Δεν άντεξα το βάρος από τα λόγια του του εξήγησα ότι δεν είχα παπούτσια. Εμεινε έκπληκτος, φώναξε τον φροντιστή και την άλλη μέρα μού έδωσαν δύο ζευγάρια. Είχαμε πάει για προετοιμασία στη Γιουγκοσλαβία και δεν είχα παπούτσια, πήρα εγώ δύο ζευγάρια 2 νούμερα μεγαλύτερα».

Ο Κούης τι άνθρωπος ήταν;

«Αγαπούσε τον Άρη και την ομάδα. Ήταν στήριγμα, ήταν αυτός που χρειαζόταν μέσα στα αποδυτήρια. Τελείωνε η προπόνηση και εκτελούσε 50-60 φάουλ. Δούλευε πάρα πολύ. Εγώ δεν είχα κανένα παράπονο, με βοήθησε και με στήριξε. Αυτοί οι παλιοί είχαν άλλη νοοτροπία, δεν είχε κανένα κόμπλεξ. Και γι' αυτό έμεινε τόσα χρόνια και εννοείται ότι είναι από τους καλύτερους παίκτες που έχει βγάλει το ελληνικό ποδόσφαιρο».

d

Πείτε μου για το ματς που μαρκάρατε τον Χατζηπαναγή.

«Ναι... Εμείς, τον Χατζηπαναγή τον παίζαμε στα χαρτάκια. Εφυγα από το χωριό, τους Αγίους Θεοδώρους Καρδίτσας και ξαφνικά τον είχα αντίπαλο man to man. Τότε, ήμουν επιθετικός αλλά ήθελε κάποιον να τον σταματήσει. Ήταν η τελευταία του χρονιά, αλλά ο Χατζηπαναγής και δεμένος να ήταν τον φοβόσουν. Ξεκίνησε το ματς και είχα κάνει δύο φορές εμετό από το άγχος και την πίεση. Οι σφυγμοί μου ήταν... 200. Τελείωσε το ημίχρονο και δεν είχα ακουμπήσει τη μπάλα. Ήμουν συνέχεια μπροστά και κοντά του. Δεν τον άφηνα να κάνει αυτά που ήξερε. Τελείωσε το ματς 0-0, αγκαλιές, φιλιά... Όλοι μου έλεγαν "μπράβο" κι εγώ δεν είχα ακουμπήσει τη μπάλα. Ελεγα: "Ετσι είναι η Α' Εθνική; Εγώ δεν ακούμπησα τη μπάλα και μου λέτε μπράβο;". Ντρεπόμουν να ρωτήσω, όμως, γιατί μου δίνουν συγχαρητήρια.

Θα σε πάω και πιο πίσω... Κάναμε ένα ματς μέσα στη Ρόδο κι ο Μουστακίδης ήταν ο καλύτερος παίκτης αλλά σε μια φάση δεν έπαιξε τη μπάλα στην πλευρά που του είπε και τον έκανε αλλαγή. Εβαλε έναν άλλον μπακ κι εμένα μ' έβαλε μπροστά. Σε 5 λεπτά έγινε μια σέντρα, πετάχτηκα κι έβαλα το γκολ για το 0-1. Στο αεροδρόμιο, με φώναξε ο Παναγούλιας και έβαλε το χέρι στην τσέπη να μου δώσει λεφτά. "Μικρέ, έλα εδώ. Εχεις γκόμενα; Πάρε να περάσεις καλά, να γιορτάσεις το πρώτο σου γκολ". Εγώ νόμιζα ότι εκείνη τη στιγμή με βλέπει όλη η Ελλάδα. "Σας παρακαλώ πολύ, τι λεφτά να μου δώσετε, έχω λεφτά", του είπα.

Στην προετοιμασία έπαιξα 45 λεπτά με τον Ολυμπιακό Βόλου κι άλλα 20 λεπτά με τον ΠΑΟΚ - εκεί θυμάμαι ότι έκανα 30 τάκλιν. Δεν θυμάμαι να ακούμπησα μπάλα κι όπως ανέβηκε στο λεωφορείο, μου είπε: "Μικρέ, τσακαλάκος είσαι". Αυτή ήταν η δεύτερή μας επαφή. Δεν είχα επαφές. Όταν ανακοίνωσε ότι θα φορέσω το 10, γύρισαν όλοι και με κοιτούσαν καλά-καλά στο στιλ "αυτός από που ξεφύτρωσε;"».

Τα ματς με τον ΠΑΟΚ πώς τα θυμάστε;

«Δεν έβγαινες έξω όλη την εβδομάδα. Ποτέ, απαγορευόταν! Φοβόσουν, δεν ήξερες από που ξεφύτρωναν. Παλιά ήταν αλλιώς, ήταν πιο αγνοί αλλά μάλωναν. Δεν έκαναν αστεία! Δεν ήξερες από που θα στην πέσουν. Η Θεσσαλονίκη είναι ένα μεγάλο χωριό και όλο και κάπου θα σε πετύχαιναν, έτσι ήσουν σπίτι-προπόνηση και πίσω. Απίστευτη αδρεναλίνη, ματς που σε κάνουν να λες ότι αξίζει αυτό το ποδόσφαιρο. Μακάρι να ήταν έτσι όλα τα ματς. Εμένα μου άρεσε πολύ να παίζω έτσι, να έχει 30.000 κόσμο το γήπεδο και να μην πέφτει καρφίτσα. Φτάναμε στο γήπεδο και ήδη ήταν το μισό γήπεδο γεμάτο. Τότε, είχαν πολύ κόσμο τα γήπεδα. Και στην επαρχία υπήρχαν γεμάτα γήπεδα. Το ευχαριστηθήκαμε το ποδόσφαιρο, το χαρήκαμε, το διασκεδάσαμε.

Θα μου πείτε ότι οι απολαβές δεν ήταν όπως τώρα, αλλά το χαρήκαμε. Τώρα είναι μεγάλη υπερβολή αυτό που γίνεται με τα λεφτά. Τώρα έχουν αλλάξει πολλά, ενώ τότε υπήρχαν 2-3 ξένοι. Δεν υπήρχε το παιχνίδι με τους μανατζαρέους. Εγώ δεν είχα ποτέ μου μάνατζερ. Τότε, οι πρόεδροι τα είχαν καλά με τους μάνατζερ και τους ζητούσαν να ψήσουν τους παίκτες να πάρουν λιγότερα λεφτά. Δεν ήταν επαγγελματίες».

Ποια ματς θυμάστε ιδιαίτερα;

«Όλα μου τα ματς με την ΑΕΚ ήταν φανταστικά. Αυτό ήταν και με τον Άρη αλλά και με τον Ιωνικό, παρόλο που ήταν η αγαπημένη μου ομάδα».

d

Ήταν το κίνητρό σας να σας δουν για να πάτε εκεί;

«Πάντα το είχα αυτό στο μυαλό μου, ήθελα να παίξω εκεί. Ετυχε 2-3 φορές να μην προχωρήσουν οι διαπραγματεύσεις. Όταν έχεις πρόεδρο Κανελλάκη, δεν υπάρχει περίπτωση να φύγεις από την ομάδα. Εμένα ο Κανελλάκης ήταν σαν πατέρας μου από ένα σημείο και μετά. Μ' έχει στεφανώσει και πέρα από το επαγγελματικό ήμασταν πολύ καλοί φίλοι, περνούσαμε πολλές ώρες μαζί. Ήμασταν οικογενειακά. Δηλαδή, δεν του περνούσε από το μυαλό ότι θα έφευγε κάποιος παίκτης για να πάει να πάρει λεφτά. Δεν του έλειπαν. Το θεωρούσε προσβολή, ήταν υποτιμητικό. Μπορούσε να βγάλει πάρα πολλά λεφτά... Δεν ήταν Πανιώνιος, Ξάνθη, Δράμα.... Την εποχή που ο Αποστολάκης πήγε από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό, ήταν να πάω εγώ στην ΑΕΚ. "Ξέχασε το, μου λέει, δεν έχουν λεφτά αυτοί, πού να πας;". Του απάντησα: "Δεν θέλω λεφτά, άσε με να πάω". Δεν μ' άφησε. Αυτό έγινε Δεκέμβριο και το καλοκαίρι πάλι τα ίδια... "Ξέχασέ το κουμπαράκι", μου είπε. Μετά ο Σαλιαρέλης του ζήτησε εμένα, όπως κι ο Μπατατούδης τού έδινε 200.000.000 δραχμές για τον Φρούσο αλλά δεν τα δέχτηκε. Την άλλη χρονιά τον έδωσε με 70.000.000 δραχμές, γιατί πέσαμε από πάνω του για να αφήσει το παιδί να φύγει. Στα τελειώματα η ΑΕΚ ζήτησε τον Μπρούστερ.

Εδιωξε τον Αντριόλι, ο οποίος ήταν παικτάρα. Εκανε απίστευτα πράγματα και όμως ο Μπλαχίν τον έβρισε. Του λέγαμε: "Μίστερ θα τρέξουμε εμείς γι' αυτόν". Δεν ξέραμε τι πόδι είχε και τελικά έγινε μια παρεξήγηση και έφυγε. Είχαν φύγει δύο από τους καλύτερους παίκτες. Ο Αντριόλι κι ο Κλάεβιτς. Ο Κλάεβιτς ήταν παίκτης που μπορούσε να παίξει με κοστούμι. Φανταστικός παίκτης και παιδί! Είχαμε κάνει τρομερή παρέα και γι' αυτό φτιάχτηκε αυτή η ομάδα. Μας έδινε την επιταγή ο Κανελλάκης και εμείς πληρώναμε τους παίκτες. Εγώ έπαιζα 90' και έπαιρνα τα ίδια μ' αυτόν που έπαιζε 1'. Και γι' αυτό το κλίμα ήταν καλό. Κάναμε προπόνηση μαζί, φαγητό μαζί, μπουζούκια μαζί. Παρέα. Και γι' αυτό πήγαμε τόσο καλά για 4-6 χρόνια ήταν ίδιοι παίκτες. Ο Κανελλάκης ήταν φίλος, δεν ήταν πρόεδρος. Ερχόταν μαζί μας στα μπουζούκια, σε γιορτές, σε εκδηλώσεις... Σ' όλα! Και μας έλεγε και το εξής: "Δεν με νοιάζει, ας πάτε και στα μπουζούκια κάθε μέρα. Εγώ θα σας δω την Κυριακή. Αν έπαιζες καλά δεν γινόταν τίποτα. Μη σκαλώσει η φάση όμως και δεν πας καλά. Γινόταν της ποΥτ@n@s».

«Πριν τα Αρης-ΠΑΟΚ, δεν βγαίναμε από το σπίτι όλη την εβδομάδα. Πάντα είχα στο μυαλό μου να παίξω στην ΑΕΚ»

image

«Πριν από ένα ματς Ιωνικός-Προοδευτική είχαν έρθει κάτι... ψηλοί από το μαγαζί μου, αν με έβρισκαν θα με σκότωναν»

Είχατε κάνει και 7/7.

«Δεν τρώγαμε γκολ. Βγήκε ο Κανιθάρες και είπε: "Ποιος είναι αυτός ο Πουρλιοτόπουλος που δεν έχει φάει γκολ; Και παίξαμε μεγάλα ματς. Νικήσαμε ΟΦΗ και Παναχαϊκή με 5-0, τον Αθηναϊκό 0-2, την ΑΕΚ 0-2. Επτά ματς, αλλά όχι της πλάκας. Είχαμε Γκμοχ στον πάγκο"».

Ο Γιάννης Ξανθόπουλος μού είπε στη συνέντευξή μας στο Gazzetta για τρελά περιστατικά μαζί του.

«Δεν μπορεί ποδοσφαιρικό μυαλό να τα πιστέψει αυτά που κάναμε. Τόση πλάκα! Τέτοια ατμόσφαιρα! Κάθε μέρα είχαμε γιορτή, παρακαλούσαμε κάθε μέρα να είμαστε στο γήπεδο, πηγαίναμε για προπόνηση 1,5 ώρα νωρίτερα. Αυτό το κάναμε τότε και με τον Αλέφαντο. Ο Γιάτσεκ ήταν πανέξυπνος. Ήξερε σε κάθε ομάδα τι έπρεπε να κάνει. Είδε την επαφή που είχε ο πρόεδρος μ' εμάς. Όλη η πλάκα γινόταν μέχρι τη σέντρα. Μετά πηγαίναμε για πόλεμο. Κάθε Πέμπτη είχαμε τραπέζι εδώ στη Νίκαια, στον κυρ Φάνη. Το τραπέζι μας το έκαναν δώρο και του λέγαμε του Γιάτσεκ: "Δεν θα πληρώσεις ρε 'συ;". Και του παίρναμε λεφτά. Όταν κάναμε πρωινές προπονήσεις μας πετούσε δολάρια. "Κούρβα, όποιος κερδίσει θα πάρει αυτά τα δολάρια μας έλεγε". Δεν προλάβαιναν να πέσουν κάτω και τ' αρπάζαμε. Είχαμε παιδιά όπως οι Παχατουρίδης, Αφάς, Σταματής, ο Κλάεβιτς, ο Μπρούστερ, ο Φρούσσος έτρεχε πιο πολύ απ' όλους. Ο Μουτσοντρίγκο, ο Ροντρίγκες, ο Οφρυδόπουλος... Όλα τα παιδιά πρόσφεραν για να υπάρξει και καλό κλίμα».

Ξέρω για ένα φιλί που του είχατε δώσει για να ζηλέψει η γυναίκα του.

«Τον δάγκωσε ρε ο Σταματής, τι φιλί! Την άλλη μέρα ήρθε και έλεγε: "Κούρβα μ' έβαλες και μάλωσα με τη γυναίκα μου". Κατ' αρχάς μάς έκαναν παρατηρήσεις από τα μπαλκόνια οι γείτονες. "Ρε παιδιά, προπόνηση κάνετε, αφήστε μας να κοιμηθούμε", μας έλεγαν. Πετούσαμε δυναμιτάκια και ξέρεις τι θόρυβο έκαναν αυτά! Συμμετείχαν όλοι σ' αυτό το κλίμα. Σ' ένα ματς με την Προοδευτική δεν θέλαμε να χάσουμε για κανέναν λόγο.

Εγώ είχα ένα μαγαζί στον Κορυδαλλό με ορθοπαιδικά και τη στιγμή που ήρθαν κάτι... ψηλοί και με έψαχναν, είχα φύγει πέντε λεπτά πριν. Πέρασα από το μαγαζί να δω τι γίνεται και έφυγα. Αν με πετύχαιναν θα με σκότωναν. Αυτό το έμαθε ο Κανελλάκης και ξεκίνησε ένα κυνηγητό για να τους βρει.... Ε, τον βρήκαν. Τώρα το τι έγινε... Εγώ είχα το μαγαζί μέσα στον Κορυδαλλό και δεν είχε γίνει γενικά άλλο περιστατικό.

Σ' εκείνο το ματς, λοιπόν, είμαστε στην πίεση και δεν κάναμε πλάκα. Ε, άνοιξε την πόρτα ο Γκμοχ και μας πέταξε δυναμιτάκια: "Ξυπνήστε ρε κότες", μας είπε. Κατάλαβε ότι δεν ήμασταν όπως συνήθως. "Μ@λ@κ@ δεν γίνεται αυτό", λέγαμε κι ο Κανελλάκης από πίσω γελούσε. Το ματς τελείωσε και μου φαίνεται ότι είχαμε νικήσει 2-0.

Είχαμε άλλο κλίμα τότε. Όλα τα παιδιά που μέναμε προς το Καλαμάκι, τρώγαμε κάθε μέρα σπίτι μου, το είχαμε κάνει εστιατόριο. Η γυναίκα μου μαγείρευε για όλους».

δ

Παντρεμένος αλλά βγαίνατε συνέχεια με τον Ξανθόπουλο.

«Ναι, αλλά δικαιώματα δεν δώσαμε ποτέ. Εγώ, ο Ξανθόπουλος κι ο Κλάβετις ήμασταν κολλητοί, γιατί ήμασταν και πολλά χρόνια μαζί. Αν έκανε κάποιος από εμάς λάθος στο παιχνίδι τον κοροϊδεύαμε. "Μ@λ@κ@ εσύ φταις", κάναμε πλάκα. Υπήρχαν και παιδιά που τελείωνε η προπόνηση 2.45 και 3.00 έτρωγαν μπριζόλα, ήταν πεινασμένα και δεν μπορούσαν να σε βοηθήσουν».

Παρόλο που δεν πήγατε σε μεγάλη ομάδα....

«O Κανελλάκης μας πέρασε το ότι είμαστε σε μεγάλη ομάδα. Ο Κανελλάκης ήταν μπροστάρης σε όλα, δεν σε έκανε να νιώσεις ότι είσαι σε μια μικρή ομάδα. Σε πληρώνει αδρά, σου παρέχει τα καλύτερα. Κάναμε προετοιμασία στο εξωτερικό, τις πλήρωνε ακριβά. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην πληρωθεί κάποιος, σε μια εποχή που τα πιστόλια έπεφταν το ένα πίσω από το άλλο. Όλοι παρακαλούσαν να έρθουν στον Ιωνικό, γιατί ήξεραν ότι είναι καλό μαγαζί. Ο Ιωνικός περνούσε ομάδες όπως ο ΟΦΗ, η Λάρισα, ο Ηρακλής... Περνούσαμε ομάδες όπως αυτές κι ο ΠΑΟΚ. Δεν ήμασταν πια η μικρή ομάδα. Κι αν ο Κανελλάκης δεν είχε το πρόβλημα με την καρδιά του, η ομάδα θα ήταν εκεί για περισσότερα χρόνια. Αυτή η ομάδα, τώρα, με Κανελλάκη θα ήταν στην Ευρώπη συνέχεια και εύκολα μάλιστα».

Πώς μάθατε το θάνατό του;

«Είχα φύγει, είχα πάει σε μια ομάδα την ΑΟ Μάνης και διέκοψαν την προπόνηση για να μου το πουν. Τότε, νομίζω ότι ήταν σαν να είχα πεθάνει και εγώ κι άλλες 300-400 οικογένειες που ζούσαν από εκείνον. Ήταν το Α και το Ω για την ομάδα και την πόλη. Ζούσε πολύς κόσμος μαζί του».

Τι τον έκανε τόσο ξεχωριστό;

«Ήταν απλός. Εχω ζήσει την καθημερινότητά του... Εμείς δεν ήμασταν παίκτης - πρόεδρος. Ο σεβασμός υπήρχε και κατ' αρχάς πάντα έφταιγα πρώτος εγώ. Από τους δικούς σου έχεις περισσότερες απαιτήσεις. Μας θεωρούσε οικογένεια κι όχι παίκτες του. Δεν ήταν δήθεν, δεν το έπαιζε. Είχε τεράστια οικονομική δυνατότητα, αλλά δεν το έπαιζε. Εμείς παίρναμε 6-7 εκατομμύρια πριμ και το θεωρούσε γρουσουζιά αν δεν μας το πλήρωνε ως την Τρίτη. Φαντάσου! Ο άνθρωπος σού κολλούσε ένσημα, σε βοηθούσε σε ό,τι ήθελες. Ο ένας έφτυνε ο άλλος έγλειφε. Κι οι ξένοι που έρχονταν, γίνονταν ένα μαζί μας».

e

Το πιο τρελό περιστατικό που έχετε ζήσει;

«Το ματς που παίζουμε με την ΑΕΚ στη Ν. Φιλαδέλφεια. Είπε ο Γιάτσεκ: "Θα παίξει ο Αντριόλι μπροστά κι ο Μπρούστερ από πίσω" και μας κοιτούσε... "Εσύ τι λες;", ρωτάει τον Ξανθόπουλο. Εγώ, ο Σταματής κι ο Παχατουρίδης ήμασταν σε μια γωνία. "Κούρβα, εσύ δεν μιλάς;", με ρώτησε. Του απάντησα: "Τι να σου πω; Ρωτάς τον Ξανθόπουλο που φοράει δύο αριστερά παπούτσια. Παίξε έτσι, αλλά αν χάσουμε θα φύγεις μαζί του". Εμείς του κάναμε πλάκα. Τσαντίζεται και λέει: "Κούρβα, μη μιλάς, κάνατε την ομάδα μπουρδέλο. Θα μιλήσουμε στο γήπεδο". Παίξαμε τελικά Μπρούστερ μπροστά, έβαλα εγώ το πρώτο γκολ, ο Σταματής το δεύτερο και έγινε ένα τρελό πανηγύρι. Στα αποδυτήρια, άρχισε να δίνει συγχαρητήρια. Του είπα: "Αν και γέρασες θα σε κάνω προπονητή". Κι όπως έρχεται μού λέει: "Κούρβα μη μιλάς" και τον τράβηξα μέσα στα ντουζ και τον έκανα μούσκεμα. Εψαχνε να στεγνώσει το κοστούμι για να πάει στη συνέντευξη Τύπου.

Μη νομίζεις ότι τα περιστατικά γίνονται στις εκκλησίες, τα περιστατικά γίνονται στα μπουζούκια. Δίναμε ραντεβού στο Corner και μετά στα υπόγεια... μετρούσες 25-30 σκαλοπάτια. Ποτέ δεν τελείωνες σ' 1-2 μαγαζιά. Ενα βράδυ ήμασταν στο "Αχίλλειο" στη Συγγρού. Ο επιχειρηματίας ήταν φίλος μας. Παραμονές του ματς με τον Ηρακλή και μας είπε: "Ερχεται ο Κανελλάκης". Φεύγει ο Ξανθόπουλος και πάει να φάει πατσά στο Παλαιό Φάληρο στην στροφή. Ε, αφού τελείωσε ο Κανελλάκης πήγε να φάει στο πατσατζίδικο και είδε τον Γιάννη εκεί. "Πώς και από δω Γιαννάκη;", με τον Γιάννη να του απαντάει: "Ε, ήρθα να φάω κάτι". Με τον Ηρακλή έφαγε κόκκινη κάρτα ο τερματοφύλακάς μας και έπαιξε τέρμα ο Γιάννης. Ο Γιοβάνοβιτς βάρεσε το φάουλ και που να το πιάσει ο Ξανθόπουλος. "Είδες τα ξενύχτια Γιαννάκη;", του είπε ο Κανελλάκης λες και έφταιγε αυτός που δεν έπιασε το φάουλ.

Εκεί του είπε: "Τέρμα τα μπουζούκια, τελειώσαμε". Ε, την Τετάρτη τον πήρε τηλέφωνο: "Ελα ρε μ@λ@κ@, θα βγούμε;". (γέλια). Απαγορευόταν να μην βγούμε, θα χτυπούσε το τηλέφωνο. Εκείνος τότε ξεδιπλωνόταν, υπήρχε περίπτωση να πάει νωρίς σπίτι του; Είχε μαγαζιά! Μια φορά ήμουν με τον Θεολόγη Παπαδόπουλο και τον Σάκη Τσιώλη. Στον Θεολόγη του άρεσε να τραγουδάει: "Στο άδειο μου πακέτο..." και μου ζήτησε να το χορέψω. Το χόρεψα, ε, πήγε 3-3,5 το πρωί και μας λέει ο Κανελλάκης: "Τι λέτε; Πάμε να παίξουμε; Εχουμε και ματς την Κυριακή". Χαζός δεν ήταν ποτέ! Μπορούσε να μιλάει στο ένα τηλέφωνο για τη μπάλα και στο άλλο να κλείνει δουλειές. Όλα περνούσαν από τα χέρια του. Μετά που μεγάλωσαν το παιδιά, τον βοηθούσαν τα παιδιά. Ο Χρήστος ήταν ο... δαίμονας, ο Λεωνίδας ήταν πιο σοβαρός».

s

«Απαγορευόταν να μην βγούμε το βράδυ, θα χτυπούσε το τηλέφωνο από τον Κανελλάκη»

«Ο Γκμοχ ζητούσε τσάι για να ζεσταθούμε κι ο Κανελλάκης τού είπε: "Τα δικά μου τα παιδιά ξέρουν από ουίσκι"»

Ζήσατε Ευρώπη και τελικό Κυπέλλου με τον Ιωνικό...

«Είχε να δώσει κι άλλα ο Κανελλάκης, αλλά οι γιατροί τον πίεζαν πολύ να σταματήσει».

Το ζούσε πολύ έντονα, ε; Αγαπούσε πολύ την ομάδα.

«Καθόταν στον πάγκο. Αν ήσουν εκεί και άκουγες... Γίνονταν απίστευτα πράγματα. Κατ' αρχάς εκείνος ξεκίνησε τη μόδα αυτή να κάθονται πρόεδροι στον πάγκο».

Καμία φάση από κανένα ματς θυμάστε;

«Πολλά... Θυμάμαι ένα ματς με τον Ηρακλή, που το γήπεδο είχε τόση λάσπη που δεν βλέπαμε ο ένας τον άλλον. Στο 20λεπτο έφαγε κόκκινη ο Αφάς, γιατί δεν μπορούσε να σταματήσει. Ο Γκμοχ φώναζε: "Κούρβα, δώστε τσάι στα παιδιά". Τσάι δεν είχαμε όμως κι ο Κανελλάκης είπε: "Ρε μίστερ, τα δικά μου τα παιδιά ξέρουν στο ουίσκι". Ήπιαμε ουίσκι και κερδίσαμε με γκολ του Αντριόλι στο 80κάτι. Κι ο Κανελλάκης κι ο Γκμοχ ήταν προληπτικοί. Επόμενο ματς παίζαμε στη Βέροια. Φαντάζεσαι κρύο... Να σου και πάλι να κάνει βόλτα το ουίσκι. Βγήκαμε στο γήπεδο, 80-85 0-2 με Φρούσσο - Μπρούστερ. Ευτυχώς έφτιαξε ο καιρός, θα ήμασταν αλκοολικοί.

σ

Κατ' αρχάς όταν βγαίναμε έξω μάς έλεγε: "Προσοχή τι ουίσκι θα παίρνετε. Είχε τα Dewars, Bells, Dimple. Όταν βγαίναμε και στο μαγαζί που πηγαίναμε δεν είχαν Dewars, έψαχναν να βρουν. Τι να πουν στον Κανελλάκη; "Δεν έχω;". Όταν τελείωνε η βραδιά, έπαιρνε τη χαρτοπετσέτα και έγραφε: "Σήμερα κερδίσαμε, θα πάρετε 6.000.000 δραχμές. Αν κερδίσετε και το επόμενο θα πάρετε άλλα 7.000.000 δραχμές". Σ' έβαζε στον τζόγο. Εμείς όμως είχαμε τόση ψυχολογία και αυτοπεποίθηση που παρακαλούσαμε να παίζουμε με τους "μεγάλους", δεν τους βλέπαμε, τους είχαμε ότι είναι ένα... τίποτα».

Το ματς με τον Ολυμπιακό πώς το θυμάστε;

«Θυμάμαι ότι το ματς το κυνηγούσαμε, είχαμε ανέβει εμείς... Όσο το ματς πήγαινε προς το 0-0 και εκεί που η αστυνομία είχε φύγει από το γήπεδο. Πήρε τη μπάλα ο Καραπιάλης με το χέρι, που βρέθηκε ο Τζόρτζεβιτς από δεξιά, έκανε σέντρα-ξυραφιά κι ο Ίβιτς έκανε το γκολ. Εμείς είχαμε συνηθίσει με τον Γκμοχ που έκανε θαύματα και πιστεύαμε στην Ευρώπη. Εκείνο το ματς με είχε ξενερώσει. Τώρα χάνεις από τον Ολυμπιακό και δίνεις συγχαρητήρια. Εμείς, τότε δεν καταλαβαίναμε τίποτα. Παίξαμε τρεις αγωνιστικές σε ουδέτερη έδρα κι η τύχη δεν μας βοήθησε. Βγήκαμε τελικά την επόμενη χρονιά στην Ευρώπη με τον Μαρκαριάν».

d

Πείτε μου για Αλέφαντο.

«Πηγαίναμε στις προπονήσεις για την ατάκα... Κατ' αρχάς όταν έβλεπε νύφες στο ξενοδοχείο που ήταν η αποστολή... έβριζε. Δεν τις ήθελε καθόλου, τις είχε για κακό. Το Σάββατο σου έλεγε ότι θα παίξεις, την άλλη μέρα σου έλεγε: "Πώς είσαι; Εφαγες καλά;". Και "ναι" να του έλεγες, αν το είχε δει το όνειρο δεν θα έπαιζες. Και πού να μαλώσεις; Σε τελείωνε. Μια φάση, ήταν ένας κύριος με λευκό κοστούμι που πήγαινε πάνω-κάτω στην Γρηγορίου Λαμπράκη. Είχε πολλά λεφτά και τα έφερε έτσι η ζωή που τα έχασε όλα. Κάποια στιγμή μόλις φτάσαμε στο γήπεδο για να στρίψουμε, τον είδε εκεί στη στροφή και νικήσαμε. Την επόμενηο αγωνιστική ζητούσε να τον βρουν για να τον φέρουν. "Γέμελε έφυγες", του έλεγε. Στα πρώτα πέντε λεπτά αν έκανες λάθος πάσες, έλεγε στον αναπληρωματικό: "Ελα, σήκω να σε βλέπει".

Μάς έκανε φοβερές προπονήσεις. Ως την Παρασκευή ήταν τρομερός, μετά στα ματς έβλεπε οράματα. Αφού εμείς του κάναμε πλάκα. Του λέγαμε: "Μίστερ αυτός ο προπονητής κάνει μάγια, μη του δώσεις το χέρι σου". Ε, όταν ερχόταν η στιγμή της χειραψίας, του έλεγε: "Ρε κάνε μου τη χάρη, εμένα βρήκες; Σ' εμένα θα κάνεις μάγια;".

d

Άλλο περιστατικό: Βάζαμε φίλους μας στην εξέδρα να κάνουν ότι γράφουν. Εκείνοι μπορεί να έλυναν σταυρόλεξα, αλλά ο Αλέφαντος νόμιζε ότι είναι κατάσκοποι άλλων ομάδων και τους έδιωχνε. Και με τους δύο το γέλιο ήταν πάνω απ' όλα. Το όνειρό του ήταν να φέρει τον Αναστόπουλο μαζί με τον Μητρόπουλο. Κάποια στιγμή ήρθε ο Αναστόπουλος.

Θυμάμαι μια φορά που παίζαμε μέσα στο Χαριλάου και χάναμε 1-0. Μας είχαν πετάξει κάτι αμπούλες που σε έκαναν να κλαις από τα αποδυτήρια. Αλλάζαμε στο διάδρομο. Ισοφαρίσαμε κάπου στο 85'. Όπου παίζαμε του πετούσαν μαύρες γάτες, ήξεραν ότι είναι προληπτικός. Τον έκαναν μπουρδέλο μέσα του, το έχανε!

Τον Σάκη Τσιώλη τον ντρεπόταν. Σ' ένα ματς τον είχε βάλει για επτά λεπτά και τον έβγαλε! Μιλάμε για έναν παίκτη πρωταθλητή, για έναν παίκτη στην εθνική ομάδα. Τον έβαλε στα Γιαννιτσά επτά λεπτά σ' ένα ματς που είναι 0-0. Όπως βγαίνει ο Σάκης και πήγαινε στον πάγκο, ο Αλέφαντος ήταν καθισμένος με τα χέρια στο πρόσωπο. Κοντοστάθηκε ο Τσιώλης μπροστά του κι ο Αλέφαντος του είπε: "Ελα μωρέ, βρίσε και φύγε". Ήξερε ότι έχει κάνει μ@λ@κι@».

«Ο Αλέφαντος δεν ήθελε να βλέπει νύφες, σ' όλα τα γήπεδα του πετούσαν μαύρες γάτες»

image

«Στα 30 μου έκανα εγχείρηση στη σπονδυλική στήλη. Ήταν λες και με χτύπησε κεραυνός»

Απ' όσα μου έχετε πει, πάντως, κρατάω ότι ένα παιδί 17-18 ετών από το χωριό πήγε στον Άρη, φόρεσε το 10 κατευθείαν και μετά ήρθε στην Αθήνα και έπαιξε σε μία ομάδα πάνω από 300 ματς. Σε μια πόλη που μπορεί να σε... καταπιεί.

«Ακριβώς, μπορεί να σε καταπιεί. Ήταν δύσκολα και τώρα που τα βλέπω νομίζω ότι κάναμε μεγάλο άθλο που επιβιώσαμε σ' ένα τόσο δύσκολο πρωτάθλημα, χωρίς να έχεις τις πλάτες κανενός. Δεν είχες το πατρονάρισμα κανενός. Καθρέφτης μας ήταν μόνο το γήπεδο. Στα 30 μου έκανα εγχείρηση στη σπονδυλική στήλη και υπογράψαμε εγώ, ο γιατρός κι ο Κανελλάκης για να γίνει η επέμβαση. "Θα σταματήσεις τη μπάλα, θα σου βάλω κάτι ανάμεσα στους σπονδύλους για να προχωρήσεις αλλά ξέχασε τη μπάλα". Εγώ να κλαίω μέρα-νύχτα. Είχα κάνει ένα φαρμακείο ενέσεις. Από τη Μεγάλη Παρασκευή μέχρι και την τελευταία αγωνιστική έπαιζα με ενέσεις. Μισή προπόνηση και ενέσεις. Ξαφνικά, όλη η δεξιά μου πλευρά ήταν σαν να με χτύπησε κεραυνός».

Και τελικά πώς παίξατε;

«Εγώ το ήξερα... Εκλαιγα και έπαιζα με τις ενέσεις!».

Παίξατε όμως...

«Μόνο έπαιξα... Απ' όταν έκανα την εγχείρηση, έκανα 5-6 ώρες πισίνες, φυσικοθεραπευτήριο κάθε μέρα. Ήθελα να μου έκανε κάτι ο γιατρός που θα μου επέτρεπε να παίξω. "Αν δεν παίξω θα αυτοκτονήσω", του είχα πει. Και ξεκίνησε ο Γολγοθάς με προπoνήσεις και θεραπείες.. Στον 4ο μήνα, όταν φτάσαμε πριν από το ευρωπαϊκό ματς - πριν το Ολυμπιακός-Ρεάλ Μαδρίτης 3-3 - έγινε ένα περιστατικό που με στενοχώρησε ο Πολυχρονίου, ο οποίος δεν το ήξερε καλά το αντικείμενο. Παίξαμε με τον Ολυμπιακό ένα φιλικό στου Ρέντη. Επαιξα ένα ημίχρονο και μου είπε ότι όταν είμαι έτοιμος θα μπορώ να παίξω. Εγώ είχα γυρίσει τον κόσμο ανάποδα για να παίξω στο ευρωπαϊκό ματς. Εμένα και τον Μπρούστερ μας έβαλε να κάνουμε 150 σπριντ. Θλάση δεν είχα πάθει ποτέ. Χτυπήματα είχα, αλλά ποτέ μυϊκό πρόβλημα. Ομως, ήμουν τόσο κουρασμένος που πήγα να κάνω ένα κοντρόλ και έπαθα θλάση. Γύρισα από την εγχείρηση σε τρεις μήνες και δεν έπαιξα στο ευρωπαϊκό ματς γιατί έπαθα αυτό.

Ο Παπαλάμπρου, ένας από τους καλύτερους γυμναστές που είχαμε πήγε και του είπε: "Χάσαμε τον Ντάριλ, έπαθε τράβηγμα" με τον Πολυχρονίου να του λέει: "Καλύτερα, δεν θα ήξερα ποιον να βάλω". Ε, 3η αγωνιστική έφυγε... Δεν μπορούσε! Εγώ, πάντως, έπαιξα κι ο γιατρός αυτός πήρε την κασέτα της εγχείρησης και την έδειξε σε σεμινάριο στο Άμστερνταμ. Δόξα τω Θεώ να είμαστε καλά!».

s

Σήμερα είστε στην Καρδίτσα, αλλά πιστεύετε ότι δεν έχετε θέση σε μια ομάδα στη Super League;

«Κοίταξε να δεις, εμένα δεν μου άρεσε ποτέ να κάνω τον προπονητή. Αφού ό,τι έκανα εγώ, θα μου το έκαναν εμένα οι παίκτες. Γι' αυτό και άργησα να ασχοληθώ, το θεωρούσα πολύ ψυχοφθόρο. Να πάρεις απόφαση να ζήσεις από την προπονητική είναι πολύ δύσκολο. Εβλεπα πως λειτουργούν οι πρόεδροι και το σύστημα. Για να παίξεις επαγγελματικά έχεις θυσιάσει πράγματα. Εγώ θυμάμαι ότι ήμουν ή σε γήπεδο ή σε φυσικοθεραπευτήριο. Η ζωή του επαγγελματία ποδοσφαιριστή είναι δύσκολη. Μετά, αν είσαι προπονητής είσαι στα νύχια των προέδρων. Σήμερα είσαι εδώ, αύριο είσαι εκεί, αύριο αλλού... Κι η οικογένεια που θα είναι; Δεν μου άρεσε ποτέ κι όταν ασχολήθηκα το έκανα ερασιτεχνικά για να βοηθήσω σε εκείνο το επίπεδο.

Τώρα είναι δύσκολη η εποχή στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Εχει χαθεί ο ρομαντισμός, δεν υπάρχει ερασιτέχνης που να μην πληρώνεται έστω και ελάχιστα. Την βρίσκεις δεν την βρίσκεις, όπως και να είσαι, όλοι θέλουν λεφτά. Παλιά δεν γινόταν αυτό, έπαιζες γιατί ήταν τρέλα. Το να ασχοληθώ με μια ομάδα... Οι πρόεδροι δεν κοιτάνε να έχουν επαγγελματίες, αλλά στρατιώτες. Θέλουν ανθρώπους για να τους ελέγχουν. Κάποιες ομάδες, όπως ο Ολυμπιακός για παράδειγμα, έφερε τον Καρεμπέ και τον Κοβάσεβιτς που είναι προσωπικότητες. Δεν πήραν φίλους για να κάνουν... κουβεντούλες. Ε, στο ποδόσφαιρο γενικά αυτό συμβαίνει κι όσο πηγαίνεις προς τα κάτω είναι και χειρότερα».

@Photo credits: INTIME, eurokinissi
Φόρτωση BOLM...