Βεργίνης στο Gazzetta: «Το δέσιμο με τον Πανιώνιο ήταν κάτι το ξεχωριστό, ευλογημένος που αγωνίστηκα σε ιστορικά σωματεία της Ελλάδας»
Ο Δημήτρης Βεργίνης είναι ένας γκαρντ με μακρά καριέρα στο ελληνικό μπάσκετ η οποία πλησιάζει πλέον τα 20 χρόνια, έχοντας αρχίσει από τη Θεσσαλονίκη κάνοντας το επαγγελματικό του ντεμπούτο το 2005.
Μέσα σε αυτές τις δύο δεκαετίες πέρασε από μερικά από τα πιο μεγάλα ονόματα του ελληνικού αθλητισμού, έχοντας υπάρξει μεταξύ άλλων παίκτης του ΠΑΟΚ, του Άρη, του Ηρακλή και του Παναθηναϊκού, ωστόσο η ομάδα στην οποία έχει συνδέσει με ιδιαίτερο τρόπο το όνομά του είναι ο Πανιώνιος.
Ο έμπειρος πλέον Έλληνας αθλητής, παραχώρησε μία μεγάλη συνέντευξη στο Gazzetta όπου μίλησε μεταξύ άλλων για αυτή τη σχέση με την ομάδα από τη Νέα Σμύρνη ενώ αναφέρθηκε σε πολλές ακόμα πτυχές της καριέρας του και της προσωπικής του ζωής.
«Ζήσαμε μαγικές στιγμές στον Πανιώνιο»
- Πώς βίωσες το πρωτάθλημα της Elite League του 2023-24;
«Νομίζω ότι ήταν από τα πιο συναρπαστικά πρωταθλήματα των τελευταίων χρόνων στην Elite League. Σίγουρα το πρωτάθλημα αναβαθμίστηκε κατά πολύ με την έλευση των δύο ξένων που ήρθαν. Σε αρκετές ομάδες ήρθαν αρκετά ποιοτικοί ξένοι παίκτες και νομίζω αυτό έδωσε τη δυνατότητα σε πολλούς Έλληνες να έχουν ένα έξτρα κίνητρο,ώστε να μπορέσουν να δουλέψουν περισσότερο και να είναι ακόμα πιο ανταγωνιστικοί στην ομάδα που είναι ο καθένας. Έγινε ένα πολύ ωραίο πρωτάθλημα με πολύ ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Η κάθε αγωνιστική είχε πάντα συναρπαστικά παιχνίδια, με ομάδες που κατά διαστήματα παίξανε πολύ καλό μπάσκετ. Νομίζω ότι το χάρηκε πολύ και ο κόσμος που είδε ένα τέτοιο πρωτάθλημα, όπου τελείωσε με ένα όμορφο Final Four, εκεί όπου η τότε ομάδα μου, ο Πανιώνιος, κατάφερε να πραγματοποιήσει τον στόχο της».
- Υπάρχει κάποιο ματς που ξεχώρισες μέσα από τη χρονιά;
«Δεν μπορείς να πεις ότι ξεχωρίζεις ένα παιχνίδι. Το κάθε παιχνίδι είχε τη σημασία του για τον Πανιώνιο. Ξέραμε ποιος ήταν ο στόχος μας, όποτε για εμάς κάθε παιχνίδι ήταν σημαντικό. Δεν είχαμε περιθώριο για άσχημα αποτελέσματα, τα οποία ήταν φυσιολογικό να έρθουν σε ένα μεγάλο πρωτάθλημα. Επίσης, κάθε αντίπαλος παίζοντας με τον Πανιώνιο που ήταν στην πρώτη θέση της βαθμολογίας, δεν είχε τίποτα να χάσει και αυτό έκανε το έργο μας ακόμα πιο δύσκολο».
- Υπήρξε άγχος στο Final Four μετά την ήττα από τον Μίλωνα;
«Η αλήθεια είναι ότι η ομάδα είχε ταλαιπωρηθεί πολύ με σοβαρούς και πολλούς τραυματισμούς. Ένας από αυτούς ήταν και ο δικός μου στο τέλος της χρονιάς που πραγματικά μου στέρησε τη δυνατότητα να βοηθήσω την ομάδα με τον δικό μου τρόπο στα τελευταία παιχνίδια αλλά και στο Final Four. Δε σου κρύβω ότι είναι κάτι που με πλήγωσε πολύ. Θεωρώ όμως ότι όλοι οι παίκτες που είχαν μείνει, πείσμωσαν και παρόλο που είχαμε ένα κακό αποτέλεσμα στο πρώτο παιχνίδι με τον Μίλωνα, στο παιχνίδι με τον Ηρακλή όλοι οι παίκτες, όσοι έπαιξαν και όσοι ήμασταν απ’ έξω τα δώσαμε όλα και καταφέραμε μαζί με αυτόν τον υπέροχο κόσμο που ήταν στο γήπεδο να πανηγυρίσουμε την άνοδο μας στη μεγάλη κατηγορία».
- Ο κόσμος πόση ώθηση και πόση πίεση δίνει σε μία ομάδα σαν τον Πανιώνιο;
«Γενικά όταν παίζεις σε μία ιστορική ομάδα όπως είναι ο Πανιώνιος, με απαιτήσεις και έχοντας στο μυαλό σου ότι η ομάδα πρέπει να ανεβεί στην Α1, εκεί που πραγματικά ανήκει και αξίζει να είναι, σίγουρα η πίεση είναι δεδομένη. Σαν παίκτης πρέπει αυτά να τα αφήσεις στην άκρη. Πρέπει να είσαι έτοιμος σε κάθε παιχνίδι από την αρχή μέχρι το τέλος της χρονιάς. Δεν είναι εύκολο αλλά είσαι αναγκασμένος να το κανείς.
Ο κόσμος ήταν τα τελευταία χρόνια στην ομάδα πιο κοντά από ποτέ, καθώς εδώ και μερικά χρόνια είχε αρχίσει η προσπάθεια ώστε να ανέβει η ομάδα στην Α1. Στο τέλος ειδικά της Elite League έδωσε δυναμικό παρών. Ζήσαμε μαγικές στιγμές και πραγματικά όλοι οι παίκτες αφιερώσαμε στον κόσμο αυτή την άνοδο που την περίμενε αρκετό καιρό».
- Έχετε συνειδητοποιήσει όσοι ήσασταν στην ομάδα τι έχετε κάνει για τη Νέα Σμύρνη και τον Πανιώνιο;
«Εμένα προσωπικά αυτός ήταν ο στόχος μου. Για αυτό επέστρεψα στον Πανιώνιο. Ήταν μια ομάδα που είχα παίξει στο παρελθόν και υπήρχε ένα δέσιμο. Ήταν μια σχετικά εύκολη απόφαση να γυρίσω στον Πανιώνιο της Β Εθνικής, αφού διέκρινα μια υγιή κατάσταση με στόχο την επιστροφή της ομάδας στα μεγάλα σαλόνια. Είμαι πολύ χαρούμενος που έδωσα και τη ψυχή μου για να πετύχουμε αυτόν τον στόχο».
- Έχεις κάνει αρκετές θητείες στον Πανιώνιο. Την έχεις βιώσει στα καλά της και στα άσχημα της. Νιώθεις ότι είσαι κομμάτι της ιστορίας του;
«Δεν σου κρύβω ότι πραγματικά το νιώθω. Πιστεύω ότι το δέσιμο που δημιουργήθηκε με τον Πανιώνιο ήταν κατι το ξεχωριστό για εμένα. Εγώ και όσοι ήμασταν στην ομάδα νιώθουμε μέλη αυτής της σπουδαίας πορείας που έχει κάνει η ομάδα τα τελευταία χρόνια».
- Πώς βίωσες τις διαφορετικές καταστάσεις του Πανιωνίου και ποίες ήταν οι διαφορές ανάμεσά τους;
«Εγώ ήμουν και παλαιότερα στον Πανιώνιο, όταν δεν ήταν και τόσο καλά τα πράγματα από πολλές απόψεις για την ομάδα. Ακόμα και σε εκείνες όμως τις στιγμές δεν μετάνιωσα που πήγα στον Πανιώνιο. Αυτή τη στιγμή στο τιμόνι της ομάδος είναι μία νέα υγιή διοίκηση με τον κύριο Μικροπουλο και τον κύριο Ηλιάδη να ηγούνται της προσπάθειας αυτής. Ο τεράστιος Φάνης Χριστοδούλου, σημαία της ομάδας, έχει επιστρέψει στην αγαπημένη του ομάδα και πραγματικά ήταν ευλογία που τον είχα δίπλα μου. Οπότε μπορώ να πω ότι δε μετάνιωσα στιγμή που επέστρεψα στην ομάδα».
- Ανέφερες τον Φάνη τον Χριστοδούλου που όλοι τον γνωρίζουμε, ωστόσο πώς είναι να δουλεύεις στο ίδιο περιβάλλον μαζί του;
«Εγώ προσωπικά τον πρόλαβα, έστω για λίγο όταν ήμουν μικρός, αλλά τώρα που τον ξέρω και τον έχω γνωρίσει, πρέπει πρώτα να αναγνωρίσω ότι είναι ένας εξαίρετος χαρακτήρας πέρα από μεγάλη προσωπικότητα και είχε λείψει από το μπάσκετ τα τελευταία χρόνια. Χαίρομαι που έχει επιστρέψει στην ομάδα που αγαπήθηκε και αγαπάει και που είναι πάλι κοντά στον αθλητισμό και στον Πανιώνιο. Τέτοιοι άνθρωποι είναι αναγκαίο να είναι κοντά στο ελληνικό μπάσκετ».
- Θα μπορούσες να πεις μερικά λόγια για εκείνο το ματς κυπέλλου με την ΑΕΚ;
«Είναι ένα παιχνίδι που σίγουρα η ΑΕΚ είχε το πλεονέκτημα, δεν το συζητώ. Παρόλα αυτά εμείς επειδή είχαμε αποκτήσει πολύ καλή χημεία μεταξύ μας, και ουσιαστικά δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε, μπήκαμε μέσα και τα δώσαμε όλα. Κάναμε ένα εξαιρετικό παιχνίδι που λίγο έλειψε να κερδίσουμε και να κάνουμε τη μεγάλη έκπληξη. Παρόλο που χάσαμε από μία ομάδα επιπέδου της ΑΕΚ και παρά την καλή μας εμφάνιση δε σου κρύβω ότι μας άφησε μία γλυκόπικρη γεύση. Γνωρίζαμε ότι θα ήμασταν ανταγωνιστικοί έως ένα σημείο και ότι στη διάρκεια του παιχνιδιού λογικά το παιχνίδι θα ξέφευγε υπέρ της ΑΕΚ. Σε έναν αγώνα μπάσκετ όμως ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να γίνει. Ήταν ένα παιχνίδι το οποίο ίσως ήταν το παιχνίδι της χρονιάς για τον Πανιώνιο έτσι όπως εξελίχθηκε. Άμα καταφέρναμε να πάρουμε και τη νίκη θα ήταν ίσως από τις σημαντικότερες εκπλήξεις των τελευταίων ετών στο θεσμό του κυπέλλου».
«Συνειδητοποιώ ότι τα χρόνια έχουν περάσει πάρα πολύ γρήγορα»
- Έχεις παίξει σε πολύ ιστορικές ομάδες της Ελλάδας. Τώρα που το βλέπεις, ποίο είναι το συναίσθημα; Είναι σαν ένα παράσημο για την καριέρα σου αυτό;
«Τώρα που έχω ¨πατήσει¨ τα 37 μου, συνειδητοποιώ ότι τα χρόνια έχουν περάσει πάρα πολύ γρήγορα. Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ από τα 6 μου. Στα 18 έκανα το πρώτο επαγγελματικό βήμα στον ΠΑΟΚ και τώρα γυρίζω τον χρόνο πίσω και καταλαβαίνω ότι στον αθλητισμό πρέπει να ζεις την κάθε στιγμή γιατί αναπόφευκτα οι αθλητές έχουν ημερομηνία λήξης. Νιώθω ότι είμαι ευλογημένος για την πορεία που έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια, έχοντας αγωνιστεί στα περισσότερα ιστορικά σωματεία στην Ελλάδα αλλά και σε ομάδες του εξωτερικού (Μπιλμπάο,Λουκόιλ Ακαντέμικ).
Θεωρώ ότι ήμουν μέλος στον πληρέστερο Παναθηναϊκό όλων των εποχών, όπου εκεί έζησα ανεκτίμητες στιγμές. Έχω κατακτήσει τρόπαια, έχω παίξει Ευρώπη, χρόνια στην Α1 και από μικρός σε αρκετά Πανευρωπαϊκά με τις Εθνικές ομάδες. Το 2022 αγωνίστηκα για πρώτη φορά στο πρωτάθλημα της Α2 κατηγοριας με την ομάδα της Καρδίτσας.
Εκεί πετύχαμε την άνοδο της στην Α1. Η συνέχεια ήταν ο Πανιώνιος με δύο συνεχόμενες ανόδους και 2 back to back UNICEF Trophy. Οπότε είναι μία γεμάτη καριέρα. Νιώθω χαρούμενος για τη διαδρομή που έχω χαράξει αν αναλογιστείς ότι υπήρχαν και ατυχίες μέσα στην πορεία μου όλα αυτά τα χρόνια. Το 2010 όντας στον Παναθηναϊκό παίρνω μια μεγάλη απόφαση να συνεχίσω στον Άρη .Στο δεύτερο επίσημο παιχνίδι είχα ένα σοβαρό τραυματισμό που μου στέρησε σχεδόν όλη τη χρονιά. Δεν υπάρχει κάτι χειρότερο από αυτό για έναν αθλητή, πίστεψε με. Παρόλα αυτά είναι κάτι το οποίο δε μπορείς να το προβλέψεις και να το αποφύγεις. Είναι μέσα στη ζωή ενός αθλητή».
- Πιστεύεις ότι ο Βεργίνης που ήταν 6 χρονών στις ακαδημίες θα θαύμαζε τον σημερινό;
«Θα ήμουν πολύ ικανοποιημένος αν τον θαύμαζε. Ελπίζω να με θαύμαζε για τον τρόπο που έπαιζα αλλά θα προτιμούσα να με θαύμαζε για τον τρόπο που προσέγγιζα τον αθλητισμό και το μπάσκετ. Γιατί πραγματικά αγαπώ πολύ αυτό που κάνω».
- Είσαι από τους παίκτες που έχουν σημειώσει πάνω από 1.900 πόντους στην Α1. Όσοι έχουν πιάσει μπάλα μπάσκετ ξέρουν ότι δεν είναι απλό πράγμα. Θυμάσαι όμως τους πρώτους σου πόντους στην Α1;
«Με γυρίζεις πολλά χρόνια πίσω γιατί η πρώτη μου επαγγελματική ομάδα ήταν το 2005 στον ΠΑΟΚ. Η αλήθεια είναι ότι δε θυμάμαι, πρέπει να το ψάξω!
Θυμάμαι όμως το πρώτο μου καλάθι που έβαλα με την ομάδα του ΠΑΟΚ .Ήταν σε ένα φιλικό προετοιμασίας στη Βοσνία.
Σίγουρα το να είσαι σε αυτή την κατηγορία και τη λίστα με ικανοποιεί. Επειδή όπως προανέφερα αγαπώ πολύ αυτό που κάνω, έδινα πάντα τον καλύτερο μου εαυτό σε κάθε ομάδα που αγωνιζόμουν».
- Είχες κάποιον παίκτη ως πρότυπο ή ως είδωλο;
«Πολύ παλιά, μικρός, έβλεπα πολύ NBA. Δεν υπήρχε το YouTube ,οπότε παραγγέλναμε κασέτες από Αμερική για να βρούμε τα All Star Game και τις καλύτερες φάσεις. Ο παίκτης που μου άρεσε πολύ ήταν ο Μάτζικ Τζόνσον. Αυτός ήταν σαν ίνδαλμα όταν ήμουν μικρός. Από εκεί και πέρα, νομίζω πως όπως και οι περισσότεροι στην ηλικία μου, αν και δεν τον πρόλαβα να παίζει, παρά μόνο στα τελειώματα της καριέρας του, ήταν ο Νίκος Γκάλης. Ήταν αυτός που έβαλε το μπάσκετ στις τηλεοράσεις και στα σπίτια όλων των Ελλήνων. Επειδή εγώ είχα γεννηθεί λίγο πριν την επιτυχία του 1987 και είχα αρχίσει να ασχολούμαι σιγά σιγά με το μπάσκετ, η μητέρα μου έλεγε ότι ήμουν συνέχεια με μία μπάλα στα χέρια και έλεγα ότι είμαι ο Γκάλης».
- Θα μπορούσες να πεις ότι το είχες όνειρο να παίξεις μπάσκετ δηλαδή;
«Επειδή ο πατέρας μου ασχολούνταν με τον αθλητισμό, έπαιζε μπάσκετ στην Αναγέννηση Θεσσαλονίκης ,μια ιστορική ομάδα της πόλης, όπως και ο αδερφός μου στην Ακαδημία Αστέρια του μεγάλου Θόδωρου Ροδοπουλου, αναπόφευκτα και εγώ από τα 6 μου μπήκα σε αυτόν τον χώρο. Όταν ήμουν μικρός δεν το σκεφτόμουν και τόσο πολύ .Το έβλεπα σαν παιχνίδι. Όσο όμως μεγάλωνα και μου άρεσε πολύ αυτό που έκανα, δεν σου κρύβω ότι το είχα βάλει σαν όνειρο και είμαι πολύ χαρούμενος που στα 18 μου μπόρεσα και έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα.
Το ότι μπορώ να πετύχω το όνειρό μου το συνειδητοποίησα το 2003 όταν έλαβα την κλήση από την Εθνική Παίδων και τον coach Νίκο Κεραμέα και μετέπειτα από τις υπόλοιπες Εθνικές. Τότε κατάλαβα ότι τα πράγματα σοβαρεύουν και ότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να κάνω το χόμπι μου επάγγελμα».
- Είχες μία δεύτερη θέση σε ένα παγκόσμιο κύπελλο εθνικών ενόπλων. Θες να πεις για το πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
«Ήταν μία πάρα πολύ ωραία ανάμνηση για εμένα. Είχαμε ένα πολύ ωραίο σύνολο παικτών και καταφέραμε να φέρουμε μία πολύ μεγάλη διάκριση στη χώρα, με μία ομάδα η οποία στήθηκε επί της ουσίας την τελευταία στιγμή. Επειδή όμως ήρθαν έμπειρα παιδιά που έπαιζαν χρόνια μπάσκετ, το χαρήκαμε πολύ και ήταν μία πολύ ωραία εμπειρία».
- Σε όλα αυτά τα χρόνια που έχεις παίξει μπάσκετ, ποίες «φιγούρες» σε βοήθησαν περισσότερο;
«Ο άνθρωπος που με βοήθησε και μου έμαθε τα βασικά του μπάσκετ, ήταν ο μεγάλος κόουτς Ροδόπουλος. Είναι από τους μεγαλύτερους μπασκετάνθρωπους της Ελλάδος, τον οποίο μπορώ να τον χαρακτηρίσω ως μπασκετικό μου πατέρα. Ήμουν στην ακαδημία Αστέρια από τα 6 μέχρι τα 17 μου. Ο Ροδοπουλος και ο coach ο Δημήτρης Νικολαΐδης που ήταν στην ομάδα τότε, ήταν από τους καλύτερους προπονητές που θα μπορούσε να έχει κάποιος σε μικρές ηλικίες. Είναι δύο άνθρωποι που με βοήθησαν πάρα πολύ στο να εξελιχθώ και να πετύχω όλα αυτά που πέτυχα στη μετέπειτα πορεία μου. Δυο ακόμα άνθρωποι που με βοήθησαν και με πίστεψαν είναι οι coach Νίκος Κεραμέας και ο Γιάννης Παπαθανασίου από τη Θεσσαλονίκη, οι οποίοι πιστέψανε σε μένα και με εμπιστεύτηκαν. Επίσης, οι δικοί μου άνθρωποι, όπως οι γονείς μου, ο αδερφός μου, ο μάνατζέρ μου Σπύρος Καλλέργης, ο πρώτος μου γυμναστής Τάσος Αναστασιλάκης αλλά και η αγαπημένη μου γιαγιά ήταν δίπλα μου από την αρχή που ξεκίνησα το ταξίδι αυτό. Ειδικά η γιαγιά μου με καταλάβαινε πιο πολύ απ’όλους! Δε θα μπορούσα όμως να μην αναφερθώ στη γυναίκα μου. Πάντα με στηρίζει και είναι δίπλα μου σε όλα».
«Μεγάλο σχολείο για εμένα ο Παναθηναϊκός, αναγκαίο όλοι οι φορείς που απαρτίζουν το ελληνικό μπάσκετ να συνεργάζονται μεταξύ τους»
- Ποίους συμπαίκτες θα ξεχώριζες από την πορεία σου στα παρκέ;
«Σε όλη αυτή την πορεία είχα πάρα πολλούς συμπαίκτες, είτε Έλληνες είτε ξένους. Δεν σου κρύβω όμως ότι όταν ήμουν στον Παναθηναϊκό του 2009, είχα συμπαίκτες αθλητές που είναι ίσως από τους καλύτερους παίκτες τα τελευταία χρόνια στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, όπως ο Διαμαντίδης, ο Σπανούλης, ο Γιασικεβίτσιους. Παίκτες που αγωνίζονταν στη θέση μου. Ήταν σίγουρα ένα μεγάλο σχολείο για εμένα και νιώθω τυχερός που ήμουν σε αυτή την ομάδα που είχε καταφέρει να κερδίσει τα πάντα στο πέρασμά της. Είχαμε κατακτήσει το triple crown. Οπότε όλοι οι συμπαίκτες που είχα τότε στην ομάδα ήταν πραγματικά ένας και ένας».
- Κάποια ιστορία με τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς;
«Ο Ομπράντοβιτς ήταν πολύ απαιτητικός με τους παίκτες του, τόσο στο παιχνίδι όσο και στην προπόνηση. Έπρεπε να ήσουν συγκεντρωμένος κάθε στιγμή που ήσουν μαζί του. Παίζαμε ένα παιχνίδι στη Βαρκελώνη εκτός έδρας, είχαμε χάσει, δεν είχαμε κάνει καλή εμφάνιση και την επόμενη φτάσαμε σχεδόν απόγευμα στην Αθήνα και μας πήγε κατευθείαν στο γήπεδο. Δύο ώρες βίντεο, προπόνηση αμέσως μετά και φύγαμε τα ξημερώματα από το γήπεδο, αφού μας είχε παραγγείλει πίτσες ο αξέχαστος Πάρης Δερμάνης. Είναι κάτι το οποίο δεν το κάνεις συχνά, οπότε δύσκολο να το ξεχάσεις. Αυτός είναι όμως ο Ομπράντοβιτς, γι’ αυτό έχει φτάσει εκεί όπου έχει φτάσει και θεωρείται δικαίως ένας από τους κορυφαίους προπονητές όλων των εποχών».
- Είσαι σε μία σχετικά μεγάλη μπασκετική ηλικία, μέχρι πότε θα συνεχίσεις να παίζεις;
«Η αλήθεια είναι ότι είναι μία πολύ δύσκολη απόφαση γιατί η δουλειά του αθλητή έχει μία ημερομηνία λήξης, αναπόφευκτα. Μέσα στον αθλητισμό και το μπάσκετ ζεις πραγματικά στιγμές που δεν μπορεί να τις ζήσει ένας απλός άνθρωπος. Έχει ανάμεικτα συναισθήματα αλλά και γεγονότα που μένουν για πάντα χαραγμένα μέσα σου. Συναναστρέφεσαι με πολλούς ανθρώπους και μέσα από αυτό μπορείς να κάνεις και πολύ ισχυρές φιλίες. Ουσιαστικά το μπάσκετ, τουλάχιστον για εμένα, είναι ένας τρόπος ζωής. Οπότε το να πάρεις μια τέτοια απόφαση δεν είναι κάτι εύκολο. Πρέπει να το παλέψεις πρώτα με τον εαυτό σου, ώστε να συνειδητοποιήσεις ότι ήρθε η ώρα να αλλάξεις σελίδα στη ζωή σου. Το ιδανικότερο για έναν αθλητή είναι να μπορέσει να τελειώσει όσο πιο όμορφα μπορεί την καριέρα του, αλλά το πιο σημαντικό από όλα είναι να ξέρει το πότε να το κάνει. Έτσι σκέφτομαι εγώ, για τη δική μου απόφαση».
- Είναι σύνηθες πλέον στο ελληνικό μπάσκετ οι ομάδες να έχουν μεγάλους σε ηλικία παίκτες, σας ανησυχεί εσάς, την «παλιά καραβάνα», αυτό; Ότι δεν υπάρχουν δηλαδή νεότεροι παίκτες που δεν σας έχουν πάρει τη θέση;
«Αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο αναφέρεται πολύ τα τελευταία χρόνια. Όταν ήμουν σε νεότερη ηλικία έβλεπα πολλούς νέους Έλληνες παίκτες να βγαίνουν μπροστά και να πρωταγωνιστούν. Αυτό δυστυχώς δε το βλέπεις στις μέρες μας. Είναι όμως και ένα κοινωνικό φαινόμενο διότι στο παρελθόν πολλά περισσότερα παιδιά ασχολούνταν με τον αθλητισμό. Μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και όλα τα ανοιχτά γήπεδα ήταν γεμάτα. Τώρα με όλες τις υπερπαροχές που υπάρχουν στη ζωή μας είτε είναι κινητά ,internet και όλα τα υπόλοιπα των τελευταίων χρόνων, θεωρώ ότι όλο και λιγότερα παιδιά ασχολούνται με τον αθλητισμό και αυτό είναι ανησυχητικό. Θέλω να πιστεύω όμως ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι θετικά για τον αθλητισμό και το ελληνικό μπάσκετ. Να βγούνε παιδιά με σωστή νοοτροπία πάνω από όλα, γιατί δεν αρκεί μόνο το ταλέντο. Επίσης, οι άνθρωποι που είναι δίπλα σε ένα νέο παιδί που ξεκινάει τον αθλητισμό θα πρέπει να είναι υποστηρικτικοί και να μη προσπαθούν να ικανοποιήσουν προσωπικά τους απωθημένα. Σιγά σιγά οι παλιότερες γενιές ολοκληρώνουν τον κύκλο τους, οπότε είναι αναγκαίο να έχουμε νέους πρωταγωνιστές που θα πλαισιώσουν τις ομαδες αλλά και την Εθνική ομάδα. Σημαντικός παράγοντας για να γίνει αυτό πράξη, είναι η στήριξη των νέων παικτών από τις ομάδες και τους προπονητές τους αλλά και των προπονητών από τις ίδιες τις ομάδες. Δε χρειαζόμαστε ξένους παίκτες χαμηλότερου επιπέδου από τους Ελληνες».
- Μετά από πολλά χρόνια είδαμε δύο ελληνικές ομάδες στο Final Four της Euroleague. Γενικά σε τι επίπεδο πιστεύεις όμως ότι είναι το ελληνικό μπάσκετ;
«Είναι πολύ μεγάλη επιτυχία για το ελληνικό μπάσκετ που καταφέραμε πέρσι να έχουμε δύο ομάδες στο Final Four. Βλέπω ότι τα τελευταία χρόνια το ελληνικό μπάσκετ έχει κάνει βήματα προς τα μπροστά. Υπήρχε μια περίοδος παρακμής και στασιμότητας που αυτό ευτυχώς εχει αλλάξει προς το καλύτερο. Αυτό που του λείπει είναι το ελληνικό στοιχείο που αναφέραμε. Παραπάνω. Θέλω να πιστεύω ότι αν αυτό βελτιωθεί θα καταφέρει το ελληνικό μπάσκετ να είναι από τα καλύτερα πρωταθλήματα της Ευρώπης, όπως ήταν και παλαιότερα. Είναι νομίζω αναγκαίο όλοι οι φορείς που απαρτίζουν και αντιπροσωπεύουν το ελληνικό μπάσκετ να συνεργάζονται μεταξύ τους και όχι να βρίσκουν θέματα αντιπαλότητας».
- Αυτό το λες έχοντας μάλιστα ένα πέρασμα από το ισπανικό πρωτάθλημα.
«Eίχα πάει στο Μπιλμπάο μαζί με τον Φώτη τον Κατσικάρη, τον Βασιλειάδη, τον Ζήση και τον γυμναστή Γιάννη Μεριχωβίτη. Ήμασταν μία ελληνική παροικία. Δυστυχώς όμως ένας τραυματισμός στην αρχή αλλά και κάποια διοικητικά προβλήματα με ανάγκασαν να επιστρέψω ξανά στην Ελλάδα και τον Άρη. Ήταν ένα σύντομο πέρασμα από το Μπιλμπάο αλλά είδα τότε ότι το ισπανικό μοντέλο απείχε αρκετά από το ελληνικό. Σε θέμα οργάνωσης, ποιότητας, γηπέδων αλλά και θεάματος. Ήταν μία στιγμή όπου αν έμενα εκεί και έμπαινα στην ισπανική αγορά θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί διαφορετικά η καριέρα μου. Αλλά ο Θεός είχε άλλα σχέδια για εμένα. Γυρίζοντας τη χρονιά εκείνη στην Ελλάδα γνώρισα τη γυναίκα της ζωής μου».
«Είχα μπροστά μου μεγαθήρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ, ο Εθνικός Λιβαδειάς είναι μια ομάδα που αποπνέει υγεία»
- Η γυναίκα σου είναι μια επιτυχημένη τραγουδίστρια, ωστόσο είναι κόρη του Λάκη Παπαϊωάννου που έπαιζε στον Ηρακλή και στον ΠΑΟΚ αλλά και στην Εθνική ομάδα. Εσύ είσαι από μπασκετική οικογένεια, είσαι έτοιμος για το ενδεχόμενο όπου η κόρη σου θέλει να γίνει και εκείνη αθλήτρια ή ακόμα και να μη θέλει;
«Όσων αφορά τον πεθερό μου, εγώ δεν τον πρόλαβα να παίζει αλλά ξέρω ότι ήταν ένας τεράστιος παίκτης. Μία εμβληματική μορφή του ποδοσφαίρου, κυρίως στον Ηρακλή με τον Χατζηπαναγή αλλά και στην Εθνική ομάδα.
Από εκεί και πέρα, αν είχα ένα γιο νομίζω δε θα χρειαζόταν καμία βοήθεια από εμένα για να ασχοληθεί με τον αθλητισμό. Θα γεννιόταν σίγουρα με μια μπάλα στα χέρια η στα πόδια του. Με την κόρη όμως είναι διαφορετικά. Η αλήθεια είναι ότι της αρέσει πολύ κάθε είδος αθλητισμού. Πιστεύω ότι έχει το αθλητικό DNA αλλά από εκεί και πέρα είναι κάτι που θα αποφασίσει και θα επιλέξει μόνη της το τι πραγματικά θέλει ή δε θέλει να ακολουθήσει. Εγώ θα είμαι δίπλα της όσο μπορώ και θα έχει πάντα τη συμβουλή και τη στήριξη μου.
Έχει έρθει σε κάποια παιχνίδια να με δει και μπορώ να πω ότι της άρεσε. Στην αρχή φοβόταν λόγω του κόσμου αλλά μετά κάπως εξοικειώθηκε. Με έβλεπε κυρίως από την τηλεόραση και το περίμενε με μεγάλη ανυπομονησία. Είμαι χαρούμενος που με πρόλαβε ενεργό τα τελευταία χρόνια και με έβλεπε μέσα στο γήπεδο».
- Παρακολουθείς γενικότερα μπάσκετ ή κάτι άλλο;
«Γενικά παρακολουθώ πολύ μπάσκετ. Ευρωλίγκα σίγουρα, Α1 αλλά και Α2 που τα τελευταία χρόνια έχει αναβαθμιστεί αρκετά.. Από NBA προτιμώ να βλέπω τις καλύτερες φάσεις και τους τελικούς, δύσκολα να δω ένα ολόκληρο παιχνίδι.
Ηρεμώ όταν είμαι με την οικογένειά μου. Με την κόρη μου και τη γυναίκα μου. Είναι η καλύτερη ενασχόληση που θα μπορούσα να έχω, δεν το περίμενα ότι θα μπορούσα να νιώσω έτσι. Αυτή τη στιγμή η οικογένειά μου είναι το πιο σημαντικό πράγμα που έχω καταφέρει στη ζωή μου. Νιώθω τυχερός που η συγκεκριμένη γυναίκα έχει έρθει στη ζωή μου και μου έχει χαρίσει το παιδάκι μας».
- Υπάρχει κάτι για το οποίο έχεις μετανιώσει στην καριέρα σου;
«Σε μία πορεία και καριέρα τόσων χρόνων σίγουρα έχεις κάνει σωστές και λάθος επιλογές που μπορεί να καθορίσουν την πορεία σου στον χώρο. Είτε αυτό είναι συνεργασίες, είτε επιλογή ομάδας. Πραγματικά δε ξέρω αν θα άλλαζα κάτι. Την περίοδο που ήμουν στο Παναθηναϊκό πήρα μια δύσκολη απόφαση σε μια σημαντική περίοδο της καριέρας μου. Δε ξέρω πως θα μπορούσαν να είχαν εξελιχθεί τα πράγματα για μένα αν δε την έπαιρνα. Με το μυαλό ενός 22χρονου που θέλει να παίξει και να αναδειχθεί ίσως έπραξα σωστά. Είχα μπροστά μου μεγαθήρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ και ήξερα ότι ο χρόνος μου θα ήταν περιορισμένος. Θεωρώ ότι τα νέα παιδιά πρέπει να έχουν παιχνίδια στα πόδια τους για να μπορέσουν να βελτιωθούν και να πρωταγωνιστήσουν».
- Θα μπορούσες να πεις λίγα λόγια για το γεγονός ότι αγωνίζεσαι πλέον στον Εθνικό Λιβαδειάς;
«Από τη στιγμή που πήρα την απόφαση να φύγω από τον Πανιώνιο έπρεπε να δω την επόμενη μέρα. Έκανα μια συζήτηση με τον coach Λιόγα και την ομάδα. Μου είπανε το πλάνο και τους στόχους της φετινής χρονιάς και να σου πω την αλήθεια δε δυσκολεύτηκα να απαντήσω θετικά. Ο Εθνικός Λιβαδειάς είναι μια ομάδα που αποπνέει υγεία. Έχει εδώ και χρόνια έναν άνθρωπο, τον κ. Καφρίτσα, που αγαπάει πολύ αυτό που κάνει και είναι δίπλα στην ομάδα και στους παίκτες σε οτιδήποτε χρειαστεί. Τέτοιοι άνθρωποι πραγματικά σπανίζουν στον χώρο μας. Ο στόχος της ομάδας είναι ξεκάθαρα η άνοδος. Τόσο εγώ όσο και οι συμπαίκτες μου θα τα δώσουμε όλα για να καταφέρουμε να τον πετύχουμε».