Οι γιοι του Μαρτσέλο παίζουν σε ΠΑΟΚ και Αρη: «Είμαι με την ισοπαλία»

Οι γιοι του Μαρτσέλο παίζουν σε ΠΑΟΚ και Αρη: «Είμαι με την ισοπαλία»

Σκεφτείτε το. Τη στιγμή της γέννησής μας, κάποιος συμπληρώνει τη ζωή μας. Μας δίνει ταυτότητα. Και επάγγελμα. Δίπλα στον Βεριντιάνο Μαρτσέλο έγραψε «ηλεκτροκολλητής».

Η μοίρα του είχε προκαθοριστεί. Αυτό που λέμε ριζικό, για τον Βραζιλιάνο από τη φτωχή φαμίλια, ανέφερε δουλειά σε ηλικία μικρότερη των 15 ετών! Και τα όνειρά του, στην σκληρή πραγματικότητα των μεγάλων, κλειδωμένα σε μία ντουλάπα.

Μόνο που ο μελλοντικός επιθετικός της Ξάνθης και της ΑΕΚ δεν θέλησε να συμβιβαστεί. Στη χώρα που γεννάει χιλιάδες ποδοσφαιριστές με τη... σέσουλα, δεν ήθελε να γίνει ηλεκτροκολλητής. Ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής!

Και το πέτυχε. Ακολουθώντας τον δύσκολο δρόμο. Δοκίμασε την τύχη του στις μικρές ομάδες. Μα έγινε δεκτός στη μεγαλύτερη, την Σάο Πάολο.

Συμμαθητής με τον Καφού, φόρεσε την ίδια φανέλα με τον θρυλικό Καρέκα.

Τα χρόνια κύλησαν. Η καριέρα του ποδοσφαιριστή ολοκληρώθηκε. Μόνο που ο Μαρτσέλο, ο οποίος μένει μόνιμα πια στη Θεσσαλονίκη, πρέπει να προετοιμάσει την επόμενη γενιά των Μαρτσέλο. Και πλέον είναι μαθημένος από τα δικά του... παθήματα!

Οι δύο γιοί του έχουν ακολουθήσει το δικό του μετερίζι. Παίζουν ποδόσφαιρο. Με μία μικρή – μα τόσο μεγάλη - ιδιαιτερότητα.

Ο ένας φοράει τα κίτρινα, τη φανέλα του Άρη! Και ο άλλος τα ασπρόμαυρα, τη φανέλα του ΠΑΟΚ!

«Εμφύλιος» κανονικός!

«Τη μία φορά είμαι με τον έναν, την άλλη με τον άλλον. Και όταν παίζει ο ΠΑΟΚ εναντίον του Άρη είμαι με την... ισοπαλία», εξηγεί ο Βραζιλιάνος στο gazzetta.gr.

Ο δρόμος του ήταν δύσκολος. Από την αβεβαιότητα και το τίποτα, στα πάντα. Στο ποδόσφαιρο. Ο ίδιος ο Μαρτσέλο δεν επιμένει να δει τα παιδιά του ποδοσφαιριστές. Η αλήθεια είναι πως το μόνο που επιθυμεί είναι να τους προετοιμάσει για το επόμενο βήμα: για την κοινωνία που θα τους υποδεχτεί σε λίγα χρόνια.

Ο 13χρονος Αλέξανδρος, με το παρατσούκλι «Πιτσίκο» παίζει στη θέση του δεξιού εξτρέμ στον Άρη.

Και ο 11χρονος Λουκίνιας, η απλώς Λούκας, αγωνίζεται σχεδόν στην ίδια θέση με τον αδελφό του, αλλά έχει πάρει και τη χάρη του φορ από τον μπαμπά του. Όλα αυτά για λογαριασμό του ΠΑΟΚ.

Φωτογραφίες και βίντεο: Κώστας Τόπας

image

«Είχα πάει στη Σάο Πάολο μόνος μου, τώρα είναι διαφορετικά»

Πώς κατέληξαν σε ΠΑΟΚ και Άρη;

«Εγώ ήθελα να να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Από εκεί και πέρα, είχαν στο σχολείο την ακαδημία της Γιουβέντους. Και είχαν γίνει μέλη της. Ο Αλέξανδρος στην ηλικία των 7 ετών και ο Λούκας από όταν ήταν 3.5 χρόνων. Μετά από δύο χρόνια, η ακαδημία διαλύθηκε. Νωρίτερα, είχαν προλάβει να αγωνιστούν σε διάφορα τουρνουά.

Μετά τη Γιουβέντους πήγανε στην Αναγέννηση Πανοράματος, για 2-3 χρόνια.

Τον μικρό τον διάλεξε ο ΠΑΟΚ, φέτος είναι στη 2η χρονιά του. Και τον μεγάλο τον πήρε ο Άρης».

Και τι συμβαίνει στο σπίτι όταν παίζει ο ΠΑΟΚ και ο Άρης;

«Μία φορά είμαι με τον έναν και μία τον άλλον. Προσπαθώ να κρατήσω την ισορροπία. Όταν παίζουν μεταξύ τους, είμαι με την... ισοπαλία».

Βλέπεις ομοιότητες ή διαφορές με όσα έπρεπε να κάνεις εσύ για να γίνεις ποδοσφαιριστής;

«Οι διαφορές είναι μεγάλες. Όταν είχα πάει στη Σάο Πάολο ήμουν μόλις 15 ετών. Ήμουν μόνος μου και ζούσα στην ακαδημία. Τώρα έχουμε τα παιδιά από κοντά. Είμαι μαζί τους σχεδόν όλη την ημέρα, κάποιες φορές έχουν κοινές προπονήσεις.

Δεν είμαι σίγουρος ότι αποτελεί πλεονέκτημα να μας έχουν μαζί τους ή όχι.

Εγώ ήμουν εντελώς μόνος μου, αν και το ποδόσφαιρο ήταν διαφορετικό στα χρόνια μας. Αλλά είμαι και αυστηρός μαζί τους. Να γίνουν όλα όσα θέλουν, αλλά με τον σωστό τρόπο. Ό,τι κάνεις, να το κάνεις με αυτοσυγκέντρωση. Και το σημαντικότερο, να το ευχαριστούνται. Ακόμη βέβαια είναι μικροί για να πούμε ότι θέλουν να ακολουθήσουν επαγγελματικά το ποδόσφαιρο».

Ποιες συμβουλές τους έχεις δώσει και φυσικά θα έδινες σε οποιοδήποτε παιδί που θέλει να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο;

«Η ενασχόληση με το ποδόσφαιρο είναι κάτι που κάνει τα παιδιά να προσέχουν το σώμα τους, τη διατροφή τους. Είναι πολύ θετικό. Χώρια που ξέρω που βρίσκονται όταν είναι στην προπόνηση ή σε έναν αγώνα.

Μέσα από αυτό μένει πειθαρχημένος. Θα γίνει ένας καλός άνθρωπος για την κοινωνία. Αυτό είναι το πιο σημαντικό για να γίνεις ποδοσφαιριστής. Φυσικά θέλει και τύχη.

Θα πρέπει να είναι σε μία ομάδα που έχει στόχους. Να αγαπάνε αυτό που κάνουν. Να αγαπάνε το σώμα τους. Να κάνουν καλά το πρόγραμμά τους, να κοιμούνται καλά και να προσέχουν.

Δεν θέλω να χάσουν τη ζωή τους, γιατί αύριο μεθαύριο δεν ξέρουμε τι μπορεί να γίνει, μπορεί να μην θελήσουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο».

image

«Αν δεν πετύχαινα θα γινόμουν ηλεκτροκολλητής»

Η αλήθεια είναι πως ο Βεριντιάνο τους έχει προετοιμάσει και γι' αυτό. Δεν είναι μόνο τα τρία διαβατήρια που μπορούν να αποκτήσουν (ελληνικό, βραζιλιάνικο και Ηνωμένων Πολιτειών από τη μητέρα τους), αλλά κι οι ξένες γλώσσες που μιλούν: Φυσικά ελληνικά, αγγλικά (ο ένας γαλλικά και ο άλλος γερμανικά) και πορτογαλικά. Αλίμονο, το DNA που ρέει στο αίμα τους δεν μπορεί να αλλάξει.

Τι ξέρουν για την καριέρα σου; Σε ρωτάνε;

«Δεν το εκφράζουν τόσο πολύ. Γνωρίζουν ότι κάποτε έπαιζα ποδόσφαιρο και σίγουρα τους αρέσει να παίζω μαζί τους. Στην εποχή μας, αν ανοίξεις έναν υπολογιστή, μπορείς να δεις τα πάντα. Ξέρουν την ιστορία μου. Αλλά έχω φροντίσει να τους πάω στη Βραζιλία. Στο σπίτι της Σάο Πάολο. Εκεί είδανε κάποια πράγματα.

Είδανε φωτογραφίες του Κασεμίρο και άλλων ποδοσφαιριστών, του Κακά, του Καφού που έχουν βγει από την ομάδα και αυτή τη στιγμή παίζουν στην Ευρώπη.

Αλλά έχουμε καθημερινή επαφή με τους Βραζιλιάνους που παίζουν ή έπαιζαν στον Άρη και στον ΠΑΟΚ.​

Τον Ζαμπά, τον Σάσα, τον Βαρέλα και άλλους. Οι γιοί μου ζούνε σε αυτό το περιβάλλον. Και αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να παρακολουθούν στην τηλεόραση, έχουν και την ευκαιρία να τους βλέπουν από κοντά. Πολλές φορές έχουν έρθει στο σπίτι μας ή έχουμε πάει εμείς στο δικό τους.

Είναι φορές που οι πιτσιρικάδες τους κάνουνε κριτική, γιατί δεν έδωσες την πάσα ή γιατί δεν σούταρες.

Μιλάνε πορτογαλικά, άρα μπορούν να συνεννοηθούν. Αλλά γενικότερα έχουν παραστάσεις, ακόμη και με την πανδημία μπορούν να πάνε στο γήπεδο να παρακολουθήσουν έναν αγώνα, επειδή είναι μέλη της ακαδημίας. Κρατάνε την επαφή».

Ανέφερες πριν την ακαδημία της Σάο Πάολο. Πώς είναι για έναν 15χρονο να μένει μόνος του;

«Προέρχομαι από φτωχή οικογένεια. Δούλευα μέχρι τα 15 μου. Ήμουν επαγγελματίας, όσο μπορεί να το πει κάποιος σε αυτή την ηλικία, στην ηλεκτροκόλληση.

Ήμασταν πέντε αδέρφια και εγώ ήμουν αυτός που γυρνούσε περισσότερο στους δρόμους. Οι δικοί μου φοβήθηκαν για εμένα, φοβήθηκαν μήπως με χάσουν και με έβαλαν να δουλεύω. Ήξεραν ότι την ημέρα δούλευα, ήξεραν που είμαι.

Μέσα από τη δουλειά μαθαίνεις την πειθαρχία, μαθαίνεις τους κανόνες της ζωής.

Παράλληλα, προσπαθούσα να μπω σε μία ομάδα.

Στην αρχή δοκίμασα στις μικρές ομάδες. Σαν να λέμε στη αντίστοιχη Λαμία, στον Λεβαδειακό της Βραζιλίας. Με απέρριψαν όλες! Στο τέλος δοκίμασα στην... Μπαρτσελόνα! Και η Σάο Πάολο με διάλεξε! Μπήκα σε μία ακαδημία 180 παιδιών.

Εκεί έχει πειθαρχία, γιατί αλλιώς... Σε ετοιμάζουν για την κοινωνία. Ξέρεις ότι δεν πρόκειται να παίξουν όλοι επαγγελματικά. Αλλά η ομάδα είχε την στρατηγική της για να σε προετοιμάσει.

Δοκίμασα και πέρασα. Έμενα μέσα στην ακαδημία και από εκεί και πέρα άλλαξε η ζωή μου.

Ή θα έπαιζα μπάλα ή θα δούλευα. Δεν είχα κάτι άλλο».

Η σχολή της Σάο Πάολο ήταν τελικά ένα μεγάλο σχολείο;

«Έχουμε ένα γκρουπ 90 ατόμων στο What's Up. Με παίκτες όπως ο Καφού και ο Βίτορ που έπαιξε για λίγο στη Ρεάλ Μαδρίτης, όλοι μέλη της ακαδημίας. Μιλάμε μεταξύ μας, κρατάμε τη φιλία που έχουμε, παρά τη διαφορά ηλικίας που μπορεί να είχαμε από την ακαδημία.

Εκεί ο ανταγωνισμός ήταν μεγάλος. Ήταν εξαιρετικά δύσκολο να επιβιώσεις. Έπαιζες απέναντι σε μεγαλύτερους, και έπρεπε να δουλέψεις πάρα πολύ. Και παράλληλα είχαμε το σχολείο. Η ομάδα μας παρακολουθούσε, έβλεπε την πρόοδό μας. Έπρεπε να ήμασταν και καλοί μαθητές.

Βλέπεις ποδοσφαιριστές από τη σχολή της Σάο Πάολο, πόση πειθαρχία έχουν δείξει και φυσικά την εξέλιξη που είχαμε: Ο Κακά, ο Κασεμίρο, ο Έντερσον, ο γκολκίπερ της Μάντσεστερ Σίτι, για να ονομάσω μερικά παραδείγματα.

Υπάρχουν και μερικοί που δεν τα κατάφεραν, είχαν άλυτα προβλήματα με τους μπαμπάδες τους, οι οποίοι μπλέχτηκαν αρκετά».