Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στις τηλεφωνικές απάτες: Η αθλήτρια που κατηγορείται για απάτη με λεία 7,6 εκατ. ευρώ
Μία 37χρονη πρώην αθλήτρια της ενόργανης γυμναστικής, που είχε εκπροσωπήσει την Ελλάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 -και σε μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις-, βρίσκεται ανάμεσα στους 44 συλληφθέντες για το εκτεταμένο δίκτυο τηλεφωνικών απατών που αποκόμισε, σύμφωνα με την Αστυνομία, περισσότερα από 7,6 εκατομμύρια ευρώ. Η εμπλοκή της προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση, καθώς η ίδια είχε για χρόνια δημόσια εικόνα μακριά από κάθε σκιά.
Οικογενειακή υπόθεση
Η έρευνα της Ασφάλειας Αθηνών αποκάλυψε πως η άλλοτε πρωταθλήτρια είχε αναλάβει υποστηρικτικό ρόλο στο ξέπλυμα χρημάτων των μελών του κυκλώματος. Κομβικό σημείο για την ταυτοποίησή της αποτέλεσαν οι καταγεγραμμένες συνομιλίες της με τον αδελφό της, ο οποίος φέρεται να λειτουργούσε ως εισπράκτορας της οργάνωσης. Με το πρόσχημα ότι ήταν λογιστής, προσέγγιζε θύματα και παραλάμβανε είτε μεγάλα χρηματικά ποσά είτε τιμαλφή. Για τον ίδιο αναμένεται η έκδοση εντάλματος σύλληψης, καθώς σε βάρος του έχουν συγκεντρωθεί σοβαρές ενδείξεις.
Οι ρόλοι
Η πολυδιάστατη έρευνα φέρνει στο φως μια εγκληματική οργάνωση με επαγγελματική διάρθρωση και αυστηρά ιεραρχημένους ρόλους. Στο κέντρο της δράσης βρίσκεται ένα οργανωμένο τηλεφωνικό κέντρο στο Ζευγολατιό Κορινθίας - μια περιοχή που, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, διευκόλυνε τόσο τη γρήγορη διαφυγή των μελών όσο και την απόκρυψη των κλοπιμαίων. Εκεί λειτουργούσαν βοηθοί του διευθύνοντος, καθώς και έμπιστα μέλη με άριστη γνώση ελληνικών και τεχνική κατάρτιση σε συστήματα ηλεκτρονικής τραπεζικής.

Η οργάνωση είχε εγκαταστήσει επιπλέον επιχειρησιακούς πυρήνες σε Αγία Βαρβάρα, Αχαρνές και Φυλή, ώστε να αποφεύγεται ο εντοπισμός των ανώτερων στελεχών. Επωφελούμενοι από συγγενικές και τοπικές σχέσεις, μέλη του κυκλώματος στρατολογούσαν άτομα από επαρχιακές περιοχές για να λειτουργούν ως εισπράκτορες, εξασφαλίζοντας έτσι ότι η διαδρομή των χρημάτων δεν θα οδηγούσε στα υψηλά κλιμάκια.
Η μεθοδολογία
Η μεθοδολογία τους χαρακτηρίζεται από προσαρμοστικότητα και οργάνωση. Τηλεφωνητές -περίπου 40 καθημερινά, σύμφωνα με την έρευνα- εκτελούσαν καλοδουλεμένα σενάρια εξαπάτησης, προσποιούμενοι λογιστές, υπαλλήλους δημόσιων υπηρεσιών ή στελέχη διαφόρων φορέων. Εκμεταλλεύονταν την άγνοια των θυμάτων γύρω από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, καθοδηγώντας τα ώστε να μεταφέρουν χρήματα σε λογαριασμούς που ελέγχονταν από το δίκτυο. Σε περιπτώσεις ηλικιωμένων, τα σενάρια γίνονταν ακόμη πιο πιεστικά, με ψεύτικες «αστυνομικές» κλήσεις που οδηγούσαν μέχρι και στη ρίψη χρημάτων από μπαλκόνια.
Παράλληλα, είχαν αναπτύξει δράση και μέσω ψεύτικων αγγελιών: αναρτούσαν δελεαστικές προσφορές για οχήματα ή μηχανήματα, αποσπώντας προκαταβολές από ανυποψίαστους αγοραστές και εξαφανίζονταν χωρίς ποτέ να ολοκληρωθεί η συναλλαγή.
Η επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ.
Η αστυνομική επιχείρηση για την αποδόμηση του δικτύου ήταν εκτεταμένη. Σε 73 εφόδους σε καταυλισμούς και κατοικίες σε Κόρινθο, Αττική και άλλες περιοχές, κατασχέθηκαν δεκάδες κινητά τηλέφωνα, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, ποσότητες ναρκωτικών, όπλα, κοσμήματα, ακόμη και εξοπλισμένο εργαστήριο υδροπονικής καλλιέργειας κάνναβης. Η έρευνα έχει μέχρι στιγμής συνδέσει την οργάνωση με 1.089 περιπτώσεις απάτης, με το πραγματικό μέγεθος να θεωρείται πολύ μεγαλύτερο.
Οι συλληφθέντες αντιμετωπίζουν βαριές κατηγορίες, από σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και απάτη έως νομιμοποίηση εσόδων και παραβίαση της νομοθεσίας περί όπλων και ναρκωτικών. Την ίδια ώρα, οι Αρχές εκτιμούν ότι πολλοί παθόντες δεν κατήγγειλαν ποτέ όσα συνέβησαν, είτε λόγω ντροπής είτε λόγω φόβου.
Το σκάνδαλο, με την απρόσμενη εμπλοκή της 37χρονης πρώην αθλήτριας σε υψηλό επίπεδο, αναδεικνύει για ακόμη μία φορά πόσο εξελιγμένα και διεισδυτικά γίνονται τα κυκλώματα των τηλεφωνικών απατών στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους οικονομικά και ψυχολογικά συντρίμμια.
