Παναθηναϊκός: Εγγύηση αποτυχίας με υπογραφή

Χρήστος Κιούσης
Ο Χρήστος Κιούσης σχολιάζει όσα (δεν) συμβαίνουν στον Παναθηναϊκό.

Όταν ξύνεις τον πάτο του βαρελιού αγωνιστικά υπάρχει θεωρητικά ένα μόνο καλό. Ότι τα πράγματα μπορούν να πάνε μόνο καλύτερα. Είναι μια νομοτέλεια που συμβαίνει παντού εκτός από τον Παναθηναϊκό! Γιατί και σε αυτό η αγαπημένη μας ομάδα πρέπει να διαφέρει.

Ποιος μπορεί άραγε να είναι σίγουρος ότι τα παθήματα έγιναν μαθήματα; Ο αστικός μύθος λέει ότι υπάρχουν δυο φράσεις που διαχρονικά παγώνουν το αίμα κάθε Πράσινου οπαδού. “Σεντράρει ο Βύντρα” και “Για τρεις ο Καλάθης”. Και οι δυο φράσεις ωχριούν μπροστά στη διατύπωση, “το θέμα χειρίζεται προσωπικά ο Γιάννης Αλαφούζος”. Αυτή η φράση στην πράξη ισοδυναμεί με ποδοσφαιρικό splatter.

Για να μην αδικώ ούτε τον πάντα χρήσιμο και φιλότιμο Λουκά Βύντρα που ήταν διαχρονικά πρώτη επιλογή των προπονητών του, ούτε την φαλακρή μαγεία Νικ Καλάθη που μερικές φορές μας εξέπλησσε με την ευστοχία αλλά κυρίως με τις μαγικές του ικανότητες ως πασέρ, οι κακές επιδόσεις τους, όποτε αυτές λάμβαναν χώρα, ελάχιστη ζημιά έκαναν στην ιστορία των Πρασίνων μπροστά στον ιδιοκτήτη της ΠΑΕ.

Μετά την φετινή καταστροφική σεζόν, τόσο αγωνιστικά εντός γηπέδου, όσο και σε επίπεδο αποτελέσματος κατρακύλας στην ευρωπαϊκή κατάταξη, μια νομίζω θα ήταν η ελπιδοφόρα φράση. “Δίνει τα κλειδιά της ΠΑΕ ο Αλαφούζος”. Δεν εννοώ με αυτό ότι έχω το δικαίωμα να υποδείξω σε έναν εφοπλιστή τι θα κάνει τις μετοχές του, ούτε ότι έχω πρόχειρο τον διάδοχο ζάπλουτο ιδιοκτήτη. Και για να εξηγούμαι, όχι δεν είμαι οπαδός κανενός θείου ή θείας από την Αμερική. Απλά αναρωτιέμαι, ως πότε;

Να πω ότι ο Παναθηναϊκός ιδρύθηκε πρόπερσι και δεν έχει ανθρώπους στη φαρέτρα του; Ακόμα και με την ιδιοκτησία Γιάννη Αλαφούζου βρίσκονται κοντά στον Παναθηναϊκό μυθικά ονόματα των Πρασίνων. Τι ακριβώς συμβαίνει με αυτούς τους ανθρώπους; Συμβουλεύουν τον ιδιοκτήτη και επηρεάζουν τις αποφάσεις χωρίς να φαίνονται στο προσκήνιο; Είναι διακοσμητικοί σε διοικητικά συμβούλια χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες; Τελούν υπό καθεστώς τιμητικής αποστρατείας οπότε να τους αφήσουμε ήσυχους;

Ακόμα και στην αγορά των στελεχών να βγει ο Γιάννης Αλαφούζος δεν είναι δύσκολο να προσελκύσει ανθρώπους με ποδοσφαιρική λογική και άποψη. Μη σας πω ότι και στη λαϊκή αγορά να διαλέξει έναν τυχαία, χειρότερες αποφάσεις από τον ίδιο δεν μπορεί να πάρει. Κι όμως ο Mr Σκάι επιμένει να “αποφασίζει το μέλλον του Παναθηναϊκού”.

Αυτό που κυρίως ακούω ως προοπτική, είναι το μεγάλωμα της ΠΑΕ με την κατασκευή του νέου γηπέδου. Ναι λογικά ένα τέτοιο έργο θα μεγαλώσει την εταιρία. Μέχρι να συμβεί όμως αυτό, πόσο προλαβαίνει να μικρύνει η ομάδα και να απομειώσει έτσι και την εταιρική αξία των Πρασίνων; Τι αντίκτυπο έχει δηλαδή η σταδιακή εξαφάνιση του Παναθηναϊκού από τις διοργανώσεις της UEFA, τι επιπτώσεις στην εμπορική αξία του σήματος, στα τηλεοπτικά δικαιώματα, στην ενεργή συμμετοχή σε αποφάσεις;

Αν το εταιρικό πλάνο του Γιάννη Αλαφούζου ήταν να εξαφανίσει το χρέος της ΠΑΕ και μετά να εκκινήσει ένα σχέδιο αγωνιστικής ανάτασης, θα ήταν μια κάποια λογική επιλογή. Δεν θα χρειάζονταν βέβαια 115 μετεγγραφές, κάμποσοι προπονητές και τεχνικοί διευθυντές αλλά και εκατοντάδες στιγμές ποδοσφαιρικής πικρίας για να εξυγιάνεις μια εταιρία. Το κυριότερο, δε θα χρειάζονταν και τα εκατομμύρια που αποδεδειγμένα τοποθέτησε στην ΠΑΕ όταν η αλήθεια είναι οι παναθηναϊκάρες επιχειρηματίες δεν έκαναν και ακριβώς ουρά για να προσφέρουν λύσεις.

Τώρα φρέσκα κουλούρια. Δυστυχώς για μια ακόμα χρονιά πρέπει να τραβήξουμε μια ... πράσινη γραμμή και να κοιτάξουμε το αύριο. Δεν μπορώ όμως να κοιτάξω το αύριο με τη χτεσινή ματιά. Αν το πλάνο είναι να ζήσουμε με τις προσωπικές επιλογές του Γιάννη Αλαφούζου για προπονητές, παίκτες, scouters κλπ ευχαριστώ πολύ δεν θα πάρω. Είμαι σε μια ηλικία που δε χρειάζεται να ρισκάρω τους καρδιακούς μου παλμούς βλέποντας τις ποδοσφαιρικές επιλογές ενός εφοπλιστή-καναλάρχη. Είναι ένα εγγυημένο πλάνο αποτυχίας. Ένα ακόμα για την ακρίβεια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ

Στην Ελλάδα του 2021 μια οπλοκατοχή μας έλειπε…

Ας βάλουμε ένα χεράκι να αναστήσουμε και τον Πολιτισμό

Οι «τυφλοί» κι οι «μονόφθαλμοι»