20 μέρες στην Μανίλα: Τι μας άρεσε και τι όχι!

Πανοραμικό πλάνο της "Mall of Asia Arena"
Η τετραμελής αποστολή του Gazzetta επέστρεψε από την πρωτεύουσα των Φιλιππινών και στις επόμενες 1785 λέξεις, οι απεσταλμένοι του σας μεταφέρουν εικόνες, εμπειρίες και εντυπώσεις από την εξωαγωνιστική (και όχι μόνο) πλευρά του 19ου Mundobasket.

Σαν βγεις στον πηγαιμό για τα βάθη της Ασίας, θα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για ένα τελείως διαφορετικό κλίμα από αυτό που έχεις συνηθίσει στην χώρα με το μεγαλύτερο φως στον πλανήτη. Αν και με όλα τα επακόλουθα της κλιματικής αλλαγής, σε λίγο θα ξεχάσουμε και την περιβαλλοντική ταυτότητας της πατρίδας μας!

Φιλιππίνες, λοιπόν και για την ακρίβεια Μανίλα! Μία άκρως εκτεταμένη μεγαλούπολη, που ουσιαστικά απαρτίζεται από την ένωση αρκετών προαστίων (Πασάι, Μακάτι, Ταγκίγκ, Πασίγκ κ.α.), τα οποία μαζί με το ιστορικό κέντρο της (εκεί όπου βρίσκεται η παλαιά πόλη ονόματι Ιντραμούρος) και την Κεζόν, αποτελούν ένα αχανές αστικό κέντρο με πληθυσμό που αγγίζει τα 25 εκατομμύρια κατοίκων. Κοινώς φιλοξενεί περίπου το 1/5 των ανθρώπων που ζει σε όλη την επικράτεια (114 εκ.).

Τα «μιλιούνια» του κόσμου που συναντά ο επισκέπτης μόλις προσγειώνεται στο διεθνές αεροδρόμιο “Ninoy Aquino”, τον προδιαθέτουν από την πρώτη στιγμή για το τι θα συναντήσει στους δρόμους και όχι μόνο για το κυκλοφοριακό χάος. Με που βγαίνει κάποιος σε εξωτερικό χώρο, η ατμόσφαιρα είναι επιεικώς ανυπόφορη.

Η ζέστη, το υψηλό ποσοστό υγρασίας και η μόλυνση του περιβάλλοντος, έχουν δημιουργήσει ένα ασυνήθιστο «κοκτέιλ» που μαζί με το τροπικό κλίμα που επικρατεί (η περιοχή έχει μεγάλη βλάστηση), οδηγεί σε συνεχείς εναλλαγές των καιρικών φαινομένων. Ο Σεπτέμβριος ειδικότερα θεωρείται η καρδιά της εποχής των μουσώνων (από Ιούνιο μέχρι Νοέμβριο), οπότε, όπως καταλαβαίνετε, «φάγαμε» πολλή βροχή!

Οι Φιλιππινέζοι είναι πολύ ευγενικοί, εξυπηρετικοί και φιλήσυχοι άνθρωποι. Και λάθος να κάνεις, θα στενοχωρηθούν για σένα και θα προσπαθήσουν να σου το εξηγήσουν όσο το δυνατόν πιο όμορφα. Μιλούν, δε, όλοι τους αγγλικά και μάλιστα πολύ καλά αλλά και από μικρή ηλικία. Η γλώσσα, άλλωστε, διδάσκεται στα σχολεία και είναι η επίσημη της κυβέρνησης.

Αυτά σαν μία εισαγωγή για το μέρος που επισκεφτήκαμε και τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστραφήκαμε. Πάμε τώρα στο «ζουμί» του κειμένου που έχει ως κεντρικό θέμα τα likes και τα dislikes της σχεδόν 20ήμερης παραμονής μας στην πόλη που φιλοξένησε 4 ομίλους της 1ης φάσης, δύο της 2ης και την τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Μας άρεσε

• H “Mall of Asia Arena”. Η υπερσύγχρονη εγκατάσταση που, μεταξύ άλλων, φιλοξένησε και τους πέντε αγώνες της Εθνικής μας ομάδας, ήταν λειτουργικότατη με όλες τις ανέσεις και τις παροχές της εποχής και δεν είχε να ζηλέψει σε τίποτε από τα κορυφαία γήπεδα του ΝΒΑ (σουίτες, εξαιρετικούς βοηθητικούς χώρους, εστιατόρια, καταστήματα, και καφετέριες).

• Το οργανωτικό κομμάτι του τουρνουά. Οι χώροι εργασίας, οι θέσεις των δημοσιογράφων, η μικτή ζώνη και η αίθουσα των συνεντεύξεων, οι εθελοντές, όλα ήταν σχεδιασμένα άψογα και λειτούργησαν χωρίς το παραμικρό πρόβλημα. Ελάχιστες έως μηδαμινές οι διακοπές στην σύνδεση με το διαδίκτυο, υψηλή ταχύτητα και γενικότερα υψηλό επίπεδο στις υπηρεσίες Τύπου.

• Το μπάσκετ και τα ανταγωνιστικά παιχνίδια που είδαμε, ειδικότερα από την 2η φάση και μετά, όταν πλέον ξεχώρισαν οι 16 καλύτερες ομάδες του κόσμου. Οι τρεις μαζεμένες ήττες της Αμερικής (στα τέσσερα τελευταία της παιχνίδια) ήταν οι αγώνες με το μεγαλύτερο σασπένς μαζί με τον τελικό, τον προημιτελικό Γερμανίας-Λετονίας και φυσικά οι δύο επιβλητικές νίκες της Σερβίας απέναντι σε Λιθουανία και Καναδά.

• Το κοουτσάρισμα, η φιλοσοφία και το στυλ μπάσκετ που προσάρμοσε στο ρόστερ της Γερμανίας, ο Γκόρντον Χέρμπερτ. Αν και έχει σεβαστή διαφορά ηλικίας από τους παίκτες του (είναι 64), είχε τον τρόπο του να εκπέμπει τον σεβασμό τους, ενώ ο τρόπος που χειρίστηκε το μοναδικό κακό παιχνίδι του Ντένις Σρέντερ (είχε 4/26 σουτ με την Λετονία) αλλά και τα ξεσπάσματά του, είχε τρομερή επίδραση στην ηγετική του παρουσία στον ημιτελικό και τον τελικό.

• Ο Σέι Γκίλτζιους-Αλεξάντερ. Ό 25χρονος Καναδός άσος των Οκλαχόμα Σίτι Θάντερ ήταν εντυπωσιακός μέσα στο παρκέ, απέδειξε γιατί επελέγη στην περυσινή καλύτερη πεντάδα του ΝΒΑ και αποτελεί την επιτομή του σύγχρονου combo-guard. Ήταν επιδραστικός σε όλους τους τομείς του παιχνιδιού (μ.ο. 24,8π., 6,4ρ. & 6,4ασ.) και ασταμάτητος στο ένας εναντίον ενός, ενώ ο συνδυασμός ταχύτητας, χειρισμού της μπάλας και κίνησης των ποδιών του (footwork), τον κάνουν να μοιάζει με μπασκετμπολίστα που «χορεύει» στο παρκέ. Μακράν ο MVP της διοργάνωσης.

• Η ενότητα των Σέρβων και δεν αναφέρομαι μόνο στην «χημεία» των παικτών και το καλό κλίμα στην ομάδα (έστω κι αν κανείς δεν γούσταρε τον παλιομοδίτη και “old school”, Σβέτισλαβ Πέσιτς) που βοήθησε να ξεπεραστούν οι ηχηρές απουσίες και να στεφθεί με επιτυχία το αγωνιστικό εγχείρημα, αλλά και στους απεσταλμένους δημοσογράφους που ήταν χωρισμένοι σε στρατόπεδα. Το ότι χειροκρότησαν όλοι όρθιοι τον 74χρονο ομοσπονδιακό τεχνικό (τον οποίο δεν ήθελαν να βλέπουν ούτε ζωγραφιστό) μετά την εντυπωσιακή πρόκριση στον προημιτελικό με την Λιθουανία και του αναγνώρισαν την συμβολή του σε αυτή, δείχνει ότι ξέρουν καλά τι σημαίνει η ισχύς εν τη ενώσει.

• Το “Talk Show” που οργάνωσε η FIBA με τους εκλεκτούς πρεσβευτές του Mundobasket (Γκασόλ, Σκόλα και Καρμέλο Άντονι) να τίθενται για μιάμιση ώρα στην διάθεση των διαπιστευμένων δημοσιογράφων σε ένα πολύ πρωτοποριακό και άρτια οργανωμένο event.

• Το αγωνιστικό στυλ που είχε η Λετονία και η διαχείριση των προβλημάτων που αντιμετώπισε παραμονές (τέθηκε νοκ άουτ ο Πορζίνγκις) και κατά την διάρκεια του τουρνουά (στερήθηκε της υπηρεσίες του Νταϊρις Μπέρτανς), από τον παλαιό μας γνώριμο Ιταλό τεχνικό, Λούκα Μπάνκι. Ο πρώην προπονητής της ΑΕΚ, παρουσίασε ένα σύνολο που ξεπέρασε το 100% των δυνατοτήτων μέσα στο παρκέ (κατέλαβε την 5η θέση στον κόσμο), έπαιξε γρήγορο, σύγχρονο κι ελκυστικό μπάσκετ και σύστησε στο ευρύ κοινό παίκτες (Ζάγκαρς και Γκρατζούλις), που μέχρι πρότινος ήταν άσημοι και δεν τύγχαναν μεγάλης εκτίμησης από τις μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες.

• Η καλοσυνάτη και αυθεντική ευγένεια όλων των ανθρώπων με τους οποίους ερχόμαστε σε επαφή στην καθημερινότητά μας. Η προθυμία, οι καλοί τρόποι και η εξυπηρέτηση αποτελούν το βασικό χαρακτηριστικό του μέσου Φιλιππινέζου. Όταν δε του ανταποδώσεις, λέγοντάς του έναν καλό λόγο για την δουλειά του ή τις υπηρεσίες του, τότε του έχεις πάρει την καρδιά.

• Οι υποδομές σε υπέργεια κλειστά τούνελ που ενώνουν στο γήπεδο με ένα από τα μεγαλύτερα malls του κόσμου (Mall of Asia), αλλά και με τα εμπορικά κέντρα που βρίσκονται σε ακτίνα τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων. Οι συχνές βροχές και καταιγίδες αλλά και ο καύσωνας που επικρατεί έξω (ο συνδυασμός της υψηλής υγρασίας τον καθιστά ανυπόφορο), οδήγησαν προς στην βολική κατεύθυνση της ένωσης πολλών κτιρίων μαζί. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τα αποδυτήρια και την αίθουσα εργασίας του γηπέδου, μπορούσε κάλλιστα να βρεθεί κανείς στο ξενοδοχείο των ομάδων, περπατώντας 5-7 λεπτά και περνώντας μέσα από διαδοχικά πολυκαταστήματα χωρίς να εκτεθεί σε εξωτερικό χώρο. Κοινώς οι παίκτες έφταναν πολύ πιο γρήγορα στα δωμάτιά τους με τα πόδια, απ’ ότι με το λεωφορείο!

• Οι πολύ φθηνές τιμές σε όλα, κάτι που έχει να κάνει με το χαμηλό κόστος ζωής και την φτώχεια που επικρατεί. Το ότι φάγαμε πλήρες branch (με club sandwich ή ομελέτα, κρέπες, πορτοκαλάδα και καφέ) σε εξαιρετικό café στο… Κολωνάκι της Μανίλα (το Μακάτι είναι το ωραιότερο προάστιο της πόλης και εκεί νιώθει κανείς ότι ξαφνικά διακτινίστηκε σε άλλο ημισφαίριο της γης) και τρία άτομα πληρώσαμε 45 Ευρώ, μας ξεπέρασε πλήρως!

Δεν μας άρεσε

• Οι κλιματολογικές συνθήκες και ο καιρός. Πέραν του ότι τις πρώτες 10 μέρες, είδαμε… ήλιο για ελάχιστα χρονικά διαστήματα και χορτάσαμε βροχές και ξαφνικές τροπικές καταιγίδες, η μαυρίλα και η καταχνιά που επικρατούσε στο μεγαλύτερο διάστημα της παραμονής μας, ήταν ό,τι χειρότερο για την διάθεσή μας.

• Το συνεχές μπες-βγες σε κλιματιζόμενη και μη ζώνη, που μοιραία προκάλεσε ουκ ολίγα κρυολογήματα συναδέλφων. Όταν στα 2-3 λεπτά περπατήματος, έχεις ιδρώσει και εν συνεχεία μπαίνεις σε εσωτερικό χώρο όπου ο κλιματισμός είναι τόσο δυνατός που νομίζει ότι βρίσκεσαι στην Λαπωνία, μάλλον τυχεροί ήμασταν όσοι την γλιτώσαμε.

• Το χάος στους δρόμους, η τρομερή κίνηση και δυσανάλογη παραμονή στο ταξί σε σχέση με την απόσταση που έπρεπε να διανύσουμε. Ευτυχώς δεν χρειαζόταν να μετακινηθούμε συχνά, ούτε να απομακρυνθούμε από το Πασάϊ, ενώ το διαμέρισμα που μέναμε ήταν ακριβώς απέναντι από το γήπεδο και από τον «δυτικό πολιτισμό» των εμπορικών κέντρων (5 λεπτά με τα πόδια).

• Η υπερτιμολόγηση των εισιτηρίων που βρίσκονται στα μεσαία και τα κάτω διαζώματα της “Mall of Asia Arena”, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν αξιοσημείωτα κενά στις κερκίδες. Γενικά ακόμη και οι φθηνές θέσεις ήταν πολύ ακριβές για το βαλάντιο του μέσου Φιλιππινέζου (300 Ευρώ μηνιαίως). Πενήντα ευρώ δηλαδή περίπου 3.000 πέσος δεν τα δίνει εύκολα κάποιος για να δει ένα ματς, όταν θα του μείνουν άλλα 250 για να βγάλει τον μήνα. Όσο και αν αγαπάει το μπάσκετ!

• Η λανθασμένη εκτίμηση της USA Basketball, του Στιβ Κερ και των συνεργατών του σχετικά με τις δυνατότητες του ρόστερ που παρουσίασαν στις Φιλιππίνες. Κύριοι με Κ κεφαλαίο, τόσο αυτός όσο και ο Hall of Famer επικεφαλής του προγράμματος, Γκραντ Χιλ (γενικά η συνεργασία των Αμερικανών με τους διαπιστευμένους δημοσιογράφους ήταν αψεγάδιαστη), ωστόσο, το εγχείρημα απέτυχε και ο προβληματισμός διπλασιάστηκε ενόψει της ομάδας που θα συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού.

• Η γκρίνια του Ντόντσιτς, ειδικότερα στον προημιτελικό με τον Καναδά. Ο Σλοβένος superstar ξεπέρασε τα όρια και ενδεχομένως να κούρασε ακόμη και τους θαυμαστές του με τις συνεχείς διαμαρτυρίες του. Δεν λέω ότι ο άνθρωπος δεν τρώει ξύλο και πολλές φορές οι διαιτητές το αγνοούν, ωστόσο αυτό συμβαίνει επειδή ο ίδιος μιλάει σχεδόν σε κάθε φάση και έχει χάσει και την έξωθεν καλή μαρτυρία του. Του αναγνωρίζω, όμως, ότι ήταν παρών και κουβάλησε στις πλάτες του την ομάδα του, ενώ έπαιξε σε φουλ ρυθμούς και στα δύο παιχνίδια κατάταξης παρά τον αδιάφορο χαρακτήρα τους.

• Η μεγάλη διάρκεια του τουρνουά. Οι σχεδόν 2,5 εβδομάδες αγωνιστικού προγράμματος είναι λίγο κουραστικές και προϋποθέτουν μεγάλα έξοδα τόσο από τις ομάδες, όσο και από τους θεατές που θα ταξιδέψουν από άλλες χώρες αλλά και τα μέσα ενημέρωσης που καλύπτουν τους αγώνες.

• Το πολύ μακρινό και ίσως πιο κουραστικό ταξίδι που έχω κάνει ποτέ στην επιστροφή. Έξι ώρες παραμονή στο αεροδρόμιο της Μανίλα λόγω καθυστέρησης στην αναχώρηση, άλλες 6,5 στην Σιγκαπούρη, που ήταν ο ενδιάμεσος σταθμός μας και συνολικά 14 (3 +11) στον αέρα, μας κάνουν συνολικά ένα εικοσιτετράωρο και βάλε στον δρόμο μέχρι να πατήσουμε το πόδι μας στην Αθήνα. Δεν το λες και παίξε γέλασε…

• Η μεγάλη ατυχία του Ντίνου Μήτογλου. Το παλικάρι πέρασε μία μεγάλη δοκιμασία (ανεξάρτητα αν είχε ευθύνη για ό,τι του συνέβη), χρειάστηκε μεγάλη πνευματική δύναμη για να ανταπεξέλθει και πάνω που άρχισε να βρίσκει τα πατήματά του και βρισκόταν σε εξαιρετική κατάσταση, του έτυχε άλλη μία κατραπακιά και τον έφερε στα όριά του.

Υγ.: Μπορεί τα χρόνια να περνάνε και ο αριθμός των αποστολών να έχει πλέον χαθεί, αυτό δεν σημαίνει ότι όσο ζεις, δεν μαθαίνεις: Στην Μανίλα, το μάθημα που πήραμε με τον Κωνσταντίνο Μελάγιες, από τον rookie σε Mundobasket, Δημήτρη Οικονόμου, ήταν σοκαριστικό! Εσείς ξέρατε ότι όλα τα γλυκά που δεν έχουν σοκολάτα, πρέπει να καταργηθούν;