Το θέατρο του παραλόγου!

Βασίλης Σκουντής Βασίλης Σκουντής
Το θέατρο του παραλόγου!

bet365

Ο πλανήτης ζει στον αστερισμό του κορονοϊού και ο Βασίλης Σκουντής μένει όχι μόνο στο σπίτι, αλλά και στο θέμα…

Eχει και τα καλά του το να μένεις σπίτι…

Τα έχει και σε υπερθετικό βαθμό κυρίως για ανθρώπους που είναι… χωριογύρηδες και δεν βάζουν τον απαυτό τους κάτω!

Βλέπεις τους δικούς σου ανθρώπους που κοντεύεις να τους ξεχάσεις, διαβάζεις κανένα βιβλίο απ’ όλα εκείνα τα οποία στοιβάζονται στο κομοδίνο σου, ε, σιχτιρίζεις κιόλας με τους ζαμανφουτίστες Ελληναράδες, περνάει η ώρα και όλα καλά, όλα ανθηρά!
Μια κουβέντα είναι αυτή, αλλά είναι στο χέρι μας να μην γίνουν όλα πολύ χειρότερα και να μην καταντήσουμε σαν τους δόλιους τους Ιταλούς…

Α, παρεμπιπτόντως, αυτό ο «una faccia, una razza», με το οποίο μεγαλώσαμε δεν ισχύει: δεν έχουμε ούτε ίδια φάτσα, ούτε ανήκουμε στην ίδια ράτσα με τους χειμαζόμενους γείτονες μας…

Είμαστε πολύ χειρότεροι στο πώς (δεν) παραδειγματιζόμαστε από τα παθήματα των άλλων, στο πώς (δεν) υπακούμε στους κανόνες, στο πώς τα γράφουμε όλα στα π@π@ρια μας, στο πώς καμωνόμαστε για αυθεντίες κραδαίνοντας το λάβαρο «εγώ ξέρω, εγώ θα σου πω», στο πώς δεν διανοούμαστε να χάσουμε τη βολή μας και να βγούμε από τη ρουτίνα και την κανονικότητα μας.. .

Είμαστε τόσο ανώμαλοι και η ηλιθιότητα μας ξεπερνάει σε τέτοιο βαθμό την απειροσύνη του Σύμπαντος (κατά πως έλεγε και ο Αϊνστάιν), ώστε την ώρα που –για να είμαστε μέσα στα πράγματα- ποστάρουμε το «Μένουμε σπίτι», την ίδια στιγμή κλάνουμε ηλιοθεραπεία στη Βουλιαγμένη!

Την ίδια στιγμή και επειδή προσηλυτισθήκαμε εξ απαλών ονύχων στο αντάρτικο πόλεων και ομνύουμε στο τσιτάτο «του Ελληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει» συμβαίνουν και άλλα τινά…

Τινά έγραψα; Λάθος. Δεινά είναι αυτά που συμβαίνουν!

Έκαναν λάθη οι Ιταλοί στη διαχείριση της εισβολής του κορονοϊού και τα πληρώνουν με μια εκατόμβη που δεν μπορούν να αναχαιτίσουν…

Οι αστυνομικοί τριγυρίζουν στους δρόμους με τις ντουντούκες και ικετεύουν τον κόσμο να μη βγει από τα σπίτια, ελπίζω αυτή η παράκληση να μην ακουσθεί τις επόμενες μέρες και στις γειτονιές μας…

Η Βel Paese (και όχι μονάχα αυτή) ασχήμυνε ξαφνικά και έγινε χώρα της συμφοράς…

Οι χαροκαμένοι κάτοικοι της μένουν εγκλωβισμένοι στα σπίτια τους, βγαίνουν στα μπαλκόνια, χορεύουν, τραγουδούν, προσπαθούν να ξαναβρούν το κέφι και το νόημα της ζωής μέσα στα εκατοντάδες ανοιχτά φέρετρα που τους περικυκλώνουν και αυτές οι σκηνές σε κάνουν να δακρύζεις...
Στη διπλανή χώρα, εμείς οι (εθισμένοι στο τριαλαρί τριαλαρό, στο ταρατατζούμ και στο ζαμανφού) Έλληνες παραβιάζουμε βάναυσα τους κανόνες και γράφουμε την ατομική ευθύνη και τη συλλογική συνείδηση εκεί όπου δεν πιάνει μελάνι!

Ευρισκόμενοι σε mood διακοπών κάνουμε γιούρια στις παραλίες και στα χιονοδρομικά κέντρα…

Οι κοκέτες δεν μπορούν να διανοηθούν τη ζωή τους χωρίς να πάνε στο κομμωτήριο, κάποιοι καθηγητές ανοίγουν τα φροντιστήρια για να διδάξουν τι σημαίνει… συγχρωτισμός, οι gym rats σιχτιρίζουν επειδή έκλεισαν τα γυμναστήρια, οι οικογένειες πηγαίνουν… εκδρομή στα super markets και αδειάζουν τα ράφια λες και κηρύχθηκε ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος, οι θεούσες κατεβάζουν καντήλια στον Αρχιεπίσκοπο για την οδηγία περί του εκκλησιασμού και τα τοιαύτα…
Καμία σωτηρία! Καμία!

Εδώ έρχονται η ποίηση και η λογοτεχνία για να μας κρατήσουν συντροφιά και να μας συνεφέρουν κομματάκι!

Ο αυτοσχέδιος στιχοπλόκος, μαντιναδολόγος και ριμαδόρος προσάρμοσε ήδη τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου στο πνεύμα των ημερών…

Άκουσες Αρετούσα μου, τα θλιβερά μαντάτα; Σε καραντίνα μ’ έκλεισαν δε βγαίνω μπλιό στη στράτα

Δύο εβδομάδες μοναχά, σπίτι μου ‘παν να μένω κι από τσι δυο και ύστερα τσ’ ειδήσεις ν’ ανημένω.

Και πώς τον κόσμο ν’αρνηθώ, ‘τσι φίλους να μακρύνω και πώς να κόψω γήπεδο, freddo και cappuccino;

Κατέχω το κι ο κύρης σου δε θε να σε παιδεύει κι ατή σου μέσα να κλειστείς σαν ούλους μας γυρεύει.

Και ‘συ θέλεις ν’ αντισταθείς, λεύτερη να σ’ αφήσουν ειν’ άνοιξη, χαρά θεού, μέσα δε θα σε κλείσουν!

Μια χάρη αφέντρα, σου ζητώ και κείνη θέλω μόνο και μετά ‘κεινη κλείνομαι στο σπίτι κι ένα χρόνο.

Όντε λιγάκι θε να βγεις, αέρα για ν’ αλλάξεις αν βήξεις, ανε φταρνιστείς, ή αν βαριαναστενάξεις βάλε ένα χαρτομάντηλο στα κόκκινά σου χείλη ή δ’ αλλιώς ο κορονοϊός κι άλλους πολλούς θα στείλει!

Να πλένεις τα χεράκια σου συχνά και με σαπούνι βότανα πίνε μπόλικα: μέντα, τίλιο, φλισκούνι!

Φρούτα να τρως, λαχανικά κι όχι γλυκά διόλου όσπρια και γάλα, Αρετή, δεν βλάφτουνε καθόλου!

Και τάσσω σου, ογλήγορα θε να βρεθούμε ομάδι και δε θα στερηθείς φιλί και αγκαλιά και χάδι.

Η αγάπη, ζει παντοτινά και να ’χεις πάσα ελπίδα: Τούτος ο κορονοϊός δε βλάπτει την πατρίδα.”

Εχει το χάζι του αυτή η παραφθορά του ποιήματος, δεν λέω…

Υπάρχουν βεβαίως και πολύ πιο δραματικές παραπομπές όπως ένα απόσπασμα από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Βαρδιάνος στα σπόρκα», που εκδόθηκε το 1893 με ηρωίδα τη γριά Σκεύω…

Ο ίδιος ο συγγραφέας εξηγεί τις άγνωστες σε εμάς λέξεις:

«Οι βαρδιάνοι ούτοι ήσαν γηραιοί ναύται ή άλλοι άνθρωποι του τόπου πτωχοί, οίτινες, χάριν μικρού μισθού, εδέχοντο να «σπορκαρισθούν», ήτοι να τεθώσιν υπό κάθαρσιν, όπως επιβλέπωσι την ακριβή τήρησιν της καθάρσεως των πλοίων».

Ο Παπαδιαμάντης αναφέρεται στη χολέρα που ενέσκηψε στην Ελλάδα το 1865, μόλυνε πλήθος ανθρώπων και τους εξανάγκασε σε καραντίνα. Οσοι ενδιαφέρονται να διαβάσουν τη σχετική αποστροφή από το διήγημα, ιδού πώς έχει με την αυθεντική γραφή του Σκιαθίτη «Αγίου των ελληνικών γραμμάτων»

Μια πιο σύγχρονη αναφορά συναντάται στο θεατρικό έργο «Το παιχνίδι της σφαγής» του Ευγένιου Ιονέσκο. Ο Ρουμάνος συγγραφέας, που θεωρείται κιόλας ως ο επιφανέστερος εκπρόσωπος του θεάτρου του παραλόγου το έγραψε το 1970 κι έναν χρόνο αργότερα η παράσταση ανέβηκε στην Ελλάδα από το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν…

Ο Ιονέσκο πρέσβευε ότι «το κωμικό στοιχείο αποτελεί τη βαθύτερη γνώση του παραλόγου, γι’ αυτό προξενεί μεγαλύτερη απόγνωση από το τραγικό: το κωμικό είναι τραγικό και η τραγωδία του ανθρώπου γίνεται μια κωμωδία».

Το έργο είναι τρομακτικά προφητικό! Πραγματεύεται την υπόθεση μιας ξαφνικής επιδημίας που αφανίζει μια πόλη οι κάτοικοι της οποίας έρχονται ο ένας μετά τον άλλον αντιμέτωποι με τον θάνατο και πεθαίνουν η ζουν κατά τύχη, χωρίς, λέει, να ξέρουν να ζουν και να ξέρουν γιατί πεθαίνουν!

Ο Ιονέσκο αναφέρεται στον συμβολικό και στον πραγματικό θάνατο, θεωρώντας ότι ενώ τον προκαλούμε μόνοι μας, εκ των υστέρων αναζητούμε (και όχι όλοι) τα αίτια του.

Στην ιστορία του «Παιχνιδιού της σφαγής», η πόλη είναι ήσυχη και συνηθισμένη∙ μια πόλη όμορφη η οποία σφύζει από ζωή, με ευτυχισμένους και ανέμελους ανθρώπους που ζουν χωρίς κάτι σημαντικό να διαταράσσει την καθημερινότητά τους. Μέχρι που ένας παράξενος θίασος, αποφασίζει να «διασκεδάσει» τους θεατές του παίζοντας σ’ ένα εγκαταλελειμμένο drive in, μια άγρια φάρσα….

Ο δεξιοτέχνης καλλιτέχνης του θιάσου, προσφέρει ως θέαμα μια σειρά από μαρτυρικούς και ταυτόχρονα σκληρά κωμικούς θανάτους, αποδεκατίζοντας τους ηθοποιούς τον ένα μετά τον άλλον. Ο κοινωνικός ιστός καταρρέει, τα προσωπεία πέφτουν, και οι άνθρωποι ανίσχυροι οδηγούνται σε ένα κρεσέντο τρόμου και αγωνίας. Η απειλή είναι παντού, και όσο οι ώρες προχωρούν, όλα αλλάζουν, φανερώνοντας πως κανείς δεν είναι πλέον ασφαλής…

ΥΓ: Υπό το κράτος του τρόμου και του πανικού αυτά που προέχουν τώρα είναι η υγεία, η ασφάλεια και οι ζωές μας. Στο κύκνειο άσμα του ο Φρεντ Μέρκιουρι που έφυγε από μια άλλη μάστιγα, έλεγε «The show must go on» και δεν είχε άδικο, αλλά για να συνεχισθεί το σόου, πρέπει να υπάρχουν υγιείς και ασφαλείς άνθρωποι ώστε να το παίξουν και να το παρακολουθήσουν. Το αν «πούλησε» ο Πιτίνο τον Παναθηναϊκό και την Ελλάδα, το ποιος θα ανακηρυχθεί πρωταθλητής και το τι θα γίνει με τα… μισθά των παικτών έρχονται δεύτερα…

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

Βασίλης Σκουντής
Βασίλης Σκουντής

H φήμη ότι βγήκε από την κοιλιά της μάνας του κρατώντας ένα στυλό κι ένα χαρτί ελέγχεται ως εντελώς αναληθής. Αντιθέτως είναι περίπου… αληθής η φήμη ότι στην πρώτη έκθεση του στο δημοτικό έβαλε τίτλο, υπότιτλο, φωτογραφία, λεζάντα και έδωσε χαρακτηρισμό γραμματοσειράς!
Τα νομικά βιβλία του Σάκουλα ενέμειναν απλώς στο ράφι, αλλά στις… σακούλες. Ο προορισμός υπήρξε μοιραίος και αναπόδραστος. Μετά από 32 χρόνια και με τα μαλλιά του να έχουν από ετών προτιμήσει την ταπείνωση από το θάνατο, ο Βασίλης Σκουντής ταλαιπωρεί τους γύρω του και τον εαυτό του, επιμένοντας να γράφει, άλλωστε είναι το μόνο που έμαθε να κάνει (πιστεύει καλά, αλλά κι αυτό παίζεται!) στη ζωή του. Αν και ενίοτε παρασπονδεί, εν τούτοις στις φλέβες του τρέχει πάντοτε πορτοκαλί αίμα, θεωρεί τον εαυτό του απόγονο του Homo Βasketikus και (περπατώντας στην πέμπτη δεκαετία της ενασχόλησης του με τη δημοσιογραφία) γουστάρει που ακόμη δεν βαρέθηκε να κάνει το χόμπι του!

ΥΓ: Αν μετά από τόσα χρόνια δεν τον βαρεθήκατε, εκτός από το gazzetta.gr μπορείτε να τον υποφέρετε ακόμη καθημερινά στο Goal News και στον Sentra FM 103.3