Ο φωταγωγός (pic)

Ο φωταγωγός (pic)

bet365

Η γοητεία του ανεξήγητου σε λίγα τετραγωνικά, στο εσωτερικό των τσιμεντένιων κλουβιών. Η όαση της καθημερινότητας εκεί που δεν υπάρχει θέα!

“Μαζί με τον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα”, αυτό το σκεφτόταν κάθε φορά που τον πότιζε. Ναι, αυτός ήταν η γλάστρα και του άρεσε. Όποτε στεκόταν εκεί, σήκωνε το βλέμμα ψηλά και μετά μύριζε με ευχαρίστηση τον βασιλικό. Εκεί κάπνιζε χαλαρός το τσιγάρο του και έβλεπε τις στάχτες να στροβιλίζονται στο κενό. Του άρεσε η δροσιά και η υγρασία του σημείου. Του άρεσε να βλέπει να πέφτει το φως από ψηλά και τον γοήτευε το άγνωστο που κατοικούσε εκεί. Δεν υπήρχε καλύτερο σημείο του σπιτιού από το παράθυρο της κουζίνας. Η θέα του φωταγωγού ήταν διέξοδος, χαραμάδα ελπίδας, φωτός… Το περβάζι με τον βασιλικό ήταν ο κήπος του, η εξοχή του. Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στη Αθήνα, ο φωταγωγός τον αιχμαλώτισε. Μεγαλωμένος σε χωριό δεν ήξερε ότι υπάρχει ανάσα στο τσιμέντο. Ο φωταγωγός ήταν η αιτία που άντεχε την καθημερινότητα, τη δουλειά, τη ρύπανση και τη μοναξιά της μεγαλούπολης. Όταν σηκωνόταν τον πρωί, εκεί καθόταν να πιει τον καφέ του. Τον ακουμπούσε με προσοχή στο μικρό περβάζι, άναβε τσιγάρο και ρέμβαζε. Δεν τον ενοχλούσε που δεν έβλεπε πια λιβάδια, ζώα, ανοιχτό ουρανό… Όχι. Κάποιες φορές, όταν είχε απόλυτη ησυχία, προσπαθούσε να ακούσει τον παλμό του φωταγωγού. Δεν τα είχε καταφέρει…

Όταν έπεσε ο λούτρινος μονόκερος ένιωσε ότι υπάρχει κάτι αθέατο στον φωταγωγό. Το φανταστικό ζωάκι είχε ξεμείνει σπίτι του. Τον άφησε η ανιψιά για να του κάνει παρέα. Ήταν μικρό σε μέγεθος. Μόλις που κάλυπτε την παλάμη του. Το πήρε, λοιπόν, και το έβαλε στο περβάζι. Ροζ χρώμα το σώμα, γαλάζια τα μάτια και χρυσό το κέρατο. Του άρεσε. Τον έκανε και χαμογελούσε. Στη μια άκρη αυτό και στην άλλη ο βασιλικός. Μια μέρα είχε γείρει πάνω στο περβάζι και κάπνιζε. Είχε ξεχάσει ανοιχτή την μπαλκονόπορτα και έκανε ρεύμα. Το αεράκι τον δρόσιζε και τον ηρεμούσε. Ξαφνικά όμως ήρθε μια πιο δυνατή ριπή ανέμου. Το λούτρινο ταρακουνήθηκε και έπεσε από το ύψος του πέμπτου ορόφου. Το κοιτούσε να πέφτει, να πέφτει, όταν κάτι ανέκοψε την πτώση του. Από ψηλά δεν φαινόταν καλά Λες κάποιο αόρατο χέρι το είχε πιάσει. Συγκέντρωσε το βλέμμα και κατάλαβε ότι ήταν συρμάτινο σχοινί μπουγάδας. Κατέβηκε να πάρει το λούτρινο. Άνοιξε την εσωτερική πόρτα. Πήρε το ζωάκι και μετά απόρησε. Τι εξυπηρετούσε αυτό το σχοινί; Πράγματι. Στο ύψος που είχε τοποθετηθεί δεν συνδεόταν με κανένα διαμέρισμα. Επίσης δεν ήταν και τόσο μεγάλο για να χωρά πολλά ρούχα. Η μία άκρη ξεκινούσε λίγο πάνω από την πόρτα και κατέληγε, διαγώνια, δίπλα και κάτω από το παράθυρο του πρώτου ορόφου. Τραβώντας το λούτρινο, το σχοινί ταλαντώθηκε. Όταν ανέβηκε σπίτι και πήγε να κλείσει το παράθυρο του φωταγωγού, ένιωσε ένα ρεύμα να τον αγγίζει. Κοίταξε στην μπαλκονόπορτα: ήταν κλειστή.

Ο βασιλικός είχε φουντώσει, μύριζε υπέροχα και το ήσυχο βράδυ ήταν η καλύτερη ώρα για να καθίσει στο παράθυρο του φωταγωγού. Τα φώτα από τα διαμερίσματα και από τους ορόφους όταν κάποιος έβγαινε ή ερχόταν, δημιουργούσαν μια φουτουριστική, απόκοσμη, εικαστική αίσθηση. Αν κοιτούσες την πολυκατοικία από μέσα, από τον φωταγωγό, ένιωθες ότι ήταν καλλιτεχνικό έργο εν εξελίξει. Κάπνιζε, χάιδευε τον βασιλικό και κοιτούσε τον μονόκερο. Ξαφνικά τα διαμερίσματα άρχισαν να… μιλάνε! Φωνές από το ένα, μουσική από το άλλο, γέλια από το δίπλα, ήχοι σαρκικής απόλαυσης από το παραδίπλα. Το ίδιο ξαφνικά σταμάτησαν όλα. Ετοιμάστηκε να κλείσει το παράθυρο και να πάει για ύπνο. Παρατήρησε όμως ότι στο συρμάτινο σχοινί περπατούσε μια γάτα. Πρέπει να ήταν η γάτα της κυρίας Μαρίας στον πρώτο. Το φως του φεγγαριού πρόσφερε μυστήριο στην όλη σκηνή και κάτι μακάβριο. Η γάτα έσκισε τον αέρα, νιαούρισε απειλητικά και δυνατά. Όταν έφυγε δεν μπήκε στο διαμέρισμα του πρώτου. Η πόρτα που οδηγούσε στον φωταγωγό ήταν ανοιχτή. Έφυγε και στα νύχια της κρατούσε τον παλμό του φωταγωγού.

 

Τελευταία Νέα