Μπερλουσκόνι: O άνθρωπος που αναγέννησε τον «κόκκινο διάβολο»

Μπερλουσκόνι: O άνθρωπος που αναγέννησε τον «κόκκινο διάβολο»

Το ημερολόγιο έδειχνε 18 Ιουλίου του 1986. Η ησυχία στην Αρένα Τσίβικα, ένα από τα πιο διάσημα μνημεία του Μιλάνου, διακόπηκε εξαιρετικά βίαια. Κάτι ο θόρυβος των ελικοπτέρων που προσγειώθηκαν στο σημείο, κάτι η μουσική υπόκρουση της Επέλασης των Βαλκυριών του Ρίχαρντ Βάγκνερ, κάτι οι βοές των έξι χιλιάδων τιφόζι που είχαν συγκεντρωθεί στο σημείο για να τον υποδεχθούν.

Από το ελικόπτερο κατέβηκε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Τότε, εκτός του πυρήνα των φιλάθλων τους το σκηνικό αυτό κρίθηκε κακόγουστο κι ενοχλητικό, προκαλώντας τις λοιδορίες των αντιπάλων. Ο αστικός θρύλος ήθελε τον βασικό κίπερ της Ίντερ, Βάλτερ Ματσόλα, να δηλώνει σχετικά πως μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα ελικόπτερα για να μεταφέρουν τα «θύματα» τους.

Στην πραγματικότητα, εκείνη επική και συνάμα «ροκ» άφιξη, σηματοδότησε μέσα σε μια σκηνή όλο τον θόρυβο, τη δόξα και τη μεγαλοπρέπεια που θα συνόδευε την εποχή του Καβαλιέρε στη Μίλαν.

Πέντε μήνες πριν είχε ανακηρυχθεί κι επίσημα νέος ιδιοκτήτης των Ροσονέρι. Τυπικά η συμφωνία επικυρώθηκε στις 20 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους. Μια ημερομηνία που υποδήλωνε μια ανατριχιαστικά πετυχημένη σύμπτωση. 20 Φεβρουαρίου του 1976 άφησε την τελευταία του πνοή ο αρχιτέκτοντας της πρώτης θρυλικής Μίλαν των 60s, Νέρεο Ρόκο. Και επτά χρόνια μετά, ανέλαβε επίσημα ως ο νέος, απόλυτος ευεργέτης της, σώζοντάς την από την χρεοκοπία κι οδηγώντας τη βήμα-βήμα προς κορυφή του ιταλικού και ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.

Ο οργανισμός της Μίλαν πενθεί για την απώλεια του εμβληματικού πρώην ηγέτη της που άφησε την τελευταία του πνοή στα 86 του χρόνια το πρωί της Δευτέρας (12/6), αφού πρόλαβε να ζήσει τα πάντα και να δημιουργήσει μια σπάνια αυτοκρατορία, αναγεννώντας τον ιταλικό Διάβολο από τις στάχτες του.

image

Το χτίσιμο της αυτοκρατορίας και των ριζοσπαστικών Campioni

Στις προγραμματικές του δηλώσεις μετά την ανάληψη της ιδιοκτησίας της Μίλαν, ο Μπερλουσκόνι είχε δηλώσει: «Θέλουμε να δημιουργήσουμε μια ομάδα που θα αντέξει στους αιώνες, με κλάση, καρδιά και στυλ. Θαρραλέα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Θεαματική και ικανή να κατακτήσει διεθνή τρόπαια. Θυμηθείτε, όποιος πιστεύει, κερδίζει».

Ο Μπερλουσκόνι ανέλαβε να σώσει μια ομάδα στο όριο της χρεοκοπίας, που προερχόταν από δύο υποβιβασμούς στις αρχές των '80s, ο πρώτος λόγω του σκανδάλου στημένων αγώνων Totonero, μια ομάδα στην οποία τίποτα δεν θύμιζε πως περίπου 15 χρόνια πριν είχε στεφθεί πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Στην πρώτη σεζόν της εποχής του, η Μίλαν τερμάτισε στην 5η θέση του Campionato και γνώρισε ταπεινωτικό αποκλεισμό από την Πάρμα της β' κατηγορίας. Υπό άλλες περιπτώσεις αυτό θα συνιστούσε μια παταγώδη αποτυχία. Ο Καβαλιέρε, όμως, μετέτρεψε τον αποκλεισμό σε μοιραίο συναπάντημα, δίνοντας τα ηνία του πάγκου στον προπονητή των Παρμέντσι, έναν άγνωστο στο ευρύ κοινό coach ονόματι Αρίγκο Σάκι που μέχρι τότε δούλευε παράλληλα ως πωλητής παπουτσιών της Adidas.

Ο Σάκι, χωρίς πρότερο βίο ως ποδοσφαιριστής, αντιμετωπίστηκε με καχυποψία από τη μεγάλη μερίδα των ιταλικών ΜΜΕ στο ξεκίνημα της περιόδου 1986-87, χαρίζοντας τότε την ατάκα που μνημονεύεται ακόμα και σήμερα: «Δεν ήξερα ότι για να γίνεις αναβάτης πρέπει πρώτα να έχεις υπάρξει άλογο».

Η πρόσληψή του ήταν το πρώτο «χτύπημα» της μιλανέζικης δυναστείας. Θα ακολουθούσαν κι άλλα, με αμέσως επόμενα τις μεταγραφές των Γκούλιτ, Φαν Μπάστεν και μετέπειτα του Ράικαρντ, που συνετέλεσαν τη θρυλική ολλανδική της τριπλέτα.

Ο Μπερλουσκόνι είδε στον Σάκι την ιδανική φιλοσοφία για να σπάσει τα στεγανά στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Οι δυο τους είχαν κάτι κοινό. Ο τεχνικός από το Φουζινιάνο μισούσε το κατενάτσιο με τις ξαφνικές αντεπιθέσεις που μονοπωλούσε τότε στα ιταλικά γήπεδα. Κι ο Καβαλιέρε, ήθελε να γράψει ιστορία φέρνοντας το καινούριο, το διαφορετικό. Πλήρης ταύτιση που έδρασε ως η «μαγιά» για την αγωνιστική εκτόξευση.

Η Μίλαν των τελών της δεκαετίας του 1980 έμεινε στην ιστορία ως μία από τις-αν όχι η πιο-σπουδαιότερες ομάδες όλων των εποχών. Έθεσε νέα στάνταρ, πήγε το ποδόσφαιρο μπροστά, από το σύστημα εκγύμνασης και προετοιμασίας, την εξονυχιστική παρακολούθηση βίντεο στις προπονήσεις, την εντατικοποίηση της σωστής διατροφής και τον διαλογισμό, μέχρι το αμιγώς αγωνιστικό στυλ με την εισαγωγή του high-pressing και το ότι έδωσε μέτρα στην αμυντική γραμμή, αλλάζοντας έτσι τους όρους στο Calcio. Και ως επιστέγασμα της νέας αυτής κουλτούρας, λειτούργησαν τα δύο σερί Κύπελλα Πρωταθλητριών, επίδοση που πρώτη η Μίλαν πέτυχε στην ιστορία του θεσμού.

Ο ίδιος ο Μπερλουσκόνι είχε πει για τη συνύπαρξη με τον Σάκι και τις τρελές μεθόδους τους:

«Κάθισα δίπλα του και δουλέψαμε μαζί σε ένα πρόγραμμα που πολλοί θεωρούσαν υπερβολικά φιλόδοξο. Γελούσαν με τους στόχους μας, ακόμη και οι παίκτες νόμιζαν ότι ήμασταν τρελοί. Αλλά τελικά τηρήσαμε το πρόγραμμά μας καθώς κερδίσαμε το Scudetto στην Ιταλία, το Ευρωπαϊκό Κύπελλο και ακολούθησε το Διηπειρωτικό στο Τόκιο. Κάναμε πνευματικές ασκήσεις και τις είχα συνηθίσει καθώς μεγάλωσα στα κέντρα νεότητας των Σαλεσιανών και κάθε χρόνο πηγαίναμε σε ένα πνευματικό άσυλο προσπαθώντας να επικεντρωθούμε μόνο στον εαυτό μας, στους κύριους στόχους μας και στο μέλλον μας. Έκανα το ίδιο πράγμα στη Μίλαν μαζεύοντάς στο Castle Pomerio, όλους τους υπαλλήλους του συλλόγου, και ήταν όλοι περιτριγυρισμένοι από μια ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί για να επιτύχουμε τα αποτελέσματα που θέλαμε να πετύχουμε. Το αποτέλεσμα ήταν απολύτως θετικό».

Στην πρώτη χρονιά με τον Σάκι στο τιμόνι, η Μίλαν έραψε ξανά το Scudetto και επιβεβαίωσε πως μόλις είχε επιστρέψει. «Δεν ήταν απλώς μια σπίθα, αλλά μια φωτιά», όπως είχε δηλώσει ο Μπερλουσκόνι τελευταία αναφορικά με την εποχή που αποφάσισε να αναλάβει τη Μίλαν και να την εκτρέψει από τον γολγοθά της.

image

Από τον Σάκι στον Αντσελότι, οι χρυσές ομάδες των Ροσονέρι

Ο Σάκι αποχώρησε το καλοκαίρι του 1991 για να αναλάβει την εθνική Ιταλίας, δεδομένη εξέλιξη για πολλούς λόγω του απαιτητικού του χαρακτήρα και των ανάλογα ισχυρών προσωπικοτήτων που υπήρχαν στην ομάδα. Το μεγαλείο της Μίλαν, όμως, δεν έσβησε, αντιθέτως οι Ροσονέρι συνέχισαν να φλερτάρουν με την κορυφή, κερδίζοντας τρία ακόμα Ευρωπαϊκά σε συνολικά έξι τελικούς.

Επί ημερών του διαδόχου του Σάκι, Φάμπιο Καπέλο, οι Ροσονέρι έγιναν και πάλι πρωταθλητές, έτρεξαν το ευρύτερο αήττητο σερί του ιταλικού ποδοσφαίρου (58 ματς) κι έμειναν στην ιστορία ως "Gli Invincibili», οι αθάνατοι. Έφτασαν σε τρεις σερί τελικούς του νεοσύστατου τότε Champions League. Κέρδισαν μόνο το ένα, αλλά άξιζε για... παραπάνω. Ήταν εκείνο το μαγικό βράδυ στην Αθήνα, η απόλυτη συντριβή της πολυδιαφημισμένης Dream Team του Γιόχαν Κρόιφ, Μπαρτσελόνα, το 4-0 που ήχησε πιο δυνατά από κάθε άλλο ευρωπαϊκό της θρίαμβο.

Στα τέλη των '80s, οι ήρωες των Ροσονέρι ήταν το ονειρικό ολλανδικό τρίπτυχο, ο Μπαρέζι, ο Ντοναντόνι, ο Μαλντίνι, ο Κοστακούρτα, ο Αντσελότι, ο Τασότι, ο Μασάρο. Εκείνο το βράδυ Μαΐου του 1994 στον τελικό του ΟΑΚΑ, προστέθηκαν αυτόματα στο πάνθεον ο Μπόμπαν, ο Σαβίτσεβιτς, ο Ντεσαγί. Και παρά την κάμψη στη μετάβαση προς τον 21ο αιώνα, η πρόσληψη ενός εξ αυτών, του Κάρλο Αντσελότι ήταν αρκετή για να γεννήσει κι άλλους και να βάψει ροσονέρε και τη δεκαετία των 00s.

Ο Καρλέτο, ένας γεννημένος winner που δεν το «φωνάζει», ενέπνευσε ακόμα μια φουρνιά να γευτεί την κορυφή της Ευρώπης. Το 2003 το πέτυχε πρώτη φορά, αποκλείοντας κατά σειρά τη μισητή συμπολίτισσα Ίντερ και τη Γιουβέντους μετέπειτα στον τελικό του «Ολντ Τράφορντ», προσθέτοντας το 6ο αστέρι στο στέμμα του «Diavolo».

Νέστα, Ζέεντορφ, Ιντσάγκι, Σεβτσένκο, Πίρλο, Γκατούζο προστέθηκαν στο μωσαϊκό των θρύλων. Η ίδια φουρνιά που το 2005 υπέστη τη μεγαλύτερη ανατροπή στην ιστορία των ευρωπαϊκών τελικών.

«Ήθελα να παρατήσω το ποδόσφαιρο, ένιωθα πως τίποτα πια δεν θα είχε νόημα», είχε δηλώσει ο Αντρέα Πίρλο αναφορικά με το πώς βίωσε το πρώτο διάστημα μετά τον χαμένο τελικό της Πόλης. Ο Αντσελότι, όμως, βρήκε και πάλι τον τρόπο να κάνει τον Μπερλουσκόνι περήφανο. Χάρη και στην πολύτιμη συνεισφορά του Milan Lab, του υπερσύγχρονου τότε τεχνολογικού κέντρου στο προπονητικό του Μιλανέλο που έδωσε πρώτο βάση στην έννοια των analytics και της επιστήμης στο ποδόσφαιρο, η Μίλαν επέστρεψε σε τελικό δύο χρόνια αργότερα, το 2007. Μοιραία, και πάλι κόντρα στη Λίβερπουλ. Όπως επίσης μοιραία, στο ΟΑΚΑ και κάτω απο τον ουρανό της Αθήνας. Η εκδίκηση με 2-0 έγραψε ακόμα μια σελίδα με χρυσά γράμματα στον τόμο τον Ροσονέρι. Κι από νέους πρωταγωνιστές; Καφού, Κακά, Ντίντα.

Ο Μπερλουσκόνι που είχε συχνά προστριβές με προπονητές, πήρε το μάξιμουμ από όσους έπρεπε. Η θητεία του που ολοκληρώθηκε το 2017 με την πώληση στην Elliott Management, συνοψίζεται σε 31 χρόνια, 29 τρόπαια, 18 διαφορετικούς τεχνικούς. Σε συνολικές επενδύσεις 858 εκατομμυρίων ευρώ. Μα πάνω από όλα: σε κλάση, σε στυλ, σε καρδιά.

@Photo credits: Getty Images/Ideal Image