Σιμεόνε – Ατλέτικο Μαδρίτης: Δέκα χρόνια μαζί, για πάντα εις σάρκαν μίαν

Σιμεόνε – Ατλέτικο Μαδρίτης: Δέκα χρόνια μαζί, για πάντα εις σάρκαν μίαν

«Ναι αλλά μπαμπά, αν νικήσεις, δεν θα γυρίσεις πίσω». Αυτή η διαπίστωση τον έκανε να χάσει τα λόγια του. Τον λύγισε. Αυτός ο πάντοτε βλοσυρός, μαυροντυμένος άνδρας με την βαριά περπατησιά. Εκείνος που αν δεν αναγνώριζες, θα ορκιζόσουν ότι κουβαλά τον εαυτό του μόνο τις νύχτες, αδυνατούσε να βάλει σε μια τάξη το μυαλό του, σε μια σειρά τις λέξεις. Να σχηματίσει μια πρόταση ικανή να περιγράψει με σαφήνεια την κατάσταση σε αυτό το παιδικό πρόσωπο που τον κοίταζε με ανησυχία...

Των Αλέξανδρου Λοθάνο και Μαριλένας Καλόπλαστου

Ο Ντιέγκο Πάμπλο Σιμεόνε είχε μόλις ανακοινώσει στον εννιάχρονο Τζουλιάνο, τον μικρότερο από τους γιους του, ότι η Ατλέτικο Μαδρίτης του πρότεινε να αναλάβει καθήκοντα προπονητή. Δεν γινόταν να αρνηθεί. Δεν μπορούσε. Ήταν το πεπρωμένο του, κι ως γνωστόν ήταν φυγείν αδύνατον.

bwin sponsred

Έφτασε τόσο κοντά στο να βάλει τα κλάματα εκείνη τη μέρα. Τα λόγια του μικρού εγκλώβισαν τον ενθουσιασμό του σε μια μεγάλη, παράξενη θλίψη. Γιατί βαθιά μέσα του ήξερε. Γνώριζε, διαισθητικός όπως πάντα και βαθύτατα δεμένος με τον σύλλογο, ότι πήγαινε στην αγαπημένη του Ατλέτι για να πετύχει. Δεν θα επέτρεπε η ομάδα του να ηττηθεί. Τουλάχιστον όχι έως ότου αφήσει την ψυχή της σε κάποια γωνιά του γηπέδου.

«Στη ζωή, πρέπει να πιστεύεις», είναι ένα από τα motto του λατρεμένου «Cholo» της ερυθρόλευκης πλευράς της Μαδρίτης. Του στρατηγού που μια μέρα σαν τη σημερινή (23/12), πριν από ακριβώς 10 χρόνια, επέστρεψε στις όχθες του Μανθανάρες για να περπατήσει την οδό των Μελαγχολικών με βήμα σταθερό και βλέμμα που δεν επιτρέπει το παραμικρό βλεφάρισμα. Το ποδόσφαιρο γι' αυτόν είναι πόλεμος και υπάρχουν δύο επιλογές. Ή νικάς, ή πεθαίνεις προσπαθώντας.

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

image

Πώς γεννήθηκε ο «Cholo»

Στη Σιουδαδέλα εδράζονται πολλά είδη ποδοσφαίρου. Σε εκείνη την καταθλιπτική γειτονιά του ευρύτερου Μπουένος Άιρες διαμορφώθηκε η ιδιοφυΐα της εργατικής τάξης του «Barrio Ejército de los Andes», ευρύτερα γνωστό ως Φουέρτε Απάτσι, του Κάρλος Τέβες.

Το αποστασιοποιημένο και τσακισμένο από τους τραυματισμούς ταλέντο του Φερνάντο Γκάγο αλλά και το ψυχωμένο ποδόσφαιρο ενός παίκτη του οποίου την κληρονομιά κουβάλησε ένα ψευδώνυμο: El Cholo. Ο αυθεντικός Τσόλο Σιμεόνε, ο προκάτοχος του ψευδώνυμου που έμελλε δεκαετίες αργότερα να γίνει ψαλμωδία στο «Βιθέντε Καλντερόν», βαφτίστηκε ως Καρμέλο αλλά η μητέρα του, βρήκε τον δικό της τρόπο να τον περιγράφει ως πολύ αγενή. Τον φώναζε «Cholo».

Ετυμολογικά ο όρος είναι κατ' ουσίαν μια προσβολή που δημιουργήθηκε από ισπανόφωνους Κρεολούς τον 16ο αιώνα και απευθυνόταν σε άτομα μικτής φυλής ή ινδικής καταγωγής. Στη λατινική Αμερική χρησιμοποιήθηκε προσβλητικά και για τα άτομα της κατώτερης τάξης. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, οι Αργεντινοί το υιοθέτησαν ως λέξη της καθομιλουμένης, χωρίς προσβλητικό τόνο και το συνέδεσαν με την περηφάνια, την σκληρότητα, την ψυχή!

Ο Cholo έπαιζε ποδόσφαιρο για να βγάζει τα προς το ζην. Δεν ήταν παράδειγμα τεχνικών αρετών, αλλά ένας παίκτης ολόκληρος ψυχή, ενέργεια και cojones. Το 1955 εκπλήρωσε το όνειρό του φορώντας την φανέλα της Βελές Σάρσφιλντ.

Δεκαπέντε χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα στις 28 Απριλίου του 1970, στην περιοχή Παλέρμο του Μπουένος Άιρες, γεννιέται ένας μπόμπιρας που η ιστορία τον θέλει να φωνάζει «γκολ», πριν καλά - καλά προφέρει «μαμά».

Ένας ατίθασος πιτσιρικάς που μεγαλώνει υπό τη λάμψη μεγάλων επιτυχιών για το ποδόσφαιρο της Αργεντινής (Παγκόσμια Κύπελλα 1978, 1986) και όταν του δωρίζουν ένα οχυρό με στρατιωτάκια και Ινδιάνους, εκείνος τους παρατάσσει σαν σε ποδοσφαιρική διάταξη, κι αρχίζει να τους οργανώνει. Οι Κυριακές του ήταν οι πιο ευτυχισμένες ημέρες της εβδομάδας, γιατί στο σπίτι έτρωγαν πίτσα και έβλεπαν στη τηλεόραση τη Νάπολι του Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα.

Ένας άλλος Ντιέγκο, με πλήρες όνομα Πάμπλο Σιμεόνε, ενδιαφερόταν μόνο για ένα πράγμα: Να παίζει ποδόσφαιρο. Οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, της εβδομάδας δεν περιελάμβανε ποδόσφαιρο, ήταν αχρείαστη. Ήταν πραγματικά παθιασμένος. Ως παιδάκι έπαιζε παράλληλα σε δύο τοπικές ομάδες. Στο γυμνάσιο, όταν ο δάσκαλος τον ρώτησε τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει, αυτός αποφασισμένος, απάντησε: ποδοσφαιριστής. Κι όταν άκουσε τους συμμαθητές του να γελούν, ελάχιστα ενδιαφέρθηκε.

Έχοντας ακονίσει τις δεξιότητές του στους δρόμους και τις ομάδες της γειτονιάς του, μπήκε στην ακαδημία της Βελές Σάρσφιλντ στα μέσα της δεκαετίας του '80. Ξεχώριζε για το πείσμα, τη δύναμη, την ηγετική προσωπικότητα, την άρνηση παραίτησης. Ήταν μόλις 14 ετών, όταν ο Όσκαρ Νέσι, προπονητής του στην Ακαδημία, του έδωσε το προσωνύμιο Τσολίτο, επειδή είδε σε αυτόν στοιχεία του Καρμέλο Σιμεόνε.

image

Όταν ο Τσόλο ρωτήθηκε, ποιοι προπονητές με τους οποίους εργάστηκε ως ποδοσφαιριστής τον επηρέασαν περισσότερο, είπε τους Άλφιο Μπασίλε, Σβεν Γκόραν Έρικσον και Μαρσέλο Μπιέλσα.

Το παράδοξο σε αυτή την παραδοχή είναι ότι δεν επηρεάστηκε καθολικά από κανέναν. Διάλεξε επιμελώς ποια στοιχεία θα κρατήσει από τον καθένα τους. Ποια ταίριαζαν στον ούτως ή άλλως μοναδικά επαναστατικό του χαρακτήρα που μπολιάστηκε στο προσωπικό του τρίγωνο των Βερμούδων: Αργεντινή – Ιταλία – Ισπανία.

Πήρε από τον μποέμ παλιάς κοπής Μπασίλε την αγάπη για το ιταλικό και το ισπανικό ποδόσφαιρο, τον ρόλο του προπονητή κι ως πατρική φιγούρα, την αξία της ενότητας. Τους συμπαγείς σχηματισμούς, με ενεργό τον ρόλο των αμυντικών χαφ, να υποδέχονται την πρώτη πάσα από την άμυνα και να φτιάχνουν το παιχνίδι.

Από τον ψυχρό, πραγματιστή Σβεν Γκόραν Έρικσον, που ήταν παντρεμένος με το 4-4-2, την αποφασιστικότητα, την ασφυκτική πίεση στον αντίπαλο όταν η ομάδα του δεν είχε την κατοχή και την ικανότητα της μάχης.

Κι από τον Μαρσέλο Μπιέλσα, προπονητή του για μια τετραετία στην Εθνική Αργεντινής, την σε επίπεδα εμμονής λατρεία για το ποδόσφαιρο και την αυστηρή οργάνωση και πειθαρχία. «Είναι φτιαγμένος από ποδόσφαιρο, είναι 70% ποδόσφαιρο και το άλλο 30% αφιερώνεται στην οικογένειά του και στο να ζήσει τη ζωή του που είναι κι αυτή γύρω από το ποδόσφαιρο. Μερικές φορές πάω στη Μαδρίτη και για παράδειγμα σκεφτόμαστε να πάμε να φάμε έξω. Αν έχει κερδίσει πάμε, αν έχει ηττηθεί, όχι», περιέγραψε η σύζυγός του.

bwin

«Πηγαίνω σινεμά και ενώ βλέπω ταινία μου έρχεται μια ιδέα. Βγαίνω έξω, αρπάζω το τηλέφωνο και αρχίζω τις κλήσεις. Ή τρώω σε δείπνο και το μυαλό μου σκέφτεται ποδόσφαιρο. Έτσι το βιώνω. Το ποδόσφαιρο είναι 24/7». Δικά του λόγια.

Ενώ ο Χερμάν Μπούργκος, η ασυμβίβαστη φιγούρα που διάλεξε για βοηθό του για εννέα χρόνια είχε επιφορτιστεί με μια συνηθισμένη ιεροτελεστία για τον Μπιέλσα: Την ανάλυση βίντεο.

Άλλη πηγή επιρροής υπήρξε και ο Βιτόριο Σπινέτο που γνώρισε στις ακαδημίες της Βελές. Ο Σπινέτο, τόσο ως παίκτης, όσο και μετέπειτα ως προπονητής, τάχθηκε ανοιχτά κατά του «La Nuestra», του στυλ παιχνιδιού που άνθισε στην Αργεντινή τις δεκαετίες '40 - '50 και έβλεπε το ποδόσφαιρο σαν παράσταση, που έπρεπε να παράγει ωραίο θέαμα.

Για εκείνον, το ποδόσφαιρο ήταν μάχη. Και έπρεπε να κερδηθεί. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από αυτό. Οι διδαχές του Σπινέτο βρήκαν πρόσφορο έδαφος στον Οσβάλδο Σουβέλδια που ως προπονητής της Εστουδιάντες στο τέλος της δεκαετίας του 1960, κατάφερε να κάνουν όλοι λόγο για μια από τις... πιο άσχημες ομάδες όλων των εποχών. Ένα σύνολο που έκανε συχνά, τακτικά φάουλ και αμυνόταν σκυλιασμένα. Μια ομάδα που δεν ήταν ωραία στο μάτι. Αλλά δεν ήθελε και να είναι.

Παίκτης - κλειδί σε εκείνη την Εστουδιάντες ο Κάρλος Μπιλάρδο. Παίζοντας στη μεσαία γραμμή, στήριξε το «αντί - ποδόσφαιρο», κατάπιε τις διδαχές του Σουβέλδια και τις κουβάλησε μαζί του στην προπονητική.

Ο Μπιλάρδο οδήγησε τελικά την Εθνική Αργεντινής στην κατάκτηση του Μουντιάλ του 1986, ακολουθώντας μια τακτική προσέγγιση που ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με το όραμα του προκατόχου του, Σέσαρ Λουίς Μενότι, που είχε οδηγήσει την Αργεντινή στο Παγκόσμιο του '78.

Ο Μενότι είχε δεσμευτεί απέναντι στο θεαματικό και όμορφο ποδόσφαιρο, ο Μπιλάρδο αναζητούσε μόνο το αποτέλεσμα. Μια ξεκάθαρη σύγκρουση δύο ιδεολογικών προσεγγίσεων που ο Ντιέγκο παρακολουθούσε μεγαλώνοντας. Από την στιγμή που εντάχθηκε όμως στην ακαδημία της Βελές, νομοτελειακά επηρεάστηκε από τον Μπιλαρδισμό.

Όταν ξεκίνησε το ευρωπαϊκό του ταξίδι από την Πίζα, είχε στο μυαλό του ότι η πειθαρχία, η οργάνωση και ο σεβασμός, κι όχι απαραίτητα το έμφυτο ταλέντο κι η ικανότητα, είναι τα στοιχεία που πρέπει να έχει ένας ποδοσφαιριστής. Το 1992, όταν πήρε μεταγραφή στην Σεβίλλη του... Κάρλος Μπιλάρδο, είδε από πρώτο χέρι τον κυνισμό και την αποτελεσματικότητα του Bilardismo.

Οι διδαχές ενός μποέμ, ενός πραγματιστή κι ενός «τρελού»

Το doblete του Πάντιτς / Μια τρελή ιστορία στις όχθες του Μανθανάρες

Το καλοκαίρι του 1994, μετά από δύο σεζόν στη Σεβίλλη, υπό τις οδηγίες των Μπιλάρδο και Λουίς Αραγονές, ο ισχυρός άνδρας της Ατλέτικο Μαδρίτης, Χεσούς Χιλ, ξεκινά διαπραγματεύσεις για να τον πάρει στην ομάδα. Η διοίκηση της Σεβίγια παραιτήθηκε από την ιδέα των τρελών απαιτήσεων, έκανε πίσω, και ο Σιμεόνε πήρε την πολυπόθητη μεταγραφή στη Μαδρίτη.

Βρήκε στον πάγκο τον Ράντομιρ Άντιτς, στον αγωνιστικό χώρο τον Μιλίνκο Πάντις και στην καρδιά, το δεύτερο σπίτι του. Αν κάποιος θέλει να κατανοήσει βαθιά τις αρχές και το τι πραγματικά σημαίνει Ατλέτικο Μαδρίτης, μάλλον πρέπει να πάει πίσω στα μέσα της δεκαετίας του 1990.

Όταν μια ομάδα που χτίστηκε εν μια νυκτί, βρέθηκε από το χείλος του γκρεμού (τη σεζόν 93-94 απέφυγε τον υποβιβασμό χάρη σε μια ισοπαλία την τελευταία αγωνιστική) στην κορυφή, αψηφώντας τη λογική. Κι ύστερα διαλύθηκε ξανά, αφήνοντας μια κληρονομιά που κανείς άλλος δεν κατανόησε όσο ο Ντιέγκο Σιμεόνε.

Στην εποχή της «βασιλείας» του ακροδεξιού γκάνγκστερ με το εγκληματικό παρελθόν Χιλ, γνωστός για την λατρεία του να απολύει προπονητές, η αρχή της σεζόν, δεν προμήνυε τίποτα από το θαύμα που θα ακολουθούσε.

Ήδη από την πρώτη αγωνιστική της σεζόν, ο Πάντις απέδειξε ότι όχι άδικα θεωρούνταν ο πιο προικισμένος τεχνικά παίκτης της ομάδας, ενώ ο Σιμεόνε κατέθεσε κάποια από τα διαπιστευτήριά τους στο δικό του σημείο ηγεμονίας, τον χώρο του κέντρου.

Μια νίκη με 4-1 επί της Ρεάλ Σοσιεδάδ σε ένα Καλντερόν που κόχλαζε, ήταν το σημείο εκκίνησης μια ονειρικής κούρσας. Μιας κούρσας που γινόταν απέναντι σε μια Μπαρτσελόνα που διεκδικούσε το πέμπτο σε έξι χρόνια πρωτάθλημα, υπό τις οδηγίες του Γιόχαν Κρόιφ.

Στα μέσα της σεζόν, δεν υπήρχε ομάδα της Primera που δεν είχε πειστεί ότι η Ατλέτι ήταν κακός μπελάς για τους βασικούς διεκδικητές του πρωταθλήματος, ενώ μάλλον κανείς δεν είχε τον τρόπο να αντεπεξέλθει στο σκληρό αμυντικά παιχνίδι της, που της εξασφάλισε 11 αποβολές μέχρι το τέλος της σεζόν.

Αν ένας παίκτης δε, ενσάρκωνε πραγματικά τις βασικές αρχές του παιχνιδιού της, αυτός δεν ήταν άλλος από τον Ντιέγκο Σιμεόνε, ο οποίος «κιτρινίστηκε» περισσότερες από 18 φορές εκείνη τη σεζόν. Σκοράροντας όμως και 12 γκολ (δεύτερος σκόρερ της ομάδας).

Η επικράτηση με 1-0 στον τελικό του Copa del Rey ενάντια στην Μπαρτσελόνα, με γκολ του συνήθη υπόπτου Πάντιτς στην παράταση και η εκτός έδρας καθαρή επικράτηση με 3-1 επί των Καταλανών στο «Καμπ Νόου», υπέγραψαν στην ουσία την δύση της οκταετούς βασιλείας του Κρόιφ στην Βαρκελώνη.

Στην έδρα της απειλούμενης με υποβιβασμό Αλμπαθέτε η ομάδα του Άντιτς ήθελε τουλάχιστον έναν βαθμό για να κατακτήσει το πρωτάθλημα με τη Βαλένθια υπό τις οδηγίες τους Λουίς Αραγονές να καιροφυλακτεί. Τα νεύρα χαλάρωσαν όταν ο Σιμεόνε τροφοδότησε τον Πάντιτς για το 0-1 των «Κολτσονέρος», ενώ μετά το 0-2 του Κίκο, το πάρτι είχε ξεκινήσει να ετοιμάζεται.

Ο ήλιος έδυε κι ούτε ο Θεός της θάλασσας μπορούσε να χαλιναγωγήσει την ερυθρόλευκη παλίρροια, καθώς δεκάδες χιλιάδες οπαδοί της Ατλέτι συγκεντρώθηκαν στην Plaza de Neptuno για να πανηγυρίσουν το πιο τρελό νταμπλ στην ιστορία του ισπανικού ποδοσφαίρου.

Έναν θρίαμβο που ακόμα και σήμερα είναι δύσκολο κάποιος να εξηγήσει. Μια μοναχική σεζόν επιτυχίας των τρελών, που άφησε τέτοιο αποτύπωμα στον Ντιέγκο Σιμεόνε, που σχεδόν τον καταράστηκε να κουβαλά για χρόνια την ευθύνη, να είναι ο μοναδικός άνθρωπος που μπορεί να επαναλάβει αυτή την επιτυχία. Και το έκανε, 18 χρόνια αργότερα.

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

image

«Ο Άντιτς μου είχε πει ότι με υπολόγιζε και ότι η παραχώρησή μου δεν ήταν δική του απόφαση. Δεν ξέρω αν πρέπει να τον πιστέψω. Αναγκάστηκα να φύγω, ενώ εγώ ήθελα να συνεχίσω...», δήλωνε για το φευγιό του απ' την Ατλέτι το 1997, που σηματοδότησε και την επιστροφή του στο Καμπιονάτο, αρχικά για την Ίντερ των Ρονάλντο και Ζανέτι, κι ύστερα για την Λάτσιο των Νέστα, Νέντβεντ, Βερόν.

Ο απολογισμός του έγραψε ένα Κύπελλο UEFA με τους Νερατζούρι, ένα νταμπλ, ένα Σούπερ Καπ κι ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ με τους «Λατσιάλι»! Το 2003, είχε φτάσει η στιγμή της (πρώτης) επιστροφής στην ερυθρόλευκη πλευρά της Μαδρίτης που έμελλε να είναι βραχύβια και να στεγάσει τα απόνερα της ευρωπαϊκής ποδοσφαιρικής του καριέρας.

Φόρεσε τη ροχιμπλάνκα μόλις για 1,5 χρόνο καθώς ο Θέσαρ Φεράντο δεν τον υπολόγιζε και το να μην μάχεται ήταν ένας ιδιαίτερος εσωτερικός θάνατος για τον Σιμεόνε. Τελευταίος σταθμός στην καριέρα του εντός αγωνιστικών χώρων και πρώτος στην προπονητική, ήταν η Ράσινγκ Κλουμπ. Ομάδα της πατρίδας του.

Αγωνίστηκε για ένα χρόνο και λίγο αφότου έβγαλε τα εξάταπα, φόρεσε φόρμες και έκατσε στην άκρη του πάγκου αναλαμβάνοντας χρέη προπονητή. Στην πρώτη του προπονητική απόπειρα, ενορχήστρωσε την Ράσινγκ για 14 παιχνίδια, με απολογισμό 5 νίκες, 3 ισοπαλίες και 6 ήττες. Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάιο του 2006, ανέλαβε την Εστουδιάντες.

Μετά το τέλος των 19 στροφών της κανονικής περιόδου, Μπόκα Τζούνιορς και Εστουδιάντες ισοβαθμούσαν στην κορυφή της βαθμολογίας. Υπό τις οδηγίες του, τα «Λιοντάρια» της Λα Πλάτα έκαναν την έκπληξη, υπέταξαν την Μπόκα με 2-1 (στον αγώνα play – off) και κατέκτησαν το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά από 23 χρόνια!

Τον Ιανουάριο του 2008, πήρε την σκυτάλη, στον πάγκο της Ρίβερ Πλέιτ, από τον Ντανιέλ Πασαρέλα. Έκανε δικιά του την «Κλαουσούρα» του 2008 με δυναμικό 3-3-1-3 (επιρροής Μπιέλσα), το οποίο όμως του γύρισε μπούμερανγκ την επόμενη σεζόν. Το 2009 ανέλαβε την Σαν Λορέντζο, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει συνέχεια στις επιτυχίες.

Αποφάσισε έτσι να διασχίσει, ξανά, τον Ατλαντικό. Τον Ιανουάριο του 2011, αναλαμβάνει την Κατάνια. Στην Σικελία μπορεί να παρέμεινε μόλις πέντε μήνες, ήταν όμως άκρως καθοριστικοί για την καριέρα του.

Οι ιθύνοντες των «Ελεφάντων» τον εμπιστεύτηκαν έναντι των Φράνκο Κολόμπα και Κλαούντιο Τζεντίλε, δίνοντάς του τα κλειδιά μιας ομάδας που φλέρταρε με την ζώνη του υποβιβασμού και ταλαιπωρούνταν από εσωτερικές διαμάχες και διαιρέσεις που γεννήθηκαν υπό τον προκάτοχό του, Μάρκο Τζιαμπάολο.

Ο Σιμεόνε έπρεπε αφενός να φέρει σε μια ισορροπία την κατάσταση στα αποδυτήρια δημιουργώντας ένα κλίμα ενότητας και αφετέρου να φέρει στο σακούλι της βαθμούς. Άμεσα. Οι Elefanti υπό τις προσταγές του παρέμεναν πάντα συμπαγείς και προσηλωμένοι στα αμυντικά τους καθήκοντα, με τους εξτρέμ να πρέπει να υποχωρούν όταν δεν είχαν την μπάλα στην κατοχή τους, ενώ ο σέντερ φορ είχε στις κύριες αρμοδιότητές του την επιστροφή στη μεσαία γραμμή περισσότερο από την πίεση ψηλά, στα αντίπαλα σέντερ μπακ.

Ο Σιμεόνε εμφύσησε στον σύλλογο ένα πνεύμα «εμείς εναντίον όλων» καθώς και μια refuse to lose λογική που εξασφάλισαν στην ομάδα ζωτικής σημασίας βαθμούς. Πολλοί χαρακτήρισαν την ομάδα απότοκο του ίδιου του ποδοσφαιρικού στυλ του Σιμεόνε. Ευφυές, επιθετικό αμυντικά και ψυχωμένο.

Το τέλος της σεζόν, βρήκε την Κατάνια με 46 βαθμούς συγκομιδή, την καλύτερη στην επιστροφή της στην μεγάλη κατηγορία. Το συμβόλαιο του Αργεντινού έγραφε έναν ακόμα χρόνο, αλλά τον Ιούνιο του 2011, οι δύο πλευρές χώρισαν κοινή συναινέσει.

a

Ο προπονητής Σιμέονε, πριν την Ατλέτικο

Τα λεφτά μου όλα δίνω για ένα tango

Σε αντίθεση μάλλον με οποιονδήποτε άλλον λατινοαμερικανικό χορό, το τάνγκο είναι μια αρμονική συνεργασία, μια ρυθμική διαλεκτική. Ένας διάλογος που απαιτεί σύνδεση, συγκέντρωση και πρωτίστως εμπιστοσύνη.

Έξι χρόνια και εννέα ημέρες από εκείνη τη συγκινησιακά φορτισμένη συνέντευξη Τύπου, που αποχαιρετούσε την ομάδα ως ποδοσφαιριστής για δεύτερη φορά, ο Ντιέγκο Σιμεόνε στάθηκε ξανά μπροστά στις κάμερες...

Η Ατλέτικο, η δική του Ατλέτι, παρέπαιε. Σχεδόν χρεοκοπημένη, είχε μόλις αποκλειστεί από την Αλμπαθέτε (ομάδα της τρίτης κατηγορίας) στο Copa del Rey και στο πρωτάθλημα ένιωθε την κόλαση της ζώνης του υποβιβασμού να πλησιάζει (μόλις στο +4).

Μόνο ένα πρόσωπο γαλουχημένο με τις αξίες του κλαμπ, μια φιγούρα άμεσα συνδεδεμένη με το τελευταίο έως τότε πρωτάθλημα του συλλόγου μπορούσε να της δώσει πνοή.

Σε αντίθεσή λοιπόν με ό, τι προϋποθέτει το cabaceo, καθώς θεωρείται αγένεια ένας καβαλιέρος να ζητήσει μια ντάμα ευθέως για χορό, η Ατλέτικο έτεινε το χέρι στον Αργεντινό, κι αυτός δεν το σκέφτηκε στιγμή.

Το ημερολόγιο έγραφε: 23 Δεκεμβρίου του 2011. Η μισητή συμπολίτισσα πλησίαζε στην κατάκτηση ακόμα ενός τίτλου, η τελευταία φορά που μια ομάδα εκτός των δύο υπερδυνάμεων του ισπανικού ποδοσφαίρου (Ρεάλ και Μπαρτσελόνα) έφτανε στην κορυφή ήταν το 2004 (Βαλένθια) και ο τελευταίος εγχώριος τίτλος της ομάδας ήταν το 1996.

«Η Μαδρίτη μου θυμίζει το Μπουένος Άιρες. Βρήκα τον εαυτό μου στον τόπο του», δηλώνει. Κι αμέσως αρχίζει να συνθέτει τον ιερό του δεκάλογο, που έχει ως κεντρική του ιδέα την άνευ όρων προσπάθεια. Τη μάχη μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματος. Ήταν απόλυτα ξεκάθαρος από την αρχή: «ή θα έρθετε μαζί μου και θα κάνετε κατάθεση ψυχής στο χορτάρι ή δεν σας θέλω δίπλα μου»!

Σε μια Ισπανία που βρισκόταν στην «παραζάλη» του «τικι – τάκα» το οποίο δεχόταν ως τη μόνη αποδεκτή ποδοσφαιρική φιλοσοφία. Εκεί που το «όλο» εργαζόταν και δημιουργούσε καλλιεργώντας τις γόνιμες εκείνες συνθήκες, στις οποίες το ταλέντο του ενός θα φτιάξει μαγεία, ήρθε ένας βαρύς, αυστηρά μαυροντυμένος, Αργεντινός και διακήρυξε ότι δεν τον ενδιαφέρει να έχει καλούς παίκτες. Αλλά παίκτες που θέλουν να νικούν.

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

Ότι αυτό που τον νοιάζει είναι να εμπνέει τους ποδοσφαιριστές τους. Ότι αν χρειαστεί δεν θα φάει κανείς από το team, δεν θα κοιμηθεί, μα θα δουλεύει αδιάκοπα μέχρις ότου τα φώτα στραφούν πάνω τους. Ο Τσόλο έφερε πάλι στο «modern football» τον όρο «κατενάτσιο». Ανήγαγε την άμυνα σε τέχνη και την προσπάθεια σε απαράβατη εντολή. Σε μανιφέστο.

a

Ο μαθητής νίκησε τον δάσκαλο

Η Ατλέτικο αποκτά γρήγορα τον χαρακτήρα πολεμιστή του Σιμεόνε, ξεπερνάει τα εμπόδια στη La Liga, αφήνει μακριά το φάντασμα του υποβιβασμού και προελαύνει στο Europa League, όπου φτάνει στον τελικό για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια.

Η μοίρα θέλει, ο πρώτος τελικός του ως προπονητής στην Ευρώπη και με την ομάδα της καρδιάς του, να τον δώσει με αντίπαλο έναν από τους μέντορές του. Όχι ως προς την ποδοσφαιρική προσέγγιση (σε αυτή απέχουν πάρα πολύ), αλλά για την παρεμβατικότητα στην διάρκεια των αγώνων και την επίδρασή του στην εικόνα της ομάδας του.

Ο Μαρσέλο Μπιέλσα, περί ου ο λόγος, έχει οδηγήσει την Αθλέτικ Μπιλμπάο, ομάδα από την οποία πήρε η Ατλέτικο τα χρώματά της, σε ευρωπαϊκό τελικό για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια και μόλις για δεύτερη συνολικά, αφήνοντας στον δρόμο την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, μεταξύ άλλων.

Η φιλοσοφία του; Καμικάζι! Πίεση παντού, πάνω – κάτω η μπάλα και η ομάδα, ασταμάτητο ποιοτικό τρέξιμο, απολαυστικός ρυθμός. Ο μαθητής «Cholo» αιφνιδιάζει τον δάσκαλο «Loco» με πίεση ψηλά, ο «καυτός» Ραδαμέλ Φαλκάο ανοίγει το σκορ προτού καν συμπληρωθεί το πρώτο δεκάλεπτο και το τελικό σκορ (3-0) σφραγίζει τον πρώτο θρίαμβο της Ατλέτικο επί εποχής Σιμεόνε, αλλάζοντας με το «καλημέρα» τη νοοτροπία looser που είχε εγκατασταθεί για πολλά χρόνια στις όχθες του ποταμού Μανθανάρες.

«Δεν είμαι εδώ για να θυμάμαι στιγμές, αλλά για να παίξω έναν τελικό. Έχω εκφράσει επανειλημμένως τον θαυμασμό μου για τον Μαρσέλο» έλεγε πριν από τον τελικό στο Βουκουρέστι ο Σιμεόνε, ο οποίος έδειξε τον «θαυμασμό» του στον Μπιέλσα όπως του άρεσε, αν και τον πίκρανε: Νικώντας τον.

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

image

Η εδραίωση του «Cholismo»

Η Τσέλσι, η οποία απέκτησε από την Ατλέτικο παίκτες – σημαίες όπως ο Φιλίπε Λουίς ή ο Ντιέγκο Κόστα, προσπάθησε επανειλημμένως να πάρει στο Λονδίνο και τον Σιμεόνε. Απέτυχε επανειλημμένως, το 2014, το 2015 και το 2016.

Πριν από την πρώτη αποτυχημένη απόπειρα, ο «Cholo» είχε οδηγήσει τους Ροχιμπλάνκος στην εμφατική κατάκτηση του ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ (4-1 την… Τσέλσι), στην κατάκτηση του Κυπέλλου με νίκη επί της Ρεάλ στον τελικό που διεξήχθη στο «Σαντιάγο Μπερναμπέου» και στην τρίτη θέση της La Liga, την καλύτερη τα τελευταία… 17 χρόνια!

Ήθελε, όμως, και μπορούσε περισσότερα. Με μια ομάδα που είχε ως σημείο αναφοράς το 4-4-2 και τις παραλλαγές αυτού, μασούσε σίδερα και έπνιγε τον αντίπαλο, με τον Τιμπό Κουρτουά να κατεβάζει ρολά, τον Ντιέγκο Κόστα να καλύπτει την φυγή του Ραδαμέλ Φαλκάο και την άμυνα να ορθώνει τείχος, η Ατλέτικο νικάει στο «Μπερναμπέου» μετά από 14 χρόνια, κάνει το καλύτερο ξεκίνημα της ιστορίας της στο πρωτάθλημα, στρογγυλοκάθεται στην κορυφή της La Liga την 29η αγωνιστική και δεν την αποχωρίζεται ξανά.

Σε ματς – τελικό στο «Καμπ Νόου» κόντρα στην Μπαρτσελόνα, μια άπιαστη κεφαλιά του Ντιέγκο Γκοδίν και μια σκυλίσια άμυνα δίνουν στους «Ροχιμπλάνκος» τον βαθμό που χρειάζονται για να κατακτήσουν το πρώτο τους πρωτάθλημα μετά από 18 χρόνια. Από την εποχή, δηλαδή, που ο «Cholo» φορούσε τα ερυθρόλευκα, αλλά ως παίκτης.

Το «Cholismo», η φιλοσοφία που θέλει να σκέφτεσαι μόνο τον επόμενο αγώνα, αλλά να θέλεις πάντα «να νικάς, να νικάς, να νικάς», όπως έλεγε ο θρυλικός Αραγονές, είχε πλέον γεννηθεί και αποκτούσε όλο και περισσότερους υποστηρικτές, αλλά βεβαίως και πολέμιους.

Η λέξη που χαρακτηρίζει την φιλοσοφία του Σιμεόνε μπήκε ακόμα και στο λεξικό της ισπανικής γλώσσας και, παρ’ ότι ο ίδιος παραδέχεται ότι «δεν ξέρω τι σημαίνει και δεν την δημιούργησα εγώ», αντιπροσωπεύει μοναδικά την δουλειά, την προσπάθεια, την θυσία, την μάχη μέχρι τέλους, να ξέρεις να υποφέρεις για να πετύχεις αυτό που θέλεις.

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

Είναι, μετά τον Αραγονές, μόλις ο δεύτερος που κατακτά πρωτάθλημα με την Ατλέτικο ως παίκτης και ως προπονητής και ο πρώτος Αργεντινός που τα καταφέρνει μετά τον Ελένιο Ερέρα. Σπάει τα κοντέρ αποτελεσματικότητας, είναι πλέον ο πιο πολυνίκης προπονητής στην ιστορία του συλλόγου (σε τίτλους και νίκες) αφού, σε δέκα χρόνια παρουσίας, μετράει δύο Πρωταθλήματα (από τα έντεκα που έχει η Ατλέτικο σε 118 χρόνια ιστορίας), ένα Κύπελλο (στα δέκα), ένα Σούπερ Καπ Ισπανίας (στα δύο), δύο Europa League (στα τρία), δύο ευρωπαϊκά Σούπερ Καπ (στα τρία) και… δύο χαμένους τελικούς Champions League (στους τρεις).

Με οδηγό το «partido a partido» (κοιτάμε μόνο τον επόμενο αγώνα), η Ατλέτικο φτάνει σε τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης μετά από σαράντα ολόκληρα χρόνια και, μάλιστα, με αντίπαλο την μισητή συμπολίτισσα Ρεάλ.

Και, αν το 1974 οι «Ροχιμπλάνκος» έχασαν σε επαναληπτικό τελικό από την Μπάγερν Μονάχου, ύστερα από ισοφάριση στο 120ό λεπτό της παράτασης του πρώτου τελικού, η μοίρα φάνηκε εξίσου σκληρή στην επιστροφή τους στην ευρωπαϊκή ελίτ.

Γκολ ισοφάρισης στο τελευταίο λεπτό της κανονικής διάρκειας και κατάρρευση στην παράταση για μια βαριά ήττα (4-1) που δεν άξιζε σε μια ομάδα που, λίγες ημέρες νωρίτερα, είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα με το σπαθί της.

Δύο χρόνια αργότερα, το σενάριο επαναλαμβάνεται, σχεδόν με την ίδια, βασανιστική ακρίβεια. Ίδιος αντίπαλος (Ρεάλ), ίδιος σκόρερ για την Ρεάλ (Σέρχιο Ράμος), ίδια εξέλιξη (παράταση), ίδιο φινάλε (ήττα). Αυτή την φορά, στα πέναλτι και αφού ο Αντουάν Γκριεζμάν έχει χάσει ένα στη κανονική διάρκεια.

Το Άγιο Δισκοπότηρο μοιάζει «καταραμένο» για την Ατλέτικο και τον «Cholo», ο οποίος θέλει όσο τίποτε άλλο να προσθέσει στο εντυπωσιακό παλμαρέ του την κούπα με τα μεγάλα αυτιά. Και, είναι δεδομένο, ότι θα παλέψει μέχρι τέλους για να τα καταφέρει…

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

Το αγκάθι στα πλευρά του

image

Ένας για όλους

Η δεκαετία του Σιμεόνε έχει αλλάξει τα πάντα στην Ατλέτικο. Με τον 51χρονο Αργεντινό στο τιμόνι, οι «Ροχιμπλάνκος» εκτοξεύτηκαν σε όλους τους τομείς, αγωνιστικούς και μη.

Εκτός, βεβαίως, από τις προφανείς επιτυχίες μέσα στο γήπεδο, ο σύλλογος είδε τον αριθμό των φιλάθλων μελών του να αυξάνεται σταδιακά και εντυπωσιακά. Το 2013, όταν ο «Cholo» είχε κλείσει έναν χρόνο στον πάγκο, τα μέλη ήταν 60.000 και πλέον ξεπερνούν τις 105.000.

Το 2012, το χρέος της Ατλέτικο έφτανε τα 200 εκατομμύρια ευρώ. Πέντε χρόνια αργότερα, δεν χρωστούσε τίποτα, συνεπικουρούμενη και από την επένδυση του κινεζικού ομίλου «Wanda», ο οποίος έκρινε ορθά πως άξιζε να επενδύσει στη νέα δύναμη του ισπανικού ποδοσφαίρου (έργο Σιμεόνε).

Αυτή η επένδυση και η εκτόξευση του brand name επέτρεψαν στην Ατλέτικο να φτιάξει νέο, υπερσύγχρονο γήπεδο και να σπάσει κατ’ επανάληψη το ρεκόρ της πιο ακριβής μεταγραφής της ιστορίας της: Ντιέγκο Κόστα (66 εκατ. ευρώ, το 2017), Τομά Λεμάρ (70, το 2018) και Ζοάο Φέλιξ (126, το 2019).

Υπό την καθοδήγηση του «Cholo», η αξία των ποδοσφαιριστών του υπέρ – πολλαπλασιάστηκε. Ο Ντιέγκο Κόστα αποκτήθηκε με έξι εκατομμύρια ευρώ και πωλήθηκε με 35 στην Τσέλσι, ο Αρντά Τουράν με 15 και πωλήθηκε με 41 στην Μπαρτσελόνα, ο Ρόδρι με 20 και πωλήθηκε με 70 στην Μάντσεστερ Σίτι, ο Γκριεζμάν με τριάντα και πωλήθηκε με… 127 στην Μπάρτσα! Θέλετε και άλλα;

Όταν ανέλαβε ο Σιμεόνε, η Ατλέτικο ήταν 23η (!) στην βαθμολογία της UEFA, αυτή την στιγμή είναι δέκατη, αλλά είχε φτάσει μέχρι και την δεύτερη θέση, πίσω μόνο από την Βασίλισσα Ρεάλ.

Λόγια μεγάλου ανδρός, ξεσπάσματα μικρού παιδιού

Δεν είναι φιλόσοφος όπως ο μέντορας Μπιέλσα ή ο Πεπ Γκουαρδιόλα (ο δεύτερος, κατά τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς με έντονη ειρωνική διάθεση). Στα δέκα χρόνια παρουσίας του στον πάγκο της Ατλέτικο, όμως, ο Σιμεόνε έχει αφήσει πολλές φράσεις για την αιωνιότητα.

«Σε αυτή την ζωή το μόνο που δεν μπορείς να αλλάξεις είναι μητέρα και ομάδα» έχει πει για την παθολογική του αγάπη για την Ατλέτικο, στην οποία έμαθε πρωτίστως στους παίκτες του ότι «τον πόλεμο τον κερδίζει αυτός που χρησιμοποιεί καλύτερα τους στρατιώτες του».

«Αυτά τα παιδιά γεννήθηκαν με πολύ μεγάλα… αυγά. Συγχαίρω τις μαμάδες τους» η φράση ευγνωμοσύνης μετά από μια ακόμα νίκη – υπέρβαση, ξεκαθαρίζοντας συνεχώς ότι «αν βλέπω λάσπη, βουτάω με το κεφάλι. Μου αρέσουν οι προκλήσεις στον κόσμο του ποδοσφαίρου».

Το λέει και το πιστεύει πως «δεν νικούν πάντα οι καλύτεροι, αλλά αυτοί που παλεύουν», υποστηρίζει πάντα πως «προτιμώ να παίζω καλά από το να παίζω όμορφα» και έχει δίκιο όταν επισημαίνει ότι «το φανταστικό στο ποδόσφαιρο είναι πως κανείς δεν έχει δίκιο και υπάρχουν άπειροι τρόποι να νικήσεις».

Ως παίκτης, θυμάται ότι «δεν άλλαζα την φανέλα της Ατλέτικο, γιατί θα έπρεπε να μου δίνουν δύο, αφού η δική μου άξιζε περισσότερο». Ως παίκτης, όμως, άρχισε να χτίζει και την φήμη του σκληρού, του προκλητικού, αυτού που πρέσβευε πως «ο σκοπός αγιάζει (όλα) τα μέσα».

Στην Ατλέτικο έπαιρνε τις κάρτες με… ζηλευτή συνέπεια, στην Ιταλία πανηγύρισε νίκη της Λάτσιο σε ντέρμπι πιάνοντας τα απόκρυφα σημεία του (τα… αυγά που έλεγε ο ίδιος πριν) και, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, προκάλεσε την αποβολή του Ντέιβιντ Μπέκαμ με «παράσταση» που θα ζήλευε ο Ρικάρντο Νταρίν, πιθανότατα ο καλύτερος Αργεντινός ηθοποιός ever.

Ως προπονητής, παρ’ ότι άλλαξε το σορτσάκι με το κοστούμι, ο ίδιος δεν άλλαξε. Έξαλλοι πανηγυρισμοί και προτροπή στους φιλάθλους να ανεβάσουν τα ντεσιμπέλ (θεμιτό και επιβεβλημένο), προκλητικοί πανηγυρισμοί με «πιάσιμο αυγών» (αθέμιτο και απαράδεκτο), έστω και αν ο ίδιος εξήγησε πως «το έκανα για να δείξω στον κόσμο ότι έχουμε αυγά, μεγάλα αυγά».

Αυτά, αναμφίβολα, δεν λείπουν από τον Ντιέγκο Πάμπλο Σιμεόνε. Έναν προπονητή που λατρεύεις να θαυμάζεις ή να μισείς. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν σε αφήνει αδιάφορο…

bwin. Γρήγορη και ασφαλής πλοήγηση στην πιο εξελιγμένη πλατφόρμα που είχαμε ποτέ! | 21+

Photo Credits: Getty, Intime