Ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς στο Gazzetta: «Από τον Ολυμπιακό δεν έφυγα λόγω Μπιγκόν, αλλά για έναν ΑΦM!»

Ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς στο Gazzetta: «Από τον Ολυμπιακό δεν έφυγα λόγω Μπιγκόν, αλλά για έναν ΑΦM!»

Αποστολή στο Μάριμπορ: Δημήτρης Σαμόλης

Το καλοκαίρι του 1999 ο Ολυμπιακός έδινε τα χέρια με την Πόρτο και πραγματοποιούσε την πιο δαπανηρή μεταγραφή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Στα 28 του χρόνια ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς κόστιζε συνολικά 4,5 δις στην «ερυθρόλευκη» διοίκηση του Σωκράτη Κόκκαλη, ένα σκληρό deal, η ολοκλήρωση του οποίου προκάλεσε παροξυσμό στις τάξεις των οπαδών. Ο ποδοσφαιριστής που την αγωνιστική περίοδο 1998-1999 σημείωνε 22 γκολ με τους «Δράκους», ερχόταν στην Ελλάδα για να προκαλέσει δεύτερο... σεισμό, λίγες μέρες μετά τη μεταγραφή του Ζιοβάνι.

Το αστέρι από τη Σλοβενία δεν θα μακροημέρευε στο Λιμάνι. Σε μια ταραχώδη σεζόν, που σημαδεύτηκε από προβλήματα και τσακωμούς, έκανε 23 συμμετοχές, σημείωνε εννέα γκολ και μοίραζε τρεις ασίστ. Ποια ήταν η σχέση του με τον Ζιοβάνι; Τον ζήλευε; Μπορούσε να παίζει μαζί του στην ενδεκάδα; Ποια ήταν η σχέση του με τους τότε συμπαίκτες του στον Ολυμπιακό; Τι τον οδήγησε στην έκρηξή του στα παιχνίδια με ΠΑΟΚ και Παναθηναϊκό; Είναι αλήθεια ότι χαρακτήριζε τεμπέληδες τους Έλληνες; Πότε και πώς περικυκλώθηκε από οπαδούς του Παναθηναϊκού; Ο παππούς πια Ζλάτκο Ζάχοβιτς, σε ηλικία 50 ετών, εξομολογείται στο Gazzetta όσα βίωσε εκείνους τους οκτώ μήνες στην Ελλάδα και για πρώτη φορά εξηγεί ποιο ήταν συγκεκριμένα το πρόβλημα που αντιμετώπισε στη χώρα μας και το οποίο τον οδήγησε στην έξοδο με την οικογένειά του.

Ο Σλοβένος μπαλαδόρος αποκαλύπτει ότι δεν ήθελε με τίποτα να φύγει από τον Ολυμπιακό, κόντρα σε όσα πιστεύαμε μέχρι σήμερα, σε σημείο που να δηλώσει ότι θα προτιμούσε να έμενε στην Ελλάδα από το να αγωνιστεί στον τελικό του Champions League με τη Βαλένθια. Είναι αλήθεια ότι υπέγραψε στους «ερυθρόλευκους» με βαριά καρδιά; Είναι αλήθεια ότι χαιρετούσε με το ζόρι τους εκστασιασμένους οπαδούς του Ολυμπιακού στο Ανατολικό Αεροδρόμιο Ελληνικού, τη στιγμή που πάτησε το πόδι του στη χώρα μας;

Τελευταίο του παιχνίδι ήταν το αλησμόνητο ντέρμπι εναντίον του Παναθηναϊκού στο Ολυμπιακό Στάδιο, με την ανταλλαγή... ιταλικών με τον τότε προπονητή του, Αλμπέρτο Μπιγκόν, επειδή τον έκανε αλλαγή. Από εκείνο το βράδυ στην Καλογρέζα πέρασαν 21 χρόνια, έξι μήνες και δέκα ημέρες.

Η εξήγηση για όσα έγιναν με τον Ιταλό, τον Μπάγεβιτς και τον Κάτανετς και η ζωή του σήμερα μακριά από το ποδόσφαιρο. Η συνέντευξη αυτή του Ζλάτκο Ζάχοβιτς είναι βέβαιο ότι καταρρίπτει πολλά από αυτά που γνωρίζαμε.

Το Gazzetta ταξίδεψε στο Μάριμπορ, συνάντησε τον Σλοβένο θρύλο, ο οποίος για ένα δίωρο απάντησε σε 85 ερωτήσεις...

«Είχα ταλέντο, αλλά δούλεψα πάρα πολύ. Πάντα πήγαινα πρώτος στην προπόνηση και έφευγα τελευταίος»

Έμεινες πολύ λίγο στην Αθήνα, αλλά σου λείπει καθόλου;

«Ήμουν μακριά από το Μάριμπορ επί 16 χρόνια λόγω της ποδοσφαιρικής μου καριέρας. Αγαπώ την Ελλάδα. Ένιωθα πολύ ωραία στη χώρα σας, αν και από τότε που έφυγα, δεν έχω επιστρέψει. Όταν έφυγα από τον Ολυμπιακό συνέχισα την καριέρα μου για άλλα πέντε χρόνια σε Ισπανία και Πορτογαλία, είχα και υποχρεώσεις με την οικογένειά μου».

Είσαι ικανοποιημένος τελικά με την καριέρα που έκανες; Νιώθεις ότι θα μπορούσες να παίξεις σε ακόμα υψηλότερο επίπεδο;

«Φυσικά και είμαι ικανοποιημένος. Προέρχομαι από μια μικρή χώρα 2 εκατομμυρίων κατοίκων. Δεν είναι εύκολο να κατάγεσαι από μια μικρή χώρα και να αγωνίζεσαι σε αυτό το επίπεδο και σ' αυτές τις ομάδες, να κατακτάς 16 τίτλους. Δεν είναι και άσχημα έτσι; Εντάξει, θα μπορούσα να τα καταφέρω καλύτερα, ίσως χειρότερα, αλλά νιώθω περήφανος γι' αυτά που πέτυχα και δεν μετανιώνω και για τίποτα».

Είσαι μια σπουδαία προσωπικότητα για το ποδόσφαιρο στη Σλοβενία. Θεωρείς ότι γεννήθηκες με αυτό το ταλέντο και ήταν αυτό που σε αξίωσε να γίνεις αυτό που έγινες;

«Δούλεψα πολύ. Να το ξέρεις. Μπορεί η εικόνα μου να δείχνει πως απλά γεννήθηκα με αυτό το ταλέντο, αλλά όχι. Δούλεψα πάρα πολύ. Πάντα πήγαινα πρώτος στην προπόνηση και έφευγα τελευταίος. Πάντα αυτό συνέβαινε».

Τι θυμάσαι από την παιδική σου ηλικία;

«Ήμουν εδώ, στο Μάριμπορ. Δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα αρνητικό. Πέρασα πολύ ωραία χρόνια όταν ήμουν μικρός. Θυμάμαι να βγαίνω έξω και να παίζω ποδόσφαιρο. Φυσιολογικό. Το πρόβλημά μου ήταν όταν μικρός αναγκάστηκα να φύγω από τη χώρα μου, να παίξω σε άλλη χώρα, μακριά από τη μητέρα μου. Ποτέ δεν είναι εύκολο. Αλλά επιβίωσα (γέλια)».

Υποθέτω πως θα είχες διαρκώς μια μπάλα στα πόδια. Οι γονείς σου τι σου έλεγαν;

«Τίποτα δεν μου έλεγαν. Νομίζω το έβλεπαν ότι το ποδόσφαιρο είναι το πεπρωμένο μου. Είχα μεγάλη υποστήριξη και από τους δύο».

Η πρώτη σου ομάδα μακριά από τη Σλοβενία ήταν η Παρτιζάν. Τι θυμάσαι από εκείνη την περίοδο;

«Είχαμε φοβερή ομάδα. Στη Σερβία έπαψα πια να είμαι παιδί. Νιώθω ότι εκεί ωρίμασα. Ήταν βέβαια και δύσκολα εκείνα τα χρόνια στη Γιουγκοσλαβία λόγω του πολέμου. Είχαμε όμως σπουδαία ομάδα. Μιγιάτοβιτς, Πέτριτς, Γιοκάνοβιτς, Βούγιατσιτς. Πολλοί παίκτες που έκαναν μεγάλη καριέρα. Δεν είχαμε όμως τη δυνατότητα να κερδίσουμε κάτι στην Ευρώπη».

Πώς βίωσες τον πόλεμο ενώ ανήκες στην Παρτιζάν;

«Ήμουν νέος. Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν το ποδόσφαιρο. Σε ηλικία 18 ετών δεν ήξερα τι ακριβώς συνέβαινε. Στην Παρτιζάν όμως με αγάπησαν και έχω σεβασμό απέναντι στην ομάδα».

Είναι αλήθεια ότι εκείνο το εκτός έδρας γκολ που έβαλες με τη Γκιμαράες απέναντι στην Πόρτο ήταν που έφερε τη μεταγραφή σου στην Πόρτο;

«Όχι, δεν είναι ακριβώς έτσι. Πριν παίξουμε με την Πόρτο γνωρίζω καλά ότι με ήθελε. Ενδιαφερόταν πολύ. Είχα κάνει πολύ καλή χρονιά, αν θυμάμαι καλά είχα βάλει 14 γκολ στο πρωτάθλημα. Και μη νομίζεις ότι ήταν εύκολο να μπουν τόσα γκολ ενώ δεν ήμουν επιθετικός. Εγώ έπαιζα μέσος. Επομένως με αυτό το γκολ που της έβαλα ίσως απλά να τους οδήγησα στην οριστική απόφαση. Θεωρώ ότι ήμουν ήδη κοντά στη μεταγραφή στην Πόρτο».

Στην Πόρτο συνεργάστηκες στη μεσοεπιθετική γραμμή με ποδοσφαιριστές όπως ο Ζαρντέλ, ο Ντρούλοβιτς, ο Καπούτσο. Πήρατε τρία διαδοχικά πρωταθλήματα και ήσουν βασικό στέλεχος.

«Τρία υπέροχα χρόνια. Η Πόρτο δεν είχε πάρει τρία σερί πρωταθλήματα στην ιστορία της. Θεωρώ πως ήμουν κι εγώ ένα μέρος της ιστορίας αυτού του κλαμπ και να νιώθω ευτυχισμένος γι' αυτό».

image

«Το πρόβλημά μου στον Ολυμπιακό ήταν ο ΑΦΜ. Εβαζαν τα χρήματα στην τράπεζα, αλλά δεν μπορούσα να τα πάρω»

Η τελευταία σου χρονιά με την Πόρτο ήταν η πιο παραγωγική στην καριέρα σου. Έβαλες 22 γκολ.

«Ναι, σε όλες τις διοργανώσεις. Και από αυτά, τα επτά τα έβαλα στο Champions League. Περισσότερα, οκτώ αν δεν κάνω λάθος, είχε ο Σεβτσένκο που έπαιζε στη Ντιναμό Κιέβου και ο Γιορκ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Αλλά σκέψου ότι η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έφτασε μέχρι τον τελικό της διοργάνωσης και ότι η Ντιναμό έφτασε μέχρι τα ημιτελικά. Εμείς τότε δεν περάσαμε καν από τη φάση των ομίλων. Τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια και καμιά φορά σκέφτομαι τις χρονιές που έκανα, μπορώ να πω πως εκείνη η σεζόν ήταν ιδιαίτερη για την καριέρα μου. Και τη χρονιά μου στον Ολυμπιακό όμως δεν την ξεχνάω. Έβαλα εννιά γκολ σε μια δύσκολη περίοδο για την ομάδα. Αλλάξαμε προπονητή, δεν είχε αυτοπεποίθηση η ομάδα. Υπήρχε μπέρδεμα».

Όταν πήρες μεταγραφή στον Ολυμπιακό, ο κόσμος ξετρελάθηκε. Η σκέψη ότι θα ερχόταν ο Ζλάτκο Ζάχοβιτς προκάλεσε ενθουσιασμό. Τι θυμάσαι από εκείνες τις ημέρες της μεταγραφής;

«Κοίτα, εγώ είχα προσύμφωνο με τη Βαλένθια. Όταν υπάρχουν διαπραγματεύσεις, ποτέ δεν ξέρεις πώς θα έρθουν τα πράγματα. Η Πόρτο είχε συμφωνήσει με τον Ολυμπιακό, εγώ είχα deal με τη Βαλένθια. Ο μάνατζέρ μου ήθελε να πάω στη Βαλένθια και όπως καταλαβαίνεις, υπήρχε μεγάλο μπέρδεμα».

Ποιος ήταν ο μάνατζέρ σου;

«Ο Ζοζέ Βέιγκα, αυτός που είχε και τον Φίγκο».

Και τελικά υπέγραψες στον Ολυμπιακό. Το συμβόλαιο αυτό ήταν το μεγαλύτερο της καριέρας σου;

«Τελικά υπέγραψα στον Ολυμπιακό και μετά από τόσα χρόνια δεν μετανιώνω καθόλου. Πραγματικά μεγάλη ομάδα. Απίστευτοι οπαδοί, δεν είχα ποτέ πρόβλημα μαζί τους, ακόμα και όταν είχα πρόβλημα με τον Ολυμπιακό. Είναι δύσκολο να πω ποιο ακριβώς ήταν το πρόβλημα, αλλά μετά από τόσα χρόνια ίσως είναι η ώρα να πω. Το πρόβλημα λοιπόν ήταν το ΑΦΜ. Μεγάλο πρόβλημα. Δεν ήθελα να έρθω σε διαμάχη με την κυβέρνηση, αλλά γιατί; Είχα συμβόλαιο. Είχα χρήματα στην τράπεζα, αλλά δεν μπορούσα να τα πάρω».

Αυτό το πρόβλημα λύθηκε;

«Λύθηκε για ένα μήνα και μετά το ίδιο. Πάλι πρόβλημα. Φίλε μου, είναι σοβαρό έτσι; Ήμουν 28-29 ετών, είχα ήδη δύο παιδιά, δεν ήθελα να προκαλώ προβλήματα στην οικογένειά μου. Δεν ξέρω τι είχε συμβεί. Δεν μπορούσα να έχω ΑΦΜ. Τους έλεγα: Δώστε μου ΑΦΜ, δώστε μου ΑΦΜ. Πήγαινα στην τράπεζα και μπορούσα να βγάλω λίγα μόνο χρήματα. Ήμουν πολύ λυπημένος. Και ένιωθα πολύ ωραία στην Αθήνα και στον Ολυμπιακό. Η οικογένειά μου όμως, είναι η οικογένειά μου. Τα χρήματά μου, είναι χρήματά μου».

Τι σου έλεγαν από τον Ολυμπιακό γι' αυτό;

«Δεν ήταν εύκολο ούτε γι' αυτούς. Ήταν πολλά τα χρήματα. Δεν ήταν 2021, ήταν 1999. Τον καταλαβαίνω τον Ολυμπιακό, αλλά έπρεπε κι αυτοί να καταλάβουν εμένα. Έπρεπε να προστατέψω τον εαυτό μου. Έβρισκαν μια λύση, αλλά όχι τη σωστή. Η μία λύση κάλυπτε έναν μήνα. Μετά πάλι το ίδιο».

Υποθέτω πως όλη αυτή η κατάσταση που περιγράφεις σε επηρέασε αγωνιστικά έτσι;

«Όχι, ποτέ. Ίσως μία φορά. Εγώ πάντα ήθελα να κερδίζω. Ήμουν τρελός για τη νίκη. Ό,τι συνέβαινε έξω από το γήπεδο δεν με επηρέαζε μέσα σε αυτό. Το γήπεδο είναι γήπεδο. Ήμουν επαγγελματίας».

Τελικά τα πήρες τα χρήματα του συμβολαίου σου ή όχι;

«Ναι, ναι. Τα πήρα τελικά τα χρήματα. Τα πήρα όλα. Αυτά που συμφώνησα. Στο λέω ειλικρινά. Πέρασα πολύ ωραία στην Ελλάδα με τον Ολυμπιακό. Φοβεροί οπαδοί. Και να ξέρεις πως νιώθω άτυχος που έφυγα από τον Ολυμπιακό για να πάω στη Βαλένθια. Στην Ελλάδα, ξέρεις, ήμασταν Βαλκάνιοι. Λίγοι τρελοί, λίγο παθιασμένοι. Μου άρεσε αυτό. Δεν ήμουν χαρούμενος που έφυγα για τη Βαλένθια, αλλά δεν είχα επιλογή. Έπρεπε να προστατέψω την οικογένειά μου. Αν αυτόν τον χρόνο ήταν όλα καλά, δεν θα έφευγα γιατί ήμουν χαρούμενος. Ήμουν 29 ετών. Έπρεπε να κοιτάξω την καριέρα μου, την οικογένειά μου. Είναι σαν να έχεις ένα σπίτι και να μην μπορείς να μπεις. Κάποιος να σου λέει "stop, δεν μπαίνεις". Μετά από τόσα χρόνια δεν ρίχνω σε κανέναν την ευθύνη, δεν κατηγορώ κανέναν. Ήταν άλλες εποχές. Τώρα μπορώ να πω πως καταλαβαίνω. Στη ζωή όμως πρέπεις να προστατεύεις τον εαυτό σου. Είχα τα λεφτά και δεν μπορούσα να τα εκταμιεύσω».

image

«Εγώ σπίτι, ξεκούραση, γήπεδο. Ο Ζιοβάνι ερχόταν στην προπόνηση από την παραλία»

Οι άνθρωποι της Πόρτο σε πίεσαν για να υπογράψεις στον Ολυμπιακό;

«Φυσικά. Αλλά ήταν διαπραγμάτευση. Από τη στιγμή που υπέγραψα, ήταν και δική μου επιθυμία. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα διαπραγμάτευση. Νομίζω είχε ταξιδέψει στην Πορτογαλία ο Πέτρος Κόκκαλης και ήταν εκεί για τρεις μέρες. Διαπραγματεύσεις 18 ωρών την ημέρα, χωρίς ύπνο. Όχι μόνο ο Πέτρος, όλοι».

Πώς ένιωσες όταν είδες τόσους οπαδούς του Ολυμπιακού στο αεροδρόμιο να σε περιμένουν;

«Μοναδικά. Ήταν απίστευτο. Πολύ παθιασμένοι οπαδοί. Ok, καμιά φορά αυτό οδηγούσε σε αντίθετα αποτελέσματα, αλλά στην εποχή που πέρασα από τον Ολυμπιακό οι οπαδοί του ήταν το κάτι άλλο. Οι καλύτεροι στον κόσμο. Ακόμα κι αυτοί του Παναθηναϊκού, θυμάμαι, ήταν εκδηλωτικοί στα ντέρμπι».

Τα ρεπορτάζ εκείνη την εποχή σε ήθελαν να έχεις έρθει στον Ολυμπιακό με βαριά καρδιά. Και ότι ακόμα και στο αεροδρόμιο, παρά την αποθεωτική αποδοχή, εσύ δεν ήσουν χαρούμενος. Ίσως ήσουν κουρασμένος;

«Όχι, δεν ισχύει ότι ήρθα με βαριά καρδιά. Δεν είναι αλήθεια. Είχα εκπλαγεί. Κουρασμένος σίγουρα ήμουν. Σου είπα πόσο σκληρές και πολύωρες ήταν οι διαπραγματεύσεις».

Κι εσύ ήσουν παρών σε αυτές;

«Ήθελα να είμαι ναι. Ήμουν 100% κουρασμένος».

Είναι αλήθεια πως είχες δηλώσει ότι αν έρθεις στην Ελλάδα, θα θαφτείς ποδοσφαιρικά;

«Θυμάμαι ότι είχατε εννέα αθλητικές εφημερίδες. Τρελό. Πάλι καλά δεν ήξερα ελληνικά και δεν διάβαζα τι γραφόταν (γέλια). Όχι, δεν είναι αλήθεια ότι το είχα πει».

Υπήρχαν δημοσιεύματα τον πρώτο καιρό μετά την ολοκλήρωση της μεταγραφής σου, ότι στα αποδυτήρια ο Ζιοβάνι ήταν χαρούμενος, σε αντίθεση με εσένα που δεν μιλούσες στους συμπαίκτες σου. Αυτό είναι αλήθεια;

«Όχι. Ήμουν πολύ επαγγελματίας. Πρώτος πήγαινα στην προπόνηση, έφευγα τελευταίος. Ακόμα κι αν δεν μιλάς στους άλλους, τους συμπαίκτες σου εννοώ, πρέπει να τους σέβεσαι. Και πάντα δούλευα. Κανείς δεν μπορεί να πει το αντίθετο. Ο Ζιοβάνι, ήταν Βραζιλιάνος. Ερχόταν στην προπόνηση από την παραλία. Για εμένα ήταν απίθανο αυτό. Ξεκουραζόμουν και πήγαινα για προπόνηση. Τον καταλάβαινα τον Ζιοβάνι. Είναι Βραζιλιάνος. Εγώ σπίτι, ξεκούραση, προπόνηση, σπίτι. Εντάξει, μερικές φορές πήγαινα για δείπνο. Ήμουν πολύ σοβαρός. Δεν ξέρω γιατί μπορεί να λεγόταν κάτι τέτοιο. Δεν ξέρω, ίσως γιατί δεν έβγαινα με τους συμπαίκτες μου. Ίσως λάθος μου. Εγώ ήμουν επαγγελματίας. Αν δεν κάνω λάθος, μόνο μία φορά είχα βγει για να ξενυχτήσω επειδή είχε έρθει να με δει ο αδερφός μου και την επομένη είχαμε ρεπό. Ήρθα στον Ολυμπιακό από την Πόρτο, όπου η πειθαρχία ήταν το παν».

Είχε γραφτεί στο παρελθόν ότι δεν σου άρεσε κάποια πλάκα που σου έκανε ο Γρηγόρης Γεωργάτος.

«Ο αριστερός μπακ που πήγε στην Ίντερ; Όχι. Δεν θυμάμαι να έγινε κάτι τέτοιο. Πολύ καλός παίκτης, με εξαιρετικό αριστερό πόδι. Δεν έγινε τίποτα. Αυτός έτσι κι αλλιώς πήγε στην Ίντερ λίγο μετά τη στιγμή που ήρθα εγώ. Πολύ καλός ποδοσφαιριστής».

Το 3-3 εναντίον της Ρεάλ όμως δεν γίνεται να μην το θυμάσαι...

«Δύο απίθανα παιχνίδια θυμάμαι. Αυτό με τη Ρεάλ Μαδρίτης και εκείνο με τον ΠΑΟΚ στη Θεσσαλονίκη. Φτάσαμε στο Ολυμπιακό Στάδιο δύο ώρες πριν από τη σέντρα και ήταν γεμάτο. Και λέω στους συμπαίκτες μου: "Τι έγινε ρε παιδιά; Τελείωσε ο αγώνας; Ήρθαμε τώρα και ο αγώνας έχει τελειώσει;". Δεν μπορούσα να το πιστέψω ότι είχαν γεμίσει το στάδιο τόση ώρα πριν. Τους άκουγα να τραγουδούν, είδα που είχαν ανάψει καπνογόνα. Κι αναρωτιόμουν αν ο αγώνας είχε ήδη ξεκινήσει ή τελείωσε κι εμείς τον χάσαμε. Τι φοβεροί οπαδοί!».

Ίσως οι οπαδοί του Ολυμπιακού ήταν ένας καλός λόγος που ήρθες στον Ολυμπιακό;

«Εντάξει, και οι οπαδοί. Εκείνο τον καιρό ήμουν λίγο απογοητευμένος που δεν παίζαμε στο Καραϊσκάκης. Στο Ολυμπιακό Στάδιο μπορεί να παίζαμε με πιο μικρούς αντιπάλους και να υπήρχαν 10.000-12.000 οπαδοί. Σε ένα Στάδιο που χωράει 80.000, τι να σου κάνουν οι 12.000; Δεν το ένιωθες καυτή έδρα. Στο Καραϊσκάκης θα ήταν όλα διαφορετικά. Εκτός έδρας, όλα ήταν ερυθρόλευκα. Μη σου πω ότι προτιμούσα να παίζουμε εκτός έδρας, ήταν πιο θερμή ατμόσφαιρα».

Κι ο αγώνας που είπες πριν με τον ΠΑΟΚ;

«Ο αγώνας κόντρα στον ΠΑΟΚ δεν μου άρεσε καθόλου. Τσακωμοί, τσακωμοί, τσακωμοί. Φάουλ, φάουλ, φάουλ. Κάποια μαρκαρίσματα δεν ήταν φάουλ, ο διαιτητής σφύριζε φάουλ. Ήμαρτον. Ας παίξουμε ποδόσφαιρο ρε παιδιά».

image

«Ο Μπάγεβιτς ήθελε να ξεκουράζει παίκτες, αλλά εγώ δεν πήγα στον Ολυμπιακό για να ξεκουραστώ»

Τι ακριβώς έγινε στο εκτός έδρας παιχνίδι με τη Μόλντε στο Champions League;

«Ήταν πολύ σημαντικό παιχνίδι για εμάς. Στο ημίχρονο νικούσαμε 0-2. Αν παίρναμε τη νίκη, σχεδόν θα είχαμε εξασφαλίσει την πρόκριση στην επόμενη φάση. Άρχισε να βρέχει. Στο ημίχρονο βλέπω 2-3 παίκτες, δεν θέλω να πω ονόματα, να αλλάζουν παπούτσια που είχαν έξι τάπες. Πολύ καλά παπούτσια που σου επέτρεπαν να μη γλιστράς. Αυτοί έβαλαν παπούτσια που δεν ήταν κατάλληλα για γήπεδο στο οποίο πέφτει βροχή. Τους είπα ότι έτσι δεν μπορούμε να νικήσουμε. Ότι είναι αστείο αυτό. Ήταν πολύ σημαντικό παιχνίδι. Το πιο σημαντικό. Φορούσαν παπούτσια με έξι τάπες και τα έβγαλαν για να φορέσουν παπούτσια με 13».

Γιατί το έκαναν αυτό;

«Νομίζω επειδή ένιωθαν υπερβολική αυτοπεποίθηση, προφανώς θεωρώντας ότι έχουμε πάρει το ματς. Εγώ ήμουν τρελός. Ήθελα να νικάω. Τελικά χάσαμε 3-2. Αν έβλεπες το παιχνίδι στο δεύτερο ημίχρονο, παίζαμε άμυνα και συνέχεια έπεφταν. Γλιστρούσαν. Χάσαμε. Φυσιολογικό. Αυτό είναι που δεν μου άρεσε. Πρέπει να είσαι επαγγελματίας. Δεν περάσαμε το γκρουπ».

Υποθέτω μετά το τέλος του αγώνα θα ήσουν έξαλλος.

«Τι να σου λέω; Αλλά και τι θα έβγαινε;».

Σε παιχνίδι εναντίον του ΠΑΟΚ εκνευρίστηκες διότι έγινες αλλαγή.

«Ναι. Πάντα ήθελα να νικάω. Νικούσαμε με 4-0 και με κάνει αλλαγή μετά το 60' αν θυμάμαι καλά. Γιατί να μη μείνω μέσα; Ας νικήσουμε 8-0. Μετά θυμάμαι ότι θα ακολουθούσε διακοπή επειδή υπήρχαν αγώνες εθνικών ομάδων. Είχαμε χρόνο να ξεκουραστούμε. Ήμουν σε φόρμα. Αν έμενα μέσα θα βάζαμε κι άλλα γκολ».

Καταλαβαίνω πως υπήρξαν προβλήματα με τον Μπάγεβιτς.

«Όχι. Έχω εξαιρετική σχέση με τον Μπάγεβιτς, αλλά αυτός ήθελε να ξεκουράζει παίκτες. Μα εγώ δεν ήρθα στον Ολυμπιακό για να ξεκουραστώ. Ήρθα για να παίζω ακόμα και με μικρότερες ομάδες, ακόμα και σε γήπεδα που δεν ήταν καλά. Ο Κόκκαλης, ο Ολυμπιακός με πλήρωσε για να έρθω να παίξω. Όχι για να ξεκουράζομαι. Στην Πόρτο έπαιζα κάθε τρεις μέρες. Έδινα 65 ματς τον χρόνο. Έπρεπε να παίζω. Να βάζω γκολ και να δίνω ασίστ, να χαίρεται ο κόσμος. Και τι έγινε δηλαδή που παίζαμε με μικρούς αντιπάλους; Αυτά τα παιχνίδια καμιά φορά είναι πιο δύσκολα. Πληρωνόμαστε».

Σύμφωνα με άλλα ρεπορτάζ εκείνης της εποχής, πριν από τον αγώνα της εθνικής Σλοβενίας κόντρα στην Ουκρανία, ενώ ανήκες στον Ολυμπιακό, μάζεψες τα πράγματά σου, πήρες μαζί σου την οικογένειά σου, τον σκύλο σου και το καναρίνι σου με σκοπό να μην επιστρέψεις. Είναι αλήθεια;

«Κατ' αρχήν δεν είχα καναρίνι. Ποτέ. Την έχω ακούσει αυτή την ιστορία (γέλια). Αλλά πού ήταν το παράξενο; Θα έλειπα 14 μέρες. Πήρα μαζί μου την οικογένειά μου, θα πηγαίναμε σπίτι. Είχα μικρά παιδιά και θα έβλεπαν τους παππούδες τους».

Ήσουν μικρός αλλά είχες ήδη παιδιά...

«Ναι, 24 ετών έκανα το πρώτο. Και χθες έγινα παππούς για δεύτερη φορά».

Είναι αλήθεια ότι είχες πει πως οι Έλληνες ήταν τεμπέληδες;

«Σου είπα πριν τι έγινε με τη Μόλντε. Για εμένα αυτό δεν υπάρχει. Ήθελα να νικήσουμε και να περάσουμε στον επόμενο γύρο. Σκέψου πόσα εκατομμύρια οπαδούς έχει ο Ολυμπιακός. Πρέπει να παίξεις γι' αυτούς και να περάσεις. Πρέπει να κοιμάσαι, να ξεκουράζεσαι, να νικάς και να προχωράς. Αυτός ήταν ο δικός μου τρόπος. Καταλαβαίνω ότι πρέπει να γίνονται θυσίες, αλλά είναι προνόμιο να κάνεις θυσίες για να παίζεις ποδόσφαιρο, να συμμετέχεις στο Champions League. Αυτή είναι η άποψή μου».

Ήσουν ικανοποιημένος από τον τρόπο που αγωνιζόταν ο Ολυμπιακός; Σε ρωτάω, γιατί με βάση τα ρεπορτάζ εκείνου του καιρού, εμφανιζόσουν δυσαρεστημένος από το γεγονός ότι δεν σου έδιναν τη μπάλα αρκετά.

«Ήταν κάπως έτσι, αλλά το καταλαβαίνω, είναι φυσιολογικό. Τώρα διακρίνω γιατί ήταν φυσιολογικό. Ένα χρόνο πριν, ο Ολυμπιακός είχε φτάσει στα προημιτελικά του Champions League και ο ένας είχε συνηθίσει να παίζει με τον άλλον. Ήταν λοιπόν θέμα του προπονητή να βρει λύση. Δεν μπορείς μόνο να τρέχεις. Τώρα όμως καταλαβαίνω καλύτερα και δεν κατηγορώ κανέναν».

Είχες ποτέ πρόβλημα με τον Ζιοβάνι;

«Όχι, ποτέ. Μιλούσαμε την ίδια γλώσσα. Πορτογαλικά. Ποτέ δεν είχαμε πρόβλημα. Ο Ζίο ήταν υπέροχος τύπος. Να ξέρεις ότι είχα καλή σχέση με όλους, απλά δεν έβγαινα ποτέ μαζί τους. Είμαι λίγο διαφορετικός. Δεν λέω ότι εγώ έχω δίκιο κι αυτοί άδικο».

Επίσης είχε γραφτεί ότι ζήλευες τον Ζιοβάνι;

«Απίθανο. Ποτέ μου δεν ένιωσα έτσι».

Θεωρείς ότι μπορούσες να συνυπάρξεις στην ίδια ενδεκάδα με τον Ζιοβάνι και τον Αλεξανδρή; Ήταν εύκολο για την ενδεκάδα να συνυπάρχετε εσείς οι τρεις την ίδια ώρα στο γήπεδο;

«Αυτή δεν είναι ερώτηση για εμένα, αλλά για τον προπονητή. Αυτό που θα σου πω όμως είναι ότι λάτρευα να παίζω μαζί με τον Αλεξανδρή. Πολύ καλός παίκτης, εξαιρετικός σκόρερ. Όταν είχα τη μπάλα, ήξερα πώς θα κινηθεί και πάντα έβαζε γκολ. Μου άρεσε πάρα πολύ να παίζω μαζί του».

image

«Ο Μπιγκόν μου είχε υποσχεθεί ότι δεν θα με έκανε ποτέ αλλαγή. Ίσως ήταν λίγο μεγάλος και ξέχασε τί μου είχε πει...»

Τον χειμώνα, μετά το πρώτο μισό της σεζόν με τον Ολυμπιακό, προσπάθησες να φύγεις; Είχες προτάσεις;

«Δεν είχα στο μυαλό μου άλλες προτάσεις. Αυτό που σκεφτόμουνα ήταν να βρούμε λύσεις. Αν τις έβρισκα, τότε θα έμενα στον Ολυμπιακό για άλλα πέντε χρόνια. Δεν μπορούσαμε όμως να βρούμε λύση. Δεν κατηγορώ κανέναν. Τους καταλαβαίνω, αλλά κι αυτοί να καταλάβουν εμένα. Ήμουν επαγγελματίας».

Κανείς μας δεν μπορεί να ξεχάσει το επεισόδιο που είχες με τον Αλμπέρτο Μπιγκόν, αλλά όταν ήταν αυτός προπονητής έβαλες έξι γκολ σε οκτώ αγωνιστικές. Πώς ήταν ως χαρακτήρας; Ως προπονητής;

«Όταν ήρθε στην ομάδα, με κάλεσε για δείπνο. Παρότι δεν έκανα επί δύο μήνες προπόνηση με τον Ολυμπιακό, ήμουν πολύ καλά προετοιμασμένος. Έκανα σκληρή προπόνηση. Μου είπε λοιπόν: "Σε χρειάζομαι, σε χρειάζομαι, σε χρειάζομαι". Του λέω εγώ: "Mr, με έχεις. Αλλά, σε παρακαλώ, μην με κάνεις αλλαγή". Μου απαντάει: "Κανένα πρόβλημα, κανένα πρόβλημα. Ποτέ δεν θα σε κάνω αλλαγή. Στο 60' με τον Παναθηναϊκό με κάνει αλλαγή. Τι είναι αυτό φίλε μου; Και σε τι σημαντικό αγώνα ε; Με τον Παναθηναϊκό. Και μου είχε υποσχεθεί ότι ποτέ δεν θα με έκανε αλλαγή. Η αντίδρασή μου ήταν ηλίθια. Το καταλαβαίνω και ήταν κρίμα. Εντάξει όμως, ήταν καλός τύπος. Θυμάμαι ότι υπήρχε πάντα κουβέντα για πιθανή απόλυσή του. Και πάντα, το 1-0 ο Ζάχοβιτς. Με χρειαζόσουν, με είχες. Αλλά με κάνεις αλλαγή σε αυτό το μεγάλο ματς; Ο Μπιγκόν ήταν λίγο μεγάλος εκείνο τον καιρό, ίσως γι' αυτό να είχε ξεχάσει τί μου είχε υποσχεθεί (γέλια).

Δεν θα ξεχάσω όμως και τι ακολούθησε εκείνου του ντέρμπι. Είχαν έρθει στο γήπεδο δύο σχολικοί μου φίλοι και ο πατέρας μου. Είχε πάρα πολύ κίνηση η Αθήνα. Μισή ώρα μετά το ντέρμπι, έχω μπει στο αυτοκίνητό μου και πηγαίνω Βούλα. Είχαμε κολλήσει στην κίνηση. Δεν μπορούσες να πας ούτε αριστερά, ούτε δεξιά, ούτε ευθεία. Ξέρεις καλά πώς είναι η Αθήνα. Κάποια στιγμή, καταλαβαίνω ότι με έχουν περικυκλώσει εκατοντάδες οπαδοί με μηχανές και κρατούσαν κάτι στα χέρια τους. Μου χτυπάνε το τζάμι. Ήμουν έξι μήνες στην Ελλάδα και ήξερα καλά τι συμβαίνει. Το πρώτο πράγμα που μαθαίνεις είναι ότι υπάρχει αντιπαλότητα. Μου χτυπάει λοιπόν το τζάμι το αφεντικό τους και μου ζητάει να το ανοίξω. Σκέφτομαι μέσα μου: "Αν το ανοίξω, είμαι... νεκρός. Αν δεν το ανοίξω, πάλι... νεκρός θα είμαι". Δεν είχα επιλογή. Ο πατέρας μου και οι φίλοι μου ήταν τρομοκρατημένοι. Τι να έκανα λοιπόν; Αφού δεν είχα επιλογή, αποφάσισα να το ανοίξω. Και νομίζω ότι είδαν με καλό μάτι ότι το άνοιξα. Μου λέει: "Όλη τη χρονιά, και πριν από το ματς, έδειξες σεβασμό και δεν είπες τίποτα κακό εναντίον του Παναθηναϊκού ή για τους οπαδούς του. Δεν θα σε αγγίξουμε. Κλείσε τώρα το τζάμι". Μάρσαραν με δύναμη, έφυγαν όλοι τους προς τα δεξιά κι εγώ αριστερά (γέλια). Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Η καλύτερη ποδοσφαιρική μου ιστορία. Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Φυσικά αν με πείραζαν, δεν θα μου άρεσε καθόλου. Το θυμάμαι όμως και δεν θα το ξεχάσω ποτέ».

Σου είχε κάνει δίμηνη διακοπή συμβολαίου η διοίκηση εκείνη τη χρονιά;

«Όχι. Ο Ολυμπιακός ήταν πάρα πολύ σωστός. Ο Κόκκαλης ήταν φανταστικός. Δεν μπορώ να πω τίποτα εναντίον τους. Αλλά σου ξαναλέω, ήταν άλλες εποχές, άλλοι νόμοι. Τώρα είναι διαφορετικά».

Υπήρξε κάποιος ποδοσφαιριστής με τον οποίο ήρθες πιο κοντά ή με όλους είχες την ίδια σχέση;

«Την ίδια σχέση είχα με όλους. Ήρθα, έκανα σκληρή προπόνηση, καθόμουν και μετά το τέλος της για να συνεχίσω και να κάνω έξτρα πρόγραμμα. Πολύ σκληρά δούλευε και ο Τζόρτζεβιτς κι αυτό μου άρεσε. Μετά σπίτι, φαγητό, ξεκούραση, χρόνο με την οικογένειά μου».

Από τότε που έφυγες από τον Ολυμπιακό, έχεις μιλήσει ξανά με κάποιον από εκείνη την ομάδα; Με κάποιον από τη διοίκηση ή με κάποιον συμπαίκτη;

«Με τη διοίκηση όχι. Πριν από δύο χρόνια μίλησα με τον Νινιάδη. Ήμουν σε παραλία στην Κροατία και μιλήσαμε εκεί. Πολύ καλός παίκτης. Αν τον δεις, να του δώσεις χαιρετίσματα. Πολύ ωραίος τύπος».

Αν συναντούσες μετά από τόσα χρόνια τον Μπάγεβιτς και τον Κόκκαλη, τί θα τους έλεγες;

«Όλα καλά για όλους. Δεν έχω τίποτα κακό στην καρδιά μου, μόνο να τους πω να έχουν υγεία και να είναι χαρούμενοι».

image

«Απογοητεύτηκα που δεν πήρα το Νο10. Την επόμενη μέρα όμως σκεφτόμουν πώς θα νικήσω»

Πώς θα περιέγραφες τη χρονιά σου στον Ολυμπιακό; Μια χρονιά με τα πάνω και τα κάτω;

«Κοκτέιλ. Με καλά και άσχημα. Αλλά συνάντησα φανταστικούς οπαδούς, φανταστικό πρόεδρο, καλούς παίκτες και καλούς ανθρώπους. Η Αθήνα φοβερή πόλη. Θυμάμαι μόνο ωραία πράγματα».

Αν γύριζες το χρόνο πίσω, θα είχες την ίδια συμπεριφορά;

«Αδύνατο να μην είχα την ίδια. Η ζωή έχει τα πάνω της και τα κάτω της. Δεν μπορείς να είσαι πάντα χαρούμενος».

Κάτω από ποιες προϋποθέσεις θα ήσουν ευτυχισμένος στην Ελλάδα, σε αγωνιστικό επίπεδο; Να είχες παίξει σε όλα τα παιχνίδια;

«Έχω μεγάλο σεβασμό στον Ολυμπιακό. Όταν πήγα στη Βαλένθια, κληρωθήκαμε στον ίδιο όμιλο με τον Ολυμπιακό. Το προηγούμενο βράδυ πριν από το παιχνίδι Βαλένθια - Ολυμπιακός, πήγα στο ξενοδοχείο και τους χαιρέτησα όλους στον Ολυμπιακό. Έχω μεγάλο σεβασμό. Ήμουν εκεί για να τους χαιρετήσω. Αυτό κάτι δείχνει».

Ήθελες να παίζεις στη θέση «10»; Είχες πρόβλημα όταν αγωνιζόσουν στα πλάγια;

«Δεν ήταν εύκολο για τον Μπάγεβιτς. Έπαιζε 4-4-2 με επιθετικό τον Ζιοβάνι, που δεν ήταν επιθετικός. Επιθετικός ήταν ο Αλεξανδρής και ο Γκόγκιτς. Έπαιζα λοιπόν εγώ, που ούτε εγώ ήμουν επιθετικός και ο Ζιοβάνι που δεν ήταν επιθετικός. Δεν ήταν εύκολο για τον Μπάγεβιτς. Αν ο Ζιοβάνι έπαιζε στη θέση "10", εγώ πού θα έπαιζα; Αν έβαζε εμένα επιθετικό, πού θα έπαιζε ο Ζιοβάνι; Ο Γκόγκιτς κορυφαίος. Ο Αλεξανδρής κορυφαίος. Δεν ήταν εύκολο για τον Μπάγεβιτς. Ο Ζιοβάνι δεν ήταν στράικερ. Κορυφαίος ποδοσφαιριστής, μεγάλο ταλέντο, έπαιζε το δικό του ποδόσφαιρο. Πολύ καλό ποδόσφαιρο. Όταν έπαιζα με τον Αλεξανδρή ήμουν ο πιο χαρούμενος παίκτης στον κόσμο, γιατί είχα τη μπάλα, του την έστελνα εκεί που ήθελε και βάζαμε γκολ. Μεγάλος παίκτης ο Ζιοβάνι, δεν τα λέω όλα αυτά για τον υποβαθμίσω. Κόντρα στη Ρεάλ του έδωσα ασίστ. Παίξαμε μαζί. Θεωρώ ότι και ο Ζιοβάνι όταν είχε δίπλα του έναν στράικερ, τον Γκόγκιτς ή τον Αλεξανδρή, γινόταν κι αυτός καλύτερος, έπαιζε καλύτερα. Το ποδόσφαιρο δεν είναι τόσο εύκολο όπως πολλοί νομίζουν. Έχει τακτική».

Είχες πρόβλημα όταν έμαθες ότι στον Ολυμπιακό δεν θα έχεις το Νο10;

«Το ήθελα και το περίμενα το "10". Δεν θα σου πω ψέματα. Το ήθελα και μου άρεσε. Στην αρχή ήμουν απογοητευμένος. Από τη δεύτερη μέρα σκεφτόμουν πώς θα νικήσω με τον Ολυμπιακό».

Είσαι ειλικρινής...

«(γέλια). Γιατί όχι φίλε μου; Είμαι πλέον 50 ετών. Δεν έχω να κρύψω τίποτα».

Η σύζυγός σου, οι γονείς σου, τι σου έλεγαν τη χρονιά που βρέθηκες στην Ελλάδα; Τι σε συμβούλευαν τις δύσκολες στιγμές;

«Δεν μου έλεγαν τίποτα, γιατί όταν εμένα μου συμβαίνει κάτι, δεν μιλάω. Είμαι του στυλ "αφήστε με μόνο μου". Δεν μιλούσα για ποδόσφαιρο με την οικογένειά μου. Έλυνα τα προβλήματά μου μόνος μου. Ή τουλάχιστον προσπαθούσα να τα λύσω».

Όταν αποχώρησες από τον Ολυμπιακό, μίλησες με τον Σωκράτη Κόκκαλη;

«Δυστυχώς όχι. Του έχω μεγάλο σεβασμό όμως. Με κάλεσε δύο φορές. Τη μία φορά στο γραφείο του πριν από το ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό και μου είπε ότι με χρειάζονται. Του είπα: "Πρόεδρε, εδώ είμαι. Θα κάνω τα πάντα για να νικήσουμε τον Παναθηναϊκό". Όταν με έκανε αλλαγή ο Μπιγκόν, ένιωσα πολύ άσχημα γιατί είχα υποσχεθεί στον Κόκκαλη πως θα έκανα τα πάντα. Και άλλη μια φορά με είχε καλέσει στο σπίτι του. Ήταν πανέξυπνος άνθρωπος. Του δίνω όλα τα δίκια. Υπέροχος τύπος, μεγάλος πρόεδρος».

Τι θυμάσαι από το ελληνικό πρωτάθλημα;

«Θυμάμαι πολλούς καλούς παίκτες στην Ελλάδα. Η οργάνωση και τα γήπεδα θα μπορούσαν να ήταν καλύτερα, αλλά δεν ήταν εύκολο να παίζεις μπάλα στην Ελλάδα. Για να το πω αλλιώς, δεν ήταν δύσκολο να παίξεις στην Ελλάδα, αλλά ήταν δύσκολο να κάνεις τη διαφορά. Πολύ καλό πρωτάθλημα, παίκτες με φυσική κατάσταση, έξυπνοι παίκτες. Με ταμπεραμέντο Βαλκάνιων. Ίσως όχι πολύ δουλευταράδες, αλλά με ταλέντο. Μου άρεσε το ελληνικό πρωτάθλημα».

Θα χαρακτήριζες ως το καλύτερο της καριέρας σου το γκολ εναντίον της Ρεάλ, στο 3-3;

«Για εμένα όλα τα γκολ έχουν τη σημασία τους και την αξία τους. Εντάξει, εκείνο το γκολ ήταν ενάντια στη Ρεάλ, μπήκε μπροστά σε περισσότερα από 80.000 οπαδούς, σε τρελή ατμόσφαιρα. Στην καλύτερη ατμόσφαιρα που αγωνίστηκα στην καριέρα μου. Τεχνικά ήταν εξαιρετικό γκολ, αλλά δυστυχώς δεν νικήσαμε. Αξέχαστη νύχτα».

image

«Αν σήμερα μου ζητούσαν να διαλέξω: "Τελικός Champions League ή παραμονή στον Ολυμπιακό;", την παραμονή θα διάλεγα»

Τι θα έλεγες στους οπαδούς του Ολυμπιακού μετά από τόσα χρόνια;

«Ότι ήταν καταπληκτικοί. Πόσο πιο παθιασμένοι περισσότερο να ήταν; Ο Ολυμπιακός έκανε ορισμένα εξαιρετικά πράγματα στην Ευρώπη, γιατί όταν είχες τέτοιο κόσμο, κάθε παίκτης έδινε το κάτι παραπάνω. Έπαιζε παραπάνω από την ποιότητά του. Έκαναν τη διαφορά. Πώς να παίξεις χάλια όταν έχεις τέτοιους οπαδούς. Σίγουρα δεν γινόταν όλα τα παιχνίδια να ήταν τέλεια, αλλά στα περισσότερα, ο σημαντικός λόγος που νικούσε ο Ολυμπιακός και έφτανε σε νίκες, ήταν και οι οπαδοί. Τόση αγάπη, τόσο τρέλα και πάθος για την ομάδα τους. Σκέφτομαι τώρα στο κατάμεστο Καραϊσκάκης πόσο ωραία μπορεί να είναι η ατμόσφαιρα».

Μετανιώνεις που κύλησαν έτσι τα πράγματα και έφυγες από τον Ολυμπιακό;

«Σου είπα και πριν πως όταν έφυγα από τον Ολυμπιακό για να πάω στη Βαλένθια, ήμουν ανικανοποίητος. Είναι αλήθεια. Άλλο το 1999, άλλο το 2021. Άλλες εποχές. Όχι μόνο στην Ελλάδα, παντού. Η ευχή μου, η επιθυμία μου ήταν να λύσουμε τα προβλήματά μας. Δυστυχώς ήταν απίθανο και δεν πήγα στη Βαλένθια με χαρά. Αν σήμερα μου ζητούσαν να διαλέξω: "Τελικός Champions League ή παραμονή στον Ολυμπιακό;". Την παραμονή στον Ολυμπιακό θα διάλεγα. Αυτή είναι όμως η ζωή».

Κατά τη διάρκεια της καριέρας σου είχες κάποιες διαμάχες με προπονητές σου. Είναι το στυλ του χαρακτήρα σου; Είναι επειδή ήθελες κάποια πράγματα να γίνονται με τον δικό σου τρόπο;

«Κοίτα τι να είναι παράξενο... Στην καριέρα μου είχα πολλούς προπονητές. Μόνο με δύο είχα προβλήματα. Με τους υπόλοιπους είχα πολύ καλή σχέση, όπως με τον Φερνάντο Σάντος. Στην Παρτιζάν το ίδιο. Ο κόσμος μιλάει για τα προβλήματα που είχα. Δεν είναι τόσο δίκαιο. Οταν είσαι δημόσιο πρόσωπο, μόνο τα αρνητικά πράγματα ενδιαφέρουν έτσι; Δυστυχώς (γέλια). Κέρδισα τίτλους, έπαιξα τελικό Champions League. Αυτά δεν είναι σημαντικά;».

Είχες όμως προβλήματα με τον Σρέτσκο Κάτανετς...

«Ναι είχα. Ένας από τους δύο προπονητές με τους οποίους είχα προβλήματα».

Και με αυτόν επειδή σε έκανε αλλαγή ή για άλλους λόγους;

«Ναι, γι' αυτό. Είχαμε συμφωνήσει να μη με αλλάζει και το αθέτησε. Πρόβλημα. Είναι τόσο απλό να το εξηγήσω τώρα που είμαι 50 ετών (γέλια)».

Είναι αλήθεια ότι στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 ήσουν έτοιμος να τα βροντήξεις και να εγκαταλείψεις την αποστολή;

«Ναι αλήθεια είναι. Υπήρχε μεγάλη ένταση».

Δεν ξέρω αν το γνωρίζεις. Όταν ο Κάτανετς ήταν προπονητής στον Ολυμπιακό, είχε μιλήσει για ψύχωση εκ μέρους της ομάδας να κατακτηθεί το πρωτάθλημα και απολύθηκε.

«Πώς δεν το γνωρίζω; Και δεν μου κάνει καμία έκπληξη. Είσαι στον Ολυμπιακό; Πρέπει να νικήσεις. Είναι μεγάλη ομάδα και πρέπει να σκέφτεται ως μεγάλη ομάδα. Να συμπεριφέρεται ως μεγάλη ομάδα. Ο Κόκκαλης ήταν μεγάλος και ήθελε να έχει μεγάλους στον Ολυμπιακό. Και η Θύρα 7 μεγάλη είναι».

Προτού έρθεις στον Ολυμπιακό, γραφόταν ότι είχες μεγάλη επιθυμία να παίξεις στην Ισπανία και στη Βαλένθια. Ότι ήταν όνειρό σου, η μεγάλη σου επιθυμία. Ισχύει; Αν ναι, γιατί σε τέτοιο βαθμό;

«Δεν ήταν όνειρό μου να παίξω στην Ισπανία και δεν είχα και καμία τρέλα».

image

«Η Βαλένθια, το χαμένο πέναλτι στον τελικό του Champions League και ο τρομερός Ζαρντέλ»

Τελικά πήγες στη Βαλένθια, αλλά γιατί έμεινες για ένα χρόνο;

«Στην αρχή έπαιζα συνέχεια. Είχαμε φοβερή ομάδα. Αντιμετώπισα έναν τραυματισμό που με κράτησε δύο μήνες εκτός δράσης και η ομάδα νικούσε. Τι να έκανα εγώ; Αυτό που μου έμενε ήταν να δουλέψω. Καθόμουν στον πάγκο και κοιτούσα δεξιά. Έβλεπα τον Παγκόσμιο Πρωταθλητή και Πρωταθλητή Ευρώπης Ντεσάμπ. Κοιτούσα αριστερά και έβλεπα παικταράδες, διεθνείς ποδοσφαιριστές. Απλά δούλευα σκληρά και περίμενα την ευκαιρία μου. Δεν ήταν εύκολο. Ο Κούπερ ήταν διαφορετικός προπονητής. Μας έκανε απίστευτα δυνατή προπόνηση. Τρέχαμε επί 1,5 ώρα και μετά ξεκινούσε η προπόνηση!

Αυτό συνέβαινε κάθε φορά, ακόμα και μια μέρα πριν από τους αγώνες! Εγώ για παράδειγμα. Έδινα αγώνα με τη Σλοβενία την Τετάρτη. Επέστρεφα στη Βαλένθια. Μιάμιση ώρα τρέξιμο και μετά φορούσα ποδοσφαιρικά παπούτσια για να ξεκινήσει η προπόνηση. Πολύ καλός προπονητής ο Κούπερ. Έμαθα πολλά από αυτόν, άσχετα αν δεν έπαιζα. Ξέρεις, θυμάμαι τα πάντα. Ό,τι μου έλεγε ο κάθε προπονητής μου, κάθε συμβουλή, δεν τα έχω ξεχάσει. Περνούν τα χρόνια, αλλά δόξα τω Θεώ δεν ξεχνάω, θυμάμαι (γέλια)».

Πάντως και για τον Κούπερ υπήρχαν ρεπορτάζ ότι δεν τον συμπαθούσες και ότι τέλος πάντων δεν είχατε καλή σχέση...

«Όχι, όχι. Πήγα σε μια έτοιμη ομάδα, που διεκδικούσε το πρωτάθλημα στην Ισπανία. Όλη η ομάδα είχε στηθεί γύρω από τον Μεντιέτα, ο οποίος τεχνικά ήταν υπερβολικά κακός, αλλά ο άνθρωπος ήταν... μαραθωνοδρόμος. Πάνω - κάτω, πάνω - κάτω συνέχεια. Όταν έχεις αυτόν ως καλύτερο παίκτη που τρέχει ασταμάτητα, πρέπει να τρέξεις κι εσύ. Εμένα δεν ήταν αυτός ο τρόπος παιχνιδιού μου. Είχα διαφορετικό στυλ.

Ο Μεντιέτα είχε πολύ καλό πόδι, αριστερό και δεξί, αλλά τεχνικά δεν ήταν καλός. Δυσκολευόταν να κάνει κοντρόλ, δυσκολευόταν να κάνει καλή πάσα. Στις δέκα πάσες, οι οκτώ ήταν λάθος. Αλλά έτρεχε, έτρεχε. Αλλά, αν ο πιο σημαντικός παίκτης του κλαμπ τρέχει, πρέπει να τρέξεις κι εσύ. Ο Κούπερ, όμως πολύ καλος προπονητής. Δύσκολες και σκληρές προπονήσεις, αλλά εξαιρετικός προπονητής».

Αν σου ζητούσα να διαλέξεις τον καλύτερο προπονητή της καριέρας σου;

«Μου είναι αδύνατο να επιλέξω έναν».

Στον τελικό του Champions League, που οδηγήθηκε στα πέναλτι, εσύ νικήθηκες από τον Όλιβερ Καν.

«Ο Καν ήταν τυχερός. Έκανα πάρα πολύ καλή εκτέλεση. Δυστυχώς δεν το έβαλα».

Όταν αποφάσισες να υπογράψεις στη Μπενφίκα, το είδες και ως εκδίκηση προς την Πόρτο για το γεγονός ότι σε πίεσαν να υπογράψεις στον Ολυμπιακό;

«Όχι, έχω πολύ καλή σχέση με τους οπαδούς και της Πόρτο και της Μπενφίκα. Δεν πήγα από την Πόρτο στη Μπενφίκα. Μεσολάβησε ο Ολυμπιακός και η Βαλένθια. Έτσι είναι η ζωή ενός ποδοσφαιριστή. Έχω μεγάλο σεβασμό και στις δύο ομάδες. Η Πορτογαλία είναι η δεύτερη πατρίδα μου. Και τα δύο μου παιδιά γεννήθηκαν εκεί».

Στην Πόρτο είχες συμπαίκτη τον Βραζιλιάνο Ζαρντέλ. Στον Ολυμπιακό είχες τον Βραζιλιάνο Ζιοβάνι. Με ποιον από τους δύο απολάμβανες περισσότερο το παιχνίδι;

«Είναι απλό για εμένα. Ο Ζαρντέλ ήταν φορ, ο Ζιοβάνι δεν ήταν. Σου το εξήγησα πριν».

Ο Ζαρντέλ όντως, ήταν καταπληκτικός φορ...

«Φανταστικός! Θα σου μια ιστορία. Υπογράφει στην Πόρτο, υπογράφω κι εγώ. Έδωσαν πολλά χρήματα για να τον αποκτήσουν, ενώ η Πόρτο μέχρι εκείνη την εποχή δεν έδινε πολλά λεφτά για μεταγραφές. Ήρθε λοιπόν και στο πρώτο παιχνίδι, του δίνουν τη μπάλα για να σκοράρει και αστοχεί. Στο δεύτερο φιλικό πάλι αστοχεί. Επί τρεις εβδομάδες στην προετοιμασία τα ίδια. Λέω από μέσα μου: "Τι αγοράσαμε"; Στο πρώτο επίσημο ματς χάναμε 1-0. Μπαίνει στο 81', βάζει δύο γκολ και νικάμε.

Στο δεύτερο παιχνίδι χάνουμε 2-0. Μπαίνει αλλαγή, κάνει το 2-1 και μετά το 2-2! Στο τρίτο ματς παίζουμε με τη Μίλαν ευρωπαϊκό ματς. Η Μίλαν τότε δεν είχε χάσει για πάρα πολλά χρόνια στην έδρα της σε ευρωπαϊκό παιχνίδι. Χάνουμε 2-1, μπαίνει στο παιχνίδι, βάζει δύο γκολ και νικάμε 2-3 στην Ιταλία με δύο ασίστ δικές μου! Ειλικρινά δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο. Επαγγελματίας. Φοβερός σκόρερ».

image

«Τώρα θέλω να απολαύσω τη ζωή μου, να κάνω σκι και να πηγαίνω στην παραλία»

Ποια ήταν η καλύτερη και ποια η χειρότερη στιγμή στην καριέρα σου;

«Η καλύτερη στιγμή μου ήταν τα 16 χρόνια καριέρας. Η χειρότερη δεν υπάρχει».

Πώς περνάς πλέον τον χρόνο σου;

«Ήμουν μέχρι πρότινος τεχνικός διευθυντής στη Μάριμπορ. Κάναμε πολύ σημαντικά πράγματα, κερδίσαμε δέκα τίτλους, βγήκαμε στο Champions League και στο Europa League. Κι όλα αυτά χωρίς χρήματα. Καταλαβαίνεις τι εννοώ, με λίγα χρήματα. Μετά από τόσα χρόνια ως ποδοσφαιριστής, αποφάσισα να κάνω κάτι για την ομάδα του τόπου μου. Τώρα πλέον δεν θέλω να είμαι στο ποδόσφαιρο. Θέλω να απολαύσω τη ζωή μου. Στο Μάριμπορ είναι πολύ όμορφη η ζωή. Τώρα θέλω να κάνω σκι, να πηγαίνω στην παραλία και να χαλαρώνω. Το ποδόσφαιρο έχει άγχος. Για εμένα ίσως περισσότερο από άλλους. Όταν δεν νικούσα, τρελαινόμουν. Δεν μιλάω σε κανέναν επί δύο μέρες και σκέφτομαι μόνο πώς θα νικήσω στο επόμενο ματς».

Όταν η ομάδα σου δεν νικούσε, το μετέφερες αυτό το άγχος, ενδεχομένως τον θυμό σου, στην οικογένειά σου;

«Όχι, ποτέ. Αφού σου είπα ότι αν χάσω δεν μιλάω σε κανέναν. Κλείνω το στόμα και μένω μόνος, μόνο για να σκεφτώ πώς μπορώ να νικήσω στο επόμενο ματς. Όταν νικούσα, όμορφος κόσμος (γέλια). Το ποδόσφαιρο, είναι η νίκη. Η απόλαυση είναι η νίκη. Κάνεις θυσίες για να νικάς».

Γιατί σταμάτησες από τη Μάριμπορ;

«Ήταν πολλά τα 13 χρόνια. Άγχος πολύ. Όταν ανέλαβα, η ομάδα δεν ήταν σε καθόλου καλή κατάσταση. Δεν είχε τίποτα. Πολλά οικονομικά προβλήματα, χρέη. Κάναμε σημαντικά βήματα. Στα 13 χρόνια ήμασταν καλά οικονομικά, πήραμε δέκα τίτλους, βγήκαμε δύο φορές στο Champions League και τρεις στο Europa League. Την πρώτη χρονιά που βγήκαμε στην Ευρώπη, είχαμε μόνο 2 εκατομμύρια να ξοδέψουμε. Δεν είναι εύκολο. Έκανα τη δουλειά μου πάρα πολύ καλά νομίζω. Τώρα απολαμβάνω τη ζωή μου».

Ο γιος σου παίζει στην Πολωνία, στην Πογκόν.

«Ναι. Αυτός είναι που με έκανε παππού για δεύτερη φορά».

Και το άλλο σου παιδί;

«Η μικρή μου ζει στη Λιουμπλιάνα, μόλις ολοκλήρωσε τις σπουδές της. Και έχω και ένα ακόμα 12 ετών».

Πώς είσαι ως πατέρας;

«Καλύτερα να ρωτήσεις τα παιδιά μου (γέλια). Ελπίζω να είμαι καλός».

Πώς είναι η κατάσταση στο ποδόσφαιρο της Σλοβενίας;

«Όταν η Σλοβενία αποσπάστηκε από τη Γιουγκοσλαβία, είχαμε το κίνητρο να δείξουμε ότι είμαστε καλοί, ότι είμαστε εδώ. Παίξαμε από τότε δύο φορές σε Παγκόσμιο Κύπελλο και μία σε Euro. Μοιάζουμε να μην έχουμε κίνητρο. Το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει τα τελευταία 7-8 χρόνια, υπάρχει μεγάλη επένδυση σε αυτό. Στη Σλοβενία δεν επενδύουν και το ταλέντο δεν αρκεί».

Δε νομίζεις ότι μια προσωπικότητα όπως εσύ, με τη νοοτροπία του νικητή, πρέπει να βρίσκεται στον χώρο του ποδοσφαίρου της πατρίδας του;

«Δεν νομίζω ότι αυτή η νοοτροπία μπορεί να επιβιώσει στη Σλοβενία. Για εμένα υπάρχει μόνο νίκη, να θυσιάζεις πράγματα. Κι εδώ υπάρχει ερασιτεχνισμός. Δεν είναι εύκολο επομένως ούτε για εμένα ούτε γι' αυτούς».

image

«Πολλοί με θυμούνται ως σπουδαίο παίκτη, άλλοι ως έναν τύπο που είχε συνεχώς προστριβές. Αν όλοι σε αγαπούν, αυτό σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά»

Πώς είναι τώρα η κατάσταση στη Μάριμπορ;

«Καθόλου καλή. Πολύ άσχημη. Είναι η ομάδα μου, θέλω το καλύτερο για αυτήν. Ήμουν ο Νο1 σκόρερ στη Σλοβενία, ξέρω και με ξέρει τόσος κόσμος στον χώρο του ποδοσφαίρου. Έχω μεγάλη εμπειρία. Ο προπονητής που είχα (σ. αναφέρεται στον Ντάρκο Μίλανιτς) έπαιξε τρεις φορές στο Champions League και ήταν αρχηγός της εθνικής Σλοβενίας. O βοηθός του με εμπειρία σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και Euro. Όταν λείπει αυτή η εμπειρία, είναι λογικό να πας κάτω».

Ο γιος σου σε συμβουλεύεται; Σε ρωτάει πράγματα για το ποδόσφαιρο;

«Ξέρεις πώς είναι τα παιδιά όταν μεγαλώνουν. Όταν θέλουν κάτι, μπορούν να καθίσουν να σε ακούσουν επί δέκα ώρες. Αν δεν θέλουν κάτι, δεν θα σε ακούσουν. Έτσι είναι και ο δικός μου. Όταν θέλει κάτι, μπορεί να μου μιλάει επί δέκα ώρες. Αν εγώ θέλω να του πω κάτι και να τον συμβουλέψω, δεν θα με ακούσει (γέλια)».

Παρακολουθείς καθόλου τον Ολυμπιακό;

«Είδα τον αγώνα του με τη Λουντογκόρεντς. Δεν είναι εύκολο γιατί κοίτα τί γίνεται. Όταν δίνεις τον τελευταίο σου αγώνα τον Απρίλιο και δεν παίζεις Μάιο, δεν παίζεις Ιούνιο και μετά καλείσαι να παίξεις τον Ιούλιο, χωρίς ρυθμό δεν μπορείς. Δεν είναι εύκολο. Η Λουντογκόρετς είχε ήδη ρυθμό, είχε ήδη παίξει σε δέκα ματς. Με τον Πέδρο Μαρτίνς παίξαμε μαζί στη Γκιμαράες. Καλός τύπος».

Δυσκολεύτηκες να συμβιβαστείς με την ιδέα ότι έφτασε το τέλος της καριέρας σου;

«Καθόλου. Μου ήταν πολύ εύκολο. Τους τελευταίους τρεις μήνες που ήμουν στη Μπενφίκα, ανυπομονούσα να τελειώσει το παιχνίδι για να πάω για δείπνο. Εκεί ήταν που κατάλαβα ότι πρέπει να σταματήσω. Γιατί να συνέχιζα; Να προκαλούσα νεύρα στον προπονητή; Στους οπαδούς; Δεν το ήθελα. Έφυγα με τον καλύτερο τρόπο από τη Μπενφίκα. Δώσαμε τα χέρια και τέλος. Ήμουν ειλικρινής μαζί τους».

Παρακολουθείς καθόλου στο youtube γκολ που έχεις πετύχει κατά τη διάρκεια της καριέρας σου;

«Ποτέ. Δεν μου αρέσει να ζω με αυτές τις αναμνήσεις. Έτσι κι αλλιώς τα θυμάμαι όλα μου τα γκολ, όλες μου τις στιγμές. Δεν μου αρέσει να μπαίνω να βλέπω τι έκανα στο παρελθόν. Προτιμώ να βλέπω τα γκολ της ομάδας μου, της Μάριμπορ, του γιου μου. Είναι καλύτερο. Δεν νιώθω άνετα να βλέπω τι έκανα εγώ. Με πιάνει άγχος».

Πώς θέλεις να σε θυμάται ο κόσμος;

«Ξέρω ότι πολλοί με θεωρούν ως έναν σπουδαίο παίκτη, άλλοι ως έναν τύπο που είχε συνεχώς προστριβές. Έτσι είναι η ζωή. Αν όλοι σε αγαπούν, αυτό σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά. Καλύτερα να είσαι 50-50».

image