Η «σημασία» της 25η Μαρτίου ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης

Γιώργος Ντυμένος
Η «σημασία» της 25η Μαρτίου ως ημέρα έναρξης της Επανάστασης
Η επιλογή της συγκεκριμένης ημερομηνίας έχει συμβολικό χαρακτήρα, καθώς πόλεις όπως η Καλαμάτα και τα Καλάβρυτα είχαν ήδη απελευθερωθεί και οι εχθροπραξίες ξεκίνησαν αρκετές ημέρες πριν

Ιδιαίτερη είναι η ημέρα που ξημέρωσε σήμερα, 25 Μαρτίου 2020. Οχι μόνο λόγω της πανδημίας του κορονοϊού που επηρεάζει τη ζωή μας και της «μάχης» που δίνουμε, αλλά και επειδή γιορτάζουμε την επέτειο της Επανάστασης του 1821. Τότε που οι Ελληνες μη αντέχοντας τον Οθωμανικό ζυγό, πήραν τα όπλα και αποφάσισαν να διεκδικήσουν την ελευθερία τους.

Ολοι μεγαλώσαμε με την ιστορία της Αγίας Λαύρας, ότι δηλαδή ανήμερα του Ευαγγελισμού οι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στη Μονή των Καλαβρύτων και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο του ξεσηκωμού. Πεποίθηση που ενισχύθηκε στο πέρασμα του χρόνου από τον γνωστό, πια, πίνακα του Θεόδωρου Βρυζάκη.

«Εμπνευστής» της θεωρείται ο Φρανσουά Πουκεβίλ, γνωστός Γάλλος συγγραφέας και όχι μόνο, που υπήρξε φιλέλληνας και μεταξύ άλλων το 1814 διατέλεσε πρόξενος στην Πάτρα. Μέσω της πένας του αλλά και των πράξεών του καθώς πολλές φορές φυγάδευσε πατρινούς που βρέθηκαν στο «στόχαστρο» των κατακτητών, βοήθησε πολύ τη χώρα μας εκείνα τα δύσκολα χρόνια και μετά την απελευθέρωση την επισκέφθηκε ξανά. Μάλιστα στον τάφο του που βρίσκεται στο Παρίσι, απεβίωσε το 1838, υπάρχει χαραγμένη η φράση «Με τα γραπτά του συνέβαλε δυναμικά στην επιστροφή της αρχαίας τους ιθαγένειας, στους καταπιεσμένους Ελληνες».

Ηταν από τους πρώτους που διατύπωσαν την άποψη πως εκείνη την ημέρα υπήρξε η συγκεκριμένη συγκέντρωση και επηρέασε τον Οθωνα, αφού επί δικής του βασιλείας, το 1838, καθιερώθηκε να εορτάζεται η 25η Μαρτίου ως η έναρξη της Επανάστασης. Μάλιστα ο νεαρός μονάρχης αποφάσισε ο Μητροπολιτικός Ναός Αθηνών να αφιερωθεί στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, ώστε να τιμά το γεγονός.

Η αλήθεια όμως φαίνεται πως απέχει παρασάγγας. Ουδείς αρνείται πως η αρχική πρόθεση ήταν να συνδυαστεί ο ξεσηκωμός με τη μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης, ώστε να ανυψωθεί το ηθικό των Ελλήνων. Ομως οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες και στις 25 Μαρτίου του 1821 είχαν ήδη ξεκινήσει οι εχθροπραξίες και η πατρίδα μας βρίσκονταν σε αναβρασμό. Ξέχωρα από το γεγονός πως στη Μολδοβλαχία ο Αλέξανδρος Υψηλαντής πέρασε στις 22 Φεβρουαρίου τον Προύθο ποταμό και μετά κατέλαβε το Βουκουρέστι.

Ισως η πιο «σωστή» ημερομηνία για την έναρξη της Επανάστασης μπορεί να λογίζεται η 17η Μαρτίου, αφού τότε ο Παλαιών Πατρών Γερμανός φέρεται να βρέθηκε όντως στην Αγία Λαύρα για τη δοξολογία, επ’ ευκαιρία της εορτής του Αγίου Αλεξίου που είναι πολιούχος των Καλαβρύτων (στις 25 ήταν στην Πάτρα). Μαζί του ήταν και αρκετοί οπλαρχηγοί και τότε υποστηρίζεται από πολλούς πως κάμφθηκαν και οι έσχατες ενστάσεις του για τον ξεσηκωμό. Αλλοι ισχυρίζονται πως ο Παπαφλέσσας, ο εκπρόσωπος της Φιλικής Εταιρείας στην Πελοπόννησο, έλεγε πως οι εχθροπραξίες θα ξεκινήσουν στις 20 του μηνός, αν και η ουσία είναι πως από τις αρχές Μαρτίου το ποτάμι δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω. Καράβια με πολεμοφόδια από τη Μικρά Ασία και την Κωνσταντινούπολη «έδεσαν» σε λιμάνια της Λακωνίας και της Μεσσηνίας και οι αγωνιστές παρέλαβαν το φορτίο τους.

Οι πρώτοι που κινήθηκαν συντεταγμένα και οργανωμένα ήταν οι Μανιάτες, οι οποίοι θεωρούνταν, και ήταν, ένα επίλεκτο σώμα για την εποχή. Η εκδοχή που λέγεται ευρέως μέχρι σήμερα αναφέρει πως στις 17 του μηνός συγκεντρώθηκαν οι πρόκριτοι της περιοχής στη σημερινή Αερόπολη (λέγονταν Τσίμοβα) και συμφώνησαν να πάρουν τα όπλα. Μάλιστα παρών ήταν και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, τον οποίο και εξουσιοδότησαν να μεταφέρει την απόφασή τους στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Ομως καμία επίσημη αναφορά δεν έχει διασωθεί για τα παραπάνω, ενώ ο «Γέρος του Μοριά» εκείνες της ημέρες μάλλον βρίσκονταν στην Καρδαμύλη. Πάντως ακόμη και αν δεν συνέβησαν ακριβώς έτσι τα γεγονότα, οι Μανιάτες ύψωσαν από την πρώτη στιγμή το λάβαρο της επανάστασης.

Βέβαια ας μην ξεχνάμε πως οι Τούρκοι από καιρό είχαν υποπτευθεί τις κινήσεις των Ελλήνων, κυρίως μετά την σύναξη της Βοστίτσας στα τέλη Ιανουαρίου, όπου ουσιαστικά οριστικοποιήθηκε πως τον Μάρτιο θα ξεκινήσει ο αγώνας. Μάλιστα στις αρχές του μήνα οι Οθωμανοί προσκάλεσαν τους προεστούς της περιφέρειας στην Τριπολιτσά, προβάλλοντας διάφορα επιχειρήματα ως δικαιολογίες αλλά επί του πρακτέου επιθυμούσαν να τους κρατήσουν ομήρους. Πολλοί πήγαν, αλλά μετά από την σύσκεψη των Ανδρέα Ζαϊμι, Ανδρέα Λόντου και άλλων, αποφασίστηκε να επισπευστούν όλες οι κινήσεις καθώς δεν υπήρχαν περαιτέρω χρονικά περιθώρια.

Στις 18 ή 19 Μαρτίου έπεσαν οι πρώτες τουφεκιές, όταν οι Πετμεζάιοι επιτέθηκαν σε άνδρες του βοεβόδα των Καλαβρύτων, Ιμπραήμ Αρναούτογλου. Ο τελευταίος θορυβήθηκε από το γεγονός και διέταξε όλους τους Τούρκους να βρουν ασφάλεια στους τρεις πύργους που υπήρχαν στην περιοχή. Αμέσως περισσότεροι από 600 Έλληνες μπήκαν στην πόλη, την ασφάλισαν και άρχισαν να πολιορκούν τους Οθωμανούς, οι οποίοι άντεξαν λίγες ημέρες και μετά παραδόθηκαν, Οι περισσότεροι εκτελέστηκαν, ενώ τα λάφυρα που έλαβαν εξόπλισαν τους αγωνιστές, που μέτρησαν ελάχιστες απώλειες (2 νεκροί).

Η μάχη των Καλαβρύτων θεωρείται η πρώτη πολεμική επιχείρηση της Επανάστασης του 1821, ενώ σε διάστημα 2-3 ημερών ξεσηκώθηκαν το Αίγιο, η Πάτρα και η Αμφισσα. Στις 23 απελευθερώθηκε και η Καλαμάτα, χωρίς να υπάρξει έστω ένας πυροβολισμός!

Ο διοικητής της πόλης, Σουλεϊμάν Αγάς Αρναούτογλου, είχε αντιληφθεί το κλίμα που επικρατούσε σε όλο τον Μοριά, αλλά οι τοπικοί πρόκριτοι τον διαβεβαίωναν πως δεν υπάρχει κάποιο οργανωμένο σχέδιο, αλλά έγκεινται στην αύξηση των επιδρομών από ληστές. Υπό αυτές τις συνθήκες τον πίεζαν, για να τον μπερδέψουν, να λάβει περισσότερα μέτρα ασφάλειας, αφού στην πόλη υπήρχαν μόνο 150 ένοπλοι Τούρκοι. Οι ανησυχίες του εντάθηκαν όταν του μεταφέρθηκε πως στην ευρύτερη περιοχή βρέθηκαν σπασμένα κιβώτια πυρίτιδας, ενώ λίγο αργότερα υπήρξε μία αναφορά πως εθεάθη ένα καραβάνι και αρκετοί ένοπλοι (ήταν του Νικηταρά και μετέφερε πολεμοφόδια).

Ο Αρανούτογλου τότε συνέλαβε όλους τους προκρίτους, οι οποίοι δικαιολογήθηκαν πως το κομβόι κουβαλούσε τρόφιμα και υπήρχε μεγάλη συνοδεία (πάνω από 200 άνδρες), αφού παρατηρείται έξαρση των επιθέσεων σε εμπορικές πομπές. Ο Αγάς της Καλαμάτας αρχικά εξέτασε το ενδεχόμενο να την εγκαταλείψει, μόλις όμως πληροφορήθηκε πως ελληνικές δυνάμεις έλεγχαν καίρια περάσματα, απευθύνθηκε στους Μανιάτες, οι οποίοι «υποχρεούνταν» να συνδράμουν ως αντάλλαγμα της μερικής αυτονομίας που απολάμβαναν. Δεν γνώριζε βέβαια πως είχαν ήδη αποφασίσει να επαναστατήσουν. Τις επόμενες ημέρες 150 εξ’ αυτών υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη, γιο του Πετρόμπεη, έφτασαν στην πόλη, αλλά ο Αρναούτογλου ανησυχούσε για την ασφάλεια των Τούρκων και ζήτησε να μεταβεί ο Πετρόμπεης αυτοπρόσωπος, με μεγαλύτερη δύναμη πυρός. Μόλις είχε πέσει οριστικά στην παγίδα.

Το πρωί της 23ης Μαρτίου περισσότεροι από 2.000 Ελληνες υπό την ηγεσία του και μαζί με τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά εισήλθαν ανενόχλητοι στην Καλαμάτα. Οι Οθωμανοί βρήκαν καταφύγιο σε διάφορα σπίτια, αλλά ο Μαυρομιχάλης έπεισε τον διοικητή τους πως κάθε αντίσταση ήταν μάταιη και εκείνος τους παρέδωσε τόσο την πόλη όσο και τον οπλισμό της. Μάλιστα λέγεται πως σύντομα πέθανε, καθώς διασκορπίστηκε στην ευρύτερη περιοχή της Πελοποννήσου και χάθηκαν τα ίχνη του.

Από εκεί ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης υπέγραψε το πρώτο επίσημο έγγραφο του ελληνικού κράτους, με την ιδιότητα του αρχιστράτηγου του σπαρτιατικού και μεσσηνιακού στρατού και εκ μέρους της νεοσύστατης μεσσηνιακής γερουσίας. Εικάζεται πως το συνέταξε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης και από καιρό το είχε δώσει σε μέλη της Φιλικής Εταιρίας.

Ποτέ δεν μάθαμε ποιος έγραψε την επιστολή που στάλθηκε σε όλες τις ευρωπαϊκές αυλές και το οποίο αποτύπωνε ανάγλυφα την πρόθεση του έθνους μας να αποτινάξει τον ζυγό της δουλείας και τόνιζε προς πάσα κατεύθυνση πως ο αγώνας του ήταν απελευθερωτικός και όχι ανατρεπτικός. «Ο ανυπόφορος ζυγός της οθωμανικής τυραννίας εις το διάστημα ενός και απέκεινα αιώνος, κατήντησεν εις μίαν ακμήν, ώστε να μην μείνη άλλο εις τους δυστυχείς πελοποννησίους γραικούς, ει μη μόνον πνοή και αυτή δια να ωθή κυρίως τους εγκαρδίους των αναστεναγμούς. Εις τοιαύτην όντες κατάστασιν στερημένοι από όλα τα δίκαιά μας, με μίαν γνώμην ομοφώνως απεφασίσαμεν να λάβωμεν τα άρματα, και να ορμήσωμεν κατά των τυράννων. πάσα προς αλλήλους μας φατρία και διχόνοια, ως καρποί της τυραννίας απερρίθφησαν εις τον βυθόν της λήθης, και άπαντες πνέομεν πνοήν ελευθερίας. Αι χείρες ημών αι δεδεμέναι μέχρι του νυν από τας σιδηράς αλύσσους της βαρβαρικής τυραννίας, ελύθησαν ήδη, και υψώθηκαν μεγαλοψύχως και έλαβον τα όπλα προς μηδενισμόν της βδελυράς τυραννίας», ανέφερε μεταξύ άλλων.

Την 25η Μαρτίου του 1821 οι Ελληνες είχαν ήδη ξεσηκωθεί, αρκετές πόλεις ήταν ήδη ελεύθερες και είναι προφανές πως η συγκεκριμένη ημερομηνία καθιερώθηκε έχοντας συμβολικό χαρακτήρα. Τότε ξεκίνησε να γράφεται μία εποποιία, η οποία πάντως κινδύνεψε να χαθεί στη λήθη, λόγω των εμφύλιων σπαραγμών που μας ταλαιπώρησαν.