Το ζήσαμε κι αυτό ρε φίλε…

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Το ζήσαμε κι αυτό ρε φίλε…
Στο πνεύμα των ημερών, ο Χρήστος Κιούσης καταπιάνεται με τον κοροναϊό, αλλά χωρίς να χάνει και την ρομαντική διάθεση!
Υπάρχει ένα ιδιαιτέρως ενοχικό τραγούδι του Νίκου Πορτοκάλογλου για τα παιδιά που έγιναν έφηβοι και 20 something μετά τη Μεταπολίτευση και προσπαθούσε στιχουργικά να απολογηθεί για όσα δε ζήσαμε σε σχέση με προηγούμενες γενιές.
… Χούντα δε θυμάμαι μα ούτε ελευθερία
της μεταπολίτευσης καημένη γενιά
άχρωμα όλα και λειψά γι' αυτό σου λέω
Υπάρχει λόγος σοβαρός που ήμουν νέος χλιαρός
αυτά μου τύχαν δυστυχώς μα δεν τα κρύβω ευτυχώς
και να ένας λόγος σοβαρός που είμαι ωραίος …
… Μα τίποτα δεν έδωσε σε μας η ιστορία
αυτό το τίποτα να εκφράσεις και να εκφραστείς
είναι η μόνη ευκαιρία που 'χω εγώ και συ
γι' αυτό σου λέω …
Για να είμαστε ειλικρινείς όσοι «μεγαλώσαμε» τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 είχαμε πάντα ένα σύμπλεγμα απέναντι σε όσα κοσμοϊστορικά είχαν συντελεστεί τις προηγούμενες δεκαετίες και μας αφηγούνταν οι μεγαλύτεροι. Αφορμές για αντίσταση, για περιπέτεια, για ιστορίες του δρόμου και για παραγωγικές περιόδους στις Τέχνες σε αντίθεση με μας που ζούσαμε την «ευδαιμονία» του ΠΑΣΟΚ και «λιγδώσαμε τ’ αντεράκι μας» με τον καταπράσινο ήλιο.
Με αυτά που βιώνουμε τις τελευταίες εβδομάδες σαν κερασάκι στην τούρτα, νομίζω ότι αθροίζουμε κι εμείς έναν ικανοποιητικό αριθμό «εμπειριών» πια, ώστε στα βαθιά ελπίζω γεράματα να μπορούμε στην κουνιστή πολυθρόνα πλάι στο αναμμένο ελπίζω τζάκι να λέμε στα εγγόνια μας: «Ξέρεις τι έζησα εγώ παιδάκι μου;»
Στα σοβαρά τώρα όταν ξεκινούσε το millennium ελάχιστα μπορούσαμε να υποπτευθούμε απ’ όσα ακολούθησαν. Τον ερχομό ενός νέου νομίσματος που θα άλλαζε τον τρόπο που μετράμε το χρήμα (κυρίως που χάνουμε το μέτρημα), τη βίαιη ανακατανομή του πλούτου με το Σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, την εθνική έπαρση του 2004 και την εθνική κατάρρευση μετά, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που ζήσαμε και δε θα ξαναζήσουμε, τις μεγάλες αθλητικές επιτυχίες και τις τεράστιες κοινωνικές αποτυχίες που βιώσαμε, τον πόλεμο του δρόμου μετά τη δολοφονία Γρηγορόπουλου και τους νεκρούς της Marfin, το παραδικαστικό κύκλωμα που κηλίδωσε την έννοια τον νομικού πολιτισμού μας, τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις που συνόδευσαν τη Χρεωκοπία της ελληνικής οικονομίας, την άνοδο του κάποτε αστείου και αμελητέου νεοναζισμού στη χώρα μας, τη «διαπραγμάτευση» και τα capital control, το κλείσιμο των τραπεζών και το λουκέτο στην αγορά, το μεγάλο ζήτημα των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, την Ειδομένη και τη Μόρια, την απόπειρα «αυθόρμητης» εισβολής στον Έβρο και τώρα το lock out του Κορονοϊού. Beat this motherfucker ! Και ποιος ξέρει και τι άλλο θα ζήσουμε ε; Ακόμα 45 είμαστε (κάποιοι).
Σε κάθε κρίσιμη καμπή της νεοελληνικής ιστορίας που έζησε η γενιά μου, η αυθόρμητη αντίδραση των συμπατριωτών μας ήταν η ίδια. Έφοδος στα super market ! Ντου στα μακαρόνια, στα γάλατα, στις ζάχαρες, στα αλεύρια. Να μαζέψουμε στα ράφια μας όσα περισσότερα πράγματα γίνεται, να ξεχειλίσουν τα ντουλάπια μας από αγαθά «πρώτης ανάγκης», να αισθανόμαστε αυτάρκεις έτσι και μας κλείσουν τις πόρτες ο Σκλαβενίτης, ο Μασούτης κι ο Βασιλόπουλος. Θυμάμαι την πρώτη φορά που μπήκε το Πίρι Ρέις στο Αιγαίο Πέλαγος, ο πατέρας μου έφερε στο σπίτι μας κούτες τα Νουνού και τα χαρτιά υγείας. Προφανώς πίστευε ότι πίνοντας γάλα και αφοδεύοντας ένας άνθρωπος μπορεί να επιβιώσει. Στη δεύτερη εθνική κρίση παρακαλούσα να φέρει τουλάχιστον σοκολατούχο ρόφημα Carnation αλλά φαντάζομαι επειδή θα απαιτούσε ακόμα περισσότερο χαρτί υγείας το απέφυγε!
Έπειτα σαν πατέρας κι εγώ, δεν έκανα ακριβώς τα ίδια αλλά για να είμαι ειλικρινής μερικά extra πακέτα μακαρόνια δεν τα απέφυγα. Όχι τίποτα ακρότητες αλλά να μαίνεται η κρίση και να μην μπορείς να φας μια αματριτσιάνα γίνεται; Δε γίνεται. Μ΄ αυτά και μ’ εκείνα στη διαδρομή από το γεμάτο καλάθι μέχρι το πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου μου σκέφτηκα: κι ο γείτονας; Ξέρετε, ο γείτονας, ο απέναντι, ο ακρογωνιαίος λίθος της ύπαρξης μου, αυτός που το Πάσχα βγάζει το αρνί από τις 12 (ποιος διάολε τρώει αρνί στις 12) και με κοιτάζει υποτιμητικά που θέλω άλλες δυο ώρες ψήσιμο, ο γείτονας με τον οποίο μπορώ να τσακώνομαι καθημερινά γιατί θέλουμε ο καθένας το αυτοκίνητό του απαραίτητα παρκαρισμένο μπροστά στην εξώπορτα, ο γείτονας που ξέρουμε ο ένας για τον άλλον περισσότερα απ’ όσα ο καθένας για το σπίτι του, γίνεται να έχω 50 κουτιά γάλα εγώ κι ο γείτονας να μην έχει; Κι αν δεν έχει, γίνεται να μην του δώσω από τα δικά μου;
Καταλαβαίνετε το πνεύμα μου ελπίζω. Αλληλεγγύη. Αν μπορεί η γενιά μας να κάνει κάπου τη διαφορά, είναι να μην έρθουμε πάλι ο ένας απέναντι στον άλλον. Μη χτίσουμε το δικό μας εμφύλιο, τον αριστερό απέναντι στον δεξιό, τον ορθόδοξο απέναντι στον άθεο, τον υγιή απέναντι στον νοσούντα. Αντιλαμβάνομαι το ουτοπικό του πράγματος που περιγράφω, αποφάσισα να σκέφτομαι ουτοπικά. Look at the bright side of… Coronovirus. Έτσι κι αλλιώς αυτό που ενέσκηψε είναι οικουμενικό και αταξικό. Δεν είναι ακραία επικίνδυνο, είναι ταχέως μεταδοτικό. Τι θα αφήσει πίσω του; Σίγουρα μια πληγωμένη οικονομία. Οπωσδήποτε ένα επιβαρυμένο σύστημα υγείας. Τελικά θα αφήσει τη γενιά μας με μια ακόμα αφήγηση από αυτές που δε φανταζόμασταν στα άνευρα nineties. Στην απολύτως κυνική περίοδο του κορονοϊού και των fake news που ζούμε, επιλέγω το ρομαντισμό και διατρανώνω πως:
«… αυτά μου τύχαν δυστυχώς μα δεν τα κρύβω ευτυχώς
και να ένας λόγος σοβαρός που είμαι ωραίος …».
Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.