Τα 2/3 της άγριας πανίδας εξαφανίσθηκαν μέσα σε λιγότερο από 50 χρόνια

Gazzetta team
Τα 2/3 της άγριας πανίδας εξαφανίσθηκαν μέσα σε λιγότερο από 50 χρόνια
Ο κόσμος έχασε πάνω από τα δύο τρίτα των πληθυσμών άγριων ζώων μέσα σε λιγότερο από 50 χρόνια, κυρίως εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας, προειδοποιεί σήμερα το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF), το οποίο επισημαίνει τους κινδύνους απ' αυτή την κατάρρευση για το μέλλον της ανθρωπότητας.

Από το 1970 έως το 2016, εξαφανίσθηκε το 68% αυτής της άγριας πανίδας, σύμφωνα με τον Δείκτη Ζωντανός Πλανήτης, εργαλείο αναφοράς που δημοσιεύεται κάθε δύο χρόνια από το WWF. Η κύρια αιτία είναι η καταστροφή φυσικών οικοσυστημάτων, κυρίως για τη γεωργία, μια τάση που υπάρχει κίνδυνος να ευνοήσει νέες πανδημίες τύπου Covid-19 φέρνοντας σε επαφή ανθρώπους και ζώα, κάτι που ευνοεί τη μετάδοση ιών από είδος σε είδος.

Ο δείκτης αυτός, ο οποίος διαμορφώνεται σε συνεργασία με την Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου, λαμβάνει υπόψη περίπου 4.000 είδη σπονδυλωτών, που κατανέμονται σε περίπου 21.000 πληθυσμούς ζώων σε όλον τον κόσμο. Καταγράφει μια νέα επιτάχυνση της μείωσης της βιοποικιλότητας, η οποία βρισκόταν στο 60% στην προηγούμενη έκθεση το 2018 (περίοδος 1970/2014).

«Εδώ και 30 χρόνια βλέπουμε την πτώση να επιταχύνεται και το πράγμα συνεχίζει προς την κακή κατεύθυνση», συνοψίζει μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Μάρκο Λαμπερτίνι, παγκόσμιος διευθυντής του WWF. «Παρευρισκόμαστε στην καταστροφή της φύσης από την ανθρωπότητα. (...) Πρόκειται εκ των πραγμάτων για μια οικοκτονία».

«Αποτυχία συστήματος»

Όλα αυτά συμβαίνουν «με ταχύτητα αστραπής σε σχέση με τα εκατομμύρια χρόνια στη διάρκεια των οποιών πολυάριθμα είδη ζουν πάνω σ' αυτόν τον πλανήτη». Το αποτέλεσμα είναι, σύμφωνα με τον Μάρκο Λαμπερτίνι, «όλες οι ενδείξεις του πλανήτη μας να βρίσκονται στο κόκκινο με το μήνυμα: αποτυχία συστήματος».

Διότι εδώ και 50 χρόνια, «ο κόσμος μας μεταμορφώθηκε με μια έκρηξη του παγκόσμιου εμπορίου, της κατανάλωσης και της αύξησης του ανθρώπινου πληθυσμού», υπογραμμίζεται στην έκθεση. Όμως αυτές οι αλλαγές, ιδιαίτερα η αποδάσωση για αγροτικούς σκοπούς, «είχαν τεράστιο κόστος πάνω στη φύση» και η ανθρωπότητα ξεπερνάει πλέον κάθε χρόνο τον «βιολογικό προϋπολογισμό» της, καταναλώνοντας περισσότερο απ' όσο μπορεί η Γη να αναπαράγει.

Σ' όλα αυτά προστίθενται τα αναμενόμενα αποτελέσματα της ανόδου της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας του πλανήτη, που τροποποιεί κι αυτή τα φυσικά οικοσυστήματα και θέτει «μέχρι το 20% των άγριων ειδών σε κίνδυνο εξάλειψης μέχρι το τέλος του αιώνα». Όπως τις «ιπτάμενες αλεπούδες», ανάμεσα στις μεγαλύτερες νυκτερίδες του κόσμου, οι πληθυσμοί των οποίων πλήττονται σκληρά στην Αυστραλία εξαιτίας της ξηρασίας και των διαδοχικών κυμάτων καύσωνα.

Οι απώλειες φθάνουν το 84% για τα είδη του γλυκού νερού (ψάρια, πουλιά, αμφίβια, θηλαστικά...). Και ορισμένες περιφέρειες πληρώνουν ιδιαίτερα βαρύ τίμημα: οι τροπικές ζώνες της κεντρικής και της λατινικής Αμερικής έχουν έτσι καταρρεύσει σε ποσοστό 94%.

«Η καλή είδηση μέσα σε όλες αυτές τις κακές ειδήσεις είναι ότι αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε» πως η κατάσταση αυτή δεν είναι ανεκτή, υπογραμμίζει ωστόσο ο επικεφαλής του WWF.

Η έκθεση Ζωντανός Πλανήτης συνοδεύεται φέτος από μια ακτίνα ελπίδας, με την ταυτόχρονη παρουσίαση μιας μελέτης που πραγματοποιήθηκε με μια σαρανταριά άλλες μκο και ερευνητικά ινστιτούτα.

Η μελέτη με τίτλο «Κάμπτοντας της καμπύλη», που δημοσιεύεται επίσης σήμερα στην επιθεώρηση Nature, περιλαμβάνει μια σειρά σεναρίων με δράσεις για την προστασία της φύσης ή των ειδών, αλλά και για τη μείωση του αποτυπώματος της αγροτικής παραγωγής ή της ανθρώπινης κατανάλωσης, ιδιαίτερα προϊόντων που προέρχονται από την κτηνοτροφία.

Να αντιστρέψουμε τη μείωση

«Το πιο αισιόδοξο σενάριο, το οποίο συνδυάζει όλες αυτές τις παρεμβάσεις, μας επιτρέπει να θεωρήσουμε πως είναι δυνατό να αντιστρέψουμε τη μείωση της βιοποικιλότητας μέχρι το έτος 2050», εξηγεί ο Νταβίντ Λεκλέρ, ερευνητής στο Διεθνές Ινστιτούτο Ανάλυσης Εφαρμοσμένων Συστημάτων (IIASA) και βασικός συντάκτης της έρευνας.

Αυτή η «ολοκληρωμένη» στρατηγική (δράση σε πολλούς μοχλούς) επιτρέπει εξάλλου, σύμφωνα με τους ερευνητές, να αποφευχθούν αρνητικές παρενέργειες όπως μια αύξηση των τιμών των τροφίμων, σαν αυτές που προκάλεσαν «εξεγέρσεις της πείνας» στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας σε ορισμένες περιοχές του κόσμου.

Σενάρια που περιλαμβάνουν δράση σε έναν ή δύο μοχλούς θα επέτρεπαν, σύμφωνα με ορισμένους, να αντιστραφεί η καμπύλη, αλλά πιο αργά, ή να ελαχιστοποιηθούν οι απώλειες.

Όμως υπάρχει επείγουσα ανάγκη, επιμένει ο Νταβίντ Λεκλέρ. «Οποιαδήποτε καθυστέρηση στην ανάληψη δράσης θα επιφέρει νέες απώλειες βιοποικιλότητας».

Ωστόσο τα οικοσυστήματα έχουν «σημεία χωρίς επιστροφή», πέρα από τα οποία δεν αποκαθίστανται πλέον. Και ένα είδος που εξαφανίζεται, εξαφανίζεται «για πάντα».

Μπροστά σ' αυτή την κατάσταση «οι άνθρωποι αρχίζουν να ανησυχούν», εκτιμά ο Μάρκο Λαμπερτίνι. «Έχουμε ηθικό καθήκον συνύπαρξης με τον πλανήτη, όμως τώρα υπάρχει επίσης αυτό το νέο στοιχείο, ο αντίκτυπος στις κοινωνίες μας, την οικονομία μας και, ασφαλώς, στην υγεία μας».

Και καθώς το 2021 πρόκειται να πραγματοποιηθούν πολλές μεγάλες διεθνείς σύνοδοι για τη βιοποικιλότητα (αφού αναβλήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας), ο Λαμπερτίνι απευθύνει έκκληση να επιτευχθούν «φιλόδοξες συμφωνίες με ισχυρές δεσμεύσεις και χειροπιαστούς στόχους».