Ιστορίες του παλιού κινηματογράφου vol. 30 (pics & vids)

Σινέ Νοσταλγία Σινέ Νοσταλγία
Ιστορίες του παλιού κινηματογράφου vol. 30 (pics & vids)
Το Σινέ «Νοσταλγία» ήρθε στο Gazzetta Plus με σκοπό να σας ξεναγεί κάθε εβδομάδα στις πιο αγαπημένες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου! To ταξίδι στις πιο αγαπημένες ελληνικές ταινίες, που έχουν «ντύσει» όλες μας τις αναμνήσεις συνεχίζεται...

ME THN EΥΓΕΝΙΚΗ ΧΟΡΗΓΙΑ ΤΗΣ Bergmann Kord

Ο πιο σπουδαίος ρόλος του Παπαμιχαήλ, οι κουβαρίστρες και τα «Χαμένα όνειρα» του Χατζιδάκι

Για τους μελετητές του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ ήταν ένας ποιοτικός ηθοποιός, ο οποίος αναδείκνυε το σπουδαίο ταλέντο του κυρίως μέσα από ποιοτικά έργα και λιγότερο μέσα από εμπορικά. Πολλοί από αυτούς δε, εκτιμούν ότι εάν δεν είχε πορευθεί στη ζωή και στο θέατρο με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, θα είχε ερμηνεύσει περισσότερους «ποιοτικούς» ρόλους και θα είχε αφήσει μεγαλύτερο έργο σε απαιτητικά δημιουργήματα. Άλλωστε η Αλίκη ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη της για τον εμπορικό κινηματογράφο, στον οποίο «παρέσυρε» και τον Παπαμιχαήλ. Μια από τις «δύσκολες» ταινίες στις οποίες ο Παπαμιχαήλ ανέδειξε το υποκριτικό του ταλέντο ήταν και η ταινία «Χαμένα όνειρα», η οποία γυρίστηκε το 1961 σε σενάριο και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου. Η ταινία αυτή βασίστηκε στο θεατρικό έργο των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου «Η Μεγάλη Παρένθεσις», ο οποίος ήταν και ο αρχικός τίτλος της κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ωστόσο στην πορεία μετονομάστηκε σε «Χαμένα όνειρα». Για πολλούς, στην ταινία αυτή ο Παπαμιχαήλ ερμήνευσε τον κορυφαίο ρόλο της καριέρας του, δίπλα σε ένα άλλο «ιερό τέρας» του ελληνικού θεάτρου, την Αντιγόνη Βαλάκου. Η υπόθεση ήταν η εξής: Ένας νεαρός και μια κοπέλα εργάζονται προσωρινά, όπως δηλώνουν και οι δύο, σε μια επιχείρηση που εμπορεύεται κουβαρίστρες. Ο καθένας ονειρεύεται για τον εαυτό του μια καλύτερη δουλειά και έναν επιτυχημένο γάμο. Όταν όμως η επιτυχία δεν έρχεται και οι μνηστήρες εξαφανίζονται, το μοναδικό στοιχείο μονιμότητας στη ζωή τους είναι η επιχείρηση και αυτό που σημαίνουν ο ένας για τον άλλον. Η ταινία παρακολουθεί βήμα-βήμα τις προσπάθειες των δύο νέων να «απεγκλωβιστούν» από την επιχείρηση αυτή, αλλά και τις διαρκείς αποτυχίες των προσπαθειών αυτών και τον τρόπο που επιβάρυναν σταδιακά τον συναισθηματικό τους κόσμο. Οι δύο νέοι δεν κατάφεραν ποτέ να κάνουν κάτι στη ζωή τους, έμειναν σε όλη τους την επαγγελματική πορεία στην επιχείρηση με τις κουβαρίστρες και το τέλος του έργου τους βρίσκει μετά από πολλά χρόνια, με άσπρα μαλλιά και πλήρως απογοητευμένους από τις εκπλήξεις που τους επιφύλαξε η ζωή. Πέρα απο τις σπουδαίες ερμηνείες, συγκλονιστική είναι και η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, η οποία βοηθάει τα μέγιστα στην ανάδειξη των δραματικών πτυχών της ταινίας. Στα «Χαμένα όνειρα» εμφανίζονται ακόμα οι Θανάσης Βέγγος, Νίκη Λινάρδου, Γιώργος Λευτεριώτης, Μαργαρίτα Αθανασίου, Γιώργος Δαμασιώτης, Αθηνά Μιχαηλίδου, Λαυρέντης Διανέλλος, Τζόλυ Γαρμπή, Θάνος Μιστρογιάννης, Γιώργος Βελέντζας, Ι. Δαβουρλής, Ηλίας Σγουρόπουλος και Γιώργος Δάνης. Η παραγωγή ήταν της Finos Film και της Δαμασκηνός & Μιχαηλίδης, ενώ η πρώτη προβολή έγινε στις 11 Μαρτίου 1961, κόβοντας 61.469 εισιτήρια. Αναμφίβολα πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, έστω κι αν η εμπορική της πορεία δεν ήταν αυτή που της άξιζε. Αλλά αυτή είναι η μοίρα των ποιοτικών δημιουργημάτων, διαχρονικά...

Η «μετακόμιση» της Τρούμπας στη Finos Film, η Λόλα και η «απογείωση» της Μοσχολιού...

Η ταινία «Λόλα» του 1964 αποτελεί μια από τις πλέον ιστορικές ταινίες της Finos Film, στην οποία συνυπήρξαν κορυφαίοι ηθοποιοί και μεγάλα ονόματα της μουσικής. Σηματοδότησε την επιστροφή της Τζένης Καρέζη στο Φίνο, μετά από δύο χρόνια απουσίας, ενώ έδωσε το έναυσμα μιας μεγάλης καριέρας σε μια άγνωστη εκείνη την εποχή τραγουδίστρια, την...Βίκυ Μοσχολιού. Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή. Η Τζένη Καρέζη και ο Νίκος Κούρκουλος, δύο ηθοποιοί που εκείνη την εποχή «χάλαγαν κόσμο» στα ταμεία των κινηματογράφων και όχι άδικα αποτέλεσαν το «βαρύ πυροβολικό» της ταινίας, η οποία διαπραγματεύονταν ένα δύσκολο θέμα, με πρωταγωνιστές ανθρώπους του υποκόσμου και της Τρούμπας. Μάλιστα, για τις ανάγκες της ταινίας, ο δρόμος της Τρούμπας δημιουργήθηκε μέσα στα στούντιο της Finos Fils, αφού το πραγματικό περιβάλλον της Τρούμπας ήταν ιδιαίτερα εχθρικό για να πραγματοποιηθούν τα γυρίσματα μιας ταινίας που θα είχε θέμα την περιοχή αυτή και τους ανθρώπους της. Κι όπως ήταν φυσικό, μια τέτοια κατασκευή είχε μεγάλο κόστος, κάτι όμως που τελικά αποσβέστηκε, αφού η «Λόλα» σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η υπόθεση του έργου ήταν η εξής: Ο Άρης (Νίκος Κούρκουλος) αποφυλακίζεται μετά απο τριετή φυλάκιση και εμφανίζεται στην Τρούμπα. Σκοπός του δεν είναι τόσο το ξεκαθάρισμα παλιών λογαριασμών, αλλά να μάθει αν ανάμεσα σε αυτούς που τον πρόδωσαν ήταν και η Λόλα (Τζένη Καρέζη), μια κοπέλα που δουλεύει στο καμπαρέ του Στέλιου (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος). Ο Άρης αγαπά και νοιάζεται τη Λόλα και θέλει να τη βγάλει απο το βούρκο, αλλά ο Στέλιος είναι επίσης ερωτευμένος με τη Λόλα και αναθέτει σε έναν μπράβο του να σκοτώσει τον Άρη, τον οποίο υποδύονταν ο Σπύρος Καλογήρου. Ιστορική έμεινε η ατάκα του Καλογήρου προς τον Κούρκουλο την ώρα της μονομαχίας τους, όταν προσπαθώντας να δικαιολογηθεί για την απόφασή του να τον χτυπήσει είπε το θρυλικό «Είναι πολλά τα λεφτά, Άρη». Την ίδια στιγμή που ο Άρης μονομαχεί με τον μπράβο, οι άνθρωποι του Στέλιου απαγάγουν την Λόλα και την κλείνουν σε ένα σπίτι, αναγκάζοντας τον Άρη να συγκρουστεί μαζί τους. Η «Λόλα» θεωρείται ένα από τα πλέον ατμοσφαιρικά φιλμ του παλιού, ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου, όποιυ κυριαρχούν ο ρεαλισμός, οι δυνατοί διάλογοι και καταστάσεις, η έξοχη σκηνοθεσία, η υπέροχη μουσική και ο αισθησιασμός. Ένα ακόμα ενδιαφέρον tip της ταινίας αφορά στην σκηνή που τραγουδάει η Μοσχολιού στο παράθυρο ενός σπιτιού της Τρούμπας. Η ίδια δεν είχε εμπειρία από γυρίσματα, δυσκόλεψε και δυσκολεύτηκε και έτσι το πρώτο γύρισμα ξεκίνησε νωρίς το βράδυ και έληξε ξημερώματα, χωρίς ωστόσο να μπορεί να «κρατηθεί» η σκηνή, αφού και πάλι είχε λάθη. Η Μοσχολιού «εκλιπαρούσε» τον Δημόπουλο να σταματήσει το γύρισμα, αφού δεν άντεχε άλλο, κάτι που ο τελευταίος έκανε. Το νέο ραντεβού για το γύρισμα δόθηκε το ίδιο βράδυ, όπου αυτή τη φορά όλα πήγαν κατ’ ευχήν. Στην «Λόλα» πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Παντελής Ζερβός, Γιάννης Βογιατζής, Νίκος Φέρμας, Λαυρέντης Διανέλλος, Νάντια Τζάκα, Ανέστης Βλάχος, Αλίκη Ζωγράφου, Θόδωρος Έξαρχος, Δημήτρης Μπισλάνης, Χρήστος Δοξαράς, Γιώργος Μαυρογιάννης, Θεόδωρος Κεφαλόπουλος, Γιώργος Γρηγορίου, Ζαννίνο, Δημήτρης Καρυστινός και Γιώργος Αλεξίου. Η μουσική ήταν ο Σταύρου Ξαρχάκου, ο οποίος για τα τραγούδια της ταινίας είχε επιλέξει την Καίτη Γκρέυ, η οποία όμως για καθαρά τυπικούς λόγους δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στην εν λόγω παραγωγή. Έτσι την θέση της πήρε η Βίκυ Μοσχολιού, που απογείωσε στη συνέχεια την καριέρα της. Εκτός από τη Μοσχολιού, στην ταινία τραγουδούν η Καρέζη και το σπουδαίο καλλοτεχνικό δίδυμο της εποχής Πάνος Γαβαλάς-Ρία Κούρτη. Η σκηνοθεσία ήταν του Ντίνου Δημόπουλου και το σενάριο του Ηλία Λυμπερόπουλου. Η «Λόλα» έκανε πρεμιέρα στις 17 Φεβρουαρίου του 1964 και έκοψε στην πρώτη προβολή της 313.822 εισιτήρια.

Ο «αδικημένος» Γκιωνάκης, «η ωραία του κουρέα» και ο τσακωμός της Καραγιάννη με το Δαλιανίδη

O Γιάννης Γκιωνάκης ανήκει σε μια ιδιάζουσα «πάστα» ηθοποιών του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, που άφησαν το δικό τους στίγμα σε αυτόν. Ωστόσο οι ηθοποιοί αυτοί ποτέ δεν απόλαυσαν τη φήμη που δικαιούνταν, ίσως γιατί δεν τα πήγαιναν καλά σε αυτό που σήμερα λέμε «δημόσιες σχέσεις». Γιατί, πώς αλλιώς να δικαιολογήσει κάποιος το γεγονός ότι ο Γκιωνάκης συνεργάστηκε ελάχιστες φορές – δεν πρέπει να είναι πάνω από 5- με τον Φιλοποίμην Φίνο; Προφανώς και δεν ήταν θέμα ταλέντου – ο Γκιωνάκης είχε μπόλικο από αυτό. (Ποιος θα ξεχάσει την ανεπανάληπτη ερμηνεία του στα «Κίτρινα Γάντια»;). Μια από τις σπάνιες συνεργασίες του Γκιωνάκη με τον Φίνο και την Finos Film ήταν στην ταινία «Η ωραία του κουρέα», μια εξαιρετική κωμωδία του 1969, στην οποία συμμετείχαν σπουδαίοι ηθοποιοί της εποχής όπως οι Μάρθα Καραγιάννη, Αλέκος Τζανετάκος, Χρόνης Εξαρχάκος, Σωτήρης Μουστάκας, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Νίκος Τσούκας, Νίτσα Μαρούδα, Αιμιλία Υψηλάντη, Κατερίνα Γώγου, Μαρία Μπονέλου, Νικήτας Πλατής, Αθηνόδωρος Προύσαλης, κ.α. Μάλιστα, η ταινία σηματοδότησε και την εξομάλυνση των σχέσεων της Μάρθας Καραγιάννη με την Finos Film, οι οποίες είχαν διαταραχθεί όταν στην προηγούμενη ταινία «Γοργόνες και Μάγκες», ο σκηνοθέτης της Γιάννης Δαλιανίδης, είχε βάλει το όνομά της ηθοποιού στους τίτλους της ταινίας πιο πίσω από ότι η ίδια ήθελε. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει δυσφορία εκ μέρους της, η οποία όμως πέρασε σε δεύτερη μοίρα όταν ο Ντίνος Δημόπουλος, σκηνοθέτης της ταινίας «Η ωραία του κουρέα» της έκανε πρόταση να πρωταγωνιστήσει πλάι στον Γκιωνάκη. Η υπόθεση του έργου ήθελε τον κουρέα Γιάννη και την κομμώτρια Μάρθα να είναι ερωτευμένοι και να θέλουν να παντρευτούν. Όμως ο Γιάννης πρέπει πρώτα να παντρέψει τις τέσσερις αδελφές του, στόχος εξαιρετικά δύσκολος, αφού δεν υπάρχει η απαιτούμενη προίκα. Η Μάρθα, με την πονηριά της, αναλαμβάνει να βρει τους κατάλληλους γαμπρούς για κάθε μια αδελφή ξεχωριστά, και εξασφαλίζει την προίκα, δίνοντας το σπίτι του Γιάννη ως αντιπαροχή. Εξαιρετική ηθογραφία εποχής, που στηλίτευε ένα κοινωνικό στερεότυπο η τήρηση του οποίου δεν ήταν πάντα εύκολη, αφού δημιουργούσε παρεξηγήσεις και στενάχωρες καταστάσεις στις οικογένειες και στον κοινωνικό τους περίγυρο. Στην ταινία τραγουδούσαν οι Γιάννης Πουλόπουλος, Πόπη Αστεριάδη, Γιώργος Χατζηαντωνίου, Δάκια Βάλβη, ενώ η μουσική ήταν του Νίκου Μαμαγκάκη και το σενάριο του Λάκη Μιχαηλίδη. «Η ωραία του κουρέα» έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους της Αθήνας στις 31 Μαρτίου 1969 και στην πρώτη προβολή της έκοψε 228.142 εισιτήρια.

Η απόπειρα «στροφής» της Αλίκης και η μια και μοναδική συνύπαρξή της με τον Κούρκουλο

Όσοι γνωρίζουν λίγο καλύτερα την ιστορία του παλιού, καλού ελληνικού κινηματογράφου απορούν για την επιμονή των ιδιωτικών καναλιών να εστιάζουν την προσοχή τους σε 40-50 ελληνικές ταινίες και να προβάλλουν μόνο αυτές, αγνοώντας κάποιες άλλες, λιγότερο γνωστές, αλλά πραγματικά εξαιρετικές από κάθε άποψη. Μια από αυτές τις ταινίες που αγνοεί επιδεικτικά τα τελευταία χρόνια η ελληνική τηλεόραση είναι και η ταινία με τίτλο «Το ταξίδι», η οποία γυρίστηκε το 1962 σε παραγωγή Finos Film, με πρωταγωνιστές την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Νίκο Κούρκουλο, στη μια και μοναδική ταινία που εμφανίστηκαν μαζί στην ιστορία του ελληνικού σινεμά. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ερμηνεύει έναν από τους καλύτερους ρόλους στην καριέρα της, με έντονα δραματικά στοιχεία, κάτι που οδήγησε τους κριτικούς της εποχής να παραδεχθούν ότι τελικά η σπουδαία αυτή ελληνίδα ηθοποιός μπορούσε να ερμηνεύσει ιδανικά τέτοιου είδους ρόλους, ίσως μάλιστα καλύτερα κι από τους «ανάλαφρους» που επέλεγε συνήθως. Σύμφωνα με την Finos Film μάλιστα, με την ταινία αυτή η Βουγιουκλάκη επιχείρησε να διευρύνει το ρεπερτόριό της με δραματικούς ρόλους, αλλά τελικά φαίνεται ότι ο κόσμος δεν το αποδέχθηκε, αφού «Το ταξίδι» δεν πήγε καλά εμπορικά, κόβοντας στην πρώτη του προβολή μόλις 76.395 εισιτήρια. Ήταν αυτό το γεγονός που αποθάρρυνε την Βουγιουκλάκη από το επιμείνει σε τέτοιους ρόλους, πολύ κακώς κατά τη γνώμη μας. Λέγεται μάλιστα ότι ένας από τους λόγους που απέτυχε εισπρακτικά η ταινία, ήταν γιατί πολλοί θεατές βγαίνοντας από τον κινηματογράφο, μαρτυρούσαν στους επόμενους «Μην δείτε την ταινία, γιατί η Αλίκη στο τέλος πεθαίνει!». Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι δίπλα στη Βουγιουκλάκη και στον πολύ καλό Κούρκουλο στάθηκαν σπουδαίοι ηθοποιοί όπως η Ελένη Ζαφειρίου, ο Βασίλης Διαμαντόπουλος και ο Νότης Περιγιάλης. Η υπόθεση του έργου ήθελε την Μαρίνα (Αλίκη Βουγιουκλάκη) να ζει σε μια φτωχογειτονιά του Πειραιά με την μητέρα της (Ελένη Ζαφειρίου) και την αδελφή της, Αθηνά (Μαργαρίτα Λαμπρινού). Το μεγαλύτερο όνειρό της είναι η απελευθέρωσή της από τα κοινωνικά και οικονομικά όρια της μικρής κοινότητας της, ένα μεγάλο ταξίδι μακριά από την φτώχεια και την μιζέρια της μικρής γειτονιάς της. Οι μόνοι που συμμερίζονται τα όνειρα της είναι ο τρελλό-Μανώλης (Βασίλης Διαμαντόπουλος)-ένας γέρος που δεν μπορεί να συνέλθει από την εγκατάλειψη της γυναίκας του για έναν άλλο άνδρα- και ο ρώσος αλκοολικός Γρηγόρης Γαβριήλοβιτς (Νότης Περγιάλης). Αλλοι εξαιρετικοί ηθοποιοί που έπαιζαν στην ταινία ήταν οι Τζόλυ Γαρμπή, Σμαρώ Στεφανίδου, Σαπφώ Νοταρά, Μήτσος Λυγίζος, Κώστας Ναός, Γιώργος Τσιτσόπουλος κ.α. «Το ταξίδι» ακολουθούν δύο εξαιρετικά ενδιαφέροντα tips. Πρώτα από όλα το γεγονός ότι ο Σταύρος Ξαρχάκος, στα 22 του μόλις χρόνια, αντικαθιστά τον Μάνο Χατζιδάκι στη σύνθεση της μουσικής και των τραγουδιών της ταινίας. Και κατά δεύτερο, το άγνωστο γεγονός ότι τα τραγούδια της ταινίας ερμηνεύονται αρχικά από τη Ζωή Φυτούση και όχι από την Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία όμως 10 χρόνια αργότερα θα τα ηχογραφήσει ξανά με τη δική της φωνή. Η σκηνοθεσία ήταν του Ντίνου Δημόπουλου και το σενάριο του Βαγγέλη Γκούφα.

Περιμένουμε σχόλια, απόψεις και παρατηρήσεις στο mail μας

Σινέ Νοσταλγία
Σινέ Νοσταλγία