Η Λουκία Μιχαλοπούλου στο Gazzetta: «Η ανθρώπινη επαφή δεν μπορεί να αντικατασταθεί!»

Η Λουκία Μιχαλοπούλου στο Gazzetta: «Η ανθρώπινη επαφή δεν μπορεί να αντικατασταθεί!»
Η ηθοποιός μας μιλά για το έργο «Η ανθρώπινη Φωνή» και τον ρόλο της σε αυτό. Την ευχαριστούμε πολύ.

Η Λουκία Μιχαλοπούλου εκπέμπει μια σιγουριά όταν βρίσκεται στη σκηνή. Τη βλέπεις και ξέρεις ότι θα σου δώσει και την ψυχή της! Για να φτάσει σε αυτό το σημείο βέβαια έχει δουλέψει πολύ. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Η προσωπική εργασία δεν σταματά και κάνει τις εμφανίσεις της πάντα αξιοπρόσεκτες. Αυτή την περίοδο πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Η ανθρώπινη Φωνή». Ο μονόλογος του Ζαν Κοκτώ θέτει πολλά ζητήματα που αφορούν τον πυρήνα της ανθρώπινης φύσης και σίγουρα αποτελούν πρόκληση για κάθε ηθοποιό. Η ηρωίδα του έργου είναι μια νέα γυναίκα που συνομιλεί με τον εραστή της ο οποίος την εγκαταλείπει για μια άλλη. Η απώλεια, ο φόβος, η έκθεση του ατόμου, ο φόβος του να είσαι γενναιόδωρος απέναντι στον άλλο, η σχέση με την τεχνολογία, όλα αυτά υπάρχουν στο κείμενο. Το μόνο πράγμα που συνδέει τους δύο είναι το τηλέφωνο. Την εύστοχη σκηνοθεσία υπογράφει ο Νικορέστης Χανιωτάκης.

Τι σε έκανε να δεχθείς να παίξεις σε αυτό το έργο;
Κατ’ αρχάς, πρόκειται για ένα συγκλονιστικό κείμενο που γνώριζα από τη σχολή. Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι δεν θα έπαιρνα ποτέ το θάρρος να πω πάμε, θα κάνω την ανθρώπινη φωνή του Κοκτώ…

Κάποιος σε προσέγγισε
Ναι. Ήταν πολύ ωραίος ο τρόπος που μου το πρότεινε ο Νικορέστης (σ.σ Χανιωτάκης, ο σκηνοθέτης της παράστασης). Πρέπει να πω ότι ο Νικορέστης έχει μια αθωότητα κι ένα φοβερό ενθουσιασμό. Με αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα του με προσέγγισε για την ανθρώπινη φωνή. Είχε έρθει στην προτελευταία παράσταση του Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια; -την οποία σκηνοθέτησε- και μου λέει Λουκία, πρέπει να κάνουμε αυτό τώρα! Έχω μιλήσει με τα Αθηναϊκά Θέατρα και συμφωνούν, σκέψου το! Όταν μου κάνουν μια πρόταση, αν νιώσω χαρά τότε πάμε στο «ναι». Πήγα, λοιπόν, στο σπίτι μου και αισθανόμουν χαρούμενη. Αυτός ήταν ο πρώτος λόγος που δέχτηκα να παίξω σε αυτό το έργο. Με είχε πείσει ο Νικορέστης. Βέβαια, μεγαλώνοντας, δεν αρκεί μόνο να βρεις τι θα παίξεις. Εγώ σκεφτόμουν υπάρχει λόγος να το παίξω, να κάνω μονόλογο σε μια εποχή μετά-covid; Έχει νόημα να ανέβει αυτό; Αν δεν βρεις αλήθεια γιατί κάνεις κάτι τότε δεν υπάρχει λόγος να το κάνεις. Εγώ, όμως, βρήκα τον λόγο και εκτός από τον τρόπο που μου το πρότεινε ο Νικορέστης, ήταν και τα θέματα που θίγει ο Κοκτώ στην ανθρώπινη φωνή. Ο φόβος, η απώλεια, το πόσο εκτεθειμένοι είμαστε, πόσο φοβόμαστε να εκτεθούμε και να είμαστε γενναιόδωροι με τον άλλο, η σχέση με την τεχνολογία… Είναι πολλά τα θέματα που πιάνει ο Κοκτώ. Συνεπώς, είχε και έχει νόημα να ανέβει αυτό το έργο. Φυσικά, σε όλο αυτό προστίθεται και η ερμηνευτική πρόκληση. Οι ηθοποιοί, όσο μεγαλώνουμε, παίζουμε με πράγματα που έχουμε συνηθίσει, με αυτά με τα οποία αισθανόμαστε άνετα. Οπότε, ήθελα να είμαι αλήθεια εκτεθειμένη απέναντι στον εαυτό μου και απέναντι στο κοινό. Αυτό ψάχνω στο θέατρο: να μη φοβάμαι να φοβηθώ και να δω πόσο αλήθεια μπορώ να εκτεθώ. Να μπορώ να είμαι, όπως έλεγε και ο Λευτέρης Βογιατζής, ανυπεράσπιστη. Δεν γινόταν, λοιπόν, να μην κάνω την ανθρώπινη φωνή.
Από κει και πέρα ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι για μένα, με πολλή πρόβα προσωπική, με τον Νικορέστη… Καθίσαμε να δούμε τι είναι αυτό το κείμενο, τι είναι αυτός ο διάλογος, πώς θα ζωντανέψει ο άλλος, ποιος είναι ο πυρήνας του έργου… Δούλεψα όλο το καλοκαίρι και μετά βρεθήκαμε με τον Νικορέστη και είδαμε πώς θα σηκώσουμε το έργο. Επειδή με ξέρει, έχουμε δουλέψει μαζί στο Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια;, ήταν εύκολο. Εγώ του δίνω το υλικό, τις σκέψεις μου και ο Νικορέστης με ενθαρρύνει, μου προτείνει πράγματα. Δουλέψαμε πάνω στο άγχος πώς θα κινηθείς στον χώρο, μαζί. Ο Νικορέστης λειτουργεί σαν συνδημιουργός και αυτό είναι ωραίο. Αισθάνομαι ότι όλο αυτό το φτιάξαμε παρέα. Ξέρεις, είναι σημαντικό να συνεργάζεσαι αλήθεια με κάποιον.

Εδώ είναι ουσιαστικό
Ναι! Το ίδιο έγινε και στην προηγούμενη συνεργασία μας. Με τον Νίκο (σ.σ Κουρή) και τον Νικορέστη φτιάξαμε παρέα την παράσταση Η γίδα ή ποια είναι η Σύλβια; Το ίδιο έγινε και τώρα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Νικορέστης είχε κάτι τόσο συγκεκριμένο στο μυαλό του. Το «συγκεκριμένο» δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν αλλάζει. Ο Νικορέστης μπορεί εύκολα να μετακινηθεί, όπως και γω. Μπορεί, ας πούμε, να έχω κάτι στου μυαλό μου και να με παρασύρει ο Νικορέστης.
Είναι πολύ μεγάλο το ταξίδι και συνεχίζω να το κάνω. Τώρα δοκιμάζεται αυτό που φτιάξαμε. Τώρα θα δω αν θα πέσω στην παγίδα να φοβηθώ και να αρχίσω να κάνω πράγματα τα οποία ξέρω. Τώρα κρίνομαι!

Η Λουκία Μιχαλοπουλου

«Είναι μεγάλη ιστορία το να μην δίνεις λογαριασμό»

Μπορεί να γίνει αυτό που λες επειδή δεν υπάρχει η καθημερινή ενασχόληση;
Εγώ δουλεύω καθημερινά Αλέξανδρε, δεν σταματάω…

Δεν είσαι, όμως, στην πρόβα να το συνδιαμορφώσετε με τον Νικορέστη
Όχι, όχι… Εγώ δουλεύω ανεξάρτητα με τις παραστάσεις. Επειδή παίζουμε Δευτέρα-Τρίτη είναι σαν να έχεις κάθε Δευτέρα πρεμιέρα! Είναι ωραίο γιατί κρατιέται ζωντανό όλο αυτό που έχουμε φτιάξει. Από την άλλη δεν μπορείς να περιμένεις να έρθει η Δευτέρα, πρέπει να συντηρείς αυτό που κάνεις. Αν το αφήσεις θα χάσεις τον ρυθμό σου. Εκτός απ’ αυτόν τον κίνδυνο υπάρχει και αυτός της διαχείρισης της φήμης της παράστασης, δηλαδή πώς θα αντιμετωπίσεις αυτά που θα ακουστούν τον πρώτο καιρό. Προσπαθώ να μη δίνω λογαριασμό. Είναι μεγάλη παγίδα να ασχολείσαι με το πώς φαίνεσαι. Ακούγεται απλοϊκό και αυτονόητο, δεν είναι όμως. Έχω φτιάξει κάτι, το δίνω γενναιόδωρα στο κοινό, αλλά δεν μπορεί να με απασχολεί την ώρα που το προσφέρω αν αρέσει ή όχι. Είναι μεγάλη ιστορία το να μην δίνεις λογαριασμό.

Θα σε παρασύρει σε άλλα πράγματα
Ναι. Χάνεις πολλά από την τέχνη σου.

Η Λουκία Μιχαλοπουλου

«Δεν το είδαμε ως μονόλογο»

Αν και μονόλογος ενσαρκώνεις τουλάχιστον δύο ρόλους
Ναι. Είναι μονόλογος, αλλά δεν έχει δουλευτεί καθόλου ως μονόλογος. Προσπάθησα με μανία το πώς θα ζωντανέψω τον άντρα που βρίσκεται στην άλλη άκρη της γραμμής. Δεν το είδαμε ως μονόλογο. Έχω μαζί μου το τηλέφωνο που είναι αυτός, που είναι η φωνή του… Προσπαθώ, υποδυόμενη την ηρωίδα του έργου, να κερδίσω χρόνο μαζί του. Δεν έχω κάτι άλλο να περιμένω και το μόνο που θέλω είναι να κερδίσω χρόνο, γι’ αυτό και δεν αφήνω το ακουστικό. Όταν κλείνει το τηλέφωνο το παιχνίδι τελειώνει!

Εδώ υπογραμμίζεται η ουσία της επικοινωνίας, ιδιαίτερα στην εποχή των «έξυπνων τηλεφώνων», των τάμπλετ…
Βεβαίως! Την περίοδο που είχε πρωτοβγεί το τηλέφωνο, ο Κοκτώ βάζει τρομερά ερωτήματα τύπου: Έρχεσαι πιο κοντά ή απομακρύνεσαι από τον άλλον; Η φωνή είναι το μέσο, η εικόνα, όμως αν δεν τον έχεις τον άλλο κοντά σου μπορεί να υπάρξει επικοινωνία; Υπάρχει ευκολία στην επικοινωνία, αλλά μήπως είναι τελικά δυσκολία; Μήπως τελικά μας απομακρύνει (το τηλέφωνο) αντί να μας φέρνει κοντά; Είναι πολλά τα ερωτήματα που θέτει και τα παρατηρούμε και σήμερα. Μάλιστα, τα ζήσαμε έντονα την περίοδο της καραντίνας.

Η εικόνα είναι πιο ψυχρή, ενώ η φωνή πιο ζεστή
Η ανθρώπινη επαφή δεν μπορεί να αντικατασταθεί! Γι’ αυτό και το θέατρο σαν είδος δεν πρόκειται ποτέ να πεθάνει! Το θέατρο είναι διαχρονικό, αιώνιο. Όσο υπάρχει το ανθρώπινο είδος θα υπάρχει και το θέατρο. Γι’ αυτό η Τέχνη δεν μπορεί να αντικατασταθεί με τίποτα!


«Η Ανθρώπινη Φωνή», του Ζαν Κοκτώ, στο «Μικρό Χορν» [έως 29/11]

Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Σκηνικά-Κοστούμια: Αρετή Μουστάκα
Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Μαθές
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Φωτογραφίες: Γιώργος Καλφαμανώλης

Παίζει: Λουκία Μιχαλοπούλου

Ημέρες παραστάσεων: Δευτέρα, Τρίτη, στις 21:00

Εισιτήρια: από 14 ευρώ.

@Photo credits: Γιώργος Καλφαμανώλης