Η Αλίκη Στενού στο Gazzetta: «Περνάμε κι εδώ μεγάλα σκοτάδια»

Η Αλίκη Στενού στο Gazzetta: «Περνάμε κι εδώ μεγάλα σκοτάδια»
Η σκηνοθέτρια μιλά για την παράσταση «Πεθαίνω σαν χώρα», βασισμένη στο κείμενο του Δημήτρη Δημητριάδη.

Όταν οι λέξεις πάλλονται από ενέργεια, από κόπο, από μόχθο ψυχής, όταν τα λόγια ανατρέπουν χρόνους, εποχές, δεδομένα, σβήνουν ήλιους και γεννούν ατρόμητους ανθρώπους, τότε κάτι σπουδαίο και απαιτητικό υπάρχει. Κείμενα που σε ακινητοποιούν και σου επιβάλλουν να μείνεις ζωντανός, λίγα βρίσκεις. Τέτοιο είναι το «Πεθαίνω σαν χώρα» του Δημήτρη Δημητριάδη. Αν θες να το τοποθετήσεις στη συνθήκη του θεάτρου, πρέπει να έχεις σθένος και σεβασμό, τόλμη και ένα ελαφρύ κράτημα. Η σκηνοθέτρια Αλίκη Στενού, μαζί με την υπόλοιπη ομάδα της, τα είχε όλα αυτά και μας έδωσε πέρυσι μια σπουδαία θεατρική στιγμή. Όσοι πήγαν στο Bios έζησαν κάτι μοναδικό. Ο θίασος γεμάτος νιάτα, ενέργεια, απογείωσε το κείμενο, το ίδιο και η κίνηση της Λίνας Κομνηνού. Η παράσταση θα παιχτεί σήμερα και το διήμερο 10-11/10 στο «Metropolitan Urban Theater», στη Θεσσαλονίκη. Η σκηνοθέτρια δέχτηκε να μας μιλήσει για το έργο και την ευχαριστούμε.

Ποιοι ήταν οι παράγοντες που διαμόρφωσαν αυτό το εκρηκτικό αποτέλεσμα;
Το ίδιο το κείμενο θα έλεγα πως ήταν ο βασικός παράγοντας, που είναι από μόνο του εκρηκτικό. Είναι τόσο δυνατό, τόσο χειμαρρώδες… Όταν έχεις μια τέτοια πηγή έμπνευσης πρέπει να «σκάψεις» σε κάθε λέξη, σε κάθε εικόνα και να δεις πώς θα την φέρεις ενώπιον του θεατή. Ο θεατής από μόνος του ίσως να μην προλαβαίνει να συλλάβει έναν τόσο πυκνογραμμένο και φορτισμένο λόγο, ακούγοντάς τον μονάχα μια φορά, κι έτσι ένιωθα ότι οφείλουμε να του δώσουμε το κείμενο μ’ έναν τρόπο που να μπορεί να το αντέξει, να το εισπράξει και να κάνει δικές του σκέψεις πάνω σε αυτό, χωρίς να νιώσει ότι δεν υπάρχει χώρος. Είναι αλλιώς να διαβάζεις κάτι και αλλιώς να το φέρνεις στη σκηνή. Με απασχόλησε πολύ αυτό. Προσπάθησα να δω πώς, αν εγώ ήμουν θεατής, θα είχα την ανάγκη να προσλάβω μια εικόνα, όχι μόνο με τις λέξεις αλλά σίγουρα και με το σώμα, το οποίο πάντα φέρει επιπρόσθετα μηνύματα, τα οποία υπάρχουν «κάτω» από το κείμενο, ανείπωτα, μέσα στη σκέψη του αναγνώστη.

Το ότι ήταν τόσο δυνατές οι λέξεις σε προβλημάτισε; Αναρωτήθηκες αν θα μπορέσεις να αντέξεις το «βάρος» των λέξεων;
Αυτό το βάρος με μαγνήτισε για να είμαι ειλικρινής. Οι λέξεις αυτές με έκαναν να θέλω να ασχοληθώ τόσο. Πάντα υπάρχει εντωμεταξύ στο κείμενο ένα κομμάτι στο οποίο λες γι’ αυτό θα το κάνω! Σε αυτό το κείμενο, ο Δημήτρης Δημητριάδης λέει σ’ ένα σημείο Μισώ αυτή τη χώρα, μου έφαγε τα σπλάχνα. Την μισώ. Ναι, την μισώ, την μισώ. Δεν σου κρύβω πως όταν διάβασα αυτή την επανάληψη του ‘μισώ’ βούρκωσα. Λέω, αυτό κάτι σημαίνει και μετά αναρωτήθηκα αν όντως τη μισώ ή μήπως την αγαπώ πολύ. Μετά σκέφτηκα, αυτά τα λόγια που αγγίζουν τόσο εσένα, ο θεατής πώς θα τα εισπράξει; Κι εκεί αρχίζουν οι πειραματισμοί. Άλλοτε με το μαλακό, άλλοτε πιο επιθετικά, φωνάζοντας, ψιθυρίζοντας… Μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία βλέπεις πού βρίσκεται η αλήθεια σου. Και μέσα απ’ αυτή την αλήθεια έρχεται τελικά το πώς.

Οι κινήσεις των σωμάτων έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Αυτό με έκανε να σκεφτώ ότι ενώσατε Λόγο-Σώμα-Ψυχή. Ήταν κάτι που ήθελες ή προέκυψε;
Το ήθελα πάρα πολύ! Στην Αγγλία, στην «Royal Academy of Dramatic Arts» όπου σπούδασα, χρησιμοποιούσαμε το σώμα ως εκκίνηση για τα πάντα. Έτυχε κάποια στιγμή να δουλέψω έναν μονόλογο της «Ανδρομάχης» στα Ελληνικά και μου ζητήθηκε να δημιουργήσω μια αλληλουχία κινήσεων χωρίς λόγο αρχικά. Έπρεπε να φτιάξω μια ‘παρτιτούρα’ από κινήσεις και πάνω σε αυτήν να βάλω μετά το κείμενο. Επειδή το σώμα είχε ουσιαστικά τον πρώτο λόγο, το αποτέλεσμα απέφυγε να είναι εγκεφαλικό κι έτσι τα λόγια πέρασαν ακόμη και σε ανθρώπους που δεν μιλούσαν τη γλώσσα. Αυτό είναι κάτι που με ενδιαφέρει πολύ. Το σώμα το θεωρώ το βασικό μέσο προσέγγισης του θεατή.

Σκηνή από πεθαίνω σαν χώρα

«Ο νέος έχει την αγωνία να εκφραστεί κι αυτός, δεν θα κάνει κάτι διεκπεραιωτικά»

Για μένα η μουσική είναι η τέλεια μορφή τέχνης. Θέλω, λοιπόν, να σε ρωτήσω αν ήταν δική σου ιδέα η συνεργασία με τον Νίκο Τουλιάτο; Πώς προέκυψε;
Συμφωνώ ότι η μουσική είναι η απόλυτη τέχνη. Ήθελα να υπάρχει στην παράσταση, να είναι ο έκτος παρτενέρ. Πέντε ηθοποιοί και έκτος ο Νίκος Τουλιάτος. Ο Νίκος είναι εκπληκτικός. Αυτό που δημιούργησε με τα κρουστά του, με τη μουσική του, ταίριαξε πολύ ωραία με τις λέξεις του κειμένου. Είχα συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Νίκο και είχαμε πολύ καλή σχέση. Αυτό μου έδωσε το θάρρος να τον ρωτήσω αν ήθελε να είναι μαζί μας. Έκανε πραγματικά πολύ καλή δουλειά.

Το γεγονός ότι οι ηθοποιοί είναι νέοι σε ηλικία έπαιξε ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα; Θα μπορούσε, σε αυτή την εκδοχή του έργου, να παίξει και κάποιος πιο έμπειρος, πιο μεγάλος σε ηλικία ηθοποιός;
Ναι, πιστεύω πως έχει σχέση η ηλικία με το τελικό αποτέλεσμα. Ένας νέος άνθρωπος έχει πάθος που μπορεί να είναι και ακατέργαστο σε κάποια σημεία. Αυτό, το πάθος, μπορεί να γίνει πολύ δημιουργικό. Ο νέος έχει την αγωνία να εκφραστεί κι αυτός, δεν θα κάνει κάτι διεκπεραιωτικά. Συνεπώς, ναι, βοηθάει και η ηλικία. Αν κάποιος ηθοποιός ήταν μεγαλύτερης ηλικίας, ίσως να ήταν πιο διστακτικός σε κάποια πράγματα.

Ήταν η πρώτη σου σκηνοθετική δουλειά στην Ελλάδα;
Ναι.

Θεωρείς ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να ανέβει το έργο ή είναι διαχρονικό και όποτε κι αν ανέβει έχει κάτι να πει;
Ο ίδιος ο συγγραφέας εύχεται να σταματήσει να είναι επίκαιρο (το έργο) κάποια στιγμή. Οπότε, θα μπορούσα να σου πω μακάρι, όπως είπε και ο ίδιος, να πάψει να είναι επίκαιρο. Να το ανεβάζεις δηλαδή σε κάποια χρόνια και ο άλλος να μην καταλαβαίνει τι σημαίνει πόλεμος. Πόσο εφικτό πιστεύεις ότι είναι αυτό; Όσο υπάρχει αυτή η εξουσιαστική μανία, αυτό το ζωώδες ένστικτο που οδηγεί τον έναν να φάει τον άλλον, το έργο θα είναι επίκαιρο.

Σκηνή από πεθαίνω σαν χώρα

«Πιστεύω περισσότερο στις αλλαγές που έρχονται λίγο-λίγο»

Πρέπει να υπάρξει απόλυτη καταστροφή για να προκύψει κάτι νέο και ελπιδοφόρο; Πρέπει να χτίσουμε πάνω στα ερείπια;
Δεν ξέρω… Ίσως είναι πιο πολύ μια εικόνα με την οποία μεγαλώσαμε μέσα από τις ταινίες, τα μυθιστορήματα, κάποιες αφηγήσεις… Αυτή η ‘αναγέννηση μέσα από τις στάχτες’. Εγώ δεν έχω δει τέτοια εικόνα. Ξέρω ότι άλλοι άνθρωποι έχει τύχει να δουν τις απόλυτες στάχτες. Δεν ξέρω αν μετά απ’ αυτό προκύπτει κάτι φωτεινό και καινούργιο. Πιστεύω περισσότερο στις αλλαγές που έρχονται λίγο-λίγο. Κάποιες μικρές φέρνουν άλλες μεγαλύτερες. Φυσικά πολλά πράγματα θέλουν ρήξη. Ρήξη με το παρελθόν, με το τώρα... Σύγκρουση.

Αναίμακτη;
Δεν ξέρω, με προβληματίζει πολύ αυτό. Έχω διαβάσει σχετικά και με τις δύο απόψεις. Νομίζω, όμως, ότι αναίμακτα δεν γίνεται τίποτα.

Πιστεύεις ότι πεθαίνουμε σαν χώρα;
Υπάρχουν χώρες που πεθαίνουν πολύ περισσότερο αυτή τη στιγμή.

Η Ουκρανία
Ναι, για παράδειγμα. Όλα είναι σχετικά. Δεν μπορώ να μιλάω το ίδιο για την Ελλάδα έχοντας στο μυαλό μου χώρες όπου τώρα που μιλάμε άνθρωποι πεθαίνουν. Παρ’ όλα αυτά, περνάμε κι εδώ μεγάλα σκοτάδια. Το ρήμα «πεθαίνω» είναι βαρύ και δεν ξέρω αν θα το χρησιμοποιούσα, ωστόσο σίγουρα περνάμε βαθιά σκοτάδια.

Ταυτότητα παράστασης

«Πεθαίνω σαν χώρα»

Κείμενο: Δημήτρης Δημητριάδης
Σκηνοθεσία: Αλίκη Στενού
Μουσικός Επί Σκηνής (Κρουστά): Νίκος Τουλιάτος
Σύνθεση Ηλεκτρονικού Ηχοτοπίου: Τάκης Π.
Κοστούμια/Σκηνικά: Σοφία Παπαγεωργίου
Κατασκευή σκηνικών: Αρτοδυναμική Πέλλετ
Κίνηση: Λίνα Κομνηνού
Φωνητική Διδασκαλία: Γεωργία Κατσίβελου
Σχεδιασμός Φωτισμού: Θωμάς Οικονομάκος
Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Νταντή
Φωτογραφίες/Trailer: Κωνσταντίνος Καρδακάρης

Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Λίνα Κομνηνού, Συμεών Κωστάκογλου, Δήμητρα Νταντή, Αντώνης Σανιάνος, Αλίκη Στενού

@Photo credits: Κωνσταντίνος Καρδακάρης