«Ευτυχώς δεν πουλήσαμε το σπίτι μας και μπορούν να μείνουν σ' αυτό άνθρωποι που δεν έχουν πού να πάνε»

Παναγιώτης Δαλαταριώφ
«Ευτυχώς δεν πουλήσαμε το σπίτι μας και μπορούν να μείνουν σ' αυτό άνθρωποι που δεν έχουν πού να πάνε»
«Ευτυχώς δεν πουλήσαμε το σπίτι μας, τώρα μένουν σ' αυτό άνθρωποι που δεν είχαν που να πάνε». Τα λόγια αυτά της Αλεκσάντρα Πάβλοβιτς στο Gazzetta σε κάνουν να φανταστείς - γιατί δεν μπορεί να καταλάβεις αν δεν ζήσεις - τη φρίκη του πολέμου.

Η Αλεκσάντρα Αλίσια Πάβλοβιτς ζει στην Ελλάδα και έχει το δικό της μπαρμπέρικο στην Κηφισιά.

Η καταγωγή της είναι από την Ουκρανία, αλλά μεγάλωσε και πήγε σχολείο στην Ελλάδα. Αυτές τις μέρες ειδικά το μυαλό της είναι μόνο στους γονείς της που διατηρούν ελληνικό εστιατόρια στην πόλη Τσερνιβτσί.

Της ζητήσαμε να μοιραστεί μαζί μας όσα μαθαίνει από τους γονείς της. Να μας περιγράψει όσα ακούει... Κι η αλήθεια είναι ότι σε σε τέτοιες περιπτώσεις δεν έχεις και πολλά να ρωτήσεις. Μόνο ακούς.

Τα λόγια της Αλεκσάντρα Αλίσια Πάβλοβιτς στο Gazzetta:

«Οι γονείς μου έχουν ελληνικά χαρτιά και θα μπορούσαν να είναι εδώ, στην Ελλάδα, όμως προτίμησαν να πάνε στην Ουκρανία και να δημιουργήσουν εκεί τη δική τους επιχείρηση. Το Τσιρνιβτσί δεν είναι Κίεβο, από οικονομικής πλευράς, είναι μια φτωχή περιοχή. Ακόμη δεν την έχουν αγγίξει.

Λόγω της πανδημίας δεν κατάφερα να πάω στην Ουκρανία όλο αυτό το διάστημα... Στο Κίεβο πήγα πριν από δύο χρόνια και είχα μείνει με το στόμα ανοιχτό. Ξέρετε πόσο όμορφη πόλη είναι; Υπάρχουν κτήρια με αρχαία και όπως διάβασα ο ρωσικός στρατός προσπαθεί να δημιουργήσει δολιοφθορές. Εύχομαι να υπάρχει η πόλη αυτή και μετά τον πόλεμο. Δεν ξέρω μέχρι πού θα φτάσουν οι Ρώσοι κι αν θέλουν να καταλάβουν όλη τη χώρα.

Από κόσμο που ξέρω στο Κίεβο και στην Οδησσό φαίνεται ότι περίμεναν ότι θα συμβεί κάτι πολύ κακό. Στην περιοχή που είναι οι γονείς μου τις τελευταίες μέρες κυκλοφορούν πολλά αυτοκίνητα με πινακίδες Κιέβου. Όσοι είχαν χρήματα έφυγαν για την Ελβετία ή την Αγγλία. Όσοι δεν είχαν, πήγαν σε άλλες περιοχές που δεν θα χτυπήσουμε πρώτα η Ρωσία.

Το Τσερνιβτσί είναι πάνω στα σύνορα με την Ρουμανία. Από εκεί γίνεται... παρέλαση. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που προσπαθούν να περάσουν από εκεί και να πάνε στη Ρουμανία. Βέβαια, τους άντρες του έχουν επιστρατεύσει και δεν τους αφήνουν να φύγουν. Γι' αυτό κι η μητέρα μου δεν έρχεται στην Ελλάδα - δεν μπορεί να αφήσει το μπαμπά μου μόνο του. Αν είσαι αγόρι από 15 ετών και πάνω, μένεις και πολεμάς. Πού τους στέλνουν και τί να πολεμήσουν; Δεν ξέρω. Εύχομαι να τελειώσει όλο αυτό πολύ σύντομα.

Οι άνθρωποι που περιμένουν για να διασχίσουν τα σύνορα είναι χιλιάδες, αλλά είναι μάταιο. Δεν θα μπορέσουν να φύγουν από τη χώρα ούτε σε μία εβδομάδα.

Τα πράγματα γενικά είναι πολύ δύσκολα οικονομικά εκεί κι όπως φαίνεται θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολα. Οι τράπεζες έχουν κλείσει κι ευτυχώς που η μητέρα μου με άκουσε πριν λίγο καιρό και δεν πούλησε ένα σπίτι που έχουμε στο χωριό. Τα λεφτά μας που θα πήγαιναν; Αυτό το σπίτι τώρα το έχουμε δώσει για να μείνει κόσμος που έρχεται...

Μία κοπέλα που ξέρω από το Κίεβο ήρθε στην πόλη μας με άλλα 30 άτομα, έχουν μαζί τους κι ένα άρρωστο μωρό και δεν είχαν που να μείνουν. Οι γονείς μου, λόγω του μαγαζιού, έχουν προμήθειες και μπορούν να δίνουν φαγητό, αλλά για πόσο ακόμη; Τα καύσιμα τελειώνουν, τα τρόφιμα επίσης. Αν είσαι στο χωριό, κάπως θα καταφέρεις να ζήσεις. Θα κόψεις ξύλα και θα ζεσταθείς, θα πας στο πηγάδι και θα πιεις νερό, θα βρεις κάποιο ζώο να το φας. Στην πόλη, αν σου κόψουν το νερό και το ρεύμα, έχεις τελειώσει. Στον πόλεμο είναι όλοι ίσοι, δεν έχει σημασία το αν είσαι πλούσιος ή φτωχός. Σε τέτοιες καταστάσεις πρέπει απλά να βοηθάει ο ένας τον άλλον όπως μπορεί».