Ένα κράτος που αντιμετωπίζει την πανδημία, ανοιγοκλείνοντας τη μουσική…

Μιχάλης Τσόχος
Ένα κράτος που αντιμετωπίζει την πανδημία, ανοιγοκλείνοντας τη μουσική…
Ο Μιχάλης Τσόχος γράφει για το θλιβερό φαινόμενο της ανυπαρξίας σχεδίου που θα έσωζε ζωές ανθρώπων και την φθηνή… δικαιολογία, «παντού συμβαίνει».

Δεν είναι η εικόνα θλιβερή, είναι η πραγματικότητα τραγική. Κάθε μέρα στην Ελλάδα εδώ και μερικές εβδομάδες πεθαίνει ένα μικρό χωριό. Πλέον έχουμε ως χώρα όλες τις θλιβερές πρωτιές που θα μπορούσαμε να έχουμε. Σε νεκρούς (πρώτη πλέον τις τελευταίες ημέρες σε αναλογία πληθυσμού και θανάτων ανάμεσα σε 160 χώρες) σε κρούσματα (ξεπεράσαμε πλέον και τα 50 χιλιάδες ημερησίως), σε ότι τέλος πάντων μπορεί να συνδεθεί με την πανδημία και τα αποτελέσματά της.

Προφανώς και δεν είναι εύκολη η αντιμετώπισή της, προφανώς και πρόκειται για μία παγκόσμια συμφορά που μας διαλύει όλους, από την ψυχολογία και τις αγαπημένες συνήθειες μας, μέχρι την ίδια την ζωή μας, την οποία αφαιρεί τόσο άδικα. Κάπου όμως μπαίνει και μία γραμμή στη συμφορά, την πανδημία και τις συνέπειές της και αρχίζει το τι κάνεις και εσύ για να την περιορίσεις, να την σταματήσεις, να βάλεις ένα φρένο, να λιγοστέψεις όσο μπορείς τις απώλειες. Εδώ και μήνες λοιπόν το κράτος, η κυβέρνηση αυτού του τόπου, δεν κάνει απολύτως τίποτα. Αφήνει τα πράγματα να συμβαίνουν και παρακολουθεί τις τραγικές συνέπειες με μία αδιανόητη απάθεια. Επί μήνες το μόνο που κάνει αυτή η κυβέρνηση είναι να ανοιγοκλείνει τη μουσική στα μαγαζιά. Δεν είναι σχήμα λόγου, είναι η απόλυτη πραγματικότητα. Κάθε φορά που υποτίθεται ότι έρχονται μέτρα, αυτά επί της ουσίας είναι το εξής ένα. Αν θα παίζει ή όχι η μουσική στα μαγαζιά.

Το ότι δεν ασκείται πλέον σφοδρή κριτική σε αυτή την Κυβέρνηση είναι τεράστιο πρόβλημα. Με την… αγορασμένη σιωπή των μίντια, η κυβέρνηση δεν αντιμετωπίζει την κριτική που θα έπρεπε και θα της έκανε καλό και νομίζει ότι όλα βαίνουν καλώς. Όπως έλεγε και ο Γεωργιάδης, «τι πρόβλημα υπάρχει, όλα είναι τέλεια, εμένα ο κόσμος με συναντάει και μου ζητάει να βγούμε σέλφι…».

Η άσκηση κριτικής σε μία κυβέρνηση και στην εξουσία, είναι ο βασικότερος πυλώνας της δημοκρατίας. Εδώ την έχουμε καταργήσει, είτε γιατί έχει αγοραστεί η σιωπή, είτε γιατί αν την κάνεις θα πουν ότι είσαι με τους… άλλους. Γραμμένους (σόρυ για την έκφραση…) τους έχω και τους άλλους, αλλά αυτοί κρίθηκαν και πήγαν σπίτι τους. Με αυτούς που κυβερνούν τι θα γίνει…

Από πού να το πιάσεις και που να το αφήσεις, αυτό που συμβαίνει με την πανδημία και τον τρόπο που το χειρίζεται η κυβέρνηση. Μετά από δύο χρόνια μπορείτε να μου πείτε εσείς ένα μέτρο για τα μέσα μαζικής μεταφοράς που πάρθηκε, όταν παγκοσμίως θεωρείται ως μία από τις βασικές πηγές διάδοσης; Κανένα. Δεν έκαναν απολύτως τίποτα, δεν έκαναν κάτι κι’ ας ήταν και λάθος, το αφήσαν απλώς να συμβαίνει, όπως άφησαν και τον κόσμο σαν τις σαρδέλες μέσα στα λεωφορεία και το μετρό.

Μετά από δύο χρόνια μπορείτε να μου πείτε ένα μέτρο πρόληψης, κάτι που να άλλαξε στα σχολεία, τα οποία είναι επίσης μία τεράστια πηγή μετάδοσης της πανδημίας. Κανένα. Τα κλείσαμε για μήνες την πρώτη χρονιά και μετά τα ξανανοίξαμε με σελφ τεστ. Ούτε μικρότερες σε αριθμό παιδιών τάξης, ούτε περισσότερες αίθουσες, απολύτως τίποτα, εκτός από την οδηγία, χειμώνα καιρό, να είναι ανοιχτά όλα τα παράθυρα.

Πάρτε για παράδειγμα, τον χαμό που έγινε τα δύο τελευταία 24ωρα με τις συσκέψεις και τις κόντρα συσκέψεις των ειδικών και της κυβέρνησης για τα σχολεία και για το τι πρέπει να γίνει τώρα, μετά τις γιορτές και με τα κρούσματα να φτάνουν τις 50 χιλιάδες… Μετά από ένα σωρό σενάρια, καταλήξαμε στο να ανακοινωθούν τα νέα μέτρα για τα σχολεία με δόξα και τιμή. Με μία μικρή διαφορά, δεν υπάρχει κανένα νέο μέτρο. Μα απολύτως κανένα. Η μόνη διαφορά είναι ότι την πρώτη εβδομάδα που θα πάνε σχολείο τα παιδιά μας θα κάνουν τρία και όχι δύο σέλφ τεστ. Πως το λένε να δεις αυτό… Μας έκαναν τα δύο, τρία…

Μα σοβαρά τώρα, μαζεύτηκε όλη η κυβέρνηση και όλοι οι ειδικοί για να δουν τι θα κάνουν με τα σχολεία και κατέληξαν στο ότι δεν θα κάνουν τίποτα, γιατί όλα είναι καλά. Σοβαρά τώρα μέσα σε μία τάξη που έχει 29 παιδιά, θα έχουν νοσήσει τα 14 από covid και τα άλλα 15 θα πηγαίνουν σαν να μην συμβαίνει τίποτα γιατί δεν πιάσαμε το όριο του 50%... Και αυτό θα συμβαίνει τι στιγμή που ουρλιάζουν στα αυτιά μας για το πόσο εύκολα και γρήγορα μεταδίδεται η μετάλλαξη όμικρον. Δηλαδή πόσο ηλίθιο πρέπει να σε θεωρούν για να το κάνουν αυτό, ή πόσο ηλίθιοι πρέπει να είναι οι ίδιοι για να το αποφασίσουν αυτό.

Μήπως να συνεχίσω με τα νοσοκομεία και την κατάσταση που επικρατεί σε αυτά, ή με τους γιατρούς και τους νοσοκόμους που λιγοστεύουν αντί να αυξάνονται. Εντάξει βγήκαμε τις πρώτες εβδομάδες και τους χειροκροτήσαμε στα μπαλκόνια και μετά τι; Περιμένουμε πότε θα βγουν αυτοί στα δικά τους μπαλκόνια, να μας μουτζώσουν και να τα… παρατήσουν διότι δεν αντέχουν άλλο, μετά από δύο χρόνια. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου να το προσωποποιήσω, αλλά αλήθεια αυτό που έκανε αυτή η κυβέρνηση κατά την διάρκεια της πανδημίας ήταν να αλλάξει τον Υπουργό Υγείας. Και μάλιστα αυτόν που με βάση τα αποτελέσματα και τη δική της ρητορική πέτυχε. Να αλλάξει τον Κικίλια με τον Πλεύρη ως καλύτερη λύση και επιλογή. Τον Πλεύρη;

Αν εμείς οι πολίτες συνεχίσουμε να χαϊδεύουμε αυτιά, αν συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε την κατάσταση μοιρολατρικά και με στυλ «πανδημία είναι τι να κάνουμε θα πεθάνουν χιλιάδες…» ή με ατάκες του στυλ «φαντάσου να ήταν οι άλλοι…» σαν το ανέκδοτο με την απατημένη σύζυγο που στο τέλος λέει για την γκόμενα του άνδρα της «η δικιά μας είναι καλύτερη…», τότε θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας. Το να πεθαίνουν κάθε μέρα 70 άνθρωποι δεν είναι πλέον ένας θλιβερός αριθμός, είναι ο θάνατος που μας χτύπησε την πόρτα ή την πόρτα στο διπλανό μας, στο γνωστό μας, στο φίλο μας, στο συγγενή μας, στο δικό μας άνθρωπο…