Μας πρήξατε, μας συγκινήσατε αλλά...χαλάλι σας!

Δημήτρης Κωνσταντινίδης
Ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης υποδέχεται το νέο γήπεδο της ΑΕΚ με μια εξομολόγηση για τη διαδρομή που έκανε, ως συναισθηματικά αποστασιοποιημένος, από τη θεμελίωση μέχρι τα εγκαίνια, από τη “γραφικότητα” στην αποδοχή και τη συγκίνηση και βγάζει το καπέλο στον απλό φίλο της Ένωσης.

Στο μυαλό μου μια αθλητική εγκατάσταση είναι αυτό που λέμε “τέσσερις τοίχοι” και όλα τα μέσα κι έξω (της) που πρέπει να εξυπηρετούν απόλυτα τον ρόλο της, όσον αφορά τη χρηστικότητα και την κάλυψη των σύγχρονων αναγκών άθλησης (ασφάλεια, καλό αγωνιστικό χώρο, αποδυτήρια, τουαλέτες) ανάλογα με το επίπεδο της διοργάνωσης που καλείται να φιλοξενήσει και να υποστηρίξει. Όλα αυτά στην Ελλάδα καλύπτονται επαρκώς από τη μειοψηφία και όχι την πλειοψηφία των εγκαταστάσεων που λειτουργούν με ευθύνη κράτους, δήμων ή ιδιωτών. Με την τελευταία κατηγορία να προσφέρει καλύτερο “σέρβις” από αυτό που οφείλουν να παρέχουν οι δύο πρώτες.

Στη ζωή μου δεν έχω δεθεί σε...αυτοκτονικό βαθμό με ντουβάρια και τσιμέντα γενικά. Έχω αγαπήσει σπίτια που πέρασα όμορφα, σκέφτομαι με όμορφη μελαγχολία τα ανοιχτά στα Πατήσια που έδωσα υπέροχες ομηρικές μπασκετικές μάχες, τις αλάνες όσο υπήρχαν ακόμα εκεί που βάζαμε πέτρες για δοκάρια, το κλειστό του Σπόρτιγκ με την υπέροχη μυρωδιά στεγασμένου γηπέδου (που τότε δεν ήταν δεδομένο), αλλά και τη αντίστοιχη μυρωδιά του κουρεμένου χορταριού στη Ριζούπολη όταν έμπαινα -πιτσιρικάς- στο ημίχρονο για να δω αγώνα του Απόλλωνα γιατί μέχρι εκεί μπορούσα να πάω, κοντά στο σπίτι.

Όλα αυτά φέρνουν ωραίες αναμνήσεις, αλλά τίποτα δεν μου έφερε ποτέ δάκρυα στα μάτια ή μου έδωσε μαχαιριά στην καρδιά. Και κάτι ακόμα...

Οι παλιές εγκαταστάσεις, αυτές που βρέθηκαν ανάμεσα στα ξερά γήπεδα με τις ξύλινες (όπου υπήρχαν) κερκίδες και στα τωρινά (όσα υπάρχουν) του επιπέδου...lux, αυτές οι πρώτες με τσιμέντο που άρχισε με τον καιρό να τρίβεται, κράτησαν μέσα τους τη σύνδεση δύο εποχών γιατί ανεγέρθηκαν και σε μια διαφορετική Ελλάδα από τη σημερινή. Τέτοιο ήταν και το γήπεδο της ΑΕΚ που κατεδαφίστηκε το 2003 και τη θέση του έρχεται να πάρει η OPAP Arena. Σαν ένα διαφορετικό στα μάτια μου γήπεδο και όχι σαν συνέχεια του “Νίκος Γκούμας”. Όπως συνέβη και με το “Γ. Καραϊσκάκης”, όπως συνέβη, για να φύγω και από την Ελλάδα π.χ. με το “Ντραγκάο” το οποίο έζησα και στην παλιά του και στη νέα μορφή, άρα μπορώ να το πω.

Οι κερκίδες “ψυχή” του προηγούμενου γηπέδου φιλοξένησαν άλλους ανθρώπους, με άλλες παραστάσεις, άλλη θεώρηση ζωής σε άλλες εποχές. Η ψυχή των γηπέδων που κατεδαφίστηκαν, ειδικά αυτών που άργησαν να χτιστούν ξανά στον ίδιο χώρο αναχώρησε μαζί με τα τσιμέντα που φόρτωσαν οι μπουλντόζες στα φορτηγά. Τα νέα ντουβάρια καλούνται να καθορίσουν τη νέα ψυχή τους. Έτσι το είχα πάντα στο μυαλό μου. Εδώ όμως είναι που έρχονται οι φίλοι μου οι ΑΕΚτζήδες να κάνουν κάτι που εξελίσσεται διαφορετικά και ομολογώ ότι μου κάνει να τους βγάλω το καπέλο.

Να διευκρινίσω ότι το “φίλοι μου” είναι απόλυτα ειλικρινές γιατί έχω στενούς, αγαπημένους, πιστούς φίλους (σχεδόν συγγενείς) στους οποίος έχω κάνει άπειρη πλάκα για τα αεκτζίδικα κολλήματα τους και με την (στα μάτια μου) υπερβολή που αντιμετωπίζουν, πολλές φορές, τα πράγματα. Και κάπως έτσι ξεκίνησε και εξελίχθηκε και η ιστορία του νέου γηπέδου.

Με εμένα να είμαι έξω από αυτή την υπόθεση, συναισθηματικά, να ξεκινάω από το “πως κάνετε έτσι ρε σεις με μπουλντόζες και χώματα”;, να περνάω στο “και άλλοι χτίσανε αλλά δεν έκαναν έτσι” να φτάνω πολλές φορές -εσχάτως- στο όριο του “μου πρήξατε τα συκώτια, άντε να γίνουν τα εγκαίνια να ησυχάσουμε” όπως υποθέτω και πολλοί από αυτούς τους εκτός ΑΕΚ που βίωσαν αυτά τα χρόνια τη διαδρομή, από τη θεμελίωση μέχρι τα εγκαίνια. Και κάπου εδώ λίγο πριν από τη μεγάλη στιγμή, διαπιστώνω ότι και εγώ αλλά και πολλοί άλλοι ουδέτεροι δίπλα μου και γύρω μου, όχι απλά ψήθηκαν αλλά έφτασαν και να συγκινηθούν. Αν αυτό σας φαίνεται υπερβολικό, δεν σας αδικώ, αλλά αυτή η μυστήρια...φυλή το κατάφερε και αυτό.

Όλα αυτά τα post στα social media για αυτούς που δεν κατάφεραν να είναι στην ημέρα των εγκαινίων, που δεν θα είναι στο νέο σπίτι της ΑΕΚ, όλο αυτό το βάφτισμα του τσιμέντου και των τούβλων σε κάτι ιερό, που μέχρι κάποια στιγμή το χαρακτήριζα, “γραφικό” μεταλλάχθηκε σε κάτι διαφορετικό. Στη μεταφορά με κάποιο τρόπο της ψυχής του παλιού γηπέδου, της παλιάς εποχής στο καινούργιο. Και αυτό οφείλεις και να το παραδεχθείς και να το αποδεχθείς και να το χειροκροτήσεις.

Δεν θα μπω εδώ στην κουβέντα για τις τιμές των εισιτηρίων, για τα λεφτά της περιφέρειας, για το αν τελικά (ΟΛΑ) τα ελληνικά γήπεδα, όσο σύγχρονα και να είναι, δεν θα είναι ποτέ “ναοί”. Δεν με ενδιαφέρουν όλα αυτά και -επίσης- θεωρώ ότι είναι και έντιμο και όμορφο να χαίρεσαι με τη χαρά του άλλου. Να εισπράττεις τη θετική ενέργεια και να πιστεύεις ότι όλο αυτό σε κάτι καλύτερο θα βγάλει. Ακόμα και να δεν το ασπάζεσαι πραγματικά (σε αυτή την κοινωνία που ζούμε) τέτοια γεγονότα, να είναι ευκαιρία για γιορτή και αισιοδοξία.

Κάπως έτσι κατάφεραν οι φίλοι μου να με αγκαλιάσουν με αυτή τη μελούρα τους και να χαμογελάσω μαζί τους. Μπορεί να έχω γίνει και εγώ γραφικός στα μάτια σας, αλλά μετά από τόσα χρόνια σε αυτή τη δουλειά, πιστεύετε ότι με απασχολεί πραγματικά; Καλορίζικο λοιπόν για όσους θα είστε και δεν θα είστε εκεί. Ας ξαναπλακωθείτε όλοι με όλους από Σάββατο πάλι.