Την Τρίτη θα μας δείξει αν ξέρει τον δρόμο ή είναι χαμένος

Βασίλης Σαμπράκος
Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για την απροετοίμαστη ομάδα που παρουσίασε ο Αγγελος Αναστασιάδης απέναντι στην Ιταλία, και για το ματς – με την Αρμενία – που θα δείξει στην Ελλάδα αν ο δρόμος που έχει πάρει μπορεί να την οδηγήσει στο Euro 2020.

Βρίσκω πολύ μεγαλύτερο νόημα σε μια συζήτηση για όσα συνέβησαν το βράδυ του Σαββάτου στο ΟΑΚΑ έξω από το τερέν και όχι εντός, αλλά αυτό θα είναι το θέμα του επόμενου σημειώματός μου, το οποίο μάλιστα θα είναι εμπλουτισμένο από εικόνα προκειμένου να γίνω ακόμα καλύτερα κατανοητός και να συνοδεύσω με την εικόνα και τον ήχο τις σκέψεις μου.

Συνεπώς την αρχή αυτού του νέου κύκλου συζητήσεων σχετικά με την Εθνική Ομάδα θα την κάνω από τα όσα είδαμε εντός του τερέν.

Η θέση μου στο ΟΑΚΑ ήταν περίπου στην ευθεία των ποδοσφαιριστών της μεσαίας και της αμυντικής γραμμής της Ελλάδας στο α' ημίχρονο του αγώνα με την Ιταλία. Στα μάτια μου ειδικά οι τρεις του κέντρου και οι δύο πλάγιοι μπακ έμοιαζαν με μέλη ενός χορευτικού συγκροτήματος που επιχειρεί μια πρόβα πριν από μεγάλη παράσταση με τον εκνευρισμό που δημιουργεί η ανασφάλεια σχετικά με το πόσο καλά νιώθουν ότι ξέρουν την χορογραφία. Εμοιαζαν να ψάχνουν διαρκώς τα σημάδια τους στο έδαφος, προκειμένου να στέκονται σωστά στον χώρο, και να αγχώνονται για τις αποστάσεις από τον διπλανό ή τον συμπαίκτη που αγωνίζεται εμπρός ή πίσω. Στα μάτια μου όλο αυτό που εξελισσόταν στο πρώτο 15'λεπτο, κατά του οποίου τη διάρκεια η Ελλάδα δεν μπορούσε να κρατήσει τη μπάλα στα πόδια της, έδειχνε απολύτως φυσιολογικό. Τόσοι πολλοί σε διαφορετικές θέσεις και διαφορετικούς ρόλους, μια ομάδα της πρώτης φοράς, απέναντι σε μια εθνική που έχει ήδη ωριμάσει παρ' όλο που δουλεύει μόλις ένα πεντάμηνο παραπάνω με αυτόν τον προπονητή συγκριτικά με την Ελλάδα. Πώς να βρεθεί ηρεμία, συγκέντρωση, πνευματική δύναμη, ένταση και – ειδικά αυτός – ρυθμός με ποδοσφαιριστές που ψάχνονται; Πώς να ελέγξει τον ρυθμό ενός παιχνιδιού μια ομάδα της οποίας η ακρίβεια στις μεταβιβάσεις ήταν, στο πρώτο 25'λεπτο, χαμηλότερη του 70%, την ώρα που οι αντίπαλοι δεν έπεφταν κάτω από το 85%;

Στη θεωρία το πλάνο του Αγγελου Αναστασιάδη είχε ρεαλισμό, παρ' όλο που η αμφιβολία για την αποτελεσματικότητα του αγωνιστικού σχεδίου ήταν παραπάνω από μεγάλη λόγω των επιλογών για τη μεσαία γραμμή: απέναντι σε μια γραμμή που απαρτίζεται από τους Βεράτι – Ζορζίνιο – Μπαρέλα, η Ελλάδα δεν είχε σκληράδα, ούτε πιεστικούς ποδοσφαιριστές για τον αντίπαλο κάτοχο της μπάλας, ούτε γκάζια. Το μεγαλύτερο πρόβλημα της Εθνικής όμως δεν ήταν η μεσαία της γραμμή. Ηταν η ανασφάλεια μιας ομάδας που μπήκε στο τερέν γεμάτη αμφιβολίες σχετικά με την ετοιμότητά της να εκτελέσει το πλάνο της. Η ανασφάλεια μιας απροετοίμαστης ομάδας, της οποίας τα μέλη αμφέβαλαν ότι μπορούν στην πράξη να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στους ρόλους που τους ανατέθηκαν στη θεωρία. Με αυτό τον εκνευρισμό, η Εθνική δεν βρήκε ποτέ το μυαλό της. Και η Ιταλία προτού ψάξει να κάνει τη διαφορά μέσα από την ατομική ποιότητα είχε ήδη βρεθεί στο 0-3 επειδή απλώς εκμεταλλεύτηκε τα κενά, αυτά τα μέτρα γης που έμειναν ακάλυπτα στο δεξί άκρο της ελληνικής άμυνας σε όλες τις καταστάσεις παιχνιδιού: σε πλάγιο άουτ, σε κόντρα επίθεση μετά από μια αδικαιολόγητη απώλεια κατοχής της μπάλας, σε εκτέλεση κόρνερ.

Μετά από 33' λεπτά παιχνιδιού, η Ιταλία είχε βρει τρία γκολ σε πέντε τελικές ενέργειες, δίχως ποτέ να αγχωθεί, να απειληθεί από την Ελλάδα, η οποία είχε φτιάξει όλες κι όλες τρεις επιθέσεις με μια τελική ενέργεια.

Αν έχεις διαβάσει το "Εξηγώντας το θαύμα" και το βρήκες ωφέλιμο, βοήθησε με την ψήφο σου τη διάδοσή του!

Η ιστορία της Εθνικής Ομάδας των τελευταίων 20 ετών είναι γεμάτη από παραδείγματα που τεκμηριώνουν το αξίωμα ότι κάθε φορά που η ομάδα βγαίνει από το μοτίβο της, αλλάζει την ταυτότητα και τον σχηματισμό της ή τις θέσεις των ποδοσφαιριστών της παθαίνει μεγάλες ζημιές λόγω κυρίως της ανασφάλειας των παικτών που έχουν βγει από την ρουτίνα τους. Είναι επίσης γεμάτη από παραδείγματα που λειτουργούν ως αποδεικτικά στοιχεία της ανάγκης να διατηρείται στον μέγιστο βαθμό ο βασικός κορμός μιας ενδεκάδας ως η μόνη επιλογή που προσδίδει στην Ομάδα μια σχετική ομοιογένεια, η οποία έρχεται ως αποτέλεσμα της καλής επικοινωνίας μεταξύ ποδοσφαιριστών που έχουν μεγάλο χρόνο συνεργασίας στα πόδια τους. Προφανώς όλα αυτά τα γνωρίζει και τα έχει μελετήσει καλύτερα από όλους μας ένας προπονητής που λειτουργεί στην προπονητική εδώ και περίπου 30 χρόνια και έχει στην πλάτη του την εμπειρία μιας επταετίας σε εθνικό πάγκο. Για κάποιους λόγους, που δεν γνωρίζουμε, όλα τα παραπάνω τα άφησε στην άκρη κάθε φορά που ετοίμασε την Εθνική Ελλάδας για παιχνίδι. Τώρα, που φτάνουμε στον πρώτο τελικό, με την Αρμενία, ο καιρός θα μας δείξει αν ο Αναστασιάδης ήξερε τι έκανε. Η νίκη επί της Αρμενίας δίνει χρόνο μέχρι τον επόμενο τελικό της 5ης Σεπτεμβρίου στη Φινλανδία. Η ιστορία του Αναστασιάδη ως ομοσπονδιακού δεν περιέχει αποδείξεις που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό ότι ξέρει τον δρόμο προς την τελική φάση ενός Euro. Ούτε οι προηγούμενοι που πήγαν με την Ελλάδα σε τελικές φάσεις όμως τον γνώριζαν τον δρόμο εκ των προτέρων. Τον βρήκαν. Βρήκαν στον δρόμο την συνταγή, όπως αποδεικνύει η ιστορία της περιόδου 2001- 2014. Μέχρι εδώ ο Αναστασιάδης δείχνει χαμένος. Την Τρίτη θα πάρουμε μια πρώτη ένδειξη που θα απαντά αν όντως είναι χαμένος ή αν εκείνος βλέπει αυτό που οι υπόλοιποι, οι πολλοί, δεν έχουμε δει ακόμη. Για να τα καταφέρει η Εθνική θα πρέπει ο προπονητής να πείθει τους παίκτες ότι ξέρει τον δρόμο. Και οι ποδοσφαιριστές πείθονται μόνο με τα αποτελέσματα, όπως άκουσα πάρα πολλές φορές από τον Οτο Ρεχάγκελ και τον Φερνάντο Σάντος.