Ο «λευκός» γάμος και τα ήθη μιας εποχής… (pics & vid)

Gazzetta team
Ο «λευκός» γάμος και τα ήθη μιας εποχής… (pics & vid)
Ο θεσμός του «λευκού» γάμου στον ελληνικό κινηματογράφο, με την ευγενική χορηγία των ζυμαρικών Μάκβελ

Ο ελληνικός κινηματογράφος της χρυσής εποχής 1950 - 1970, παρά το γεγονός ότι αποτύπωνε τη συντηρητική πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας, δεν απέφευγε να θίξει ακόμα και δύσκολα θέματα. Ένα από αυτά ήταν και ο «λευκός γάμος, ο εικονικός δηλαδή γάμος, από τον οποίο απουσιάζουν η συναισθηματική έλξη και η ερωτική προσέγγιση του ζευγαριού. Ένας τύπος γάμου που γίνονταν για λόγους συμφέροντος, όπως π.χ. για μια κληρονομιά ή για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.

«Λευκός» γάμος… για το υπουργιλίκι…

Μία από τις χαρακτηριστικές ταινίες που ανέδειξαν τον «λευκό» γάμο ήταν και η ταινία «Τζένη-Τζένη», η οποία γυρίστηκε από την Finos Films το 1965, με πρωταγωνιστές την Τζένη Καρέζη και τον Ανδρέα Μπάρκουλη. Η υπόθεση όπως την αναφέρει η Finos Films είναι η εξής: Η φοιτήτρια φιλολογίας Τζένη Σκούταρη (Τζένη Καρέζη), κόρη του τοπικού κομματάρχη Κοσμά Σκούταρη (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος), επισκέπτεται συχνά την ιδιωτική βιβλιοθήκη του εφοπλιστή Μίλτου Κασσανδρή (Λάμπρος Κωνσταντάρας), πολιτικού αντιπάλου του πατέρα της. Ο Κασσανδρής προετοιμάζει τον ανιψιό του – και παιδικό φίλο της Τζένης – Νίκο Μαντά (Ανδρέας Μπάρκουλης), για υποψήφιο βουλευτή στις προσεχείς εκλογές. Ο συνυποψήφιός του Γκόρτσος, έχει προβάδισμα, ενώ υποστηρίζεται από τον Σκούταρη, ο οποίος αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα. Έτσι, ο Κασσανδρής αποφασίζει να υποχρεώσει την Τζένη να παντρευτεί με «λευκό» γάμο τον ανιψιό του, ενώ παράλληλα ξελασπώνει οικονομικά τον πατέρα της, προκειμένου να εξασφαλίσει την εκλογή του ανιψιού του. Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο, ο «λευκός» γάμος δεν θα παραμείνει λευκός, αφού οι δύο νέοι τελικά ερωτεύονται στα αλήθεια και παραμένουν παντρεμένοι. Η σκηνοθεσία της ταινίας ήταν του Ντίνου Δημόπουλου και το σενάριο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Η ταινία αποτελεί την πρώτη έγχρωμη ταινία της Τζένης Καρέζη, που σημειώνει την μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στην καριέρα της, ενώ σε αυτή εμφανίζεται για πρώτη φορά και η Νόρα Βαλσάμη. Όπως λέει η Finos Film, «ο Φιλοποίμην Φίνος ήθελε αρχικά να δοκιμάσει την Βαλσάμη για να δει πώς “γράφει” στο πανί. Για το λόγο αυτό, της δόθηκε ο ρόλος της τραγουδίστριας σε νυχτερινό κέντρο, με τη φωνή της ντουμπλαρισμένη από την μεγάλη τραγουδίστρια Καίτη Χωματά». Τα εξωτερικά γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στις Σπέτσες.

Για λόγους… κληρονομιάς

Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1963, ο «λευκός» γάμος εμφανίζεται μέσα από την ταινία «Κάτι να καίει», την οποία σκηνοθέτησε ο Γιάννης Δαλιανίδης και ήταν η πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία γυρισμένη με το σύστημα σινεμασκόπ. Μάλιστα, στην πρώτη της προβολή κατέρριψε το ρεκόρ εισιτηρίων που κρατούσε από το 1950, η ταινία του Γιώργου Τζαβέλλα, «Ο Μεθύστακας». Στην ταινία «Κάτι να καίει» πρωταγωνιστές του «λευκού» γάμου ήταν η Ρένα Βλαχοπούλου και ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Η Βλαχοπούλου υποδύεται την Σοφία, παιδική φίλη του Ντίνου, τον οποίο αναζητά στη Θεσσαλονίκη για να του προτείνει να την παντρευτεί με «λευκό» γάμο ώστε να εισπράξει η ίδια την κληρονομιά του θείου της. Το σενάριο αναδεικνύει ξεκάθαρα όλη την παραδοξολογία πίσω από τον «θεσμό» αυτό, ωστόσο ο «λευκός» αυτός γάμος δεν τελείται, αφού εκ των υστέρων γίνεται γνωστό ότι ο θείος της Σοφίας άλλαξε τελικά την συγκεκριμένη διαθήκη με μεταγενέστερη, η οποία δεν είχε την παραπάνω προϋπόθεση.

Η ταινία «Κάτι να Καίει» αποτέλεσε το κινηματογραφικό ντεμπούτο της Έλενας Ναθαναήλ, η οποία ήταν μόλις 16 χρονών. Η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα, ενώ η Ρένα Βλαχοπούλου ερμηνεύει μεγάλες επιτυχίες όπως τα τραγούδια «Γλυκιά ζωή», «Ο δρόμος είναι δύσκολος», «Όπου κι αν πάω», «Άνοιξε, άνοιξε». Τα τραγούδια, αλλά και η εξαιρετική ερμηνεία τους από την Βλαχοπούλου, της ανοίγουν το δρόμο ώστε να πρωταγωνιστήσει σε περισσότερες ελληνικές ταινίες, οι οποίες μάλιστα συναγωνίζονταν σε εμπορικότητα εκείνες της Αλίκης Βουγιουκλάκη και της Ζωής Λάσκαρη, μέχρι το 1972. Απολαυστικές οι ερμηνείες του Ντίνου Ηλιόπουλου, αλλά και του Κώστα Βουτσά, ο οποίος ως μέλος του μουσικού συγκροτήματος «Πέντε Σαλόνικα», καθιέρωσε την θρυλική μουσική ατάκα «φσιτ....μπόινγκ»…

«Λευκός» γάμος… για τη Βασούλα και τον ιππότη της…

Ένας ακόμα «λευκός» γάμος εξ ανάγκης προέκυψε για τις ανάγκες της ταινίας «Ένας ιππότης για τη Βασούλα», η οποία γυρίστηκε το 1968 και ήταν η τελευταία που γύρισε η Τζένη Καρέζη με την Finos Film. Μαζί της πρωταγωνιστούσε ο Φαίδων Γεωργίτσης, καταξιωμένος ήδη εκείνη την εποχή ηθοποιός, με σημαντικές ταινίες στο ενεργητικό του. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο θεατρικό έργο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη και η υπόθεσή της θέλει τη Βασούλα (Τζένη Καρέζη) να είναι μια φτωχή κοπέλα που εργάζεται ως γραμματέας, συνοδός, αλλά και αναγνώστρια μιας ιδιότροπης ηλικιωμένης κυρίας, της κυρίας Κλειούς (Μαρία Φωκά). Η τελευταία λατρεύει τα ιπποτικά μυθιστορήματα και ζει απομονωμένη στη βίλα της, μαζί με τον πιστό της υπηρέτη, τον Αριστείδη (Χρόνης Εξαρχάκος). Κάποια μέρα που η κυρία Κλειώ απουσιάζει, η Βασούλα δέχεται την επίσκεψη ενός ζευγαριού, της Πόπης (Μαρία Μπονέλου) και του Μήτσου Μπεζεσθαίνη (Φαίδων Γεωργίτσης), οι οποίοι της ζητούν να τους φιλοξενήσει. Η ξαφνική επιστροφή της κυρίας Κλειούς προκαλεί μεγάλη αναστάτωση και αναγκάζει τη Βασούλα να συστήσει τον Μήτσο σαν άντρα της, ο οποίος δήθεν είναι ναυτικός και λείπει συχνά. Όταν η κυρία Κλειώ πεθαίνει και αφήνει την περιουσία της στη Βασούλα, στη διαθήκη της την αποκαλεί «σύζυγο Δημητρίου Μπεζεσθαίνη». Τώρα λοιπόν αρχίζουν τα προβλήματα, τα οποία δεν λύνονται παρά μόνο όταν η Βασούλα παντρευτεί με «λευκό» γάμο τον Μήτσο, ο οποίος στο μεταξύ έχει χωρίσει με την Πόπη. Τη διασκευή του σεναρίου έκανε ο Γιάννης Δαλιανίδης, ο οποίος παράλληλα σκηνοθέτησε και την ταινία, ενώ και εδώ η μουσική ήταν του Μίμη Πλέσσα.

Σάντα Τσικίτα… «Λευκή», για λόγους ιθαγένειας

Ο «λευκός» γάμος ωστόσο γίνονταν και για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας. Αυτή η εκδοχή αποτυπώνεται μέσα από την ταινία «Σάντα Τσικίτα» του 1953, στην οποία πρωταγωνιστούσαν ο Βασίλης Λογοθετίδης και η Ίλια Λιβυκού. Η υπόθεση ήταν η εξής: Ένας φτωχός αλλά δουλευταράς υπάλληλος, ο Φώτης, είναι αρραβωνιασμένος με τη Μαίρη, αλλά δεν μπορούν να παντρευτούν ελλείψει χρημάτων. Από τη μια η πίεση των αδελφών της Μαίρης να παντρευτούν γρήγορα για να μην την δώσουν σε άλλον και από την άλλη το γράμμα που έρχεται από το χωριό του Φώτη και του λέει ότι η μητέρα του είναι άρρωστη και χρειάζεται εγχείρηση, τον κάνουν "να τρέχει και να μη φτάνει". Θα απευθυνθεί παντού για χρήματα, αλλά κανείς δε θα έχει. Ώσπου ένας ξάδελφός του που έχει καμπαρέ, του προτείνει να κάνει «λευκό» γάμο, έναντι χρημάτων, με μια τραγουδίστρια, τη Τσικίτα Λόπεζ, η οποία κινδυνεύει να απελαθεί. Ο Φώτης δέχεται. Η απόφαση του Φώτη ωστόσο δημιουργεί τριβές στη σχέση του με τη Μαίρη, αλλά ταυτόχρονα γεννάει μια σειρά από κωμικές καταστάσεις, οι οποίες όμως στο βάθος τους προκαλούν προβληματισμό και θλίψη. Το τέλος της ιστορίας είναι καλό, αφού η αποχώρηση της Τσικίτα στο εξωτερικό και η ανάρρωση της μητέρας του, άνευ εγχείρησης, του επιτρέπουν να κρατήσει τα λεφτά που έβγαλε, από τον «λευκό» γάμο και να ζήσει όμορφα τη ζωή του με τη Μαίρη. Η «Σάντα Τσικίτα» αποτελεί μια ιδιαίτερα ατμοσφαιρική ταινία, που καταφέρνει να αναδείξει εξαιρετικά ρεαλιστικά τα ήθη και τα κοινωνικά στερεότυπα της μεταπολεμικής Ελλάδας. Οι εικόνες από τα γραφεία και τα κέντρα διασκέδασης της εποχής αναδεικνύουν με νοσταλγικότητα την καθημερινότητα των Ελλήνων, μέσα σε μια κοινωνία που περνούσε δύσκολα. Η σκηνοθεσία ήταν του Αλέκου Σακελλάριου και η μουσική επιμέλεια του Μιχάλη Σουγιούλ. Η «Σάντα Τσικίτα» ήταν διασκευή της θεατρικής κωμωδίας των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου «Ο Φώτης Φαγκρής και η Τσικίτα Λοπέζ» και τα γυρίσματά της γίνονταν παράλληλα με τα γυρίσματα της ταινίας «Δεσποινίς ετών 39», στα ίδια στούντιο, στην Αίγυπτο. Η διάρκεια των γυρισμάτων και των δύο ταινιών διήρκησε μόλις τρεις εβδομάδες, για λόγους οικονομίας. Η «Σάντα Τσικίτα» διασκευάστηκε το 1964 από την "Καραγιάννης - Καρατζόπουλος Α.Ε.", σε σκηνοθεσία Κ. Καραγιάννη, με τον τίτλο "Ο Παράς κι ο Φουκαράς". Το ρόλο του Φώτη (στη διασκευή χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικά ονόματα) τον υποδύθηκε ο Κώστας Χατζηχρήστος και το ρόλο της Σάντα Τσικίτα η Μάρθα Καραγιάννη.

Ζυμαρικά Μάκβελ, 81 χρόνια ιστορίας, 8 δεκαετίες γεύσης και καινοτομίας!