Και ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει εδώ!

Αλέξης Σπυρόπουλος
Η κορυφαία δημοσιογραφική ομάδα του αθλητικού internet γίνεται πανίσχυρη! Και ο Αλέξης Σπυρόπουλος γράφει από σήμερα στο gazzetta. Και στο πρώτο άρθρο του καταπιάνεται με το Μπάρτσα-Ρεάλ που έζησε διά ζώσης...

Αν αυτό το clasico ενέπιπτε σε δικαιοδοσία UEFA, δηλαδή Μπαρτσελόνα-Ρεάλ έπαιζαν Τσάμπιονς Λιγκ αντί Πριμέρα, για τους δύσκαμπτους politically correct γραφειοκράτες της Νιόν θα ήταν ο τέλειος οργανωτικός εφιάλτης. Επτά εβδομάδες πριν τις τοπικές εκλογές στην Καταλούνια…

Κρίνοντας απ’ το πώς αντιμετώπισαν, με ηλίθιες απειλές και καταστολή, τη θάλασσα των ελληνικών σημαιών στα ματς του ΑΠΟΕΛ, εδώ η απαγόρευση των συμβόλων έκφρασης του καταλανισμού θα οδηγούσε στη βέβαιη έκρηξη. Με τα ζόρια τους ήταν απολύτως ικανοί να ματοκυλήσουν, στην κυριολεξία, την πόλη.

Οι Καταλανοί αποδείχθηκαν πολύ πιο έξυπνοι, στη διαχείριση του πλήθους και των συναισθημάτων του. Πράγματι το clasico της Κυριακής, μια παράσταση πρόσφορη όσο καμία άλλη (αφού απευθυνόταν σε 400 εκατομμύρια τηλεθεατές), χρησιμοποιήθηκε. Για να προπαγανδιστούν, όσα επιθυμούσαν οι άνθρωποι να προπαγανδίσουν. Και λοιπόν;

Εγινε, κανείς δεν έπαθε κάτι, εκτονώθηκε, ξημέρωσε το επόμενο πρωινό, όλα νορμάλ. Οι αρχές είχαν προκηρύξει δύο πράγματα. Ούτε μηδενικές ανοχές ούτε αστυνομοκρατία. Προκήρυξαν, ένα, πλήρη ελευθερία έκφρασης. Δύο, έκφραση με ειρηνικό τρόπο. Τελεία. Θέλεις να τσιτώσεις και να γιγαντώσεις κάτι; Βγάλ’ το εκτός νόμου. Θέλεις να το χαλαρώσεις; Επίτρεψέ το. Εάν, δε, το αγκαλιάσεις κιόλας, το κοντρολάρεις ακόμη πιο άνετα. Η Μπαρτσελόνα, δια του μωσαϊκού, το αγκάλιασε.

Εκείνοι που έβγαλαν απ’ τη ντουλάπα και κρέμασαν στο μπαλκόνι ή πήραν μαζί τους στο γήπεδο τις senyeras και τις esteladas, δεν ήταν εν δυνάμει τρομοκράτες, βομβιστές, μπαχαλάκηδες, γνωστοί-άγνωστοι, κουκουλοφόροι. Δεν έδειξαν, στην ευκαιρία να έχουν τη Ρεάλ στο σπίτι τους, μίσος προς τη Μαδρίτη και ό,τι αυτή σημαίνει.

Είναι πολίτες της απέναντι πόρτας στην πολυκατοικία. Όπως ένας τύπος που είχα δει πέρυσι στο Ποζίλιπο, με τι-σερτ που έγραφε «δεν είμαι Ευρωπαίος, δεν είμαι Ιταλιάνος, είμαι μόνο Ναπολιτάνος». Δικαίωμά του. Να το αισθάνεται, να το γράφει, να το δείχνει. Το δικαίωμά του δεν τον κάνει, αυτομάτως, επικίνδυνο.

Ντύθηκαν βέροι Καταλανοί λοιπόν, έφτιαξαν τα πλακάτ, συγχρονίστηκαν και παρουσίασαν το μωσαϊκό τους, δεν τους εμπόδισε κανείς και σε τίποτα. Στο δε 17’14’’ του ματς, άρχισαν να φωνάζουν επαναλαμβανόμενα, για 40-50 δευτερόλεπτα, τη λέξη Ανεξαρτησία. Το 17’14’’, απ’ το 1714 που ιστορικά θεωρείται το σημείο εκκίνησης του πολιτικού-πολιτισμικού αγώνα για την καταλανική αυτονομία. Αυτό ήταν όλο. Ηδη τότε άλλωστε, στο δέκατο όγδοο λεπτό, ο λόγος είχε περάσει στο κυρίως αντικείμενο της βραδυάς. Στο ποδόσφαιρο. Και τέτοιο έργο έχει τη δύναμη να σαρώνει ο,τιδήποτε δευτερεύον γύρω-γύρω. Θυμάμαι μια φορά στη Λυρική, ο Λουκάς Καρυτινός διηύθυνε Μποέμ. Οι μουσικοί έκαναν δεκάλεπτη στάση, δεν έπαιζαν, διαμαρτυρόμενοι για τα εργασιακά τους. Το κοινό κάτω, άλλοι δυσφορούσαν άλλοι ενεθάρρυναν. Ωσπου το δεκάλεπτο παρήλθε, ο (…διαβόητος, παρεμπιπτόντως, Πανιώνιος) Καρυτινός έδωσε με τη μπαγκέτα το σύνθημα ν’ ακουστεί η πρώτη νότα, μονομιάς όλα ξεχάστηκαν. «Ο Πουτσίνι έλυσε το θέμα δραστικά» ψιθύρισε ο διπλανός μου.

Η δύναμη του έργου. Είτε είναι όπερα είτε ποδόσφαιρο.