Ας κάνει κάτι που δεν έκανε (σχεδόν) ποτέ

Βασίλης Βλαχόπουλος
Ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για την έφηβους Πρωταθλητές του Άρη και την υποχρέωση της ΚΑΕ να μην «κάψει» αυτή τη φουρνιά…

Η κατάκτηση τίτλου σε εφηβικό Πρωτάθλημα δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια μορφή δικαίωσης μιας χούφτας αθλητών και των προπονητών τους. Η μετουσίωση της προσπάθειας (τουλάχιστον) ενός χρόνου η οποία συμβάλλει στην απόκτηση αυτοπεποίθησης, εικόνων αλλά και στο χτίσιμο χαρακτήρα. Καμία σχετική κατάκτηση δεν καθόρισε το μέλλον μιας επαγγελματικής ομάδας, απλά έδειξε (ως ένα βαθμό) τη λάμψη του θησαυρού.

Το ουσιαστικό όφελος μιας ομάδας εξαρτάται από τον αριθμό των παικτών που θα προωθηθούν και θα παίξουν στην αντίστοιχη επαγγελματική. Γιατί, σε μια χώρα με κουλτούρα και γνώση, τα παιδικά και εφηβικά τμήματα είναι το… χωράφι από το οποίο περιμένει ένας επαγγελματικός οργανισμός να πάρει καρπούς, πάνω στους οποίους θα στηριχθεί στο μέλλον. Στην περίπτωση του Άρη, η αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν θα καταδείξει την ύπαρξη καρπών αλλά και την απουσία πνευματικής διαύγειας, γνώσης και υπομονής για την επένδυση σ’ αυτούς. Άπαντες κρύβονταν πίσω από τον ίδιο μανδύα των ψευδαισθήσεων και της καταδίωξης μιας πρόσκαιρης επιτυχίας με συνέπεια (και) την κακοδιαχείριση.

Όπως τότε, έτσι και τώρα, η επιτυχία επιβεβαιώνει ότι οι προπονητές, σ’ αυτές τις ομάδες κάνουν καλά τη δουλειά τους, αλλά αυτή πήγαινε στράφι γιατί η πραγματική ανταμοιβή για έναν προπονητή είναι να βλέπει ένα βλαστάρι να εξελίσσεται και να πρωταγωνιστεί. Σ’ αυτές τις ηλικίες, ο προπονητής νιώθει περισσότερο σαν πατέρας, ειδικά στα τελευταία χρόνια όπου ο κίνδυνος να μπει ένας νεαρός σε λάθος (μπασκετικά) μονοπάτι είναι ακόμη μεγαλύτερος. Γιατί η εγχώρια αγορά έχει εστιάσει στους νεαρούς παίκτες σε σημείο να έχουν εκπρόσωπο από 13-14 ετών, με συνέπεια την αλλοίωση αξιών. Τούτο δεν είναι αποκλειστική ευθύνη του ατζέντη ο οποίος δεν έχει τα προνόμια που απολάμβανε στο παρελθόν, γιατί τα ποσά που δίνουν οι ομάδες για ξένους παίκτες είναι μικρότερα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, γεγονός που μοιραία χαμηλώνει και τον τζίρο. Συν τοις άλλοις, η Ελλάδα δεν είναι πλέον η καλή αγορά (όπως ίσχυε παλιά) και σε επίπεδο αξιολόγησης ενδεχομένως να μην είναι ούτε στην πρώτη δεκάδα. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι τεράστιο αλλά για να μη ξεφύγω περισσότερο από το θέμα…

Πρόσφατα, ο Άρης κατέκτησε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το εφηβικό Πρωτάθλημα Θεσσαλονίκης. Μετά από εκείνη την ομάδα των Βεζένκοφ, Μποχωρίδη, η φετινή (προσωπικά) μου άρεσε περισσότερο τόσο σε στιλ παιχνιδιού, όσο και σε ατομικό ταλέντο. Τα φώτα πέφτουν περισσότερο στους Κώστα Βλάσιο, Βαλάντη Κουρτίδη, Γιάννη Σιδηροηλία γιατί ήταν η τελευταία τους χρονιά, μπήκαν στην τελική ευθεία για την ενηλικίωσή τους και επιλογής συλλόγου για την αφετηρία της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους.

Ο Βλάσιος αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης της διοργάνωσης και ουσιαστικά έδειξε γιατί ο Προμηθέας Πατρών θέλει να τον αποκτήσει εδώ κι έναν χρόνο. Συγκριτικά με τον αθλητή που είδα στην τελική φάση του περσινού Πρωταθλήματος, είναι ο πιο βελτιωμένος. Ο Κουρτίδης είναι στο στόχαστρο του Περιστερίου από το περασμένο καλοκαίρι με βασικό επιχείρημα την εξέλιξη νεαρών παικτών στα χέρια του Αργύρη Πεδουλάκη. Ο Σιδηροηλίας απέδειξε γιατί έκαναν λάθος οι προηγούμενοι προπονητές της αντρικής ομάδας στη διαχείριση της δικής του υπόθεσης. Εστιάζω σ’ αυτούς τους τρεις, γιατί περί αυτών ο λόγος από τον ίδιο τον προπονητή, Δημήτρη Μπουσβάρο. Ή μάλλον, η κραυγή αγωνίας.

Δεν ήμουν ποτέ υπέρ της αλόγιστης παροχής ευκαιριών στα λεγόμενα «ταλεντάκια», που λέει κι ένας φίλος. Ουδέποτε ήμουν επίσης όψιμος υποστηρικτής τους, σαν τους πολλούς που κυκλοφορούν στον χώρο του μπάσκετ επιδιώκοντας προσωπικό όφελος. Πάντα ήμουν της άποψης ότι πρέπει να αποδείξει την αξία του κι αν θέλει να κάνει επαγγελματική καριέρα, θα πρέπει να μάθει να τον αντιμετωπίζουν σαν επαγγελματία. Με κριτήρια την ευθύνη, τη συνέπεια και την ανάγκη βελτίωσης.

Υπάρχει όμως και το εξής. Αν δεν δοκιμάσεις τις αντοχές αυτών των παιδιών, αν δεν προσπαθήσεις να καλλιεργήσεις το ταλέντο τους με την ταυτόχρονη πρόθεση σταδιακής ένταξής τους στην επαγγελματική ομάδα, ουσιαστικά αυτοκαταστρέφεσαι. Ειδικά στην περίπτωση του τωρινού Άρη όπου η άντληση παικτών από τα σπλάχνα του στοιχειοθετεί τον μοναδικό δρόμο εξέλιξης και παροχής οράματος στον κόσμο.

Ο Άρης είναι η ομάδα που έδωσε μόλις 56 λεπτά συμμετοχής στον Κώστα Παπανικολάου με την αστεία δικαιολογία των υψηλών στόχων. Ο Άρης είναι η μοναδική ομάδα στην οποία δεν έπαιξε ο Λίνος Χρυσικόπουλος. Ιστορικά, έδινε ευκαιρίες σε δυο περιπτώσεις. Είτε γιατί ήταν αδύνατο να λειτουργήσει αντίθετα της κοινής λογικής καθώς… το πράγμα έβγαζε μάτι (σ. σ. Βεζένκοφ, Μποχωρίδης) είτε γιατί δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά για οικονομικούς λόγους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν ξέρω αν ισχύει η πρώτη περίπτωση, από τη στιγμή όμως που το «φωνάζει» ο Δημήτρης Μπουσβάρος, συντάσσομαι με την άποψή του.

Στην Ελλάδα, κάνουμε κι ένα ακόμη λάθος. Έχουμε την ψευδαίσθηση σε βαθμό ηλιθιότητας ότι ο πρωταγωνιστής στην εφηβική ομάδα θα πρέπει ντε και καλά να έχει τον ίδιο ρόλο και στην ανδρική. Σε διαφορετική περίπτωση, θα απαξιωθεί. Ελάχιστοι συμβιβάζονται με τη συμμετοχή στο rotation, τη χρησιμότητά του παίκτη σε συγκεκριμένα κομμάτια του παιχνιδιού. Έτσι κρίνεται σήμερα ο Δημήτρης Φλιώνης και πολύ περισσότερο ο Λευτέρης Μποχωρίδης. Αμφότεροι θα παρουσίαζαν πολύ καλύτερη εικόνα αν είχαν δίπλα τους έναν γκαρντ με ευχέρεια στο σκοράρισμα ο οποίος θα κάλυπτε τις αδυναμίες τους. Γιατί «μεγάλωσε» η αγωνιστική ευθύνη τους συγκριτικά με αυτή που προβλεπόταν να επωμισθούν βάσει αρχικού αγωνιστικού σχεδιασμού. Επειδή όμως όταν είναι στραβό το κλήμα το τρώει και ο γάιδαρος, οι περισσότεροι κοιτούν τα αρνητικά και υποβαθμίζουν τα θετικά. Στην πραγματικότητα, εθελοτυφλούν. Ειδικά ο Φλιώνης είναι το κέρδος του Άρη από τη φετινή χρονιά. Γενικώς όμως, αν ένας παίκτης δεν μπορεί να γίνει πρωταγωνιστής δε σημαίνει ότι δεν είναι απαραίτητος.

Αυτή τη στιγμή, κάθε συζήτηση για το μέλλον ενδεχομένως να κρίνεται απαγορευτική για τον Άρη, διότι το μέλλον είναι θολό. Τα οικονομικά βαρίδια από την εποχή Λάσκαρη, σε συνδυασμό με τη φτωχή παραγωγικότητα σε εμπορικό επίπεδο και την περιορισμένη οικονομική δυνατότητα του Δημήτρη Γουλιέλμου, έχουν δυσκολέψει αφάνταστα την καθημερινότητα της ομάδας. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο το βασικό θέμα συζήτησης είναι η περιβόητη άρση του ban και ο τρόπος διακανονισμού οφειλών (ακόμη) μισού εκατομμυρίου ευρώ ή η δυσκολία ανταπόκρισης της ΚΑΕ στην πληρωμή των οφειλών της.

Ο Άρης έχει την ανάγκη της αυτογνωσίας και όχι των ψευδαισθήσεων με δηλώσεις του τύπου «θέλουμε να είμαστε στην τετράδα γιατί το επιτάσσει η ιστορία και η παράδοση του συλλόγου». Την ξέρει όλος ο κόσμος την ιστορία του Άρη και πολλές φορές στη ζωή είναι αναγκαίο να κάνεις ένα βήμα πίσω για να ακολουθήσουν δύο μπροστά. Τα δε όνειρα του οπαδού δεν έχουν όριο αλλά το έχω ξαναγράψει ότι ο Αρειανός είναι απόλυτα συνειδητοποιημένος κι αυτό που ζητάει είναι κάτι στο οποίο να πιστέψει και αξιοπρέπεια. Η μοναδική ρεαλιστική δήλωση που άκουσα στον τελευταίο χρόνο ήταν αυτή του Βαγγέλη Αγγέλου (σ. σ. «θα παλέψουμε με την απελπισία μας») στην κλήρωση του φετινού Πρωταθλήματος. Στην αρχή… χτύπησε κάπως, αλλά η πορεία απέδειξε την ορθότητά της. Ανεξαρτήτως των ευθυνών του.

Ο Άρης χρειάζεται ευανάγνωστο μπασκετικό πρόγραμμα το οποίο θα εκπονηθεί από ανθρώπους που γνωρίζουν το αντικείμενο. Δίχως ματαιοδοξία, με όπλο την αλήθεια. Αν θέλει να κάνει τη δική του επανάσταση, είναι υποχρεωμένος να κρατήσει το ελληνικό στοιχείο που διαθέτει και είναι σε ηλικία παραγωγής και ανάπτυξης, με την ταυτόχρονη επιδίωξη σταδιακής ενσωμάτωσης των παραπάνω νεαρών και την απόκτηση ξένων παικτών οι οποίοι δεν θα είναι μετριότητες, αλλά θα συμβάλλουν στη ανάδειξη των πρώτων. Ταλέντο υπάρχει, η χημεία και η «αλήθεια» λείπουν. Και να ξεκινήσει να χτίζει κάτι, με μακροχρόνιο στόχο, αποφεύγοντας το «κάψιμο» παιδιών. Ούτως ώστε, όταν θα πάρει τη δύσκολη απόφαση αποδέσμευσης ενός αθλητή, να τα έχει καλά με τη συνείδησή του, γνωρίζοντας ότι έκανε αυτό που έπρεπε.

Όσο θα λειτουργεί με τη λογική των σεζόν μίας χρήσης, ούτε το κοινό θα αφυπνίσει, ούτε χαΐρι θα δει. Γιατί η επιβίωση μπορεί να συνδυαστεί με την ανάπτυξη. Αυτό απέδειξε η διετία 2013-2015, ασχέτως του ότι δεν υπήρχε η οικονομική δυνατότητα για τη διατήρηση των Βεζένκοφ-Μποχωρίδη. Βέβαια, εκείνα τα 750-800 χιλιάδες ευρώ που εξασφαλίστηκαν από τις πωλήσεις έδωσαν την ομάδα.