Ένα χάδι στην ψυχή του Gazzetta

Βασίλης Σαμπράκος
Ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για την βραδιά που το Gazzetta άλλαξε για πάντα το μέγεθός του στην βαθμίδα του ελληνικού αθλητικού οικοσυστήματος.

Την ώρα που το ελληνικό ποδόσφαιρο ζούσε την “μαϊμού” συμπεριφορά του Αχιλλέα Μπέου στο Κηφισιά - Βόλος, το gazzetta έστηνε, το βράδυ της Δευτέρας, μια από τις πιο λαμπρές εορταστικές εκδηλώσεις του ελληνικού αθλητισμιού. Μια εκδήλωση πολιτισμού. Μια μεγάλη γιορτή για όλα τα αθλήματα, πλημμυρισμένη από προσωπικότητες του σήμερα και του χθες. Μια τελετή με την παρουσία του Πρωθυπουργού της χώρας για να τιμήσει τον πιο επιτυχημένο προπονητή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου και έναν από τους πιο επιτυχημένους μάνατζερ στην ελληνική Ιστορία γενικότερα.

Αυτή η αντίθεση, της Δευτέρας, είναι ένα highlight αντιπροσωπευτικό της πραγματικότητας του gazzetta στην διάρκεια της τελευταίας περίπου 15ετίας. Σε αυτή την Ελλάδα, σε αυτό το αθλητικό και κοινωνικό περιβάλλον, το gazzetta διαχρονικά προσπαθεί να συνδυάσει το mainstream με την ποιότητα και τον πολιτισμό. Έφτασε να βρει νόημα για το όραμα της διοργάνωσης βραβείων κοινού, τα οποία έχουν φτάσει σήμερα στην εποχή που αθροίζουν 150.000 ψήφους και γι’ αυτό στην εποχή που οι σημερινοί και χθεσινοί πρωταγωνιστές του αθλητισμού δηλώνουν συγκινημένοι και περήφανοι στην στιγμή της απονομής του βραβείου και το αφιερώνουν στην οικογένεια και τα αγαπημένα πρόσωπα με τη συγκίνηση κάποιου που παραλαμβάνει ένα όσκαρ.

Για να φτάσει εκεί, το gazzetta έχει επενδύσει αμέτρητους πόρους σε μια πολυετή επίμονη προσπάθεια. Και είμαι απολύτως βέβαιος ότι θα μπορούσε να κερδίσει πολύ περισσότερα, με όρους υλικούς/οικονομικούς αν αυτούς τους πόρους τους είχε επενδύσει στην παραγωγή περισσότερου “εύπεπτου” περιεχομένου. Δηλαδή αν τις εργατοώρες και τα υπόλοιπα που έχουν κοστίσει πολύ στην διάρκεια των τελευταίων 8 ετών για να φτάσουν τα “gazzetta awards” στο σημερινό επίπεδο είχαν επενδυθεί σε “viral για το viral” περιεχόμενο, το πιθανότερο είναι ότι η επιχείρηση θα είχε πετύχει μεγαλύτερα έσοδα.

Δεν ήταν ποτέ όμως αυτό το gazzetta, και σήμερα μπορώ να το πω με μεγαλύτερη άνεση διότι δεν κουβαλάω την ευθύνη του διευθυντή που έχει την υποχρέωση να πείθει περί αυτού. Και ακριβώς αυτό είναι που θέλω να εκφράσω σήμερα, μια μέρα μετά από την εμπειρία μιας εκ των κορυφαίων τελετών στην σύγχρονη ιστορία του ελληνικού αθλητισμού: συχνά πιάνουμε, εσείς κι εγώ, τη συζήτηση σχετικά με την ποιότητα, την καθαρότητα και τον πολιτισμό της αθλητικής δημοσιογραφίας στην Ελλάδα. Σωστά την κάνουμε αυτή τη συζήτηση, αλλά την κάνουμε συνήθως μονόπλευρα - δηλαδή κοιτάζουμε την ποιότητα των δημοσιογράφων. Η εξήγηση όμως δεν κρύβεται στην ποιότητα και τις προθέσεις των δημοσιογράφων και “δημοσιογράφων”· κρύβεται στην ποιότητα, τις προθέσεις και την ατζέντα των ιδιοκτητών.

Το gazzetta φτάνει να ζει την χθεσινή καταξίωσή του επειδή διαχρονικά οραματιζόταν το κέρδος του και τα οφέλη του μέσα από την ανάπτυξη και την άνθιση του αθλητισμού. Και μέσα από το “50-50”, δηλαδή κρατώντας την ίδια στάση απέναντι σε όλους. Όχι μέσα από την “με κάθε κόστος” επιτυχία του ενός ή του άλλου συλλόγου. Προφανώς δεν τα έχει κάνει όλα σωστά, αλλά σήμερα εξαργυρώνει τη φήμη που με κόπο δημιούργησε στην διάρκεια της τελευταίας 12ετίας: ενός Μέσου Ενημέρωσης που δεν είναι με κανέναν, κρατά ίσες αποστάσεις και προσπαθεί να βρίσκεται “στη μέση”.

Πάει πολύς καιρός, πολλά χρόνια από τον καιρό που ήλπιζα ότι γίνεται να αλλάξουν τα media και να λειτουργήσουν ευνοϊκά για την αλλαγή της νοοτροπίας και της κουλτούρας των Ελλήνων στη σχέση τους με τον αθλητισμό. Δεν θα συμβεί. Διότι οι πολλοί Έλληνες δεν το θέλουν ή τουλάχιστον δεν το δείχνουν με την συμπεριφορά τους ως “καταναλωτές αθλητικού προϊόντος”. Στην Ελλάδα του 2024 το gazzetta είναι προστατευόμενο είδος. Και γι’ αυτό με ικανοποιεί αφάνταστα αυτό που συνέβη το βράδυ της Δευτέρας στο Μέγαρο Μουσικής. Σε μια βραδιά το gazzetta έδρεψε τους καρπούς μιας πολυετούς αδιάκοπης προσπάθειας. Με μεγάλη επιμονή, και με κόστος, το gazzetta δεν έχασε ποτέ την ταυτότητα ενός Μέσου που προσπαθεί να παραμένει αδέσμευτο. Και σήμερα έχει φτάσει να συγκεντρώνει σε μια αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής αθλητές και παράγοντες όλων των ομάδων, που βάζουν τα καλά τους επειδή έχουν πλέον αντιληφθεί ότι το gazzetta εκφράζει ένα σημαντικό μέρος της κοινότητας των Ελλήνων φιλάθλων, ότι αυτή είναι πλέον μια μεγάλη και πολύ σημαντική γιορτή και ότι η παρουσία τους αποτελεί μεγάλη τιμή. Γι’ αυτό έχει βαρύνει τόσο το βραβείο του gazzetta. Γι’ αυτό βρίσκει νόημα ο Ότο Ρεχάγκελ ή ο Στόγιαν Βράνκοβιτς να ταξιδέψουν στην Ελλάδα για να ζήσουν μια τέτοια βραδιά τιμής. Γι’ αυτό βρήκε νόημα ο Πρωθυπουργός και αρκετοί Υπουργοί να είναι εκεί.

Όλα τα παραπάνω με έναν ιδιοκτήτη που νοιαζόταν να “σπρώξει” μια ομάδα και να “πολεμήσει” μια άλλη δεν θα είχαν συμβεί ποτέ. Για όλους εμάς που οραματιστήκαμε το gazzetta όπως είναι σήμερα, η βραδιά της Δευτέρας ήταν “ένα χάδι στην ψυχή”, όπως υπέροχα το εξέφρασε ο Ματίας Αλμέιδα κατά την βράβευσή του, μιλώντας για την αξία ενός βραβείου. Για τον ιδιοκτήτη του αυτή είναι μια σπουδαία κληρονομιά. Όχι για την τσέπη του. Είναι η κληρονομιά που έχει δημιουργήσει για τον ελληνικό αθλητισμό εδώ και μια 10ετία. Η ευτυχία στα πρόσωπα των αθλητών και των αθλητριών όταν παραλαμβάνουν το βραβείο του gazzetta. Αυτό. Αυτή η αξία είναι πολύ μεγαλύτερη από μερικά παραπάνω έσοδα από εύπεπτο περιεχόμενο, όταν σε νοιάζει να γίνεσαι χρήσιμος και να προσφέρεις αξία στην ελληνική κοινωνία. Αυτή η αξία είναι ανεκτίμητη.