Η ανθρώπινη ζωή που δεν αξίζει τίποτα

Η ανθρώπινη ζωή που δεν αξίζει τίποτα
Ο Χρήστος Κιούσης αναρωτιέται με αφορμή την υπόθεση της Ελένης Τοπαλούδη αν ασχολούμαστε ποτέ με το «γιατί» ή μας αρκεί να τα βαφτίζουμε «μεμονωμένα περιστατικά» και να λέμε ο «λεφτάς» κι ο «Αλβανός» και καθαρίσαμε;

Σούπερ προσφορά* στα Virtual Sports | *Ισχύουν όροι & προϋποθέσεις

Από την υπόθεση της Ελένης Τοπαλούδη, τις λεπτομέρειες όσων διέπραξαν οι δυο δολοφόνοι, την εξέλιξη της δίκης, τα ρεπορτάζ των δημοσιογράφων, τα όσα διάβασα στα social κι απ’ όλα όσα συζήτησα με ανθρώπους που άνοιξαν το θέμα, επαλήθευσα για ακόμα μια φορά την πεποίθησή μου, πόσο έχει χάσει την αξία της η ανθρώπινη ζωή, αν δε μιλάμε βέβαια για τη δική μας ή έστω των αγαπημένων μας προσώπων.

Πόσο εύκολα δηλαδή είμαστε ικανοί να εισπράξουμε την πιο αποτρόπαια είδηση κι έπειτα απλά να συνεχίσουμε χωρίς να μας ταράζει πια κάτι εσωτερικά. Εκπαιδευόμαστε καθημερινά να «παίζουμε» με τη ανθρώπινη ζωή, να «διασκεδάζουμε» την απώλειά της και κυρίως οι πιτσιρικάδες που ζουν μέσα στις οθόνες κι ακόμα πιο συγκεκριμένα τα αγόρια μας, οι γιοι μας που σε κάθε “fun” έκφανση της καθημερινότητάς τους μαθαίνουν από πολύ μικροί τις έννοιες “death”, “nail”, “waste the motherfuckers” και πολλά ακόμα με μηδενικό αντίβαρο. Μην ανησυχείτε δε διαβάζετε το άρθρο κάποιου ρεπουμπλικάνου πάστορα απλά είμαι ένας πατέρας αγοριού και κοριτσιών και με απασχολεί καθημερινά το τι μπορούν να «πάθουν» αλλά και τι μπορούν να «πράξουν» τα παιδιά μου.

Ο φόνος, το έγκλημα, η βιαιοπραγία είναι καθημερινά στο σπίτι μας είτε σε 55 ίντσες είτε σε οθόνες PC ή κινητών. Θα μου πείτε, «θες να εξαφανίσεις το Netflix ή τα games;» Ούτε θέλω ούτε μπορώ, δεν είμαι τόσο ανόητος. Αλλά η βία δε σταματάει εκεί. Πηγαίνει όπως ξέρετε και στα γήπεδα που επίσης συχνάζουν οι πιτσιρικάδες και όπου τα στερεότυπα είναι κι εκεί βίαια. Ακούμε στα συνθήματα και διαβάζουμε στα πανό για «κυνηγητά», για «γαμήσια», για «βιασμούς», για «κοπανήματα» και «νεκρούς» κι όχι μόνο δεν τρέχει κάστανο αλλά μπορεί και στο post game να ακούσουμε δηλώσεις για τον «υπέροχο κόσμο». Για αυτό είμαι θυμωμένος με το γήπεδο και δεν ξαναπατάω, για αυτό θα προτιμούσα να μην πατήσουν ποτέ τα παιδιά μου. Η βία πηγαίνει και στις σχολικές τάξεις κι αν νομίζετε γονείς ότι υπερβάλλω μάλλον δεν έχετε και πολλή επαφή με τα «ανομολόγητα» των σχολείων.

Αν αναλογιστείτε λίγο το τι ακούσαμε τις τελευταίες ημέρες περί της υπόθεσης Τοπαλούδη, σταθήκαμε στην εισαγγελέα, στο μέγεθος της ποινής, στο αν το ισόβια θα μείνει ισόβια, στις πολιτικές πλάτες που προσπάθησαν να παρέμβουν, στις αντιδράσεις των δικηγόρων απέναντι στον εισαγγελικό καταγγελτικό λόγο κι ελάχιστα ασχοληθήκαμε με το «γιατί»; Γιατί δυο πιτσιρικάδες που θα μπορούσαν να έχουν μια φυσιολογική συμπεριφορά απέναντι σε ένα νέο κορίτσι επέλεξαν την επιθετικότητα, το έγκλημα, τη μεταθανάτια διαπόμπευση κι ασέβεια απλά γιατί; Λόγω ψυχοπαθολογίας; Επειδή θεώρησαν ότι θα τη σκαπουλάρουν; Εξαιτίας της ανυπαρξίας φίλτρου για το τι είναι καλό και τι κακό; Επειδή αισθάνθηκαν ότι είναι τα Α male με δικαίωμα πάνω στο κορμί ή στη ζωή της οποιασδήποτε; Ασχολούμαστε ποτέ με το «γιατί» ή μας αρκεί να τα βαφτίζουμε «μεμονωμένα περιστατικά» και να λέμε ο «λεφτάς» κι ο «Αλβανός» και καθαρίσαμε; Φταίνε οι γονείς τους που ανέθρεψαν δυο αλήτες, δυο κωλόπαιδα εγκληματίες ή μπορεί να συμβεί στην οποιαδήποτε οικογένεια; Μπορεί να συμβεί δηλαδή και σε μας; Όχι μόνο να κινδυνέψουν δηλαδή τα παιδιά μας να πάθουν αλλά να κινδυνέψουν να πράξουν κάτι εγκληματικό.

Αυτό που τελικά με έχει απογοητεύσει είναι ο δημόσιος διάλογος, η δημόσια αντιπαράθεση πολλών ιδιωτικών ανώνυμων απόψεων στα social. Η έλλειψη της αναγκαίας ενσυναίσθησης για «σιωπή». Έχω ξαναγράψει πως καθόλου δεν εκτιμώ την ανωνυμία ειδικά την αχρείαστη για να πεις ό,τι θες αποφεύγοντας τις συνέπειες, αλλά πάντως στα social μπορείς να κάνεις μια σφυγμομέτρηση. Υπό την έλλειψη ελέγχου του κάθε avatar διαβάζεις το μακρύ και το κοντό καθενός και πίσω από τοποθετήσεις του τύπου «τα ‘θελε», «πήγαινε γυρεύοντας», «φταίει και η ίδια» καταλαβαίνεις ότι η Ελένη Τοπαλούδη δεν θα είναι η τελευταία. Από τη στιγμή που δεν έχουμε σε εκτίμηση την αξία της κάθε ανθρώπινης ζωής, το δικαίωμα της κάθε κοπέλας πάνω στο σώμα της κι έχουμε ως κοινωνία το θράσος να επικρίνουμε ακόμα και νεκρό ένα κορίτσι που δεν έβλαψε αλλά υπέφερε κι έχασε τη ζωή της, δεν βλέπω πως η «Ελένη» δε θα επαναληφθεί ασχέτως αν το μάθουμε ή όχι.

Τελικά το πιο γρήγορο φάρμακο, ο πιο ασφαλής δρόμος για να μεγαλώσουμε υγιή αρσενικά που να ξέρουν να ακούν το «όχι» , το «φτάνει» είμαστε οι γονείς. Και ο πατέρας ως ανδρικό πρότυπο αλλά και η μητέρα ξέροντας τη γυναικεία φύση. Μπορεί φυσικά δυο καταπληκτικοί γονείς να αποτύχουν, σπανιότερα όμως από εκείνους που δε θα προσπαθήσουν καν. Όλα τα υπόλοιπα κοινωνικά στερεότυπα είναι εις βάρος της γυναίκας, δυστυχώς ακόμα είναι. Κι αφού λοιπόν ο κύριος όγκος της ευθύνης πηγαίνει στους γονείς, ξαναμπαίνουμε στην πολύ μεγάλη συζήτηση, ποιος είναι ικανός να γίνει γονιός;

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.