Ο στίγγλος, το αρνάκι και τα ρεμάλια

Gazzetta team
Ο στίγγλος, το αρνάκι και τα ρεμάλια
Όλη η ιστορία της εκπληκτικής ταινίας «Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι» με την ευγενική χορηγία των ζυμαρικών Μάκβελ.

«Το νου σας ρεμάλια»! Ποιος δεν έχει ακούσει τη θρυλική πλέον ατάκα που έλεγε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ως Λεωνίδας Πετρόχειλος, διοικητής της σχολής εμποροπλοιάρχων στους τρεις γιους του, προειδοποιώντας τους να μην κάνουν ανοησίες και αναγκάσουν τη νέα οικονόμο του σπιτιού να φύγει από αυτό. Την οικονόμο – την οποία στο μεταξύ ο Πετρόχειλος είχε συμπαθήσει ιδιαίτερα – υποδυόταν η Μάρω Κοντού, η οποία ως κυρία «ατυχήσασα» εισέρχεται στο σπίτι του Πετρόχειλου με το πρόσχημα της οικονόμου, με απώτερο στόχο όμως να ζητήσει την μη τιμωρία του αδελφού της, ο οποίος φοιτούσε στη σχολή εμποροπλοιάρχων και είχε κάνει κάποιο παράπτωμα.

Πρόκειται για την ταινία «Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι», η οποία γυρίστηκε το 1967 από την εταιρεία Καραγιάννης-Καρατζόπουλος, σε σενάριο και σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου. Η ταινία στηρίχθηκε σε θεατρικό έργο που είχε γράψει ο Σακελλάριος με τον Χρήστο Γιαννακόπουλο και είχε τίτλο «Μια κυρία ατυχήσασα». Η ατάκα «το νου σας ρεμάλια» ακούγεται από τον Κωνσταντάρα δεκάδες φορές στην ταινία, προκαλώντας διαρκές γέλιο με τον ιδιαίτερο τρόπο που ο ίδιος την ερμήνευε. Η ατάκα αυτή έμεινε μέχρι σήμερα «ζωντανή», να αναφέρεται στις κοινωνικές συζητήσεις των Ελλήνων, προκαλώντας άφθονο γέλιο.

Η οικονόμος - σύζυγος

Στην ταινία «Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι», ο Λάμπρος Κωνσταντάρας υποδύεται έναν πλοίαρχο, τον Λεωνίδα Πετρόχειλο, διευθυντή στη σχολή Εμποροπλοιάρχων, ο οποίος είναι χήρος με τρεις γιους, τον Κίμωνα, τον Ανδρέα και τον Μπάμπη. Χωρίς μια γυναίκα στο σπίτι, οι τρεις άνδρες δεν τα καταφέρνουν καθόλου καλά στο νοικοκυριό, με αποτέλεσμα να επικρατεί χάος. Μοναδικές οι σκηνές στο έργο, όπου μη έχοντας πετσέτες φαγητού να σκουπιστούν, επιλέγουν να καθίσουν στο τραπέζι και να χρησιμοποιήσουν γι’ αυτό το σκοπό ...τα μπουρνούζια τους! Η κατάσταση φθάνει στο απροχώρητο και ο ίδιος αποφασίζει να προσλάβει ως οικονόμο την κυρία Μαίρη που υποδύεται η Μάρω Κοντού, η οποία με την ανθρώπινη και ζεστή συμπεριφορά της θα τους αλλάξει τη ζωή. Και ενώ ο άντρας του σπιτιού είναι σκέτος "στρίγγλος" και οι τρεις γιοί του σωστά θηρία, η κυρία Μαίρη καταφέρνει να τους βάλει σε τάξη και να «ανοίξει» την καρδιά τους. Κάποια στιγμή όμως αποκαλύπτεται το πραγματικό της κίνητρο και τότε όλα αλλάζουν.

Η ίδια ήταν αδελφή ενός νεαρού που φοιτούσε στη σχολή που διεύθυνε ο Πετρόχειλος, του Χατζηθωμά. Ο νεαρός είχε κάνει κάποιο παράπτωμα (ποτέ δεν μάθαμε μέσα από την ταινία ποιο ήταν αυτό!) και ο Πετρόχειλος είχε αποφασίσει να τον αποβάλλει δια παντός. Κάθε προσπάθεια γνωστών και φίλων να τον μεταπείσουν και να δώσει μια ακόμα ευκαιρία στον νεαρό πέφτει στο κενό, οπότε η κυρία Μαίρη αποφασίζει να μπει ως οικονόμος στο σπίτι του και να τον πείσει με τον δικό της τρόπο, χωρίς φυσικά να του αποκαλύψει ποια είναι. Η αλήθεια όμως αποκαλύπτεται και ο Πετρόχειλος απολύει -μετά πόνου ψυχής είναι αλήθεια- την κυρία Μαίρη και στη θέση της φέρνει μια άλλη οικονόμο, την οποία υποδύεται εξίσου μοναδικά η Μίτση Κωνσταντάρα (Ποιος δεν θυμάται την ατάκα της: «Κύριε Πετροχείλο, κάποτε ήμουνα πουλί και με ήθελαν πολλοί!»). Η τελευταία όμως δεν έχει τις ικανότητες της κυρίας Μαίρης και είναι σκέτη καταστροφή. Πέραν αυτού όμως, ο Πετρόχειλος έχει ήδη ερωτευθεί την κυρία Μαίρη, την οποία μάλιστα έχουν λατρέψει και τα παιδιά του. Έτσι η επιστροφή της στο σπίτι είναι μονόδρομος, αλλά όχι πλέον ως οικονόμος, αλλά ως σύζυγος του Πετρόχειλου.

Μα τι έκανε τελικά ο Χατζηθωμάς;

Ποιο ήταν όμως το παράπτωμα του αδελφού της κυρίας Μαίρης; Στην ταινία δεν το μαθαίνουμε ποτέ, ωστόσο η απάντηση έρχεται από το πρωτογενές θεατρικό έργο, το οποίο ανέβηκε στις 22 Αυγούστου 1947 στο Θέατρο Κατερίνας από το θίασο Κατερίνας-Λογοθετίδη. Ήταν τα ταραγμένα χρόνια μετά την απελευθέρωση από τους Γερμανούς, χρόνια που στηλιτεύθηκαν από τον καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, που άφησε πίσω του ανοικτές πληγές στην ελληνική κοινωνία. Είχε περάσει 1,5 χρόνος από τις εκλογές του Μαρτίου του 1946 από τις οποίες απείχαν τα φιλοΕΑΜικά κόμματα, 14 μήνες μετά το Γ΄ Ψήφισμα (18 Ιουνίου 1946), «Περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν», «το οποίο έθετε εκτός νόμου τους αριστερούς, χωρίς ωστόσο να θίξει τις οργανώσεις τους οι οποίες θα συνεχίσουν να λειτουργούν ως τα τέλη του 1947, πολύ μετά από τη γενίκευση του Εμφυλίου», και ένα σχεδόν χρόνο μετά το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου, με το οποίο επέστρεψε ο Γεώργιος Β΄. Η συγγραφική δυάδα Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου γνώριζε από την πείρα της ότι τα πολιτικά ζητήματα εξακολουθούσαν να απασχολούν τον κόσμο και θέλησε να περάσει στο σενάριο στοιχεία που θα κέντριζε το ενδιαφέρον του. Έτσι, στην πρώτη θεατρική εκδοχή του έργου αυτού, ο πρωταγωνιστής ονομάζονταν Φανούρης Πετρόχειλος, ήταν δικαστικός και όχι διοικητής σχολής εμποροπλοιάρχων, πρόεδρος κάποιας επιτροπής και θα αποφάσιζε για τον εκτοπισμό του νεαρού Χατζηθωμά, ο οποίος είχε συλληφθεί για την πολιτική του δράση, ως κομμουνιστής, στο πλαίσιο διώξεων της κυβέρνησης σε ανθρώπους αυτής της ιδεολογίας. Εάν όμως για το 1947 το παράπτωμα αυτό μπορούσε να κεντρίσει το ενδιαφέρον των θεατών, το 1967 θεωρούνταν παρωχημένο και άνευ ουσίας (έστω κι αν βρισκόμασταν στην εποχή της χούντας των συνταγματαρχών). Ο Σακελλάριος ωστόσο δεν θέλησε να πειράξει περαιτέρω το σενάριο και προτίμησε να μην αναφέρει καν το παράπτωμα του Χατζηθωμά, επιλογή που οφείλουμε να πούμε ωστόσο ότι δημιουργεί κενό. Να σημειωθεί ότι το εν λόγω θεατρικό παίχθηκε και λίγους μήνες πριν γυριστεί ταινία, το 1967, με πρωταγωνιστές τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο και την Μαίρη Αρώνη. Η αρχική σκέψη ήταν να πρωταγωνιστήσει και εδώ ο Κωνσταντάρας, ο οποίος όμως δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί λόγω προβλημάτων υγείας.

Τα παξιμάδια και… οι σκίουροι

Στην ταινία μαζί με τους Λ. Κωνσταντάρα – Μ. Κοντού, πρωταγωνιστούσαν ακόμα οι Σταύρος Ξενίδης, Παύλος Λιάρος, Μήτση Κωνσταντάρα, Θανάσης Παπαδόπουλος, Βαγγέλης Ιωαννίδης. Η ταινία βγήκε στους κινηματογράφους την 1η Ιανουαρίου του 1968, έκοψε 360.407 εισιτήρια και βρέθηκε στην 17η θέση από πλευράς εισπράξεων σε σύνολο 99 ταινιών. Εξαιρετικές ερμηνείες, άφθονο γέλιο, σπαρταριστές σκηνές, συνθέτουν μια πολύ καλή ταινία, η οποία μέσα από τις υπερβολές της (π.χ. σε μια σκηνή του έργου ο μικρός Μπάμπης μπαίνει στο σαλόνι του σπιτιού με τη μηχανή του!) αναδεικνύει μια ακαταμάχητη αφέλεια των χαρακτήρων, η οποία συνδυαζόμενη με το πολύ καλό καστ ηθοποιών, οδηγεί σε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Ιδού μια χαρακτηριστική ατάκα του Κωνσταντάρα, με την οποία ο τελευταίος απαντά στην ερώτηση του μικρού του γιου για το πόσο ψωμί να πάρει από τον φούρνο: «Ξέρω κι εγώ; Πάρε κει πέρα καμιά πενηνταριά κιλά. Αν αποφασίσουμε ένα βράδυ να κάνουμε ξενύχτι, να το κάνουμε με παξιμάδι. Γιατί κατά πως πάμε δω μέσα, το φαϊ θα κοπεί που θα κοπεί, να’ χουμε τουλάχιστον κάτι να τραγανίζουμε σαν σκίουροι». Στα ατού της ταινίας και η μουσική του Γιώργου Κατσαρού.

Ζυμαρικά Μάκβελ, 81 χρόνια ιστορίας, 8 δεκαετίες γεύσης και καινοτομίας!