Pulp Fiction: Παρακαλώ, δυναμώστε τη «Μισιρλού»

Pulp Fiction: Παρακαλώ, δυναμώστε τη «Μισιρλού»

Το Pulp Fiction αποτελεί σημείο αναφοράς για την ποπ κουλτούρα, παγκοσμίως. Καααλά. Μπλα, μπλα, μπλα. Πολύ μπλα μπλα. Η ταινία αυτή διέλυσε κάθε αμφιβολία για το ανεξάρτητο σινεμά. Έλα ρε συ! Τι λες! Σοβαρά; Ας μείνει πίσω η ειρωνεία παρακαλώ. Δεν είπα να φύγει, να μείνει! Τα οικονομικά στοιχεία λένε ότι συγκέντρωσε σε εισπράξεις πάνω από 200 εκατομμύρια δολάρια. Καλά, δεν βάζω θαυμαστικό, ξέρω ότι θα με ακυρώσεις. Σπίρτο είσαι ρε παιδί μου. Τελείωνε, όμως, γιατί πιάστηκα. Λοιπόν, ο Ταραντίνο Ώπα, δεν θέλω ονόματα. Τέλος πάντων. Αυτός ο τύπος, ο πρώην υπάλληλος βίντεο κλαμπ, αυτός που άφησε το Λύκειο, άλλαξε την έννοια του μοντέρνου στον αμερικανικό, και όχι μόνο, κινηματογράφο. Α, εντάξει, τώρα συγκινήθηκα. Δεν θα με νευριάσεις. Συνεχίζω. Η καριέρα του Τραβόλτα, μετά απ’ αυτή τη δουλειά, αναζωογονήθηκε και οι Σάμιουελ Τζάκσον, Ούμα Θέρμαν έγιναν σταρ. Μιλάω; Δεν μιλάω. Δεν ξέρω τι άλλο να πω για αρχή. Α, κάτι υπάρχει. Το σενάριο γράφτηκε σε σχολικά τετράδια. Μια δωδεκάδα απ’ αυτά χρειάστηκε ο… ξέρεις. Ακολουθεί ρίψη πέτρας στην πεντακάθαρη τζαμαρία. Κάθε φορά η ίδια ιστορία. Στις 23 Μαΐου 1994 το Pulp Fiction κέρδισε τον «Χρυσό Φοίνικα» στο Φεστιβάλ των Καννών. Κάθε τέτοια μέρα ο Κουέντιν εξηγεί στον Ταραντίνο γιατί έχει σημασία αυτή η ταινία. Παρακαλώ, δυναμώστε τη «Μισιρλού». [photo credits: imdb]

image

«Τα ημερολόγια ενός τρελού»

Ο Ταραντίνο, πριν το Pulp Fiction, ήταν ένας ιδιοφυής τρελός, έτσι τον ήξεραν στο σινάφι του. Τίποτα δεν άλλαξε όσο ετοίμαζε την ταινία. Μετά απ’ αυτήν υπήρξε μια μικρή αλλαγή. Ο ιδιοφυής τρελός έγινε μέγας ιδιοφυής τρελός! Η γυναίκα που δακτυλογράφησε το σενάριο, όταν διάβασε τα προσχέδια είπε πως αυτά είναι τα ημερολόγια ενός τρελού. Ο γραφικός χαρακτήρας ήταν φρικτός. Ο Ταραντίνο είναι λειτουργικός αναλφάβητος, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε να κάνει τέχνη με τον τρόπο του, his way. Στο κείμενο που έδωσε στη Λίντα Σεν (Linda Chen), τη δακτυλογράφο, τα ορθογραφικά λάθη ήταν πάρα πολλά. Αυτή τα διόρθωνε και αυτός τα έβαζε ξανά στο χαρτί γιατί του αρέσαν! Και κάπως έτσι, στην αγάπη για το λάθος, την κακία, στην προσπάθεια κατανόησής τους, φτιάχτηκε η ταινία που συγκεντρώνει όλες τις άθλιες πτυχές της ζωής μας. Και κάπως έτσι αυτές πήραν και το χρώμα του ρομαντικού, του δράματος, της κωμωδίας, της αγωνίας. Το Pulp Fiction, δίχως αμφιβολία, ήταν, και είναι, μια άμεση, ισχυρή, δόση αδρεναλίνης. Σε βρίσκει κατευθείαν στην καρδιά και σε ξυπνά για τα καλά. Ο mainstream αμερικανικός κινηματογράφος, με αυτή την ταινία, ξαναγεννήθηκε. Τελικά, ένας τρελός έσωσε την κατάσταση.

image

Ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας

Οι πιθανότητες να πετύχει το Pulp Fiction ήταν ελάχιστες. Γιατί το λέμε αυτό; Διότι αυτό έδειχνε η πορεία του δημιουργού του. Το 1986 είναι 23 ετών και χαμένος στο περιθώριο. Εργάζεται περιστασιακά ως ηθοποιός, έχει εγκαταλείψει το Λύκειο, είναι απένταρος, δεν έχει δικό του διαμέρισμα. Φυσικά δεν έχει ούτε ατζέντη. Δεν εγκαταλείπει όμως. Στέλνει συνέχεια σενάρια και αυτά συνέχεια απορρίπτονται. Η αιτιολόγηση της απόρριψης βασίζεται πάντα σε τρεις λέξεις: χυδαίο, πρόστυχο, βίαιο. Η κατάχρηση της λέξης «Fuck» κάνει ακόμη πιο δύσκολα τα πράγματα. Μάλιστα, ορισμένοι εκπρόσωποι στούντιο αρνούνται τα σενάρια του χρησιμοποιώντας το ίδιο υβρεολόγιο! Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να «εξαπατήσει» το σύστημα, να εντοπίσει τη ρωγμή του και να την κάνει πύλη εισόδου για το Χόλυγουντ. Φτάνουμε στο σημείο-μηδέν του Pulp Fiction. Μπαίνουμε στην πηγή έμπνευσης, εκεί που εντοπίστηκε η ιδέα. Ο Ταραντίνο εργαζόταν σε βίντεο κλαμπ. Γνωστό. Ο Ταραντίνο έβλεπε μανιωδώς ταινίες. Κι αυτό γνωστό. Όταν βλέπεις, αφομοιώνεις, μαθαίνεις και βρίσκεις τον χώρο για να αναπτύξεις το εγχείρημα σου. Τι έκανε, λοιπόν, για να φτάσει στο Pulp Fiction; Έβαλε στο μίξερ τρεις κλισέ ιστορίες και έφτιαξε αυτήν που θα γινόταν το κλισέ των επόμενων. Διαβάζουμε σε συνέντευξη του στο «Vanity Fair». Αναφέρει ότι χρησιμοποίησε «αυτές που έχουμε δει τόσες φορές. Ο πυγμάχος που υποτίθεται ότι θα παλέψει, αλλά δεν το κάνει. Ο μαφιόζος που βγάζει βόλτα τη γυναίκα του αφεντικού και οι εκτελεστές που έρχονται και τους σκοτώνουν». Στην ουσία ένωσε τρεις ταινίες «Heist» (σ.σ υποείδος των Crime films που εστιάζει στον σχεδιασμό, στην εκτέλεση και στο μετά μια σημαντικής ληστείας) και τους έδωσε το ύφος των ιστοριών που έγραφαν, στα 20’s, 30’s, στα φτηνά περιοδικά μυθοπλασίας [Pulp Magazines], οι Ρέιμοντ Τσάντλερ, Ντάσιελ Χάμετ. «Γι’ αυτό και το ονόμασα Pulp Fiction», εξηγεί.

image

Είναι ταινιάρα γιατί…

Πρώτα η σύντομη ιστορία-ανάλυση. Το Pulp Fiction είναι ταινιάρα γιατί διαθέτει την ανησυχία του απρόβλεπτου, ανυπέρβλητους διαλόγους και ανεπιτήδευτη αφήγηση. Και τώρα ας πάμε στην πιο μεγάλη ιστορία-ανάλυση. Το φιλμ ανοίγει με τον Pumpkin και τη Honey Bunny. Κάθονται σε καφέ και συζητούν για τις προηγούμενες ληστείες τους, για πώς θα βελτιωθούν και ότι καλό θα είναι να ληστεύουν πια καφέ-εστιατόρια και όχι τράπεζες. Το ζευγάρι ξεκινά να ληστεύει το καφέ. Η σκηνή τελειώνει και «πέφτουν» οι τίτλοι αρχής. Όταν η δράση επιστρέφει δεν βλέπουμε το πρώτο ζευγάρι. Παρακολουθούμε τους Jules, Vincent να συνομιλούν μέσα στο αυτοκίνητο. Αυτή η ξαφνική αλλαγή αποτυπώνει τον απρόβλεπτο χαρακτήρα του Pulp Fiction. Ο Ταραντίνο αναγκάζει τον θεατή να θέλει να μάθει τι θα συμβεί στη συνέχεια. Απλό και αποτελεσματικό. Η αναπάντεχη τροπή επηρεάζει όλο το φιλμ. Το αποτέλεσμα της ληστείας το βλέπουμε στο τέλος. Μέχρι τότε, το κοινό παρακολουθεί την ταινία και σκέφτεται πώς η ιστορία που ξεδιπλώνεται μπροστά του θα επηρεάσει την πρώτη σκηνή! Κι αν το απρόβλεπτο φτιάχνει την αφήγηση, οι διάλογοι είναι που κυριαρχούν στην πλοκή. Πολλές φορές φαίνονται ασήμαντοι, όμως η επιστροφή τους, στην ουσία η επανάληψή τους, δείχνει ότι οι χαρακτήρες ακούνε ο ένας τον άλλο και χρησιμοποιούν ό,τι έχουν μάθει. Το δήθεν ασήμαντο κυκλώνει το σημαντικό και την κατάλληλη στιγμή το προσφέρει στην αφήγηση και στο κοινό. Με αυτόν τρόπο και οι χαρακτήρες αποκτούν βάθος και δεν χάνουν την απλή, μα ουσιαστική, προσωπική έκφραση. Στο Pulp Fiction η αφηγηματική ροή είναι υποδειγματική. Όλα κυλάνε τόσο άνετα, τόσο εύκολα. Τίποτα δεν μένει απ’ έξω και η στιβαρή εικόνα είναι αποτέλεσμα προσεγμένου μοντάζ. Η δομή της ταινίας είναι απλή και ο πυρήνας της αφορά στην ισορροπία: ισορροπία των βίαιων πράξεων με αξιοθαύμαστες αρετές. Η αρχή, η μέση και το τέλος της ιστορίας κάθε βασικού χαρακτήρα -Jules Winnfield, Vincent Vega, Butch Coolidge- είναι ξεκάθαρα. Η ακρίβεια διαπερνά καθετί που παρουσιάζεται στο Pulp Fiction. Η ασυνήθιστη, συναρπαστική, εξιστόρηση και ο τρόπος που δίνονται σκοτεινές πτυχές του ανθρώπινου κόσμου, αυτά είναι που κάνουν την ταινία τόσο δυνατή και τόσο ελκυστική. Και το μικρό αυτό σημείωμα θα τελειώσει με την εξής διαπίστωση: Από τότε που προβλήθηκε ο Πολίτης Κέιν είχαμε να δούμε κάποιον, που ήρθε μέσα από την αφάνεια, που άλλαξε την τέχνη του κινηματογράφου. Τα λόγια είναι του κριτικού κινηματογράφου Τζον Ρόνσον και δεν μπορεί κάνεις να διαφωνήσει. Κι αν το κάνει, ας το κάνει με όλες τις εκδοχές της λέξης Fuck.

Πηγές

-«Cinema Tarantino. The Making Of Pulp Fiction» [vanityfair.com]

-«Squeezing Oranges: Analyzing Pulp Fiction» [medium.com]

@Photo credits: imdb