«Η προπόνηση δεν είναι το παν!»

Θάνος Σαρρής
«Η προπόνηση δεν είναι το παν!»

bet365

Τι κάνει τον Ολυμπιονίκη να ξεχωρίζει από έναν μεγάλο αθλητή; Τους πρωταθλητές από τις υπόλοιπες ομάδες; Η Μπρουκ ΜακΝαμάρα, επικεφαλής της ακαδημαϊκής έρευνας που ταράζει τις αντιλήψεις για το ρόλο της προπόνησης, αναλύει στο Gazzetta Weekend Journal!

Μια από τις βασικές αρχές που μοιάζουν να ισχύουν διαχρονικά για τους αθλητές είναι η σημασία της προπόνησης. Φαντάζει σχεδόν αυτονόητο πως, όσο περισσότερη στοχευμένη και μεθοδική δουλειά κάνει κάποιος, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχει να εξελιχθεί σε αθλητή υψηλού επιπέδου. Το 1993 ο Σουηδός ψυχολόγος Αντέρς Έρικσον εξέδωσε ένα paper, σύμφωνα με το οποίο η διαφορά στην απόδοση των μουσικών ήταν σε άμεση συνάρτηση με το πόσες ώρες εξασκούνταν. Με έρευνες που ακολούθησαν, επέκτεινε τη θεωρία του και σε άλλους τομείς, μεταξύ των οποίων ο αθλητισμός. Ο Μάλκολμ Γκλάντγουελ αργότερα επικαλέστηκε μελέτες για να στηρίξει τον «κανόνα των 10.000 ωρών», σύμφωνα με τον οποίο, για να αποκτήσει κάποιος υψηλότατο επίπεδο σε οποιοδήποτε πεδίο αρκεί να δουλέψει για 10.000 ώρες. Η υπεραπλούστευση αυτή προκάλεσε έντονες επικρίσεις και ανάγκασε τους αρχικούς ερευνητές να εκδώσουν νέο βιβλίο για να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους. Ο εν λόγω «κανόνας» απέκτησε μεγάλη δημοσιότητα, όμως κρίθηκε αβάσιμος.

Η Μπρουκ ΜακΝαμάρα, καθηγήτρια ψυχολογίας στο Case Western University πρόσφατα δημοσιοποίησε μια νέα μελέτη, η οποία προκάλεσε αρκετή κουβέντα και διαφωνίες από κάποιους, επαναφέροντας στην κουβέντα το ρόλο της «στοχευμένης και συστηματικής προπόνησης με ανατροφοδοτηση από προπονητή (deliberate practice)» στη διαφοροποίηση της απόδοσης των αθλητών. «Λιγότερο η περισσότερο, η προπόνηση θα βελτιώσει την απόδοση. Σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο επιτυχίας όμως, υπάρχουν άλλοι παράγοντες που καθορίζουν το ποιος είναι ο καλύτερος», τονίζει χαρακτηριστικά.

Με τη μέθοδο της meta-analysis, η ΜακΝαμάρα και οι συνεργάτες ανέλυσαν 34 συνολικά ξεχωριστές μελέτες που αφορούσαν την προπόνηση και την απόδοση συνολικά 2.765 αθλητών. Το συμπέρασμα που έβγαλε ήταν πως η deliberate practice (στοχευμένη προπόνηση από εδώ και στο εξής), είναι σε θέση να εξηγήσει μόλις το 18% στη διαφορά της απόδοσης. Όταν οι ερευνητές ανέλυσαν δείγμα αθλητών σε επίπεδο Ολυμπιακών Αγώνων και Παγκόσμιων διοργανώσεων, οι διαφορές στις ώρες των προπονήσεών τους ήταν σε θέση να εξηγήσουν μόλις το 1% της απόδοσης! «Αυτό δείχνει ότι η προπόνηση είναι σημαντική μέχρι ενός σημείου, αλλά σταματά να διαφοροποιεί το ποιος είναι καλός από τον πραγματικά σπουδαίο», τόνισε η Αμερικανίδα.

Πόσο ρόλο λοιπόν παίζει η προπόνηση στην δημιουργία των κορυφαίων; Η καθηγήτρια ΜακΝαμάρα, επικεφαλής της έρευνας, εξηγεί στο Gazzetta Weekend Journal τα συμπεράσματά της.

Αρχικά, θα μπορούσατε να μας πείτε δύο λόγια για την μεθοδολογία της έρευνάς σας; Πώς αποφασίσετε να ψάξετε βαθύτερα το συγκεκριμένο ζήτημα;

«Η συγκεκριμένη μελέτη πρόκειται για μετά-ανάλυση, η οποία εξετάζει όλα τα σχετικά δεδομένα που υπάρχουν διαθέσιμα και αναλύει μέσω των μελετών για να καθορίσει ένα γενικό αποτέλεσμα και να αξιολογήσει τα μοτίβα. Οι μετα-αναλύσεις παρέχουν μια πιο ακριβή ματιά σε ένα θέμα που καμιά άλλη μελέτη δεν μπορεί να το κάνει. Οι συνεργάτες μου και εγώ αποφασίσαμε να δούμε το θέμα της στοχευμένης προπόνησης σε υψηλό επίπεδο (deliberate practice) και της διακύμανσης στην απόδοση (διαφοροποιήσεις στην απόδοση ανάμεσα σε αθλητές) για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν επειδή ενδιαφερόμαστε ακριβώς για αυτή τη σχέση της άσκησης και της διακύμανσης στην απόδοση. Η θεωρία της "deliberate practice" υποστηρίζει ότι διαφοροποιεί πολύ σημαντικά την απόδοση. Αυτός ο ισχυρισμός από τότε γέννησε τον "κανόνα των 10.000 ωρών", ότι δηλαδή σε 10.000 ώρες στοχευμένης προπόνησης ο καθένας μπορεί να γίνει ειδικός στο οτιδήποτε. Ωστόσο, η προηγούμενή μας έρευνα δεν υποστηρίζει αυτή τη θεωρία. Ο δεύτερος λόγος είναι πως μας ενδιαφέρει πολύ η απόδοση στον αθλητισμό και υπήρχαν πολλές έρευνες σε αυτόν τομέα για να αναλύσουμε, ενώ οι διαφοροποιήσεις στην απόδοση είναι εύκολα διακριτές».

Ποια είναι τα βασικά σας ευρήματα και τι ήταν συγκεκριμένα εκείνο που σας οδήγησε στο συμπέρασμα ότι σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο, η προπόνηση ίσως δεν είναι ο αποφασιστικός παράγοντας;

«Βρήκαμε ότι, κατά μέσο όρο, η στοχευμένη προπόνηση έπαιζε ρόλο στο 18% στη διακύμανση της απόδοσης. Για να είμαστε ξεκάθαροι, αυτό δεν σημαίνει ότι ένα άτομο θα βελτιωθεί μόνο κατά 18% με την προπόνηση. Τις περισσότερες φορές οι άνθρωποι θα συνεχίσουν να βελτιώνονται σε διάφορα ποσοστά. Περισσότερο, το ποσοστό που βγάλαμε έχει να κάνει με το πόσο οι διαφορές στην απόδοση σε συγκεκριμένα άτομα εξηγούνται από τον όγκο της εξάσκησης. Με άλλα λόγια, αν ο αθλητής Α είναι αστέρι και ο αθλητής Β μέτριος, η στοχευμένη προπόνησή τους εξηγεί κατά 18% το γιατί έχουν διαφορετικά επίπεδα απόδοσης. Αυτό αφήνει την πλειοψηφία της μεταβλητής ανεξήγητη από την εξάσκηση. Έτσι, ο ισχυρισμός ότι η στοχευμένη προπόνηση παίζει το μεγαλύτερο ρόλο σε αυτές τις διαφορές, δεν υποστηρίζεται. Αναλύσαμε και άλλους παράγοντες που θεωρήσαμε ότι ίσως άλλαζαν τη σχέση, όπως για παράδειγμα αν οι αθλητές είχαν ενηλικιωθεί, αν το σπορ ήταν ατομικό ή ομαδικό, καθώς και το επίπεδο του κάθε αθλητή. Διαχωρίσαμε τις μελέτες σε αυτές που εξέτασαν τους αθλητές σε τοπικό/επαρχιακό επίπεδο και σε εκείνες που αφοσιώθηκαν σε όσους ήταν από εθνικό επίπεδο και πάνω. Υπήρχε και ένα μεικτό εύρος και των δύο. Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως επικεντρωθήκαμε σε ενήλικες αθλητές σε αυτόν τον τομέα, επειδή το ελίτ στάτους ανάμεσα σε ανήλικους και ενήλικους δεν είναι συγκρίσιμο. Βρήκαμε ότι ανάμεσα στους ελίτ αθλητές, η στοχευμένη προπόνηση έπαιξε ρόλο μόνο στο 1% της μεταβλητής. Ο όγκος της δεν ξεχώριζε τους εθνικού επιπέδου αθλητές με τους Ολυμπιονίκες. Η προπόνηση είναι ξεκάθαρα πολύ σημαντική για να φτάσεις σε υψηλό επίπεδο, αλλά δεν μπορεί να διαχωρίσει το καλό από το σπουδαίο. Έτσι, μολονότι έχει σημασία για να φτάσει κάποιος σε αυτό το επίπεδο, δεν κάνει τη διαφορά για το ποιος έχασε το όριο για τους Ολυμπιακούς και για το ποιος πήρε το χρυσό μετάλλιο».

Που εντοπίζετε αυτό το σημείο όπου η προπόνηση σταματά να καθορίζει το ποιος είναι καλός και το ποιος σπουδαίος; Ποιοι παράγοντες κάνουν τη διαφορά στη συνέχεια και κατά τη γνώμη σας, ποιος είναι ο πιο σημαντικός;

«Αυτό είναι ένα περίπλοκο ζήτημα. Τα αθλήματα διαφέρουν ως προς τις απαιτήσεις τους, τα ατομικά στοιχεία και άλλους παράγοντες. Για παράδειγμα η σωματική διάπλαση ενός γυμναστή είναι πολύ διαφορετική από του κολυμβητή. Οι υποψήφιοι παράγοντες περιλαμβάνουν γενετικούς, όπως για παράδειγμα το ύψος, το μέγεθος του σώματος, η ροπή στον τραυματισμό, η λευκή ουσία του εγκεφάλου, η μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου, η αναλογία των μυϊκών ινών ταχείας συστολής με τις ίνες βραχείας συστολής και το πόσο γρήγορα κάποιος ανταποκρίνεται στην προπόνηση. Έχει να κάνει τόσο με το σωματικό μέρος, όσο και με τους γνωστικούς παράγοντες και την προσωπικότητα, όπως για παράδειγμα το πώς ένα άτομο ανταποκρίνεται υπό πίεση και το κίνητρό του. Υπάρχουν επίσης και βιωματικοί παράγοντες, ανεξάρτητα από την στοχευμένη προπόνηση, όπως η εμπειρία στον ανταγωνισμό».

Είναι σημαντικός ο παράγοντας της προσωπικότητας, με την έννοια ότι η ίδια προπόνηση μπορεί να μην έχει τον ίδιο αντίκτυπο σε έναν αθλητή από ότι σε έναν άλλο;

«Με βεβαιότητα. Όπως και οι γνωστικοί παράγοντες. Ένα άτομο μπορεί να παρακολουθήσει κάποιον και να μιμηθεί την αγωνιστική του συμπεριφορά, ενώ ένα άλλο άτομο δεν μπορεί να δει τι κάνει λάθος, αυτό κάνει τη διαφορά. Η πρώτη περίπτωση θα μπορεί να πετύχει με λιγότερη άσκηση, ενώ η άλλη θα εξασκείται πολύ και σκληρά και θα της πάρει περισσότερο καιρό να φτάσει στο ίδιο επίπεδο. Ίσως δεν τα καταφέρει και ποτέ. Ένα παράδειγμα από το σκάκι καταδεικνύει το πως τα πρόσωπα διαφέρουν στο κατά πόσο επωφελούνται από την εξάσκηση. Σε ένα δείγμα από σκακιστές, οι ερευνητές Gobet και Campitelli βρήκαν πως ένα άτομο στο δείγμα τους έγινε μάστερ σε μόλις 3000 ώρες εξάσκησης, ενώ ένα άλλο κατάφερε να φτάσει στο ίδιο επίπεδο με 23.000 ώρες».

Τα συμπεράσματα της έρευνάς σας αφορούν και τα ομαδικά αθλήματα; Για παράδειγμα, θα έπρεπε στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα προπόνησης να υπάρχει επιπλέον προσοχή και σε άλλους τομείς, όπως η ψυχολογία, για να αυξηθεί η απόδοση;

«Βρήκαμε ότι η στοχευμένη προπόνηση είχε τον ίδιο αντίκτυπο στην μεταβολή της απόδοσης στα ατομικό σπορ, όπως και στα ομαδικά. Ωστόσο, το εναπομείναν 82% της μεταβολής που παραμένει ανεξήγητο ίσως διαφέρει σε μια ομάδα από ένα άτομο. Είναι πιθανόν να σχετίζεται με το πόσο καλά μπορείς να "διαβάσεις" τους ανθρώπους, να επικοινωνήσεις και να αποδεχτείς τις προκλήσεις σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, αυτό μπορεί να προβλέψει την απόδοση σε ένα ομαδικό άθλημα περισσότερο από ότι σε ένα ατομικό σπορ ( αν και το να είσαι ικανός να διαβάσεις τους ανθρώπους ίσως βοηθήσει και στα ατομικά σπορ, με την έννοια ότι θα αντιλαμβάνονται καλύτερα τις κινήσεις των αντιπάλων)».

Συμφωνείτε ότι κανόνας των 10.000 ωρών είναι ξεπερασμένος εντελώς;

«Ο κανόνας των 10.000 ωρών πρέπει να θεωρείται ότι έχει καταρριφθεί. Δεν υποστηρίζεται από τα διαθέσιμα στοιχεία».

Ολοκληρώνοντας την έρευνα, τι πιστεύετε ότι ένας αθλητής πρέπει να αλλάξει στον τρόπο που προετοιμάζεται;

«Νομίζω ότι το βασικό για έναν αθλητή, ανεξάρτητα από αυτή την έρευνα, είναι πως η προπόνηση είναι πολύ σημαντική, αλλά δεν είναι το παν. Οι αθλητές ίσως πρέπει να εξετάζουν καλύτερα αν το σπορ που επιλέγουν είναι κατάλληλο γι' αυτούς όσον αφορά το σωματότυπο και τις γνωστικές απαιτήσεις, την προσωπικότητα και την απόλαυση. Αν ο στόχος είναι να γίνεις ο καλύτερος όλων, αυτό εξ' ορισμού είναι πολύ δύσκολο να συμβεί. Ωστόσο, αν ο στόχος είναι να βελτιωθείς και να έχεις μια ευχάριστη δραστηριότητα, τότε οι αθλητές πρέπει να συνεχίζουν να εξασκούνται».

Προγραμματίζετε κι άλλες ανάλογες έρευνες;

«Ναι, υπάρχουν στο πρόγραμμα αρκετά ακόμα πρότζεκτ που εξετάζουν την συστηματική και στοχευμένη προπόνηση και άλλους παράγοντες, όπως η γνωστική ικανότητα».

 

Τελευταία Νέα