The boss is... back!

Δημήτρης Βέργος
The boss is... back!

bet365

Το gazzetta.gr με αφορμή την επιστροφή του Ζοσέ Μουρίνιο στην Τσέλσι παρουσιάζει δέκα από τις μεγάλες επιστροφές προπονητών στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Η επιστροφή του Ζοσέ Μουρίνιο στην Τσέλσι συγκαταλέγεται πλέον στις μεγάλες επιστροφές προπονητών του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου στους πρώην συλλόγους τους. Στις πρώτες του δηλώσεις ο Πορτογάλος εκτός από τις συνηθισμένες του ατάκες ζήτησε από τους οπαδούς της Τσέλσι να τον κρίνουν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη το πρώτο πέρασμά του από τους Μπλε. Είναι ωστόσο αυτό εφικτό; Όταν φεύγεις ως επιτυχημένος, η επιστροφή είναι ακόμα πιο απαιτητική καθώς οι συγκρίσεις με την πρώτη φορά είναι αναπόφευκτες. Το gazzetta.gr παρουσιάζει δέκα από τις μεγάλες επιστροφές τεχνικών στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.

Ούντο Λάτεκ (Μπάγερν 1970-1975 και 1983-1987)

Έπειτα από μία πενταετία (1965-1970) στον πάγκο της Εθνικής Γερμανίας ως βοηθός προπονητή, η Μπάγερν Μονάχου εμπιστεύτηκε τις τύχες του συλλόγου στον 35χρονο τότε Λάτεκ. Το στοίχημα για τον νεαρό Γερμανό προπονητή ήταν τεράστιο καθώς η έλλειψη εμπειρίας σε έναν μεγάλο σύλλογο αποτελούσε μια ρισκαδόρικη κίνηση. Ο ίδιος ωστόσο κατάφερε να ανταπεξέλθει και στην πενταετία που κάθισε στον πάγκο των Βαυαρών κατάφερε να πανηγυρίσει τρεις φορές τον τίτλο του γερμανικού πρωταθλήματος και μάλιστα συνεχόμενες χρονιές (1972, 1973, 1974) αλλά και το τρόπαιο του Πρωταθλητή Ευρώπης (1974). Το 1975 έπειτα από μία σειρά ανεπιτυχών αποτελεσμάτων απομακρύνθηκε από το πόστο του, αλλά έπειτα από οκτώ χρόνια η Μπάγερν θα τον εμπιστευόταν ξανά, με τον ίδιο να στέκεται ξανά στο ύψος του. Ο Λάτεκ στη δεύτερη θητεία του στον βαυαρικό σύλλογο (1983-1987) θα οδηγούσε την ομάδα ξανά σε τρεις κατακτήσεις συνεχόμενων πρωταθλημάτων (1985, 1986, 1987) και δύο γερμανικών Κυπέλλων (1984, 1986). Ενδιάμεσα μάλιστα είχε περάσει επιτυχημένα από Γκλάντμπαχ και Μπαρτσελόνα πανηγυρίζοντας εγχώριους αλλά και ευρωπαϊκούς τίτλους.

Βαλερί Λομπανόφσκι (Ντινάμο Κιέβου 1974-1990 και 1997-2002)

Το όνομά του συνδέθηκε με τις ένδοξες μέρες της μεγάλης Ντινάμο Κιέβου κατά την 16χρονη θητεία του στον σύλλογο (1974-1990). Ο Βαλερί Λομπανόφσκι έγινε ο πρώτος προπονητής σοβιετικού συλλόγου που κατέκτησε ευρωπαϊκό τρόπαιο, το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1975, επίτευγμα που επανέλαβε με την Ντινάμο το 1986. Ο Λομπανόφσκι θριάμβευσε και εγχώρια κερδίζοντας οκτώ πρωταθλήματα Σοβιετικής Ένωσης και έξι κύπελλα. Η πρώτη θητεία του στον πάγκο έληξε με την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος το 1990 όταν και έψαξε να φύγει από τη χώρα για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο Λομπανόφσκι επέστρεψε στην ομάδα της καρδιάς του, την Ντινάμο Κιέβου, το 1997 όπου δημιούργησε ακόμη μία μεγάλη ομάδα που διέθετε στη σύνθεσή της αστέρια όπως ο Αντρέι Σεφτσένκο και ο Σεργκέι Ρεμπρόφ. Και το δεύτερο πέρασμά του από το Κίεβο θα ήταν επιτυχημένο κατακτώντας πέντε συνεχόμενους τίτλους στο ουκρανικό πρωτάθλημα και οδηγώντας τον σύλλογο στα ημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ το 1999. Ένα εγκεφαλικό τον Μάιο του 2002 έμελλε να είναι μοιραίο. Η τεράστια προσωπικότητά του και τα δύο άκρως επιτυχημένα περάσματά του από τον πάγκο της Ντινάμο οδήγησαν στη μετονομασία του γηπέδου του συλλόγου σε «Βαλερί Λομπανόφσκι», μένοντας ο ίδιος στην ιστορία με τον τίτλο του Ήρωα της Ουκρανίας.

Φάμπιο Καπέλο (Μίλαν 1991-1996 και 1997-1998)

Η ανάληψη της τεχνικής ηγεσίας της Μίλαν από τον Φάμπιο Καπέλο το 1991 ήταν ένα τεράστιο ρίσκο για τον Ιταλό. Άπειρος τότε ακόμα, καθώς δεν είχε προηγούμενη προπονητική εμπειρία, καλούταν να διαδεχθεί τον Αρίγκο Σάκι στον πάγκο. Μάλιστα την κίνηση του Μπερλουσκόνι να ανακηρύξει τον Καπέλο ως νέο τεχνικό των Ροσονέρι πολλοί την ερμήνευαν ως μια προσπάθεια του ισχυρού άνδρα της Μίλαν να έχει έναν άνθρωπο στον πάγκο που να μη του φέρνει αντιρρήσεις. Ο Καπέλο κατάφερε να αρπάξει την ευκαιρία από τα μαλλιά και να χτίσει το όνομά του στα πέντε χρόνια παρουσίας του στο Σαν Σίρο (1991-1996). Τέσσερα πρωταθλήματα Ιταλίας (1992, 1993, 1994, 1996) και ένα Τσάμπιονς Λιγκ (1994) μαζί με ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ (1994) δικαίωσαν περίτρανα την επιλογή Μπερλουσκόνι. Ο Καπέλο θα έφευγε από τη Μίλαν το καλοκαίρι του 1996 για να αναλάβει τα ηνία της Ρεάλ Μαδρίτης, ωστόσο ένα χρόνο αργότερα θα επέστρεφε στο Σαν Σίρο. Όλοι περίμεναν να δουν τα κατορθώματα της πρώτης θητείας του στον πάγκο, ωστόσο η απογοήτευση ήταν μεγάλη με τη Μίλαν να τερματίζει εκείνη τη χρονιά δέκατη και τον Καπέλο να αποχωρεί το καλοκαίρι από τον σύλλογο με πικρία.

Μαρτσέλο Λίπι (Γιουβέντους 1994-1999 και 2001-2004)

Το πέρασμα του Μαρτσέλο Λίπι από την τεχνική ηγεσία της Γιουβέντους την πενταετία 1994-1999 βοήθησε τη «Γηραιά Κυρία» να σκαρφαλώσει στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου με την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ το 1996 και τη συμμετοχή της στους χαμένους ευρωπαϊκούς τελικούς το 1997 και το 1998. Τρεις σερί χρονιές στον τελικό της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής διασυλλογικής διοργάνωσης αποτελεί από μόνο του μεγάλο επίτευγμα με τον Λίπι να πανηγυρίζει εντός των τειχών της Ιταλίας τρία πρωταθλήματα (1995, 1997, 1998) και ένα Κύπελλο (1995). Ενδιάμεσα μαζί με το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ είχε πανηγυρίσει την ίδια χρονιά και το Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ φέρνοντας τη Γιουβέντους στο... ταβάνι του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Το 1999 έφυγε για την Ίντερ, ωστόσο η θητεία του στον σύλλογο του Μιλάνο δεν κράτησε για πολύ και δύο χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2001 θα επέστρεφε στο Τορίνο και στη Γιούβε. Στη δεύτερη θητεία του στον πάγκο της Γηραιάς Κυρίας (2011-2004) δεν θα πανηγύριζε το τρόπαιο του Τσάμπιονς Λιγκ καθώς ηττήθηκε στον ιταλικό τελικό απέναντι στη Μίλαν το 2003 στα πέναλτι, ωστόσο θα οδηγούσε τον σύλλογο σε άλλα δύο πρωταθλήματα Ιταλίας (2002, 2003).

Τζιοβάνι Τραπατόνι (Γιουβέντους 1976-1986 και 1991-1994)

Η δεκαετία (1976-1986) της παρουσίας του Τζιοβάνι Τραπατόνι στον πάγκο της Γιουβέντους θα ήταν απλά ονειρική με έξι κατακτήσεις πρωταθλημάτων (1997, 1978, 1981, 1982, 1984, 1986), ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης (1985), ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1984), ένα Κύπελλο Ουέφα (1977) και ένα Σούπερ Καπ (1984). Το τέλος της πρώτης θητείας του στον πάγκο ήρθε το 1986 όταν και ανακοίνωσε ότι είχε συμφωνήσει με την Ίντερ. Έπειτα όμως από πέντε χρόνια, το καλοκαίρι του 1991 θα επέστρεφε ξανά στη Γιούβε, με τους τιφόζι της ομάδας να περιμένουν τα τεράστια επιτεύγματα της δεκαετίας 70' και 80'. Η δεύτερη όμως παρουσία του στον πάγκο των Μπιανκονέρι δεν θα ήταν ανάλογη της πρώτης καθώς ο Τραπατόνι κατάφερε στην τριετία που έμεινε να πανηγυρίσει μόνο την κατάκτηση του Κυπέλλου Ουέφα το 1993.

Γιουπ Χάινκες (Μπάγερν 1987-1991, 2009 και 2011-2013)

Η πρώτη θητεία του Γιούπ Χάινκες στον πάγκο της Μπάγερν συνοδεύτηκε από την κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων Γερμανίας και μάλιστα σε συνεχόμενες χρονιές το 1989 και το 1990, ωστόσο στην αρχή της σεζόν 1991-1992 απολύθηκε από τον πάγκο έπειτα από το πολύ φτωχό ξεκίνημα που πραγματοποίησε. Ο Χάινκες στο τέλος της σεζόν 2008-2009 και έπειτα από δύο χρόνια μακριά από τους πάγκους κλήθηκε να αντικαταστήσει τον απολυμένο Γιούργκεν Κλίνσμαν ως υπηρεσιακός. Σκοπός του ήταν να βγάλει την Μπάγερν στο Τσάμπιονς Λιγκ, κάτι που εκείνη τη στιγμή βρισκόταν σε κίνδυνο. Με μία σειρά νικηφόρων αποτελεσμάτων ο Χάινκες κατάφερε να οδηγήσει την Μπάγερν στη δεύτερη θέση, ωστόσο στο τέλος της χρονιάς δεν μονιμοποιήθηκε στον πάγκο. Η τρίτη του επιστροφή στον βαυαρικό σύλλογο θα ερχόταν δύο χρόνια αργότερα και θα ήταν μία μαγική επιστροφή. Αν και η πρώτη του σεζόν δεν συνοδεύτηκε από κάποιον τίτλο, στη δεύτερη που μόλις τελείωσε το όνομα του Χάινκες μπήκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία του βαυαρικού συλλόγου κατακτώντας ένα ανεπανάληπτο τρεμπλ.

Ότμαρ Χίτσφελντ (Μπάγερν 1998-2004 και 2007-2008)

Έπειτα από μία εξαιρετική εξαετία στην Ντόρτμουντ, ο Ότμαρ Χίτσφελντ ανέλαβε το καλοκαίρι του 1998 την Μπάγερν. Ήδη είχε κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ, επίτευγμα που θα το πετύχαινε και με την Μπάγερν το 2001. Κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στο Μόναχο θα οδηγούσε τον σύλλογο σε τέσσερις κατακτήσεις τίτλων στην Μπουντεσλίγκα (1999, 2000, 2001, 2003) και δύο γερμανικών κυπέλλων (2000, 2003). Ο Χίτσφελντ όμως έπειτα από μία αποτυχημένη σεζόν (2003-2004) αποτέλεσε παρελθόν από τον σύλλογο, μένοντας χωρίς δουλειά για τα επόμενα τρία χρόνια, όταν και θα πραγματοποιούσε τη δεύτερη επιστροφή του στην Μπάγερν. Το 2007 ανέλαβε ξανά τα ηνία του συλλόγου κατά την οποία θα κατακτούσε το νταμπλ και θα αποχωρούσε έπειτα για την Εθνική ομάδα της Ελβετίας.

Λουίς φαν Γκάαλ (Μπαρτσελόνα 1997-2000 και 2002-2003)

Ο φαν Γκάαλ έφτιαξε το όνομά του στη μεγάλη ομάδα του Άγιαξ της δεκαετίας του 90' όταν οι τίτλοι που κατέκτησε και το όμορφο ποδόσφαιρο που παρουσίαζε στο χορτάρι φέρανε τον «Αίαντα» στην κορυφή του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Έφτασε στη Βαρκελώνη για να αναλάβει τις τύχες της Μπαρτσελόνα το καλοκαίρι του 1997 κατακτώντας το νταμπλ το 1998 και το πρωτάθλημα Ισπανίας την επόμενη σεζόν. Ο Ολλανδός τεχνικός ωστόσο δεν έγινε ποτέ προσφιλής από τα τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης και το 2000 αποχώρησε από τον πάγκο του καταλανικού συλλόγου. Δύο χρόνια αργότερα θα επέστρεφε στο Καμπ Νου, ωστόσο η παρουσία του στον πάγκο θα διαρκούσε μόλις τέσσερις μήνες, φεύγοντας ως αποτυχημένος.

Κένι Νταλγκλίς (Λίβερπουλ 1985-1991 και 2011-2012)

Το όνομά του συνδέθηκε με την ένδοξη ιστορία της Λίβερπουλ στα τέλη της δεκαετίας του 70' και στις αρχές της δεκαετίας του 80' κατακτώντας τίτλους στην Αγγλία και ευρωπαϊκά τρόπαια. Το 1985 ανέλαβε τα ηνία του συλλόγου με τον οποίο μεγαλούργησε ως ποδοσφαιριστής οδηγώντας τους Ρεντς σε τρία πρωταθλήματα (1986, 1988 και 1990) και σε δύο FA Cup (1986 και 1989). Η θητεία του στον πάγκο των Κόκκινων έληξε το 1991 και η μεγάλη του επιστροφή ήρθε αρκετά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα τον Γενάρη του 2011. Ήδη κατείχε τιμητική θέση μέσα στον σύλλογο, ωστόσο κλήθηκε να διορθώσει τα κακώς κείμενα της παρουσίας του Ρόι Χόντσον στον πάγκο. Ο Νταλγκλίς θα οδηγούσε τη Λίβερπουλ στην κατάκτηση του Λιγκ Καπ ένα χρόνο αργότερα, ωστόσο παρά το όνομά του στον σύλλογο ποτέ δεν κατάφερε να κερδίσει την εκτίμηση των φίλων της ομάδας σε αυτό το δεύτερο πέρασμά του με αποτέλεσμα τον Μάιο του 2012 να αποχωρήσει έπειτα από μία απογοητευτική χρονιά από πλευράς αποτελεσμάτων.

Ζοσέ Μουρίνιο (Τσέλσι 2004-2007 και 2013-τώρα)

Έχοντας κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ με την Πόρτο και φτιάχνοντας το όνομά του και με τις εκκεντρικές δηλώσεις του ο Μουρίνιο έφτασε στην Τσέλσι το 2004 για να κάνει την ομάδα ανταγωνιστική και με τη βοήθεια φυσικά της οικονομικής δύναμης του Ρόμαν Αμπράμοβιτς. Ο χαρακτήρας του είχε ως αποτέλεσμα ο Μουρίνιο να κάνει φανατικούς φίλους και ορκισμένους εχθρούς καθώς με την είσοδό του στο αγγλικό ποδόσφαιρο οδήγησε την Τσέλσι σε δύο σερί τίτλους (2005 και 2006), ένα Κύπελλο Αγγλίας (2007) και δύο Λιγκ Καπ (2005 και 2007), ταράζοντας παράλληλα τα νερά με τις απολαυστικές του ατάκες και τις κόντρες και τα mind games. Τον Σεπτέμβριο του 2007 οι φήμες τον θέλαν να είχε χαλάσει τις φιλικές σχέσεις του με τον Αμπράμοβιτς με αποτέλεσμα να απολυθεί. Η συνέχεια της προπονητικής του καριέρας σε Ίντερ και Ρεάλ Μαδρίτης είναι γνωστή και η επιστροφή του αυτό το καλοκαίρι ήταν αυτό που επιθυμούσαν όλοι στην Τσέλσι και φυσικά και ο ίδιος ο Ζοσέ. Οι σχέσεις του με τον Αμπράμοβιτς ξανάφτιαξαν και όπως τονίζει ο ίδιος ο Ζοσέ ήρθε στον σύλλογο που αγαπά, δηλώνοντας happy one, έτοιμος να οδηγήσει τους Μπλε σε νέες επιτυχίες και φυσικά στην κορυφή της Ευρώπης.

 

Τελευταία Νέα