Αντώνης Φώτσης: Ο «Batman» γίνεται 35! (pics & vids)

Δημήτρης Ρούσσος
Αντώνης Φώτσης: Ο «Batman» γίνεται 35! (pics & vids)

bet365

Ο Αντώνης Φώτσης γίνεται σήμερα 35 ετών και το gazzetta.gr κάνει αναδρομή στην καριέρα του στον Παναθηναϊκό και τα ταξίδια του σε Ευρώπη και ΝΒΑ!

Σαν σήμερα, Πρωταπριλιά 1981, είδε το φως του κόσμου και λίγο αφού βγήκε απ’ τα σπάργανα, είδε τα πρώτα «ερεθίσματα» για την ενασχόληση του με την πορτοκαλί μπάλα να του «χτυπά» την πόρτα! Ο πατέρας του, Βαγγέλης, πρώην παίκτης και προπονητής, ήθελε να δει το γιο του να ακολουθεί τα βήματα του. Τελικά ευτύχησε να δει το όνειρο του να πραγματοποιείται, ίσως στον υπερθετικό βαθμό!

Από μικρός Παναθηναϊκός, ποτέ όμως «τρελαμένος», όπως έχει δηλώσει στο παρελθόν, δούλευε εντατικά κάθε καλοκαίρι, παίζοντας στις ακαδημίες του Ηλυσιακού, ώστε να φορέσει τη φανέλα με το «τριφύλλι» σαν επαγγελματίας. Οι δυνατότητες του όμως «τρύπησαν» το ταβάνι του, πριν ακόμα κλείσει τα 18 (1996) ήταν ήδη «τσεκαρισμένος» από σκάουτ και παράγοντες του ΝΒΑ για το μέλλον. «Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ, είχα ένα στόχο. Να παίξω στο ΝΒΑ και να αγωνιστώ κόντρα στους καλύτερους, ώστε να γίνω κι εγώ καλύτερος»…

Προτεραιότητα είχε πάντως η βελτίωση του, που γινόταν αντιληπτή στους προπονητές του. Παίζοντας πια στις μικρές ομάδες του Παναθηναϊκού, ο Φώτσης έπεισε τον Λευτέρη Σούμποτιτς να του εμπιστευτεί μια θέση στο rotation της ανδρικής ομάδας. Στις 25 Οκτωβρίου 1997 και σε ηλικία 16 ετών και έξι μηνών ήρθε το «βάπτισμα του πυρός», απέναντι στη Δάφνη, όπου ο Πίξι τον χρησιμοιποιήσε για 5.21 λεπτά. Λίγες εβδομάδες αργότερα ήρθε το «ζευγάρωμα» των συμμετοχών, κόντρα στη Λάρισα και μέχρι το τέλος της σεζόν θα έφτανε τις 10 συμμετοχές.

Απ’ την επόμενη σεζόν ξεκινάει να παίζει περισσότερο, ενώ στις 23 Δεκεμβρίου 1998 απέναντι στη Νήαρ Ηστ κάνει ρεκόρ συμμετοχής και πόντων με τα «πράσινα» (24’, 17 πόντοι, 5 ριμπάουντ). Παράλληλα, οι εμφανίσεις του με τη Μικτή Εφήβων Κόσμου και οι εμπειρίες που έχει αποκτήσει, τον βάζουν στο «κάδρο» με τους φερέλπιδες Έλληνες μπασκετμπολίστες. Κάποιοι στην άλλη άκρη του Ατλαντικού εξακολουθούσαν να παρακολουθούν την εξέλιξη του και σιγά σιγά έφτανε η ώρα για την πτήση προς το όνειρο…

«Μέλι» απ’ τον Ομπράντοβιτς

Στις 20 Απριλίου 2000, όντας πια 18 ετών συμπληρωμένων κι έχοντας συμπληρώσει ένα χρόνο υπό τις οδηγίες του Ζέλικο Ομπράντοβιτς, μπαίνει στον τελικό της Ευρωλίγκας στο F-4 της Θεσσαλονίκης και «ντύνεται» πρωταγωνιστής: με 9 πόντους και 5 ριμπάουντ σε 10’ γίνεται εκ των πρωταγωνιστών της δεύτερης κούπας στην ιστορία του Παναθηναϊκού! Ο Ζοτς τον αποθέωσε με λόγια που μέχρι και σήμερα έχει ξεστομίσει για λίγους: «Είναι το μεγαλύτερο ταλέντο του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Περιμένω τα επόμενα χρόνια να κάνει φοβερά πράγματα και να παίξει εκπληκτικά»!

Ο πρώτος Έλληνα στο ΝΒΑ!

Παίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στον Παναθηναϊκό, έκρινε πως είχε έρθει γι’ αυτόν η ώρα. Το καλοκαίρι του 2001 δήλωσε συμμετοχή στο draft του ΝΒΑ και με αγωνία περίμενε να δει το πλασάρισμα του. Η επιλογή του στο Νο48 απ’ τους Μέμφις Γκρίζλις τον απογοήτευσε, ωστόσο δεν αρκούσε για να βάλει «πάγο» στον μεγάλο του πόθο. Πήγε στην Αμερική για να δοκιμαστεί απ’ τους Γκρίζλις. Δούλεψε εντατικά, πιέστηκε και τελικά τα κατάφερε!

Στις 9 Νοεμβρίου 2001 τα είχε καταφέρει: ήταν πια και με τη «βούλα» ο πρώτος γηγενής Έλληνας παίκτης που θα έπαιζε ΝΒΑ, με διετές συμβόλαιο έναντι περίπου 130 εκατ. δραχμών! Στον αγώνα με τους Λέικερς οι δημοσιογράφοι θα έγραφαν για έναν «αποφασισμένο Έλληνα, έτοιμο να κάνει ό,τι χρειαστεί για να τα καταφέρει». Πράγματι έκανε ό,τι μπορούσε, δουλεύοντας σε πολλά κομμάτια του παιχνιδιού. Δίχως να καταφέρει να παίξει πολύ, κατάλαβε πως τα σπουδαία τον περίμεναν πίσω στην Ευρώπη, για την οποία ήταν έτοιμος από καιρό να φορέσει «στολή» πρωταγωνιστή.

Σπίτι μου σπιτάκι μου

Τον Αύγουστο του 2002 επέστρεψε εκεί που ήθελε και τον ζητούσαν. Πως αλλιώς να αισθανθεί, όταν άκουγε τον Θανάση Γιαννακόπουλο να λέει ότι «δεν πρόκειται για μεταγραφή. Ο παίκτης είναι δικός μας». Με 14,5 πόντους και 5,5 ριμπάουντ κατά μέσο όρο στην Ευρωλίγκα, είχε γυρίσει για τα καλά. Στο τέλος της σεζόν 2002-03 πάντως, πάλι κάτι τον «έτρωγε». Μπορεί αυτή τη φορά να μην έφευγε για το ΝΒΑ, αλλά για τη Ρεάλ Μαδρίτης, σε κάθε περίπτωση όμως θα το έκανε σαν φίλος.

Έτσι, στα 22 του χρόνια ο Φώτσης θα γινόταν κάτοικος Μαδρίτης με 600.000 ευρώ ετησίως, παίζοντας σε 3 διαφορετική ομάδα στην καριέρα του. Εκεί κατέκτησε το πρωτάθλημα Ισπανίας το 2005, έχοντας όμως κάκιστες σχέσεις με τον Μπόζινταρ Μάλκοβιτς την «έψαξε» γι’ αλλού. Ένας άλλος Σέρβος, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, τον καλούσε στη Μόσχα για τη Ντιναμό. Παρότι επρόκειτο για έναν αρκετά βόρειο και κρύο προορισμό, η παρουσία του «κολλητού» του, Λάζαρου Παπαδόπουλου, καθώς και του Ντούντα, τον έπεισαν να κάνει το ταξίδι. Η κατάκτηση του Eurocup το 2006 τον έπεισε πως έκανε σωστή επιλογή, ενώ τα 3.5 εκατομμύρια ετησίως με τα οποία ανανέωσε το καλοκαίρι του 2007 του έλυσαν το οικονομικό πρόβλημα της ζωής του…

Επιστροφή Νο.2, παρουσία Νο.3!

«Η ΚΑΕ ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ ανακοινώνει την υπογραφή συμφωνίας με τον Αντώνη Φώτση για την επόμενη τριετία». Κάπως έτσι γράφτηκε ο πρόλογος της επιστροφής του στο ΟΑΚΑ και στην «αγκαλιά» του Ομπράντοβιτς, με τα καλύτερα να είναι ακόμα μπροστά! «Επιστρέφω στην ομάδα μου», δήλωσε ο ίδιος, αφού πρώτα είχε απορρίψει τον Ολυμπιακό και τη δική του πρόταση για επαναπατρισμό κι όπως αποδείχθηκε έκανε τη σωστή επιλογή.

Ευρωλίγκα στο Βερολίνο το 2009, ξανά το 2011 στη Βαρκελώνη, τρία πρωταθλήματα και μια γεμάτη τροπαιοθήκη με τον Φώτση πια να αποτελεί εκ των ηγετών μιας τρομερής «έκδοσης» του Παναθηναϊκού. Καθοριστικός στους τελικούς της σεζόν 2010-11, με τα «αξέχαστα» 6/6 τρίποντα στον 5ο τελικό με τον Ολυμπιακό, όλοι πίστευαν βλέποντας τον κατά τη διάρκεια της πως θα «γεράσει» με τα «πράσινα». Εντούτοις, το πρόγραμμα περιελάμβανε άλλη μια «έξοδο».

1η Ιουλίου 2011 και ο «Batman» παρουσιαζόταν απ’ την Αρμάνι Μιλάνο, υπογράφοντας έναντι 1,5 εκατ. ετησίως. Παρότι ο ίδιος ισχυρίστηκε πως ήθελε να μείνει στον Παναθηναϊκό, οι φίλοι του θα έπρεπε να τον συνηθίσουν ξανά με άλλη φανέλα. Στην Ιταλία σχεδόν τίποτα δεν πήγε καλά, με την Αρμάνι να αποδεικνύεται τόπος σύναξης μερικών σπουδαίων παικτών που ποτέ δεν έγινε ομάδα. Τις δυο μέτριες σεζόν στο Μιλάνο (8.4 και 7.5 πόντοι αντίστοιχα) διαδέχθηκε ένα «καταστροφικό» Eurobasket το καλοκαίρι του 2013, όπου χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα απ’ τον Τρινκιέρι. Είχε έρθει ξανά η στιγμή να βρει τον εαυτό του, για επιστροφή στα πάτρια και γνωστά εδάφη, (μάλλον) για τελευταία φορά στην καριέρα του….

Έκτοτε απέκτησε και τις ίδιες συνήθειες! Πλέον ως «παλιός», υπαρχηγός δίπλα στο Διαμαντίδη, προσπαθεί να επιστρέψει σ’ ένα F4, ψάχνοντας ένα ιδανικό φινάλε στο «σπίτι» του. Όποτε φυσικά αποφασίσει ότι αυτό θα έρθει…

 

BASKET LEAGUE Τελευταία Νέα