Ο άνθρωπος των τίτλων! (pics & vids)

Δημήτρης Ρούσσος
Ο άνθρωπος των τίτλων! (pics & vids)

bet365

O Ρουντ Ντιλ, ή Ρουντ Γκούλιτ, γεννήθηκε σαν σήμερα πριν από 53 χρόνια στο Άμστερνταμ και το gazzetta.gr κάνει αναδρομή στη ζωή και την καριέρα του αξέχαστου Ολλανδού άσου!

Όταν γεννήθηκε o Γκούλιτ πήρε το επώνυμο της μητέρας του, Ρία Ντιλ, καθότι αυτή ήταν Ολλανδή και ήταν πιο απλό γι'΄αυτόν να συστήνεται με δαύτο. Ο πατέρας του, ο Τζορτζ Γκούλιτ, καταγόταν απ' το Σουρινάμ και ως πρόσφυγας βρέθηκε στο Άμστερνταμ όπου υπήρχαν καλύτερες προοπτικές γι' αυτόν. Στο μικρό διαμερισματάκι του ενός υπνοδωματίου στο τελευταίο πάτωμα μιας εργατικής πολυκατοικίας σε μια συνοικία του Άμστερνταμ, ο Τζορτζ, ως καθηγητής οικονομικών σε σχολείο και η Ρία, ως καθαρίστρια προσπαθούσαν να προσφέρουν ό,τι καλύτερο στα τρια παιδιά της φαμίλιας.

Η «γνωριμία» με τον Ράικαρντ

Ο Ρουντ ξεκίνησε να στραβοκλωτσά τη μπάλα στις αλάνες της Ρόζενστραατ, ενός δρόμου πολύ κοντά στο κέντρο της ολλανδικής πρωτεύουσας. Πρώτη του ομάδα ήταν η «Meerboys», της οποίας φόρεσε τη φανέλα όντας 8 ετών. Δυο χρόνια αργότερα όμως, ένεκα της μετακόμισης στα δυτικά του Άμστερνταμ, βρέθηκε στις γειτονιές του Φρανκ Ράικαρντ και σε ηλικία 10 ετών έπαιζαν μαζί ποδόσφαιρο στο δρόμο! Η DWS ήταν η ομάδα που «περιέθαλψε» ποδοσφαιρικά τις μελλοντικές δόξες των «οράνιε», μαζί με τον Έρβιν Κούμαν και τον Ρόναλντ Κούμαν, μαθαίνοντας τους τις βασικές αρχές του σπορ και ίσως και κάνα δυο ... τρικ για το πως να κατακτήσουν την Ευρώπη 18 χρόνια αργότερα!

Τότε θρυλείται πως ο Γκούλιτ άρχισε να χρησιμοποιεί το επώνυμο του πατέρα του, καθώς σκέφτηκε πως ταιριάζει καλύτερα σε ποδοσφαιριστή. Εντούτοις, έως και σήμερα χρησιμοποιεί το «Ντιλ» σε κάθε επίσημο έγγραφο που υπογράφει.

Πρώτος σταθμός: Χάρλεμ και εκτόξευση!

Το 1978, στα 16 πλέον του, υπέγραψε το πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο της καριέρας του στη Χάρλεμ, με προπονητή τον Άγγλο Μπάρι Χιούζ. Έκανε το ντεμπούτο του στην Ερεντιβίζε την ίδια χρονιά, γενόμενος έτσι ως ο νεότερος παίκτης στην ιστορία του πρωταθλήματος, ενώ με 32 γκολ σε 91 αγώνες για τα επόμενα τρία χρόνια θα κατέθετε τα διαπιστευτήρια του, παίρνοντας γρήγορα το εισιτήριο για τα μεγάλα σαλόνια της Φέγενορντ.

Η Φέγενορντ και οι πρώτοι τίτλοι

Εν έτει 1982, 300.000 λίρες Αγγλίας ήταν αρκετά για την εποχή ώστε το μεγάλο ταλέντο του ολλανδικού ποδοσφαίρου να γίνει κάτοικος του λιμανιού του Ρότερνταμ στα 19 του. 31 γκολ σε 85 αγώνες στις επόμενες τρεις σεζόν έπεισαν πως δεν πρόκειται για «φωτοβολίδα». Η παρουσία του, δε, δίπλα στον Γιόχαν Κρόιφ, στο κέντρο των «ερυθρόλευκων», πολλαπλασίασε τις εμπειρίες που μπορούσε να αποκομίσει στην ηλικία αυτή, φτάνοντας στα 22 πλήρης παραστάσεων και συνεχώς εξελισσόμενος.Το νταμπλ του 1984 και η ανάδειξη του σε κορυφαίο Ολλανδό της σεζόν του 'μαθαν τι εστί «πρωταθλητισμός» και «τίτλοι», την ώρα που καταξιωνόταν λίγο - λίγο ως ένας αμυντικός μέσος κλάσης.

Η αναφορά του προπονητή του, Τάις Λιμπρεχτς, στο πρόσωπο του ως «μαυρούκος» (σ.σ «blackie») και η κριτική του πως πρόκεται για εξόχως προικισμένο μα και ιδιαίτερα τεμπέλη ποδοσφαιριστή έφεραν μια σχετική αναστάτωση, πράγμα λογικό, δεδομένου του αριθμού των Μολούκων στην κοινωνία και - φυσικά - το ποδόσφαιρο της Ολλανδίας. Ο Λίμπρεχτς «απολογήθηκε» λέγοντας πως αυτό ήταν το παρατσούκλι του για τον Γκούλιτ, αρνούμενος πως το εννοούσε ρατσιστικά.

Καταξίωση

Τρία χρόνια αργότερα (1985), όπως έκανε και στη Χάρλεμ, ο Γκούλιτ άλλαξε ομάδα, αποδεχόμενος την πρόταση της Αϊτχόφεν που έδωσε 400.000 λίρες για να τον κάνει δικό της. Οι οπαδοί της Φέγενορντ αμέσως τον ονόμασαν υποτιμητικά «λύκο» και τον μίσησαν, ισχυριζόμενοι πως πήρε την μεταγραφή για τα λεφτά. Γεγονός είναι πως η φιλοδοξία του ξεπερνούσε τα όρια του Ρότερνταμ και η επιλογή του δικαιώθηκε.

Στην PSV δεν χρειάστηκε να περιμένει μέχρι να συμβεί αυτό, σημειώνοντας καλύτερες επιδόσεις και φτάνοντας γρηγορότερα εκεί για όπου ήταν προορισμένος: για την κορυφή. Αμέσως κατακτά δυο συνεχόμενα πρωταθλήματα (1985 - 1987), αναδεικνύεται εκ νέου σε καλύτερο Ολλανδό της χρονιάς (1986) και μετατρέπεται πλέον σε ποδοσφαιριστή παγκόσμιας κλάσης, αφού δεν του λείπει τίποτε.

Μαγική «ροσονέρο» τριπλέτα!

Φτάνοντας τόσο γρήγορα στο «ταβάνι» με τα «ερυθρόλευκα» της Φέγενορντ και ξεχωρίζοντας για τις αρετές του, δεν άργησαν να εμφανιστούν ενδιαφερόμενοι εκτός Ολλανδίας. Το 1987 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατέβαλε 6 εκατ. λίρες για να δημιουργήσει μαζί με τους συμπατριώτες του, Μάρκο Φαν Μπάστεν και Φρανκ Ράικαρντ (σ.σ αποκτήθηκε ένα χρόνο αργότερα), αλλά και τους Πάολο Μαλντίνι και Φράνκο Μπαρέζι, μια ομάδα - «όνειρο» που έμελλε να μείνει στις μνήμες των απανταχού ποδοσφαιρόφιλων. Ο Αρίγκο Σάκι καθοδήγησε το σύνολο αυτό στο πρώτο πρωτάθλημα της ομάδας μετά από 9 χρόνια, με έναν εκπληκτικό Γκούλιτ που όσο δυσκολευόταν έξω απ' το γήπεδο να μιλήσει ιταλικά και να συνεννοηθεί, άλλο τόσο έκανε τη διαφορά στην πορεία της Μίλαν προς το «σκουντέτο»!

Αρχικά στο πλάι της επίθεσης, μαζί με τον Φαν Μπάστεν και τον Πιέτρο Βίρντις, και στη συνέχεια ως σέντερ φορ, μετά τον τραυματισμό του «ιπτάμενου Ολλανδού», ο Γκούλιτ αμέσως δοξάστηκε με τη φανέλα των Μιλανέζων. Με 13 γκολ σε 36 αγώνες συνολικά «συστήθηκε» στους οπαδούς της Μίλαν, που την επόμενη χρονιά ανέβηκε στην κορυφή - και- της Ευρώπης, διαλύοντας τη Ρεάλ Μαδρίτης με 5-0 στον δεύτερο ημιτελικό και με 4-0 τη Στεάουα Βουκουρεστίου στον τελικό.

Απ' αυτόν ο Γκούλιτ παραλίγο να είναι απών λόγω τραυματισμού στον ημιτελικό, όμως κατάφερε να βρεθεί στο γήπεδο και μάλιστα να σκοράρει δυο γκολ, κατακτώντας δικαιωματικά αργότερα το βραβείο του καλύτερου Ευρωπαίου για το 1989, το οποίο μάλιστα αφιερώνει τον Νέλσον Μαντέλα.

Η επόμενη σεζόν ήταν μια απ' τα ... ίδια, καθώς οι «ροσονέρι» υπερείχαν όλων των αντιπάλων τους στην Ευρώπη και υπερασπίστηκαν επιτυχημένα το «στέμμα» τους, επικρατώντας της Μπενφίκα στον τελικό του 1990! Ο Γκούλιτ βέβαια, λόγω συνεχών τραυματισμων στο δεξί γόνατο, δεν κατάφερε να αγωνιστεί παρά μόνο σε δυο αγώνες για το πρωτάθλημα και έναν στην Ευρώπη, όμως πήρε κι αυτός λίγη απ' τη «χρυσόσκονη» με την οποία πασαλείφτηκαν οι συμπαίκτες του για το δεύτερο συνεχόμενο Κύπελλο Πρωταθλητριών.

Το 1991, με τον Γκούλιτ ξανά στις «επάλξεις», επιχείρησαν το ανεπανάληπτο ως σήμερα «three - peat». Εν τέλει, αποκλείστηκαν απ' τη Μαρσέιγ με ήττα με 3-0 στη Μασσαλία, ουσιαστικά άνευ αγώνος, όταν αρνήθηκαν να συνεχίσουν το παιγνίδι μετά τη διακοπή ... ρεύματος στο Βελοντρόμ που ακολούθησε το γκολ πρόκρισης των Μασσαλών με τον Γουάντλ, λίγα λεπτά πριν το τέλος!

Το 1992 και το 1993 η Μίλαν βρέθηκε πάλι αγκαλιά με το «σκουντέτο» και ο Γκούλιτ, ως περιφερειακός μέσοεπιθετικός έκανε τη διαφορά σε εκείνη τη φοβερή ομάδα που κατέκτησε τα πάντα.

«Λάμψη» στη Σαμπντόρια και ξανά πίσω!

Το 1993 αποσύρθηκε απ' την Εθνική ομάδα και πείστηκε απ' τον πρόεδρο της Σαμπντόρια, Πάολο Μαντοβάνι, να παίξει στο πλάι του Ρομπέρτο Μαντσίνι. Παίρνοντας το Νο4, βοήθησε τη «Σαμπ» να βγει τρίτη στο πρωτάθλημα και να κατακτήσει το Κύπελλο, κόντρα στη Μίλαν και μάλιστα με δικό του νικητήριο τέρμα! Συνολικά έπαιξε τόσο καλά για μια σεζόν στη Σαμπντόρια που «ανάγκασε» τη Μίλαν να τον πάρει πίσω το 1994, όμως μόνο για μισή χρονιά, αφού ξαναγύρισε στη Σαμπντόρια για να ολοκληρώσει τη σεζόν 1994 - 1995.

Λονδίνο και Τσέλσι

Ελεύθερος το καλοκαίρι του 1995 μετακομίζει στην Πρέμιερ Λιγκ και στην Τσέλσι. Οι «μπλε» δεν κατάφεραν σπουδαία πράγματα, φτάνοντας ως τα ημιτελικά του FA Cup και τερματίζοντας χαμηλά στο πρωτάθλημα, όμως ο ίδιος ο Γκούλιτ, με 7 γκολ σε 40 αγώνες σε τρεις σεζόν και δεύτερος πίσω απ' τον Έρικ Καντονά στην ψηφοφορία για τον ποδοσφαιριστή της σεζόν 1995 - 1996, δήλωνε πως «στο Λονδίνο ευχαριστήθηκα πραγματικά το ποδόσφαιρο και αισθανόμουν περισσότερο ευτυχής από ποτέ»...

Κεφάλαιο «Εθνική»

Σαν σήμερα το 1981, στα 19 του, ο Γκούλιτ έκανε σε ηλικία 19 ετών το ντεμπούτο του με τη φανέλα των «οράνιε», στην ήττα των Ολλανδών με 2-1 απ' την Ελβετία. Οι αποτυχίες πρόκρισης στο Μουντιάλ του 1982 και του 1986,καθώς επίσης και του Euro του 1984 δεν προμήνυαν με τίποτα τη δόξα του 1988, όταν η Ολλανδία, υπό τις οδηγίες του Ρίνους Μίχελς, κατέκτησε το Euro '88 επί της ΕΣΣΔ με 2-0, με τον Γκούλιτ αρχηγό.

Η συνέχεια ήταν αντίστοιχη με ό,τι προηγήθηκε του '88, καθώς, αν και οι Ολλανδοί κατέβαιναν σε πολλά τουρνουά ως φαβορί αδυνατούσαν να δικαιώσουν τις προσδοκίες. Το 1990 στο Μουντιάλ της Ιταλίας αποκλείστηκαν στους «16» απ' τη Γερμανία και στο Euro του '92 στα πέναλτι απ' τη Δανία στους «8».

Τον Μάιο του '94 ο Γκούλιτ τσακώθηκε με τον ομοσπονδιακό τεχνικό, Ντικ Άντβοκαατ, για το γεγονός ότι τον χρησιμοποιούσε ως δεξί χαφ, αρνήθηκε να αγωνιστεί εναντίον της Σκωτίας, μετά το ματς με την Αγγλία στο Γουέμπλεϊ,όταν ο δεύτερος τον αντικατέστησε με τον Όφερμαρς και λίγο πριν το Μουντιάλ των Η.Π.Α αποσύρθηκε απ' την Εθνική ομάδα. Συνολικά μέτρησε 17 γκολ σε 66 εμφανίσεις.

Παίκτης - προπονητής

Το 1996 ο προπονητής της Τσέλσι, Γκλεν Χοντλ, παραιτήθηκε για να αναλάβει τον πάγκο της Εθνικής Αγγλίας και έτσι ο Γκούλιτ γίνεται παίκτης - προπονητής. Διαψεύδοντας όσους προεξοφλούσαν την αποτυχία του, οδήγησε τους «μπλε» στην κατάκτηση του Κυπέλλου, φέρνοντας στο Στάμφορντ Μπριτζ το πρώτο τρόπαιο μετά από 26 χρόνια και τερματίζοντας στην 6η θέση του πρωταθλήματος.

Την επόμενη σεζόν απολύθηκε, παρότι η Τσέλσι βρισκόταν στη δεύτερη θέση της Πρέμιερ Λιγκ και στα προημιτελικά του Λιγκ Καπ και του Κυπέλλου.

Τον Αύγουστο του 1998 ανέλαβε τη Νιούκασλ, όμως η συμπεριφορά του δεν τον βοήθησε να στεριώσει. Παίρνοντας τον αριθμό «7» απ' τον άσο της ομάδας, Ρόμπερτ Λι, για να το δώσει στο νέο μεταγραφικό απόκτημα, Κιερόν Ντάιερ, και αφήνοντας στον πάγκο τον Άλαν Σίρερ στην ήττα στο ντέρμπι με τη Σάντερλαντ, εκδιώθηκε απ' τους ανθρακωρύχους στις αρχές του 2000 δίχως να καταφέρει κάτι αξιοσημείωτο.

Η μετριότατη καριέρα του ως προπονητής συνεχίστηκε στη Φέγενορντ, όταν τη σεζόν 2004 - 2005 την οδήγησε στην τέταρτη θέση, πίσω απ' τον Άγιαξ, την Αϊτχόφεν και την Αλκμαάρ, ενώ το 2007 ανέλαβε τους LA Galaxy, για να τσακωθεί με όλους τους παίκτες, να γκρινιάξει για το μισθό του, να κάνει ένα σερί 7 αγώνων δίχως νίκη και να απολυθεί τον Αύγουστο του 2008 ως εξόχως προβληματικός χαρακτήρας που έφερνε μόνο εξωαγωνιστική αναστάτωση και αγωνιστική αναποτελεσματικότητα.

Τροπαιοθήκη από «χρυσάφι»

Κι αν το φινάλε του στο άθλημα ως προπονητής αμαύρωσε κατά τι τη δόξα που απόλαυσε, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως ήταν ένας απ' τους μέσους που άφησαν το αποτύπωμα τους στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Χαρακτηριστικό της ποιότητας του ήταν πως όπου κι αν πήγαινε κουβαλούσε την αύρα του νικητή, κατακτώντας σημαντικούς τίτλους με σχεδόν όλες τις φανέλες που φόρεσε! Τα αποτελέσματα του είναι ενδεικτικά και φανερώνουν την αξία ενός χαφ που αν γεννιόταν 20 - 30 χρόνια αργότερα θα κόστιζε δεκάδες εκατομμύρια και μάλλον θα σημάδευε ξανά την ιστορία των ομάδων στις οποίες θα αγωνιζόταν!

Οι τίτλοι του (συλλογικά): 3 πρωταθλήματα Ολλανδίας (Φέγενορντ '83 - '84, ΑΪτχόφεν ('85 - '86, '86 - '87), 3 πρωταθλήματα Ιταλίας με τη Μίλαν ('87 - '88, '91 - '92, '92 - '93, 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών με τη Μίλαν ('88 - '89, '89 - '90), 2 Σούπερ Καπ Ευρώπης (1989, 1990), 2 Παγκόσμια Σούπερ Καπ (1989, 1990), 1 Κύπελλο Ιταλίας με τη Σαμπντόρια ('93 - '94).

Ατομικές διακρίσεις: αρχηγός της Εθνικής Ολλανδίας όταν αυτή κατέκτησε το Euro '88, Ευρωπαίος ποδοσφαιριστής της χρονιάς το 1987, παίκτης της χρονιάς σε όλο τον κόσμο το 1987 και 1989, Ολλανδός παίκτης της χρονιάς το 1984 και το 1986, «χρυσό» παπούτσι στην Ολλανδία το 1986, Ολλανδός αθλητής της χρονιάς το 1987, υποψήφιος για τη «Χρυσή Μπάλα» το 1988, μέλος του «Hall of Fame» της Μίλαν.

Διάβασε όλα τα τελευταία νέα της αθλητικής επικαιρότητας. Μάθε για όλους τους live αγώνες σήμερα και δες τις αθλητικές μεταδόσεις της ημέρας και της εβδομάδας μέσα από το υπερπλήρες Πρόγραμμα TV του Gazzetta.

 

SERIE A Τελευταία Νέα