Ο Γιώργος είναι τολμηρός!

Ο Γιώργος είναι τολμηρός!

bet365

Σε ανύποπτο χρόνο το είχε πει… «Μέσα στο γήπεδο είμαι ψυχρός εκτελεστής». Χθες το απέδειξε! Το gazzetta.gr παρουσιάζει τον παρεξηγημένο Γιώργο Σαμαρά!

Meet Sam...

Θα μπορούσε να ξεσηκώσει την Αυστραλία, να παρασύρει το Γουίμπλετον στους ρυθμούς του και να κάνει τους ξενέρωτους Γάλλους του Ρολάν Γκαρός να παραληρούν. Θα συναγωνιζόταν τον Μάριο Παγδατή και θα έπαιζε στο διπλό με τη Λένα Δανιηλίδου. Όλα αυτά ίσως και να μην άνηκαν στη σφαίρα της φαντασίας, αν δεν ήταν πατέρας του ο Γιάννης Σαμαράς κι αν οι γονείς του έμπειρου τεχνικού δεν αποφάσιζαν να μετακομίσουν στην Ελλάδα από την Μελβούρνη, όπου γεννήθηκε, όταν ο Γιάννης ήταν ακόμα 13 ετών. Ο Γιώργος γεννήθηκε στο Ηράκλειο στις 21 Φεβρουαρίου του 1985 και η πρώτη επαφή του με τον αθλητισμό ήταν το τένις, με την ρακέτα να έχει γίνει επέκταση του χεριού του από την ηλικία των εφτά μέχρι των εννέα χρόνων. Μετά ήρθε η ώρα για ποδόσφαιρο.

«Το μικρόβιο του ποδοσφαίρου το κόλλησα πιτσιρικάς, τότε που πήγαινα στο γήπεδο του ΟΦΗ και παρακολουθούσα τις προπονήσεις και τα παιχνίδια στα οποία έπαιζε ο πατέρας μου Γιάννης. Γράφτηκα στην ακαδημία της ομάδας το 1994»... Από την ημέρα που πήρε τη μπάλα στα πόδια του δεν την άφησε. Έκανε προπονήσεις με τους μικρούς του ΟΦΗ, έκανε ατομικές προπονήσεις με τον πατέρα του, έκανε προπόνηση ακόμα και στο σπίτι! Προπονητής του στο σπίτι ήταν ο Γιάννης Σαμαράς, όπως και στις ακαδημίες του ΟΦΗ εκείνη την εποχή.

Από μικρός ξεχώριζε για τα στοιχεία που είχε. Ήταν γρήγορος, ευλύγιστος και εύστροφος με τη μπάλα στα πόδια. Ξεχώριζε, εξάλλου, για το ύψος του. Ήταν από μικρός το ψηλότερο παιδί της τάξης και έπαιρνε 2-3 πόντους το μήνα. Όταν έφυγε για την Ολλανδία σε ηλικία 16 ετών είχε φτάσει το 1μ.86 και οι προβλέψεις τον ήθελαν να μένει εκεί! Εκείνος συνέχισε να αναπτύσσεται και σταμάτησε στο 1μ.93.

Το μέλλον του διαγραφόταν λαμπρό από την πρώτη στιγμή, αλλά κανείς δεν του το έλεγε. «Σταμάτησα να κάνω όνειρα από τότε που δεν πραγματοποιήθηκε το πρώτο μου όνειρο που ήταν να παίξω στον ΟΦΗ», είχε δηλώσει σε μια από τις πρώτες συνεντεύξεις του, όμως οι μαρτυρίες τον θέλουν να ζει το ποδόσφαιρο με μια παιδικότητα. Μετά ήρθε το πρώτο στοίχημα, το μεγάλο ρίσκο. Όχι τόσο του ιδίου, όσο της οικογένειάς του να του επιτρέψει από τόσο νεαρή ηλικία να φύγει.

«Ήρθε μία πρόταση από τη Χέρενφεϊν για να δοκιμαστώ. Είχα δει πώς λειτουργούν οι ολλανδικές ομάδες όταν επισκέφτηκα τον Νίκο Μαχλά στη Φίτεσε και εντυπωσιάστηκα. Έτσι, είπα χωρίς δεύτερη σκέψη το «ναι»». Έφυγε πριν προλάβει να… εθιστεί σε κακές συνήθειες. Το κλαμπ ήταν μια άγνωστη λέξη για τον Γιώργο Σαμαρά και το αλκοόλ επιτρέπεται μόνο στις διακοπές κι εκεί με μέτρο. Στο εξωτερικό δεν υπήρχαν μπουζούκια για να γιορτάζει τις επιτυχίες του και μόνο το καλοκαίρι όταν το πρόγραμμά του το επιτρέπει και η Ελλάδα το επιβάλλει, θα αφεθεί σε μικρές… καταχρήσεις. Εκείνες που στερήθηκε στην εφηβεία του.

«Για να κατακτήσω αυτά τα λίγα που έχω πετύχει, έχω κάνει πολλές. Έκανα ταξίδι χωρίς επιστροφή συνειδητά. Έξι μήνες από τη στιγμή που έφυγα από την Ελλάδα, δεν μπορούσα να κάνω παρέα με τα παιδιά της ηλικίας μου. Εκείνοι πήγαιναν για καφέ, στο σινεμά – πράγματα που εγώ σαν πιτσιρικάς δεν έζησα ποτέ», δηλώνει όταν γυρίζει το χρόνο πίσω στην εποχή που έπρεπε να αφήσει πίσω την μητέρα του, που έκλαιγε και την αδελφή του που τότε ήταν σχεδόν νεογέννητη και 14 χρόνια μετά παραμένει η μεγάλη του αδυναμία.

Η ζωή στην Ολλανδία δεν ήταν και ό,τι πιο χαλαρό φαντάζεται ένα παιδί 16 ετών. Δεν ήταν, ούτε καν πλησίαζε μια... πενταήμερη! Το ξύπνημα ήταν λίγο πριν τις 7π.μ. και το πρόγραμμα περιελάμβανε διπλή προπόνηση στο γήπεδο κι ενδιάμεσα μαθήματα. Αγγλικά, ιστορία και οικονομία ήταν οι επιλογές του Γιώργου Σαμαρά στο σχολείο της Χέρενβεϊν και η μέρα του ολοκληρωνόταν περίπου στις 7μ.μ., οπότε πού χρόνος για κραιπάλες. «Ήταν μια μικρή κατάθλιψη. Νύχτωνε στις πέντε το απόγευμα, τα μαγαζιά έκλειναν στις πέντε το απόγευμα, δεν καταλάβαινα τη γλώσσα. Είχε βροχή, συννεφιά... Έπρεπε να σταματήσω να σκέφτομαι την Ελλάδα, αναγκάστηκα να ωριμάσω απότομα. Το πρώτο διάστημα μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο να προσαρμοστώ».

Όσο για τη διασκέδαση; Ο κινηματογράφος και τα DVD είναι η αγαπημένη ασχολία του Έλληνα άσου, ο οποίος μπορεί να πάει για έναν καφέ λίγο πιο χαλαρά και φημολογείται να είναι πολύ καλός στην παρέα, με έντονη αίσθηση του χιούμορ. Δηλώνει αγοραφοβικός, αντικοινωνικός και εσωστρεφής με τον Παναγιώτη Κονέ και τον Μιχάλη Σηφάκη – με τον οποίο σχεδόν μεγάλωσαν μαζί – να προσπαθούν να τον βοηθήσουν να το αποβάλλει. «Το καλύτερο κομπλιμέντο που μου έχουν κάνει είναι πως είμαι καλό παιδί, καλός άνθρωπος. Αυτό θέλω να θυμούνται οι φίλαθλοι όταν θα σταματήσω το ποδόσφαιρο».

Οι πρώτοι μήνες στην Ολλανδία ήταν δύσκολοι λόγω (και) της γλώσσας, όμως το ποδόσφαιρο ήταν το σημείο αναφοράς του, προκειμένου να ξεπερνάει τις δυσκολίες. Η οικογένειά του ήταν πάντα στο μυαλό και στην καρδιά του, πριν γίνουν τατουάζ στον παράμεσο του χεριού του, ένας προς ένα τα αρχικά τους. Η Ευτυχία Σαμαρά προσπάθησε να είναι δίπλα στο παιδί της, όσο περισσότερο μπορούσε. Έστω και αν ήταν για να του φτιάχνει τις αγαπημένες του μακαρονάδες τον πρώτο καιρό που ήταν στο Μάντσεστερ και ήταν η μόνη που πήγε μαζί του.

Behind the scenes...

Οι άνθρωποι γύρω από τον Γιώργο Σαμαρά ήταν ελάχιστοι. Ο πατέρας του και προπονητής του είχε αναλάβει την τεχνική του κατάρτιση, την πειθαρχία και τον χαρακτήρα του, αλλά υπήρξε κι ένας ακόμα άνθρωπος. Ο Δημήτρης Καναβαράκης βρισκόταν… πίσω από την κουρτίνα και είχε δουλέψει μαζί του στη φυσική κατάσταση και τη μυϊκή ενδυνάμωση από την ηλικία των εννέα ετών, που ξεκίνησε το ποδόσφαιρο ως και τα 16 του που έφυγε για Ολλανδία. Κι από τότε, δεν έχασε ποτέ την επαφή του με τον Σαμαρά.

Ο γυμναστής τένις, απ’ όπου και η γνωριμία του με τον Sam είχε να λέει για το ειδικό πρόγραμμα που καταρτίστηκε «με πολλή μελέτη από το εξωτερικό» και το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να χτίσει ο Έλληνας φορ το σώμα του με τέτοιο τρόπο ώστε να μην τραυματίζεται, αλλά και να μην επηρεαστεί από την ανάπτυξη που είχε ως τα 18 του χρόνια. Είχε να λέει, όμως, ακόμα περισσότερα για το… εργαλείο που είχε στα χέρια του να δουλέψει και την οικογένεια του Γιώργου Σαμαρά.

«Πάντα ήταν ένα πολύ πειθαρχημένο παιδί. Δεν είχε ποτέ του τουπέ και ήταν χαμηλών τόνων, όπως και ο πατέρας του. Δεν έβλεπε μακριά στο ποδόσφαιρο, δεν σκεφτόταν ποιος θα γίνει και τι θα κάνει σε μερικά χρόνια, όπως άλλα παιδιά στην ηλικία του. Η προπόνηση και ο προσεχής αγώνας ήταν πάντα ο σκοπός του. Ούτε εμείς, όμως, του δείχναμε τι προοπτικές είχε. Φαινόταν ότι μπορεί να γίνει μεγάλος παίκτης. Ποτέ δεν του μπήκε το μικρόβιο της «κακής» ζωής. Κάθε άνθρωπος είναι προϊόν του περιβάλλοντός του. Αν ζεις σε μια οικογένεια που όλοι βγαίνουν κάθε βράδυ, μεγαλώνοντας θα βγεις κι εσύ. Ο Γιώργος μεγάλωσε με υψηλό αθλητικό περιβάλλον και απέκτησε τα ίδια γνωρίσματα. Ο Γιάννης Σαμαράς είχε πάντα μια φιλοσοφία και μια νοοτροπία εξωτερικού. Καμία σχέση με την ελληνική, γι’ αυτό και ο Γιώργος δεν έχει τη νοοτροπία άλλων Ελλήνων παικτών».

Μια καριέρα, ένα όνειρο κι ένα σπίτι…

Η Ολλανδία και η Χέρενβεϊν δεν ήταν μόνο το σχολείο του και το… νεκροταφείο των εφηβικών του χρόνων. «Έχασα εντελώς την εφηβεία μου. Στα 16 μου έμαθα να είμαι άντρας και επαγγελματίας», δηλώνει ο Γιώργος Σαμαράς, ο οποίος θα γινόταν πολύ σύντομα και στόχος των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών ομάδων. Οι εμφανίσεις του στο ολλανδικό πρωτάθλημα, όπου έκανε ντεμπούτο το λίγο μετά την ενηλικίωσή του και κυρίως η σεζόν 2004-05 (σ.σ. 11 γκολ σε 37 ματς), τον ανέβασαν στην ελίτ της Ευρώπης. Η Σεβίλλη τον ήθελε εκείνο το καλοκαίρι για αντικαταστάτη του Ζούλιο Μπαπτίστα, η Άρσεναλ προσπάθησε να αποσπάσει την υπογραφή του όταν έχασε τον Βραζιλιάνο φορ από τη Ρεάλ, όμως όλα θα παρέμεναν σε θεωρητικό επίπεδο και ο Σαμαράς στην Ολλανδία.

Δεν θα χρειαζόταν, ωστόσο, να περιμένει πολύ. Στις 30 Ιανουαρίου του 2006, η Μάντσεστερ Σίτι θα πλήρωνε το ποσό ρεκόρ μέχρι και σήμερα για Έλληνα ποδοσφαιριστή και θα αποκτούσε τον Γιώργο Σαμαρά έναντι 9 εκ. ευρώ. Ξαφνικά, όλες οι θυσίες έμοιαζαν να αξίζουν. Ακόμα και η πίκρα που του είχε προσφέρει η Ελλάδα, άρχισε να μοιάζει πιο γλυκιά. «Γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Και κάπου εδώ μπαίνει το εγώ στην εξίσωση. Θυμάμαι τότε δεν με καλούσαν συχνά στην Εθνική νέων. Όποτε ερχόμουν, έβλεπα παιδιά της ηλικίας μου που έπαιζαν στην Ιταλία, στη Γερμανία. Σήμερα οι περισσότεροι έχουν χαθεί. Μάλλον δεν είχαν καταλάβει πού ήταν».

Το ίδιο πρόβλημα θα αντιμετώπιζε και ο ίδιος στο Μάντσεστερ. Παρά το εκρηκτικό του ξεκίνημα και τα έξι γκολ σε 15 παιχνίδια που θα σημείωνε μέχρι το τέλος της τρέχουσας σεζόν, ο Γιώργος Σαμαράς θα δεινοπαθούσε στη Σίτι. Θα δεχόταν κριτική από τον προπονητή του, θα δεχόταν κριτική από τον κόσμο και κυρίως από τον Τύπο που θα χαρακτηρίζει τη μεταγραφή του ως «πολύ κακή επένδυση» και τον ίδιο ως «ψάρι έξω από το νερό». Η Μάντσεστερ Σίτι δεν πήγαινε καλά, ο Σαμαράς δεν πήγαινε καλά και όταν ανέλαβε ο Σβεν Γκόραν Έρικσον, όλα έγιναν χειρότερα. «Είναι καλός παίκτης, αλλά πρέπει να σταματήσει να πιστεύει ότι είναι ο Ροναλντίνιο», είχε σχολιάσει με πολύ δεικτικό τρόπο ο τότε μάνατζερ της Σίτι. Με τον Σουηδό τεχνικό στον πάγκο, έπαιξε μόλις σε εφτά παιχνίδια μέχρι τον Ιανουάριο, όταν και του δόθηκε η εντολή να ψάξει για ομάδα.

Δε θα δυσκολευόταν στην αναζήτηση, έστω κι αν χρειάστηκε να δυσκολευτεί στην επιλογή. Η Μίντλεσμπρο, η Εσπανιόλ, η Μπόλτον, η Τσάρλτον ήταν ανάμεσα σε εκείνες που ενδιαφέρθηκαν, όπως και η Σέλτικ με τη Ρέιντζερς. «Είναι ανθρώπινη πόλη, μου ταιριάζει. Δεν είναι τόσο όμορφη όσο το Εδιμβούργο, αλλά έχει έναν ωραίο τρόπο ζωής. Τη νυχτερινή ζωή την έχω καταργήσει για πολλούς λόγους. Ένας βασικός είναι η κουλτούρα του ποτού που επικρατεί στην πόλη. Δεν είναι λίγοι οι συμπαίκτες μου που βγαίνουν για ένα ποτό και καταλήγουν να παίξουν ξύλο επειδή ένας μεθυσμένος οπαδός της Ρέιντζερς τους επιτέθηκε. Καλύτερα σπίτι μου, ταινίες, διάβασμα και ξεκούραση». Η απόφασή του ήταν η Γλασκόβη και η… θρησκευτική του προτίμηση οι καθολικοί της πόλης!!

Οι έξι μήνες στη Σέλτικ έγιναν το προηγούμενο καλοκαίρι τρία χρόνια και τα τρία χρόνια έγιναν ακόμα τρία τον Μάρτιο του 2011. «Δεν με ενδιέφερε να πάω σε άλλη ομάδα. Το μόνο που ήθελα ήταν να υπογράψω στη Σέλτικ», έλεγε ο Γιώργος Σαμαράς, ο οποίος δεσμεύτηκε με συμβόλαιο καρδιάς με την σκωτσέζικη ομάδα για πάντα από τις 2 Ιανουαρίου του 2011. Με δύο δικά του γκολ, η Σέλτικ κέρδισε μέσα στο «Ibrox park» την αιώνια αντίπαλό της και η αναγνώριση που δέχτηκε ο Σαμαράς ήταν μεγαλύτερη από τα τέσσερα πρωταθλήματα, τα δύο κύπελλα και το ένα λιγκ καπ, που έχει κατακτήσει στη Σκωτία. «Ήταν ασταμάτητος. Μας έδειξε τι μπορεί να κάνει οποιαδήποτε μέρα, σε οποιονδήποτε αγώνα», θα έλεγε μετά το ματς ο προπονητής του, Νιλ Λένον, στον οποίο έσπευσε να αφιερώσει το ένα γκολ.

Το αληθινό του συμβόλαιο τελείωσε πριν από μερικές εβδομάδες. Με τον μικρό Τζέι στην αγκαλιά του να αποχαιρετά τον κόσμο, γνωρίζοντας την αποθέωση από τον κόσμο και ίσως για πρώτη φορά κερδίζοντας τον απόλυτο σεβασμό στην Ελλάδα. «Είναι κάτι το οποίο πραγματικά δεν ξέρω γιατί έχει πάρει τόση δημοσιότητα. Για μένα είναι κάτι συνηθισμένο. Αυθόρμητο. Φυσικό. Δεν είναι η πρώτη φορά που είδα τον Τζέι, έχουμε επαφές. Τον έβλεπα όποτε ερχόταν στο γήπεδο, γιατί μένει στην Ιρλανδία. Δεν ξέρω γιατί έχει πάρει τόση μεγάλη έκταση».

Ουδείς προφήτης…

Στην Ελλάδα χρειαζόταν να πάρουμε μαθήματα από το εξωτερικό για να αποδεχτούμε τον Γιώργο Σαμαρά. Χρειαζόμασταν το άλλοθι της Ελένης Φουρέιρα για να τον κριτικάρουμε για τις εμφανίσεις του και ένα πέναλτι στις καθυστερήσεις για να αντιληφθούμε την ποιότητά του. θα δυσκολευόμασταν να πιστέψουμε τι μπορεί να κάνει… οποιαδήποτε μέρα. Ίσως γιατί τέτοιες μέρες με το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα σπανίζουν.

Μια σπουδαία εμφάνιση στην Τουρκία, μία με τη Λετονία, μία με την Αυστρία, ένα γκολ με την Κροατία κι όταν όλοι έμοιαζαν εναντίον του πριν δύο χρόνια, μια εκπληκτική εμφάνιση στο ματς με τη Ρωσία. Δεν μπορεί κανείς να τον αδικήσει, λοιπόν, που έριξε μαύρη πέτρα πίσω του. «Δεν θα δεχόμουν. Με τίποτα. Τόσο απλά. Και δεν θα δεχόμουν επειδή ξέρω τον εαυτό μου. Έπειτα από τρεις μήνες στο πανδαιμόνιο του ελληνικού ποδοσφαίρου, θα πέταγα τα χρήματα και θα εξαφανιζόμουν αναζητώντας την ησυχία μου», απαντάει όταν τον ρωτάνε τι θα έκανε αν του ερχόταν μια πρόταση από τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό.

Εξάλλου, στο μυαλό του είχε πάντα εκείνο το παιδικό απωθημένο. Να παίξει στον ΟΦΗ. Από τότε που όπως λέει ο ίδιος, καθάριζε τα παπούτσια του Νίκου Νιόπλια στα αποδυτήρια. Ακόμα κι αυτό, όμως, έχει αρχίσει να ξεφτίζει πια. Και στην Ελλάδα, όταν επιστρέψει μόνιμα και όχι για διακοπές, όταν τελειώσει η ζωή του «καριερίστα», όπως αποκαλεί τον εαυτό του, μόνο μια εικόνα χωράει. «Θα αγοράσω ένα σπίτι δίπλα στη θάλασσα και θα κάθομαι να την κοιτάζω. Ας είναι στην Κέρκυρα, στη Ρόδο, στην Καβάλα. Ένα σπίτι στη θάλασσα κι ας είναι και πέντε τετραγωνικά. Ένα κρεβατάκι και να βγαίνω να βλέπω τη θάλασσα. Να ακουμπάει το πόδι μου την άμμο».

Μέχρι τότε έχει να ολοκληρώσει τη δουλειά που κι εκείνος άρχισε χθες… Όταν κέρδισε το πέναλτι και με τον Γιώργο Καραγκούνη στον πάγκο, οι περισσότεροι αναρωτήθηκαν ποιος θα το εκτελέσει. Εκείνος σε ανύποπτο χρόνο είχε προειδοποιήσει. «Δεν θα με δεις ποτέ να θυμώνω ή να φωνάζω. Είμαι ήρεμος και συγκεντρωμένος να πετύχω με καθαρό μυαλό. Στο γήπεδο είμαι ψυχρός εκτελεστής».

 

Τελευταία Νέα