Μοχάμεντ Ρέζα Χοσεϊνί: Τα όνειρα δεν έχουν πατρίδα

Μοχάμεντ Ρέζα Χοσεϊνί: Τα όνειρα δεν έχουν πατρίδα

Δημήτρης Ρούσσος
Μοχάμεντ Ρέζα Χοσεϊνί: Τα όνειρα δεν έχουν πατρίδα

bet365

Τα σημάδια προσφυγιάς από τη γέννα, η παράνομη ζωή στο Ιράν, τα σύνορα με την Τουρκία, η παγωμένη Μεσόγειος, οι άθλιες δομές φιλοξενίας. Κι έπειτα το ποδόσφαιρο, η «Ελπίδα», το Ίδρυμα της Μπαρτσελόνα. Ο Μοχάμεντ Ρέζα Χοσεϊνί είναι 20 χρονών, όμως η ζωή του θα μπορούσε ήδη να έχει γίνει ταινία. Μιλά γι' αυτή στο gazzetta.gr.

H ευγένεια και η εξυπνάδα καθρεφτίζονται στα μάτια του. Ένα παιδί, που σκλήρυνε νωρίς, αλλά δεν έχασε ποτέ τη ζεστασιά. Ακόμα δεν έχει κλείσει τα 21, παρότι η ωριμότητα και η στάση ζωής του σε κάνουν να πιστεύεις ότι είναι πολύ μεγαλύτερος. Η ιστορία του Μοχάμεντ Ρέζα Χοσεϊνί είναι μια ωδή στη μάχη, ένας ύμνος στην ελπίδα. Όχι με τη μοιρολατρική έννοια, αλλά με αυτή της αντίστασης, της επινοητικότητας, της ικανότητας, της αξιοπρέπειας. Ένα παιδί που έχει το χαμόγελο ως απάντηση σε κάθε ερώτηση. Ένα παιδί που έμαθε να μιλά όχι μόνο τέλεια αγγλικά, αλλά και ελληνικά, καθώς και μια σειρά από γλώσσες. Φαρσί και νταρί από τη μητέρα του, αραβικά από την ομάδα και τα παιδιά που προπονεί Έμαθε να γράφει, επίσης, στη γλώσσα μας. Στη γλώσσα που γίνεται πια δική του.

Ο Ρέζα, όπως τον φωνάζουν οι φίλοι του, είναι από το Αφγανιστάν αλλά δεν έζησε ποτέ του εκεί. Οι γονείς του έφυγαν πρόσφυγες στο Ιράν τον καιρό της Σοβιετικής Κυριαρχίας, της υποχρεωτικής στράτευσης και των ωμοτήτων στο Αφγανιστάν. Μολονότι γεννήθηκε στην Περσία, ο «Μο» έμαθε ότι είναι πρόσφυγας. Έμαθε ότι δεν έχει τα ίδια διακαιώματα με τα υπόλοιπα παιδιά, έμαθε ότι δεν μπορούσε να φύγει από την Τεχεράνη χωρίς να πληρώσει για νέα έγγραφα, έμαθε ότι η εκπαίδευση, το αυτοκίνητο, το ιδιόκτητο σπίτι και άλλες ανάγκες που μοιάζουν αυτονόητες, ήταν υπεράνω των οικονομικών δυνατοτήτων της οικογένειάς του, η οποία είχε άλλωστε να μεγαλώσει 9 παιδιά. Ακόμα και τη δουλειά τους, έπρεπε να την κάνουν στα κρυφά. Ο πατέρας του δημιούργησε μια μικρή επιχείρηση κλωστοϋφαντουργίας, στην οποία άρχισε και ο ίδιος να εργάζεται από 11 ετών. Πήγαινε σχολείο και επιστρέφοντας δούλευε μέχρι τις 10 το βράδυ. Κι έπειτα, ερχόταν η ώρα για να ανοίξει την πόρτα για τον δικό του κόσμο. Τον κόσμο του ποδοσφαίρου, της ασπρόμαυρης θεάς που κάθε φορά του έδινε κουράγιο για την επόμενη μέρα. Ο μικρός έπαιζε μπάλα σε ομάδες της Τεχεράνης, όμως λόγω της ιδιαιτερότητας της κατάστασής του το έκανε με πλαστό δελτίο.

Η υπομονή όλων όμως εξαντλούταν και λίγους μήνες μετά την επιτυχημένη προσπάθεια της αδερφής του να φτάσει στη Γερμανία, όλη η οικογένεια αποφάσισε να ακολουθήσει το ίδιο δρομολόγιο, σε μια προσπάθεια να βρουν καλύτερη ζωή. Η Οδύσσειά τους ξεκίνησε από τα σύνορα του Ιράν με την Τουρκία, όπου την πρώτη μέρα έχασαν τις βαλίτσες τους. Το πιγκ-πογκ των αρχών που τους έστελνε από τη μια πλευρά στην άλλη, αφήνοντάς τους σαδιστικά με τα παγωμένα ρούχα πάνω στο δέρμα τους, οι απειλές για τη ζωή από τους μεν και τους δε, η παραμονή στο κρατητήριο και οι δουλέμποροι που τους πήγαν μέχρι τα παράλια μοιάζουν ποια σαν ξεθωριασμένοι εφιάλτες στο μυαλό του Ρέζα, όμως τότε ήταν η καθημερινότητά του. Κι έπειτα σε ένα πλεούμενο, με ακόμα 90 άτομα και το τουρκικό λιμενικό να τους χλευάζει, να προσπαθεί ακόμα, σύμφωνα με τους ίδιους που το βίωναν, να τους βυθίσει, να στέλνει απόνερα προς το μέρος τους και οι αξιωματικοί του να τραβούν βίντεο και να γελούν. Ήταν όμως τυχεροί. Η δική τους βάρκα δεν έγινε υγρός τάφος, προκαλώντας εφήμερη θλίψη στις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις. Κανείς δεν εκμεταλλεύτηκε πολιτικά το δράμα τους, διότι κατάφεραν να φτάσουν στην Ιθάκη, που είχε το όνομα Λέσβος.

Εννιά μήνες. Ο δικός του Γολγοθάς. Στις παγωμένες σκηνές του στρατοπέδου, στα κοντέιρερ χωρίς ηλεκτρισμό, στη δύσκολη καθημερινότητα και στις απάνθρωπες συνθήκες υγιεινής που αποτελούν φυσικό επακόλουθο της μεγαλύτερης ντροπής για την «αριστερή» κυβέρνηση, της αποδοχής των ανθρώπινων κολαστήριων που τόλμησαν να αποκαλέσουν προσφυγικές δομές. Η ζωή όμως δεν έσβησε ποτέ μέσα από τον Ρέζα. Και το ποδόσφαιρο τον βοήθησε να δραπετεύσει από την κόλαση. Το ταλέντο του στο ποδόσφαιρο έγινε αντιληπτό και ο μικρός τον Νοέμβριο του 2016 εντάχθηκε στην «Ελπίδα Προσφύγων» υπό τις οδηγίες του Αντώνη Νικοπολίδη, την ομάδα που δημιούργησε η οργάνωση «Γη» του Πέτρου Κόκκαλη.

«Παίζω στην Hope Refugee Team, την ομάδα που ίδρυσε ο Αντώνης Νικοπολίδης με τον Πέτρο Κόκκαλη και την πρωτοβουλία “Γη”. Σιγά-σιγά ξεκινάμε να παίζουμε φιλικά παιχνίδια με ελληνικές ομάδες, θα μπούμε σύντομα και σε πρωτάθλημα. Είναι πολύ σημαντικό για την ενσωμάτωση για τους πρόσφυγες, αλλά και για τους Έλληνες, ώστε να μάθουν πράγματα για τη ζωή μας, την κουλτούρα μας. Ξέρετε, δεν είναι όλοι οι πρόσφυγες αυτό που κάποιοι νομίζουν, δεν είμαστε κακοί άνθρωποι, ούτε θέλουμε να βλάψουμε κάποιον. Υπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι, με άλλους σκοπούς και άλλη συμπεριφορά, όπως συμβαίνει παντού. Πέρυσι κατακτήσαμε πολλά τρόπαια στους αγώνες που συμμετείχαμε, με αποκορύφωμα το βραβείο στη Ρόδο για την καλύτερη αθλητική συλλογικότητα της χρονιάς», εξηγεί ο Μοχάμεντ στο gazzetta.gr. Η αναφορά του για τη Ρόδο, έχει να κάνει με το Peace and Sport Regional Forum, το οποίο διοργάνωσε ο διεθνής οργανισμός Peace and Sport με παρουσία εκλεκτών καλεσμένων, από όλο τον κόσμο. Ανάμεσά τους και ο Νίκος Γκάλης.

Η «Ελπίδα» πήρε το βραβείο «Regional Sport Organization of the year» και ο Ρέζα ήταν εκεί, γεμάτος υπερηφάνεια. Γιατί η δική του ελπίδα, έχει περάσει πλέον και σε άλλους. Συνεχίζει να παίζει μπάλα, όμως πλέον έχει και το ρόλο του εκπαιδευτή, στο Futbolnet project του Ιδρύματος της Μπαρτσελόνα, το οποίο ήρθε στην Ελλάδα σε συνεργασία με την οργάνωση «Γη». «Φέτος δουλεύουμε με την οργάνωση “Γη”, που έφερε το “Barcelona Foundation” στην Ελλάδα. Δουλεύω σαν προπονητής για αγόρια και κορίτσια πρόσφυγες κι αυτές οι ομάδες παίζουν απέναντι σε ελληνικές ομάδες. Μου αρέσει πολύ, γιατί δίνεται η ευκαιρία σε μικρά παιδιά να κάνουν κάτι που αγαπούν και που δεν μπορούσαν να κάνουν στις χώρες τους. Χαίρομαι να τους βλέπω να καταλαβαίνουν στην πράξη πως όλοι είμαστε ίσοι, να μπορούν να το εμπεδώνουν αυτό», λέει ο Ρέζα, ο οποίος βρέθηκε και στα βραβεία του ΠΣΑΠ, ως συνοδός της ομάδας κοριτσιών που ήταν μαζί με την καλύτερη 11άδα της χρονιάς. Στα περσινά βραβεία, η «Hope Refugee» είχε τιμηθεί από τον Σύνδεσμό για το έργο της, ενώ μαζί με τον ΠΣΑΠ και το Eleven Camaign διοργάνωσαν την πρωτοβουλία «Goal for Hope». Οι κοινές τους δράσεις ξεκίνησαν από έναν ξεχωριστό αγώνα στο Ρουφ, όπου ο Χοσεϊνί είχε τη δυνατότητα να παίξει μαζί με παίκτες όπως ο Νικοπολίδης, ο Μιχάλης Καψής, ο Ντανιέλ Μπατίστα και άλλοι.

Έχοντας βιώσει ο ίδιος την επίδραση του ποδοσφαίρου στη ζωή του, ο στόχος του δεν είναι απλά να μάθει τα παιδιά ποδόσφαιρο, αλλά να τους εμφυσήσει ακριβώς αυτές τις αξίες που θα τα βοηθήσει στη συνέχεια της ζωής τους. «Τα παιδιά είναι ηλικίας 7-17 χρονών από πολλές χώρες, όπως το Ιράν, το Ιράκ, η Συρία, το Αφγανιστάν και άλλες. Ο αθλητισμός είναι ο καλύτερος τρόπος να αφήσεις πίσω προβλήματα και έγνοιες που έχεις. Ειδικά για τα παιδιά ο ρόλος που επιτελεί στη ζωή τους είναι τεράστιος. Άλλωστε ο σκοπός δεν είναι να γίνει κάποιος επαγγελματίας, αν και δεν παίζουμε απλά για να κάνουμε πλάκα. Προσπαθούμε να τους διδάξουμε ορισμένες αξίες, όπως ο σεβασμός, η ομαδικότητα, ένα modus vivendi που δεν μάθαιναν ούτε στις χώρες τους».

Ποια είναι όμως τα πρότυπα αυτών των παιδιών; Είναι Έλληνες ποδοσφαιριστές ή μόνο superstars παγκόσμιας εμβέλειας, όπως ο Ρονάλντο ή ο Μέσι; «Είναι από παντού! Έχει πλάκα αυτό, όταν ήμουν στην πατρίδα μου στο Ιράν, έπαιζα παιχνίδια στον υπολογιστή μου. Πάντα διάλεγα τον Αντώνη Νικοπολίδη, επειδή παρόλο που ήταν νέος είχε άσπρα μαλλιά! Τον έπαιρνα στη Μπαρτσελόνα και τον έβαζα πάντα βασικό. Πέρασαν τα χρόνια, έχασα την επαφή γιατί δεν είχε πάντα τη δυνατότητα να παίζω παιχνίδια στον υπολογιστή. Ήρθα στην Ελλάδα και τον γνώρισα. Λέω “περίμενε, αυτόν τον ξέρω”! Ήταν απίστευτο όταν συνέβη, είχα πραγματικά εντυπωσιαστεί!».

Το μεγάλο όνειρο του Ρέζα για τα παιδιά αυτά είναι «να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα επίπεδο ζωής που να τα ικανοποιεί. Από τη μέρα που γεννήθηκαν, είτε το έκαναν σε μια ξένη χώρα, όπως εγώ, είτε γνώρισαν πολέμους και βία. Πρώτα απ’ όλα είναι σημαντική η ειρήνη. Όταν επικρατεί ειρήνη, μπορείς να σκεφτείς το μέλλον. Αλλιώς δεν υπάρχει αυτή η πολυτέλεια».

Πολυτέλεια. Το μέλλον, γι' αυτούς, είναι πολυτέλεια. Κάθε μέρα παλεύουν για τα αυτονόητα κι όμως, έχουν απέναντί τους συχνά εμπόδια που είναι δύσκολο να καταλάβουν. Πώς να εξηγήσεις σε ένα παιδί σαν εκείνον ότι υπάρχουν ανθρωπόμορφα κτήνη που χαράζουν σβάστικες έξω από το σπίτι του; Που χτυπούν παιδιά ενώ παίζουν μπάσκετ, που πετούν πέτρες σε ανυπεράσπιστα σπίτια μαθητών; Ο «Μο» και τα άλλα παιδιά πιστεύουν ακόμα στον άνθρωπο, γιατί στην Ελλάδα συνάντησαν πολλούς. Κι η συμπεριφορά τους τους έκανε να αλλάξουν στόχο ζωής. Πλέον, για τον Ρέζα και την οικογένειά του η Ελλάδα δεν είναι ένας ενδιάμεσος σταθμός για τη Γερμανία, αλλά το σπίτι του. «Ο στόχος μου όταν έφυγα από το Ιράν ήταν να φτάσω στη Γερμανία, αλλά τώρα αυτό άλλαξε, γιατί βρήκα πολλά πράγματα εδώ στην Ελλάδα. Συνάντησα πολύ σημαντικούς ανθρώπους και κυρίως βρήκα μια ανοιχτή αγκαλιά από την ελληνική κοινότητα», μας λέει. Και η δική τους, καθαρή ματιά, αποτελεί οδηγό. Για το μέλλον, που παύει να είναι πολυτέλεια χάρη στη δική τους μάχη και την αλληλεγγύη, για την ελπίδα που δεν θα σβήσουν ποτέ.

 

Τελευταία Νέα